Το Νομοθετικό Διάταγμα 4.000/1958, γνωστό ευρέως ως «Νόμος 4.000», θεσπίστηκε από την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1958 και ήταν το διάταγμα που καθόριζε την αντιμετώπιση των νεαρών που ήταν γνωστοί ως «τεντιμπόις». Οι «τεντιμπόηδες» θεωρούνταν επικίνδυνοι λόγω της συμπεριφοράς τους, που χαρακτηριζόταν αναιδής και προκλητική από την τότε κυβέρνηση.

Με βάση το νόμο, τιμωρούνταν όσοι προέβαιναν σε πράξεις «εξύβρισης». Η αστυνομία συνελάμβανε όσους νεαρούς θεωρούσε ότι διέπρατταν εξύβριση, και τους οδηγούσε στο κρατητήριο, όπου γινόταν σε αυτούς τολεγόμενο κούρεμα «με την ψιλή», τους έσκιζαν τα παντελόνια και εν συνεχεία τους περιέφεραν στο δρόμο εξευτελίζοντάς τους. Ο νόμος δέχτηκε έντονη κριτική γιατί προήγαγε τη διαπόμπευση. Επίσης, όριζε ότι θα ασκούνταν δίωξη και εναντίον των γονέων των ανήλικων ταραξιών. Τα αστυνομικά όργανα είχαν πολύ μεγάλη ευχέρεια να ορίσουν το τι συνιστούσε εξύβριση, και αυτό οδήγησε στην κακοποίηση και διαπόμπευση πολλών νεαρών.

Εισηγητής του νομοσχεδίου ήταν ο υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Καλλίας, ο οποίος είχε αναφέρει στη Βουλή πως το νομοσχέδιο αφορούσε αποκλειστικά τους τεντιμπόηδες. Ανέφερε ακόμη ότι δεν συμπεριέλαβε στο νομοθετικό κείμενο «την κακόηχον αυτήν λέξιν, διότι προσπάθησα να εύρω την διατύπωσιν, η οποία αντιστοιχεί κατά την ελληνικήν γλώσσαν».

Ο Νόμος 4.000 άρχισε να εφαρμόζεται στις 10 Σεπτεμβρίου του 1958, όταν τέσσερις νεαροί που είχαν κατηγορηθεί για πράξεις εξύβρισης, διαπομπεύτηκαν στους δρόμους της Αθήνας, κουρεμένοι σύρριζα και δεμένοι με χειροπέδες, με έναν από αυτούς να φέρει πινακίδα που έγραφε: «Είμεθα τεντυ-μπόυς και πετάξαμε γιαούρτι κατά γυναικός».

Ο πρώτος Έλληνας που διαπομπεύτηκε με το Νόμο 4.000 ήταν ο Αντώνης Μαλανδρής. Στις 31 Αυγούστου 1958, στον κινηματογράφο «Αελλώ» στην Αθήνα, μαζί με έναν ακόμα φίλο του έριξαν γιαούρτι εναντίον μιας γυναίκας όταν εκείνοι παρενόχλησαν την κόρη της, όπως έγραψαν οι εφημερίδες. Ο Τύπος της εποχής χαρακτήρισε τους δύο νεαρούς (15 και 16 ετών) «θρασείς». Οι δύο νεαροί, αν και είχαν λευκό ποινικό μητρώο, συνελήφθησαν και στις 3 Σεπτεμβρίου 1958 οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα Κυψέλης, όπου κουρεύτηκαν σύριζα υπό την επίβλεψη του ίδιου του Αστυνομικού Διευθυντή Αθηνών Θεόδωρου Ρακιντζή και εν συνεχεία διαπομπεύτηκαν με πινακίδες στο λαιμό τους.

Ακριβώς 65 χρόνια μετά, η εξαιρετικά προοδευτική και καθόλου οπισθοδρομική κυβέρνηση της ΝΔ, με πρωτοβουλία της Υπουργού Παιδείας, ψηφίζει τον δικό της «Νόμο 4.000», τιμωρώντας όσους νεαρούς προβαίνουν σε αντίστοιχες «πράξεις εξύβρισης».

Τι εστί λοιπόν «πράξη εξύβρισης» εν έτει 2023, σύμφωνα με την θεοσεβούμενη (αλλά, βασικά, αθεόφοβη) υπουργό Παιδείας; Γι’ αυτήν κάθε σχολική κινητοποίηση, μια κατάληψη ή μια πορεία για έναν σκοπό, όποιος και αν είναι αυτός, συνιστά αυτομάτως «πράξη εξύβρισης» και «υποκίνηση σε σχολική βία».

Και η Κεραμέως θέλει, ως άλλος υπουργός Δικαιοσύνης Κωνσταντίνος Καλλίας, να μπει και αυτή στην ελληνική Ιστορία ως η νομοθέτρια ενός κατάπτυστου «Νόμου 4.000 version 2.0», βαφτίζοντας ετσιθελικά και συλλήβδην όλες τις μαθητικές κινητοποιήσεις ως «σχολική βία».

Θα ήταν αστεία η Κεραμέως αν δεν ήταν επικινδύνως γελοία ή γελοίως αστεία όχι μόνο ως προς την συλλογιστική της λογική, αλλά και ως προς το ότι το εν λόγω νομοσχέδιο, εντελώς προσβλητικά απέναντι στους ίδιους τους δημοκρατικούς θεσμούς, ψηφίστηκε… νύχτα, την περασμένη Τετάρτη, στην Ολομέλεια της Βουλής, λίγο μετά την ολοκλήρωση της μεγαλύτερης πανελλαδικής κινητοποίησης που έχει συμβεί τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα.

Το νομοσχέδιο έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία. Υπέρ τάχθηκαν η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, ενώ τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης (ΚΚΕ, ΜέΡΑ25) το καταψήφισαν και η Ελληνική Λύση δήλωσε «παρών». Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ απέχει από τις κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες, ενώ είχε δηλώσει εξαρχης την αντίθεσή του.

Μάλιστα, ο Νίκος Φίλης ζήτησε προ ημερών την απόσυρση του Ν/Σ, λέγοντας ότι «το νομοσχέδιο αυτό που έχετε την αξίωση να το στηρίξουν και κόμματα της αντιπολίτευσης -αλλά ευτυχώς δεν βρίσκετε ανταπόκριση- συμπεριλαμβάνει τις μαθητικές κινητοποιήσεις σε έναν ευρύ ορισμό για τη σχολική βία» είπε ο τομεάρχης Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και πρόσθεσε, απευθυνόμενος στην Νίκη Κεραμέως: «Ποια η λογική να συμπεριλαμβάνετε στη σχολική βία τις μαθητικές κινητοποιήσεις; Τέτοια συνεννόηση θέλετε;».

Έχει δίκιο ο Φίλης, στην συγκεκριμένη περίπτωση, γιατί η διατύπωση του νομοσχεδίου είναι, κυριολεκτικά, για γέλια (ή «για τα σίδερα», θα έλεγε κάποιος πιο πονηρός):

Η ψήφιση για το νομοσχέδιο για τη σχολική βία του υπουργείου Παιδείας αφορούσε (προσέξτε την επιλογή των λέξεων) στην «πρόληψη και αντιμετώπιση φαινομένων βίας και εκφοβισμού στα σχολεία». Ακούστε τον απατεωνίστικο τίτλο του: «Ζούμε Αρμονικά Μαζί-Σπάμε τη Σιωπή: Ρυθμίσεις για την πρόληψη και αντιμετώπιση της βίας και του εκφοβισμού στα σχολεία».

Καλά ως εδώ; Να συμφωνήσουμε ότι όντως είναι αναγκαία η θέσπιση ενός πλαισίου προστασίας της ενδοσχολικής αρμονίας και ειρήνης; Να το πούμε και να το συμφωνήσουμε.

Ωστόσο, το εν λόγω νομοσχέδιο δεν πληροί τις προϋποθέσεις για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, όπως καταγγέλλει η Διδασκαλική Ομοσπονδία Ελλάδας (ΔΟΕ) καθώς κρύβει μέσα στις ρυθμίσεις του μια πρόβλεψη (στο Β’ μέρος και συγκεκριμένα στο άρθρο 4) που εντάσσει τις «μαθητικές κινητοποιήσεις» στη «σχολική βία».

Παράλληλα, η ΔΟΕ – κατήγγειλε ως «ελλιπείς, αποσπασματικές, αναντίστοιχες της σοβαρότητας του φαινομένου» τις ρυθμίσεις και κάλεσε, πριν από την ψήφισή του νομοσχεδίου, μέσω μακροσκελούς ανακοίνωσής της το Υπουργείο Παιδείας, να προχωρήσει σε ουσιαστικό διάλογο με την επιστημονική-εκπαιδευτική κοινότητα ώστε να προκύψει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο πρόληψης και αντιμετώπισης του φαινομένου σε επίπεδο κοινωνίας, οικογένειας και σχολείου, κάνοντας λόγο για απουσία σύνδεσης των «ορισμών» του φαινομένου με τις επιστημονικές εννοιολογικές προσεγγίσεις. Τόνισε επιπλέον την προσπάθεια φίμωσης του μαθητικών κοινοτήτων υπογραμμίζοντας: «Χαρακτηριστικό παράδειγμα η αναφορά της παραγράφου Δ’ που εντάσσει στον σχολικό εκφοβισμό την “παρεμπόδιση της ομαλής διεξαγωγής των μαθημάτων”, η οποία είναι φανερό ότι αποτελεί πολιτική και όχι επιστημονική προσέγγιση αφού, ολοφάνερα, παραπέμπει στο φαινόμενο των καταλήψεων». 

Στη συνάντηση του Δ.Σ. της ΔΟΕ με την Υπουργό Παιδείας για το συγκεκριμένο ζήτημα (η οποία, εννοείται ότι κατά την πάγια τακτική της, πραγματοποιήθηκε μετά τη δημόσια ανάρτηση στη διαβούλευση), η ΔΟΕ, ανάμεσα στα άλλα, τόνισε το ότι: το νομοσχέδιο προκλητικά αγνοεί όλο το πλέγμα των δράσεων που έχουν πραγματοποιηθεί όλα αυτά τα χρόνια από την εκπαιδευτική κοινότητα (πληθώρα προγραμμάτων, παρεμβάσεων και δράσεων από τους συναδέλφους, σύνδεση με το «Παρατηρητήριο για την Πρόληψη της Σχολικής Βίας» που δημιουργήθηκε το 2012 αλλά παραμένει ανενεργό από το 2016 με την ευθύνη του ίδιου του Υ.ΠΑΙ.Θ. παρότι οι δράσεις των εκπαιδευτικών στις τάξεις συνεχίζονται…).

Η Κεραμέως, με την σειρά της, έκανε πως δεν τους άκουσε και επεσήμανε, με τον γνήσιο διδακτικό της τόνο, ότι «η νομοθετική αυτή πρωτοβουλία αποτελεί μία ακόμη βολή στη μάχη κατά της σιωπής. Στόχος μας είναι να δώσουμε φωνή στα παιδιά που έρχονται αντιμέτωπα με το σχολικό εκφοβισμό και την ενδοσχολική βία, να ενδυναμώσουμε τη σχολική κοινότητα, τοποθετώντας νέα όπλα στη φαρέτρα μας κατά των φαινομένων αυτών, να ενισχύσουμε τους εκπαιδευτικούς και τα στελέχη μας που διαδραματίζουν κομβικό ρόλο. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που δεν αφορά μόνο το θύμα και το θύτη, αφορά την οικογένεια, αφορά την κοινωνία».

Εντωμεταξύ, μετά την ψήφιση του επίμαχου νοοσχεδίου, «άρχισαν τα όργανα» και επισήμως: την περασμένη Παρασκευή συνελήφθη από την αστυνομία Πατρών ο πρόεδρος του 15μελούς του 4ου Γυμνασίου Πάτρας, το οποίο τελεί υπό κατάληψη για το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη.

Ο μαθητής συνελήφθη και οδηγήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα Ταραμπούρα και, σύμφωνα με όσα μετέδωσε το 902.gr, η σύλληψη του μαθητή έγινε μετά από μήνυση καθηγήτριας. Τελικά, η μήνυση αποσύρθηκε, ενώ παρέμβαση έκανε και ο δήμαρχος Πάτρας, Κώστας Πελετίδης στον Αστυνομικό Διευθυντή Αχαΐας.

Ωστόσο, η αλήθεια και η πραγματικότητα είναι μια και αδιαμφισβήτητη: Αυτά τα πράγματα είναι επικίνδυνα και δοκιμάζουν τα αντανακλαστικά της κοινωνίας με κάθε πιθανό τρόπο και μάλιστα στην χειρότερη δυνατή συγκυρία της τετραετούς διακυβέρνησης Μητσοτάκη.

Γελοιότης γελοιοτήτων τα πάντα γελοιότης από μια, πραγματικά, επικίνδυνη γυναίκα για να βρίσκεται σε ένα οποιοδήποτε υπουργείο.

Τουλάχιστον, η ΝΔ μπορεί ακόμη και τώρα, στο «παρά πέντε» των εκλογών να κάνει το σωστό και να την αποπέμψει εκεί που πραγματικά αξίζει της Κεραμέως, σε μια οποιαδήποτε πρεσβεία.

Ιδανικά για την ίδια, της Θεοτόκου.