Όταν ολοκληρώθηκε η COP27, η τελευταία διάσκεψη για το κλίμα, στην Αίγυπτο, στις 20 Νοεμβρίου του 2022, επικράτησε αμηχανία και σχετική απογοήτευση. Μπορεί για πρώτη φορά να ανακοινώθηκε παροχή βοήθειας στις φτωχές χώρες που πλήττονται περισσότερο από την κλιματική αλλαγή -ένα πολύ σημαντικό βήμα προς την διατήρηση κάποιας παγκόσμιας ισορροπίας για τις επιπτώσεις της περιβαλλοντικής καταστροφής-, ωστόσο, δεν ορίστηκαν νέοι στόχοι για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου.

Στο πλαίσιο της διάσκεψης της Αιγύπτου, η κυβέρνηση Μπάιντεν έκανε μία φαινομενικά σημαντική ανακοίνωση η οποία αφορούσε την επένδυση περισσότερων από 25 δισεκατομμύριων δολαριών σε «λύσεις που βασίζονται στη φύση» για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής. Όμως η ανακοίνωση αυτή δεν περιελάμβανε ακριβείς λεπτομέρειες για το πώς θα δαπανηθούν αυτά τα χρήματα –απλά ένα κράτος, και όχι ένα οποιοδήποτε κράτος, είπε ότι θα βάλει «χρήματα στο τραπέζι» χωρίς να προσδιορίσει πώς/που/πότε. Και, αλήθεια, τι σημαίνει «λύσεις βασισμένες στην φύση»;

Όσο το περιβάλλον οδεύει προς την ολική του καταστροφή λόγω της ανθρώπινης επέμβασης, οφείλουμε να ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα και να αντιμετωπίσουμε την κατάσταση με καθαρότητα και σαφείς ορισμούς για να μην πνιγούμε στην αορίστια και την γενικότητα. Δυστυχώς, όσο ξύδι και να χρησιμοποιήσουμε αντί κάποιου απορρυπαντικού, η κλιματική αλλαγή δεν θα επιβραδυνθεί.

Η περιβαλλοντική πολιτική είναι γεμάτη από νεφελώδεις ορολογίες και στην προσπάθειά της να καλύψει τα πάντα, καταλήγει να μην έχει κανένα νόημα. Συχνά χρησιμοποιούνται φράσεις όπως «αναγεννητική γεωργία» και «κλιματικά έξυπνη», που ναι μεν μπορεί με μία αναζήτηση στο διαδίκτυο να βρεθούν στοιχεία για το τι σημαίνουν, παρόλα αυτά, η εφαρμογή τους μπορεί να μην σημαίνει και τίποτα. Όπως και η χρήση της λέξης «πράσινη», η οποία σε πολλές περιπτώσεις, όπως στην μόδα, εξυπηρετεί ως περιβαλλοντικό «ξέπλυμα» -το λεγόμενο greenwashing.

Βέβαια, το γεγονός ότι οι κυβερνήσεις σχεδιάζουν πολιτικές που σχετίζονται με το κλίμα είναι κάτι θετικό. Οι όροι αυτοί ακούγονται παρακινητικοί για τους πολίτες και συχνά εμπνέουν τον κόσμο σε σημαντικές προσπάθειες καταπολέμησης της κλιματικής κρίσης. Παράλληλα όμως, δεν έχουν ευρέως αποδεκτούς ορισμούς, γεγονός που καθιστά αυτές τις πολιτικές ασαφείς για το ευρύ κοινό -ακόμη και για ορισμένους ειδικούς.

Σύμφωνα με τη Molly Anderson, καθηγήτρια επισιτιστικών σπουδών στο Middlebury College, αυτό εκθέτει τους ανθρώπους σε εκμετάλλευση από επιχειρήσεις που θέλουν να βρεθούν στην πρώτη γραμμή (δήθεν) αντιμετώπισης κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με την Anderson, η οποία αναφερόταν στο παραπλανητικό μάρκετινγκ που κάνει τους καταναλωτές να πιστεύουν ότι κάτι είναι πιο φιλικό προς το περιβάλλον απ’ ό,τι είναι στην πραγματικότητα, η ασάφεια των φράσεων τις καθιστά ιδιαίτερα επιρρεπείς στο «πράσινο ξέπλυμα» -όπως για παράδειγμα το «πράσινο ξέπλυμα» της μόδας. Στην πραγματικότητα, πρόκειται κυρίως για μία επιτυχημένη μέθοδο branding.

Η σαφήνεια της ορολογίας είναι σημαντική, ιδίως όταν τα κράτη και οι επιχειρήσεις πιέζονται πραγματικά να μειώσουν ή να αντιστρέψουν τις επιπτώσεις τους στο περιβάλλον και το κλίμα.

«Πρέπει να είμαστε πραγματικά σαφείς σχετικά με το τι είναι αυτό που προτείνουμε ή προωθούμε», δήλωσε ο Richard Waite, ερευνητής τροφίμων στο Ινστιτούτο Παγκόσμιων Πόρων (WRI), μια “δεξαμενή σκέψης” με έδρα την Ουάσιγκτον. «Αν προσπαθούμε να πούμε ότι ο κόσμος πρέπει να κάνει πράγματα διαφορετικά από το status quo για να επιτύχει τους κλιματικούς στόχους, ή τους στόχους για τη φύση, ή τους στόχους κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης, πρέπει να είμαστε πραγματικά σαφείς σχετικά με το τι είναι αυτό που προωθούμε».

Ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν κάποια στιγμή τι σημαίνουν αυτές οι λέξεις, πώς χρησιμοποιούνται και τι πρέπει να χρησιμοποιούμε στη θέση τους.

Λύσεις βασισμένες στη φύση, χαλαρά καθορισμένες

Οι «λύσεις που βασίζονται στη φύση» είναι ουσιαστικές προσεγγίσεις για την επίλυση ενός συγκεκριμένου ανθρώπινου προβλήματος μέσω της διατήρησης, της αναγέννησης ή της καλύτερης αξιοποίησης της φύσης. Κάτι που δεν ακούγεται και τόσο «πράσινο» στην βάση του…

Τι είναι η φύση, πρώτα απ’ όλα; Ο όρος οικοσυστήματα σε αυτό το πλαίσιο αναφέρεται συνήθως σε ενδιαιτήματα όπως τα δάση, τα λιβάδια ή οι κοραλλιογενείς ύφαλοι που προσφέρουν ποικίλα πλεονεκτήματα, όπως ο καθαρισμός του νερού και ο έλεγχος των πλημμυρών. Οι «υπηρεσίες» που μπορούν να προσφέρουν αυτά τα οικοσυστήματα χρησιμοποιούνται συχνά μαζί με τη λέξη «οφέλη».

Στο σημείο που βρισκόμαστε, οι «φυσικές λύσεις» συζητούνται συχνότερα σε σχέση με την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της. Ως εκ τούτου, ο κόσμος επικεντρώνεται σε ατομικές στρατηγικές για τη μείωση των εκπομπών ρύπων και του περιβαλλοντικού αποτύπωματος που αντιστοιχεί στον καθέναν μας, χάνοντας έτσι το «δάσος» αφού  κοιτάζει το «δέντρο». Το «δάσος», θα είναι πάντα οι εταιρείες και τα κράτη που εκμεταλλεύονται τους πόρους της γης.

Οι «φυσικές προσεγγίσεις» έχουν βρεθεί στο επίκεντρο των εταιρικών και κυβερνητικών πολιτικών για το κλίμα τα τελευταία δέκα χρόνια. Οι βιομηχανίες του πετρελαίου και της γεωργίας, οι οποίοι έχουν ισχυρούς δεσμούς με περιβαλλοντικές ζημιές, προωθούν συχνά την υποστήριξή τους σε προσεγγίσεις που βασίζονται στη φύση. Παράλογο δεν είναι;

Σύμφωνα με μια έρευνα του 2020, σχεδόν τα 2/3 των κρατών που επικύρωσαν τη συμφωνία του Παρισιού για το κλίμα, ενσωμάτωσαν στόχους που επικεντρώνονται στο περιβάλλον στα σχέδια προσαρμογής και μετριασμού της κλιματικής αλλαγής. Ωστόσο, οι παγοί λιώνουν πιο γρήγορα από ποτέ ακόμη και αν δεν χρησιμοποιούμε πλαστικά καλαμάκια.

Αλλά όπως αναφέραμε και στην αρχή, τα μεγάλα ρυπογόνα κράτη, όπως οι ΗΠΑ, συνηθίζουν να ανακοινώνουν μεγαλεπήβολα σχέδια με υψηλούς προϋπολογισμούς χωρίς ταυτόχρονα γίνεται σαφές ποιες ακριβώς είναι οι λύσεις που προτείνουν.

Τι παραλείπουν οι όροι αυτοί

Σύμφωνα με την Anderson του Middlebury College, η οποία συνυπογράφει μια πρόσφατη έκθεση που επικρίνει τη χρήση όρων όπως «λύσεις που βασίζονται στη φύση», επειδή είναι τόσο ευρείς, όροι όπως αυτός περιγράφουν ένα ευρύ φάσμα δράσεων που είτε συμβάλλουν πραγματικά στη μείωση της κλιματικής αλλαγής είτε στην απώλεια της βιοποικιλότητας, είτε όχι.

Και γι’ αυτό ορισμένες πρωτοβουλίες δεν λειτουργούν τόσο καλά όσο θα φανταζόμασταν. Τα προγράμματα δενδροφύτευσης μεγάλης κλίμακας, για παράδειγμα, προωθούνται συχνά από τα έθνη και τις επιχειρήσεις ως λύσεις φιλικές προς το περιβάλλον, αλλά συχνά δεν ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις ή βλάπτουν τους τοπικούς πληθυσμούς.

Για παράδειγμα, στις 11 Νοεμβρίου 2019, εθελοντές φύτεψαν 11 εκατομμύρια δέντρα στην Τουρκία στο πλαίσιο μιας πρωτοβουλίας που υποστηρίχθηκε από την κυβέρνηση και ονομαζόταν «Πνοή για το μέλλον». Σε μια βόρεια πόλη, η εκστρατεία δενδροφύτευσης κατέρριψε το παγκόσμιο ρεκόρ Γκίνες για τα περισσότερα δενδρύλλια που φυτεύτηκαν μέσα σε μια ώρα σε μια μόνο τοποθεσία: 303,150.

Όμως σε λιγότερο από τρεις μήνες, έως και το 90% των δενδρυλλίων ήταν νεκρά, ανέφερε ο Guardian. Τα δέντρα φυτεύτηκαν σε λάθος χρόνο και δεν υπήρχαν αρκετές βροχοπτώσεις για να στηρίξουν τα δενδρύλλια, είχε δηλώσει στην εφημερίδα ο επικεφαλής του αγροτικού και δασικού συνδικάτου της χώρας.

Σε μια μελέτη του 2021 στο περιοδικό Nature, οι ερευνητές εξέτασαν τις μακροπρόθεσμες προσπάθειες δασικής αποκατάστασης στη βόρεια Ινδία, μια χώρα που έχει επενδύσει τεράστια χρηματικά ποσά σε φυτεύσεις τα τελευταία 50 χρόνια. Οι συγγραφείς δεν βρήκαν «καμία απόδειξη» ότι οι φυτεύσεις προσέφεραν σημαντικά οφέλη στο κλίμα ή υποστήριξαν την διαβίωση των τοπικών κοινοτήτων.

Σύμφωνα με την Teresa Anderson, συντονίστρια κλιματικής πολιτικής της ΜΚΟ ActionAid International:

«κάθε σκουπίδι μπορεί να χαρακτηριστεί σήμερα ως “φυσικό σκουπίδι”».

Ένα άλλο σύνολο λύσεων με βάση τη φύση, γνωστό ως «αντισταθμίσεις άνθρακα» (carbon offsets), χρησιμοποιείται συχνά ως όρος, αλλά δεν οδηγεί απαραίτητα στην προστασία της φύσης. Μέσω αυτών των μεθόδων, οι επιχειρήσεις προσπαθούν να αντισταθμίσουν τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα διατηρώντας ή αναγεννώντας οικοσυστήματα πλούσια σε άνθρακα.

Σύμφωνα με μια έκθεση της Διεθνούς Ομάδας Εμπειρογνωμόνων για τα Αειφόρα Συστήματα Τροφίμων (International Panel of Experts on Sustainable Food Systems), μια επικρατούσα κριτική των αντισταθμιστικών μέτρων είναι ότι επιτρέπουν τη συνέχιση της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Με άλλα λόγια, οι επιχειρήσεις μπορούν να συνεχίσουν να καταστρέφουν το περιβάλλον, αρκεί να σώζουν μερικά δέντρα.

Σύμφωνα με τον Waite του WRI, η απλότητα αυτής της ορολογίας μπορεί ενδεχομένως να κρύβει σημαντικό κόστος. Σκεφτείτε τη λέξη «αναγεννητική». Χρησιμοποιείται συχνά από τις επιχειρήσεις για να περιγράψει μεθόδους καλλιέργειας που αποκαθιστούν τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις και τις μετατρέπουν σε ένα οικοσύστημα που μοιάζει περισσότερο φυσικό. Αυτό ακούγεται εξαιρετικό σε μία πρώτη ανάγνωση. Ωστόσο, αυτές οι προσπάθειες μπορεί περιστασιακά να μειώσουν την ποσότητα των τροφίμων που παράγει ένα αγρόκτημα. Όμως μέχρι το 2050, ο πλανήτης μας θα έχει περισσότερους κατοικούς από ποτέ και όλοι αυτοί θα πρέπει να σιτιστούν. Το να γίνουν τα αγροκτήματα πιο φιλικά προς το περιβάλλον δεν είναι απαραίτητα η ιδανική λύση.

Το μείζον ερώτημα είναι πώς θα αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή, πώς θα περιορίσουμε την απώλεια της βιοποικιλότητας και πώς θα εξασφαλίσουμε ότι όλοι θα έχουν αρκετό φαγητό. Όχι μόνο με θεραπείες «που βασίζονται στη φύση» και την «αναγεννητική γεωργία». Θα χρειαστεί επίσης να μεταρρυθμίσουμε το σύστημα διατροφής με άλλους τρόπους, να μειώσουμε σημαντικά τα απορρίμματα τροφίμων (food waste), να τρώμε λιγότερο κρέας και να ταξιδεύουμε αεροπορικώς σπανιότερα.

Εστιάζοντας στο τι πραγματικά κάνουν οι εταιρείες και οι κυβερνήσεις

Αντί να προσπαθούμε να εντάξουμε τα προγράμματα αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής σε λαμπερές ανακοινώσεις, θα πρέπει να τα εξετάζουμε κατά περίπτωση. Όποια και αν είναι η ονομασία τους, οι αξιόλογες πρωτοβουλίες για τη διατήρηση ή την αποκατάσταση των οικοσυστημάτων μπορούν να εμπνεύσουν το κοινό και μερικές φορές να «πουληθούν» από μόνες τους.

Οι διάφορες οργανώσεις, οι επιχειρήσεις και οι κρατικές αρχές θα πρέπει να ξεκινήσουν να χρησιμοποιούν πιο συγκεκριμένη ορολογία γιατί οι «λύσεις με βάση την φύση» δεν μπορεί να είναι ακόμα ένα μοντέρνο σύνθημα.

➪ Με πληροφορίες από: Vox, Guardian, CNN