Αρχικά, όταν διαβάζαμε για την κλιματική αλλαγή, μέναμε στις αναφορές πως «θα λιώσουν οι πάγοι» και περιμέναμε με κάποιον μαγικό τρόπο να ξεπεραστεί και αυτή η «δοκιμασία» για την ανθρωπότητα, όπως ξαφνικά σταμάτησαν και οι αναφορές στην τρύπα του όζοντος. Λίγο αργότερα, η κλιματική αλλαγή έγινε κλιματική κρίση και αυτό σήμαινε πως φτάσαμε στο σημείο, όπου πλέον, το περιβάλλον γύρω μας έχει αλλάξει σε τέτοιον βαθμό, που επηρεάζει ανθρώπινες ζωές και την καθημερινότητα τους.

Οι πλημμύρες, οι ξηρασίες και οι ακραίες θερμοκρασίες, έχουν ήδη αναγκάσει εκατομμύρια ανθρώπους να μετακινηθούν, θέτοντας σε πρωτόγνωρη δοκιμασία τις κοινωνίες που υποδέχονται τους μετανάστες της κλιματικής αλλαγής. Οι ισορροπίες έχουν ξεκινήσει να αλλάζουν και μια νέα πραγματικότητα δημιουργείται.

Σύμφωνα με την έκθεση “GRID 2022” του Κέντρου Μετανάστευσης Εσωτερικών Μετακινήσεων (IDMC), από το σύνολο των 38 εκατομμυρίων νέων μετακινήσεων που καταγράφηκαν το 2021 παγκοσμίως, τα 23.7 εκατομμύρια προκλήθηκαν από φυσικές καταστροφές. Στο τέλος του 2021, τουλάχιστον 5.9 εκατομμύρια άνθρωποι σε 84 χώρες, ζούσαν εκτοπισμένοι – με και χωρίς εισαγωγικά –  ως αποτέλεσμα καταστροφών που συνέβησαν όχι μόνο εκείνη την χρονιά, αλλά και τα προηγούμενα έτη.

Οι πέντε πρώτες χώρες με τους περισσότερους «κλιματικούς μετανάστες», όπου αναγκάστηκαν να μετακινηθούν λόγω καταστροφών, ήταν το Αφγανιστάν (1.4 εκατομμύρια), η Κίνα (943.000), οι Φιλιππίνες (700.000), η Αιθιοπία (579.000) και το Νότιο Σουδάν (527.000).

Η κλιματική κρίση, αναδιαμορφώνει τον κόσμο μας, καθώς το κλίμα της Γης αλλάζει ταχύτερα από κάθε άλλη φορά στην ιστορία του σύγχρονου πολιτισμού. Η κλιματική αλλαγή – η οποία ορίζεται από αλλαγές στις μέσες καιρικές συνθήκες που επιμένουν για πολλές δεκαετίες ή και περισσότερο – περιλαμβάνει αλλαγές στη θερμοκρασία, στα πρότυπα των βροχοπτώσεων, στη συχνότητα και τη σοβαρότητα ορισμένων καιρικών φαινομένων και σε άλλα χαρακτηριστικά του κλιματικού συστήματος.  Όταν αυτή συνδυάζεται με φυσικές, κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές αδυναμίες, η κλιματική αλλαγή μπορεί να υπονομεύσει την επισιτιστική, υδάτινη και οικονομική ασφάλεια των πολιτών μιας χώρας και τους κατοίκους μιας περιοχής. Οι δευτερογενείς επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, μπορεί να περιλαμβάνουν εκτοπισμό, απώλεια μέσων διαβίωσης και, σε ορισμένες περιπτώσεις, πολιτική αστάθεια και εσωτερικές συγκρούσεις/εμφύλιους πολέμους.

Το 2020, η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (UNHCR), ανέπτυξε ομάδες για να συνδράμουν στις προσπάθειες ανασύνταξης τοπικών κοινωνιών στην Κεντρική Αμερική και το νότιο Μεξικό, όπου περίπου τρία εκατομμύρια άνθρωποι είχαν πληγεί από τον τυφώνα Eta – μία από τις χειρότερες καιρικές καταστροφές που παρουσιάστηκαν στην περιοχή τις τελευταίες δύο δεκαετίες. Όταν ο τροπικός κυκλώνας Idai έπληξε τη Μοζαμβίκη, τη Ζιμπάμπουε και το Μαλάουι τον Μάρτιο του 2019, ο UNHCR μετέφερε οικογένειες προσφύγων σε ασφαλέστερα καταλύματα, παρέχοντάς τους σκηνές, εξοπλισμό υγιεινής και καθαρό νερό. Κάτι αντίστοιχο έκανε και για τους τους πρόσφυγες Rohingya στο νότιο Μπαγκλαντές, βοηθώντας τους να μετριάσουν τις συνέπειες των μουσώνων, των πλημμυρών και των κατολισθήσεων στην περιοχή τους.

Φωτ.: Saiful Huq Omi / UNHCR

Αλλά η σύγχρονη ανθρωπότητα, δεν έρχεται για πρώτη φορά αντιμέτωπη με προβλήματα και αλλαγές που προκύπτουν από φυσικές καταστροφές. Απλά για πρώτη φορά, το φαινόμενο είναι παγκόσμιο και σε τόσο έντονο βαθμό.

Το 1845, μετά από κάποια χρόνια υπερβολικής ποσότητας βροχοπτώσεων, ένας μύκητας, ο “phytophthora infestans”, άρχισε να καταστρέφει τις καλλιέργειες πατάτας στην Ιρλανδία. Οι πατάτες βρισκόντουσαν στο επίκεντρο των διατροφικών συνηθειών των περισσότερων Ιρλανδών. Με την καταστροφή της πηγής της βασικής τροφής, ο επακόλουθος λιμός ήταν αναμενόμενος και οι ασθένειες που αναπτύχθηκαν, σκότωσαν περίπου 1 εκατομμύριο Ιρλανδούς μέχρι το 1849. Τα ποσοστά γονιμότητας μειώθηκαν, οι οικογενειακές κατέρρευσαν και ταυτόχρονα τα πρότυπα ιδιοκτησίας γης άλλαξαν.

Αντιμέτωποι με την κοινωνική καταστροφή που προκάλεσε η περιβαλλοντική καταστροφή, σχεδόν ένα εκατομμύριο Ιρλανδοί, δηλαδή το 1/4 του πληθυσμού του νησιού, έφυγαν. Εκατοντάδες χιλιάδες μετανάστευσαν στις Η.Π.Α., πληθυσμιακός αριθμός, που άγγιξε το μισό της συνολικής εισροής μεταναστών απ’ όλες τις χώρες προς τις Η.Π.Α. εκείνα τα χρόνια. Οι Ιρλανδοί, μεταμόρφωσαν τις Ηνωμένες Πολιτείες, βάζοντας τα θεμέλια σε πόλεις όπως η Νέα Υόρκη και η Βοστώνη.

Το συγκεκριμένο παράδειγμα – υπάρχουν φυσικά πολλά ακόμα – είναι πολύ χαρακτηριστικό και επιβεβαιώνει την εξής κοινωνικοπολιτική θέση: Η μετανάστευση μας δημιούργησε. Οι εθνικές ταυτότητες και τα σύνορά μας, είναι απλά μια «ανωμαλία» στον τρόπο που λειτουργεί ο κόσμος.

Κάποιοι πιστεύουν ότι οι σημαίες, οι ύμνοι και ο στρατός που εξασφαλίζει την ειρήνη (;), είναι απαραίτητα για την ανάπτυξη ενός κράτους. Στην πραγματικότητα, η ευέλικτη γραφειοκρατία, η ανάπτυξη δομών και η απαραίτητη προετοιμασία για την υποδοχή μεταναστών κλιματικής αλλαγής, είναι αυτά που κρίνονται απαραίτητα.

«Πρέπει να επενδύσουμε τώρα στην ετοιμότητα των κρατών μας, για να μετριάσουμε τις μελλοντικές ανάγκες προστασίας [σ.σ. εννοεί απ’ τις φυσικές καταστροφές], και να αποφύγουμε περαιτέρω μετακινήσεις ανθρώπων που προκαλούνται απ’ την κλιματική αλλαγή. Το να περιμένουμε να μας χτυπήσει η καταστροφή, δεν αποτελεί επιλογή», αναφέρει ο Filippo Grandi, ανώτατο στέλεχος του UNHCR.

Οι εκτιμήσεις του Διεθνή Οργανισμού Μετανάστευσης του ΟΗΕ, κάνουν λόγο για 1,5 δισεκατομμύρια περιβαλλοντικούς μετανάστες τα επόμενα τριάντα χρόνια. Μετά το 2050, ο αριθμός αυτός αναμένεται να εκτοξευθεί, καθώς οι θερμοκρασίες ανεβαίνουν ακόμα περισσότερο και ταυτόχρονα ο παγκόσμιος πληθυσμός φαίνεται να αυξάνεται, με μια προβλεπόμενη κορύφωσή του, στα μέσα της δεκαετίας του 2060.

Είναι πιο ξεκάθαρο από ποτέ, πως θα χρειαστεί να προσαρμοστούμε σε κοινωνίες με παγκόσμια ποικιλομορφία και θα πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι να μετακινηθούμε – ξανά, ανάλογα την περίπτωση – όταν χρειαστεί. Οι προβλέψεις και οι έρευνες αναφέρουν πως με κάθε βαθμό αύξησης της θερμοκρασίας, περίπου 1 δισεκατομμύριο άνθρωποι θα αναγκαστούν να απομακρυνθούν απ’ την περιοχή όπου μένουν εδώ και πολλά (ίσως και χιλιάδες) χρόνια.

Ως κάτι μη αναστρέψιμο, θα πρέπει να αποδεχθούμε την κατάσταση και να αναθεωρήσουμε κάποιες πεποιθήσεις που, κυρίως, εξυπηρέτησαν πολιτικά συμφέροντα και γεωπολιτικές στρατηγικές μετά, αλλά και κατά την διάρκεια, σημαντικών πολέμων.

Τα κράτη είναι μια τεχνητή κοινωνική δομή που βασίζεται σε μύθους και ιστορικά δεδομένα (όχι πάντα), ότι ο κόσμος αποτελείται από διακριτές, ομοιογενείς ομάδες που καταλαμβάνουν (συνήθως με πόλεμο) ξεχωριστά τμήματα του πλανήτη και διεκδικούν την ιδιοκτησία της γης τους.

Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ πιο «ακατάστατη» και μπερδεμένη απ’ τα εθνικιστικά και πατριωτικά μοτίβα. Οι περισσότεροι άνθρωποι μιλούν διαφορετικές γλώσσες εντός των κρατών και κανόνας είναι ο πολιτιστικός πλουραλισμός. Μεγάλες χώρες, υπερδυνάμεις του Δυτικού κόσμου, όπως οι Η.Π.Α., η Γερμανία, η Αγγλία, η Γαλλία, είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα. Η Σιγκαπούρη, η Μαλαισία, η Τανζανία, ή κράτη που δημιουργήθηκαν από μετανάστες διάφορων χωρών, όπως η Αυστραλία και ο Καναδάς, συμπληρώνουν την λίστα που αποδεικνύει πως τα κράτη είναι απλά «φαντασιακές κοινότητες», όπως είχε περιγράψει πολύ σωστά ο πολιτικός επιστήμονας Benedict Anderson.

Η «ιδέα» πως η ταυτότητα του ατόμου ορίζεται απ’ την ταυτότητα ενός έθνος, όπου ουσιαστικά επινοήθηκε, φαίνεται να συνθλίβεται κάτω απ’ την ηχηρή παρουσία της κλιματικής αλλαγής στις ζωές μας. Και γι’ αυτό τον λόγο, χρειαζόμαστε έναν νέο μηχανισμό για την αποτελεσματικότερη και αποδοτικότερη διαχείριση της παγκόσμιας μετανάστευσης, της οποίας ένα μεγάλο ποσοστό μπορεί να αποτελέσει εργατικό δυναμικό.

Με τις υπάρχουν συνθήκες και πρακτικές, οι μετανάστες πληρώνουν τεράστια ποσά σε διακινητές, προκειμένου να περάσουν σύνορα χωρών και αργότερα εκεί, να βρουν κάποια εργασία. Στις περισσότερες περιπτώσεις, και αν επιβιώσουν, για παράδειγμα, απ’ τα κύματα του Αιγαίου, δουλεύουν με «μαύρα» και τα λίγα χρήματα που κερδίζουν τα στέλνουν πίσω στην πατρίδα τους. Ασιάτες και Αφγανοί εργάτες σε οικοδομές, οικιακοί βοηθοί Μέσης Ανατολής, έχουν μηδενική προστασία, και μελέτες αναφέρουν πως εύκολα μπορεί να καταλήξουν σε καταναγκαστικές εργασίες, να γίνουν θύματα εμπορίας λευκής σαρκός και να δουλεύουν με απάνθρωπες συνθήκες σε εργοστάσια. Οι περισσότεροι μετανάστες – όχι απαραίτητα αυτοί της κλιματικής κρίσης –  προσπαθούν να βελτιώσουν τη ζωή τους με αξιοπρέπεια. Όπως όλοι μας άλλωστε.

Είμαστε μάρτυρες των υψηλότερων επιπέδων ανθρώπινων μετακινήσεων που έχουν καταγραφεί ποτέ και μόνο αύξηση αυτών φαίνεται στον ορίζοντα. Το 2020, οι πρόσφυγες σε όλο τον κόσμο ξεπέρασαν τα 100 εκατομμύρια, τριπλασιάστηκαν δηλαδή από το 2010, και οι μισοί από αυτούς ήταν παιδιά. Αυτό σημαίνει, ότι 1 στους 78 ανθρώπους έχει αναγκαστεί να εγκαταλείψει το μέρος του. Πόσο σίγουροι είμαστε πως δεν θα είμαστε αυτή η μονάδα στους επόμενους 78;

Όσο το περιβάλλον μας αλλάζει, εκατομμύρια άνθρωποι κινδυνεύουν να καταλήξουν σε άγνωστα μέρη και στη μέση του πουθενά. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το σύστημα των σφραγισμένων συνόρων και της εχθρικής μεταναστευτικής πολιτικής είναι δυσλειτουργικό. Δεν λειτουργεί προς όφελος κανενός και κυρίως, είναι απάνθρωπο. Τα κράτη, αντί να επενδύουν στην καταπολέμηση και την διαχείριση της κλιματικής αλλαγής, χτίζουν «τείχη» στρατικοποιώντας σύνορα και τοποθετούν συρμάτινους φράχτες. Μέχρι στιγμής, σε κάποιες περιπτώσεις, η κλιματική αλλαγή μπορεί να είναι βιώσιμη. Οι πολιτικές πρακτικές είναι αυτές που σκοτώνουν τους ανθρώπους.

Η μετανάστευση στο θέμα της κλιματικής κρίσης, δεν είναι το πρόβλημα. Ίσως είναι η λύση σε αυτήν.

Οι νέες κοινότητες που θα δημιουργηθούν, οι άνθρωποι που θα ενσωματωθούν στις υπάρχουσες κοινωνίες, είναι ίσως ο τρόπος με τον οποίο μπορούμε να χτίσουμε απ’ την αρχή τις δομές της ανθρωπότητας και να επαναπροσδιορίσουμε την θέση μας στον κόσμο. Η ειρηνική συνύπαρξη, φυσικά, απαιτεί πολλά περισσότερα από μια «κρατική» αγκαλιά και μια κοινωνική ενσυναίσθηση, αλλά σίγουρα ο τρόπος με τον οποίο θα διαχειριστούμε αυτή την παγκόσμια κρίση και με τι βλέμμα θα αντιμετωπίσουμε ο ένας τον άλλον, θα είναι αυτά που θα καθορίσουν αν τα επόμενα χρόνια οι μεταναστεύσεις λόγω τις κλιματικής κρίσης θα εξελιχθούν ομαλά ή θα βαφτούν με αίμα.