Ο Ζακ Μπρελ γεννήθηκε 1929 στις Βρυξέλες, κι έφυγε από τη ζωή το 1978 στο Παρίσι από καρκίνο.
Οι πρώτες συνθέσεις του χρονολογούνται το 1950, αλλά η καριέρα του ουσιαστικά ξεκίνησε το 1953 με τις πρώτες εμφανίσεις του στο θέατρο Les trois baudets του Παρισιού. Από το 1957 απέκτησε διεθνή φήμη. Στη δεκαετία του ’50 υιοθέτησε ένα λυρικό ύφος, συνδυάζοντας το θρησκευτικό και ηθικό ζήλο με το νεανικό ρομαντισμό, ωθώντας τον Ζωρζ Μπρασένς να του αποδώσει το παρωνύμιο Abbé Brel. Το 1963 εμφανίστηκε στο Κάρνεγκι Χολ και αργότερα περιόδευσε στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής και τη Σοβιετική Ένωση. Στη δεκαετία του ’70 πρωταγωνίστησε, υποδυόμενος τον Δον Κιχώτη, στο μιούζικαλ Homme de la Mancha (Ο άνδρας από τη Μάντσα), και συμμετείχε ως ηθοποιός ή παραγωγός σε αρκετές ακόμα ταινίες, μέχρι το 1973. Το 1971 σκηνοθέτησε την ταινία Franz. Για ένα μεγάλο διάστημα αποσύρθηκε στις Νήσους Μαρκέζας, στη Γαλλική Πολυνησία, και επέστρεψε στη μουσική το 1977, με το δίσκο Les Marquises, σημειώνοντας εκ νέου μεγάλη επιτυχία.
Οι στίχοι του διέπονται συχνά από σατιρικό και δραματικό ύφος, ασκώντας κριτική σε κοινωνικές και ηθικές αξίες, όπως ενδεικτικά αυτή αποτυπώνεται στα τραγούδια Les Bourgeois και Les Flamandes. Είναι περισσότερο αφηγητής παρά τραγουδιστής. Η μαεστρία στο μεταπολεμικό σανσόν – ιστορίες που λέγονται μέσω του τραγουδιού – είναι εμφανής σε πολλά τραγούδια του. Άντλησε από ανατρεπτικό υλικό για τα τραγούδια του- η πορνεία, ο αλκοολισμός, ο έρωτας, ο θάνατος, και η αστική τάξη είναι μερικά μόνο από τα θέματα ταμπού που ο Ζακ άρχισε να εισάγει στην ποπ κουλτούρα.
Ο Ζακ Μπρελ τραγουδούσε για τις πόλεις που έχουν μνήμες, με μια φωνή που μοιάζει με τρυφερή αντηλιά, και ηχεί σαν γάργαρo και λαίμαργο κλάμα, για έναν ναύτη που πεθαίνει γεμάτος μπύρα και δάκρυα σε μια πόλη μεθυσμένη, στο λιμάνι του Άμστερνταμ, την ίδια ώρα που ένας άλλος ναύτης γεννιέται.
Και οι ναύτες όλοι μαζί πίνουν και πίνουν στην υγειά και στην καλοσύνη των πορνών της πόλης. Με τα σάπια δόντια τους τρώνε ψαροκέφαλα και χορεύουν και πίνουν και πίνουν στο όνομα της άπιστης αγάπης.
Ερμηνευτής με μεγάλη εκφραστικότητα, ο Μπρελ ενσωμάτωσε θεατρικά στοιχεία στις εμφανίσεις του. Η μουσική του είχε επίδραση σε αρκετούς δημιουργούς, όπως στον Λέοναρντ Κοέν, στον Ντέιβιντ Μπόουι και κυρίως στον Σκοτ Γουόκερ, ο οποίος ερμήνευσε αρκετές συνθέσεις του Μπρελ. Ορισμένα τραγούδια του μεταφράστηκαν στην αγγλική γλώσσα και έγιναν διεθνείς επιτυχίες, όπως το Le moribοnd του 1961, μεταφρασμένο ως Seasons in the Sun και το Ne me quitte pas με τον αγγλικό τίτλο If You Go Away. Και βέβαια, ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου συνείσφερε με τη δική του διασκευή του τραγουδιού Στο Λιμάνι του Άμστερνταμ, μεταφρασμένο από τον Γιώργο Αραπάκη, ο οποίος επίσης το έχει τραγουδήσει, όπως και ο Μάνος Ξυδούς.
Αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα, στα οποία θα εμβαθύνουμε στην λίστα με τις καλύτερες διασκευές των τραγουδιών του Ζακ Μπρελ.
I’m Coming – Μαρκ Άλμοντ
Ο Μαρκ Άλμοντ έγινε για πρώτη φορά διάσημος με το synth-pop συγκρότημα Soft Cell, που με την επανεκέλεσή του Tainted Love εκτοξεύτηκαν στο προσκήνιο των μουσικών πραγμάτων της εποχής. Αυτό που μάλλον ισχύει για τους καλλιτέχνες που επιλέγουν να διασκευάσουν κομμάτια του Ζακ Μπρελ, είναι ότι απασχολούν και τους ίδιους παρόμοια ανατρεπτικά θέματα, κάτι που σίγουρα ισχύει για τους Soft Cell.
Το εξώφυλλο είναι από το άλμπουμ “Jacques” του Άλμοντ που κυκλοφόρησε το 1989, και ολόκληρο το άλμπουμ είναι αφιερωμένο στον Μρελ. Ο Μαρκ Άλμοντ μένει πιστός στην αρχική ενορχήστρωση και αν και δεν παρεκκλίνει ιδιαίτερα από την αρχική εκτέλεση, προσθέτει περισσότερα ηλεκτρονικά όργανα για να φέρει το κομμάτι στον σύγχρονο κόσμο.
Mathilde – Σκοτ Γουόκερ
Όταν ο Σκοτ Γουόκερ εγκατέλειψε τους Walker Brothers, ο πρώτος του σόλο δίσκος κυκλοφόρησε μόλις έξι μήνες μετά τη διάλυσή τους.
Ο Γουόκερ, ο οποίος ανακάλυψε τους δίσκους του Ζακ Μπρελ όταν έβγαινε με μια Γερμανίδα, εξήγησε: «Όταν άκουσα τον Μπρελ, μου έδειξε ότι μπορούσε να γίνει. Δεν είχα ξαναδεί κανέναν άλλον που να μπορεί να γράψει έτσι – ούτε καν τον Ντύλαν. “Αυτά τα τραγούδια είναι φτιαγμένα για μένα”, σκέφτηκα και τα ηχογράφησα αμέσως προτού το κάνει κανείς άλλος», θυμήθηκε ο Γουόκερ μερικά χρόνια αργότερα.
Το Mathilde εμφανίστηκε στον πρώτο του δίσκο, μαζί με το Amsterdam και το My Death.
Next! – Νικ Κέιβ
Ο Νικ Κέιβ είναι ίσως ο πιο κοντινός στο σύγχρονο αντίστοιχο του Ζακ Μπερλ, οπότε όταν ο Κέιβ διασκεύασε το τραγούδι Next! του Μπρελ το 2007, ήταν απολύτως λογικό. Ο Κέιβ παρέδωσε μια ερμηνεία του τραγουδιού, τονίζοντας τα δυσοίωνα και σκοτεινά χιουμοριστικά στοιχεία που ο Μπρελ μετέδιδε πολλές φορές.
Ο Κέιβ, ο οποίος συνοδεύεται από μια ορχήστρα ανάμεσα σε μερικούς από τους συνήθεις συνεργάτες του στο έγκλημα, παρέδωσε μια ανατριχιαστική ζωντανή εκδοχή του Au Suivant του Brel, που στα αγγλικά ονομάστηκε Next!. Η διασκευή υπάρχει μόνο σε ζωντανή έκδοση, αλλά σίγουρα αξίζει να την ακούσετε.
The Desperate Ones – Νίνα Σιμόν
Η Σιμόν παραδίδει μια όμορφη ερμηνεία του γνωστού τραγουδιού του Μπρελ, The Desperate Ones, το οποίο αποτελεί μια νοσηρή διήγηση για δύο εραστές που καταλήγουν να αυτοκτονήσουν. Η Σιμόν έχει μια ικανότητα να αποδίδει το δράμα και το συναίσθημα που μόνο το πρωτότυπο έχει καταφέρει. Βλέπουμε την τραγουδίστρια να κινείται με τρόπο χαρισματικό από τον δυναμισμό στην πραότητα κι από την δραματικότητα στην γαλήνη μέσα σε λίγα μόνο δευτερόλεπτα. Η Σιμόν είναι μια πολύπλευρη ερμηνεύτρια που από ανάγκη έμαθε να παίζει πιάνο σε νεαρή ηλικία, όταν άρχισε να εμφανίζεται σε κλαμπ. Η ερμηνεία της Σιμόν είναι αγωνιώδης, επώδυνη και γλυκόπικρη.
Amsterdam – Ντέιβιντ Μπόουι
Υπάρχουν πολλοί παραλληλισμοί μεταξύ του Ντέιβιντ Μπόουι και του Σκοτ Γουόκερ, και οι δύο παρέμειναν απόμακροι αλλά στενοί φίλοι όσο ζούσαν. Έχοντας βγει με την ίδια γυναίκα μέχρι και έχοντας διασκευάσει κάποια από τα ίδια τραγούδια του Μπρελ, και οι δύο χαρακτηρίζονταν από ένα μυστηριώδες στοιχείο που πιθανον να προήλθε από ένα ανάλογο σημείο εκκίνησης της έμπνευσής τους. Ο Μπόουι πήρε την ιδέα να διασκευάσει τραγούδια του Ζακ Μπρελ από τον Γουόκερ. Το Amsterdam είναι ίσως μια από τις καλύτερες σόλο εμφανίσεις του Μπόουι – μόνο αυτός και η κιθάρα του – που έχει δώσει ποτέ. Προσωπικά το αγαπημένο μου, μεταφέρει αυτή την ιστορία της πρόστυχης ζωής, της φτώχειας και της πορνείας με τέτοιο σθένος και αδυσώπητη δύναμη που είναι δύσκολο να μην συγκινηθείς αφού ακούσεις τη διασκευή του.
Ne Me Quitte Pas – Ίγκι Ποπ και Άιο
Πίσω στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, υπήρχε μια τόλμη, μια αγριότητα, στην πανκ, ένας θυμός και μια ακλόνητη αίσθηση εξέγερσης και ελπίδας. Ο Ίγκι Ποπ είπε κάποτε ότι ο μόνος λόγος που δεν ξεκίνησε ένα συγκρότημα τζαζ τότε ήταν ότι δεν μπορούσε να βρει μουσικούς της τζαζ για να παίξει μαζί τους, οπότε, ξεκίνησε μια πανκ μπάντα. Η Άιο είναι μια Νιγηριανογερμανίδα τραγουδίστρια που γνώρισε τεράστια επιτυχία με τον πρώτο της δίσκο, Joyful, το 2006. Ασχολείται κυρίως με τη folk, τη soul και τη reggae. Αυτό που κάνει την ερμηνεία του Ίγκι Ποπ και της Άιο ξεχωριστή είναι ότι την τραγουδούν στην πρωτότυπη γλώσσα των γαλλικών. Ο συνδυασμός των δύο φωνών είναι ιδιαίτερος- από τη μία πλευρά έχουμε τον πανκ κροίσο, του οποίου η βαθιά χροιά δημιουργεί την τέλεια ερμηνεία. Από την άλλη, η φωνή της Άιο έχει μια απαλή τζαζ χροιά, συμπληρώνοντας πολύ καλά την τραχύτητα της φωνής του Ίγκι.