Πλησιάζει το τέλος της «μουσικής δημοκρατίας» του Bandcamp, το «μέρος» όπου από το 2008 που πρωτοξεκίνησε, οι ανεξάρτητοι καλλιτέχνες μπορούσαν να έχουν καλύτερη «απόδοση» για (και από) τη μουσική τους από ό,τι οι πλατφόρμες streaming όπως το Spotify;

Το Bandcamp άλλαξε επίσημα χέρια πριν ενάμιση χρόνο και ο νέος ιδιοκτήτης της, η Epic (μέσω της θυγατρικής της, της Songtradr, μιας εταιρείας μουσικού μάρκετινγκ) αναγκάστηκε και απέλυσε, με χθεσινή του ανακοίνωση, του μισούς υπαλλήλους του Bandcamp.

Η Songtradr, η οποία περιγράφει τον εαυτό της ως πλατφόρμα αδειοδότησης μουσικής και εταιρεία αγοράς, πλαισίωσε την εξαγορά ως μια ευκαιρία για τους καλλιτέχνες του Bandcamp να εξασφαλίσουν συμφωνίες αδειοδότησης, μεταξύ άλλων και με την ίδια την Epic Games, η οποία θα συνεχίσει να συνεργάζεται με το Bandcamp σε έργα όπως το Fortnite Radio.

Ερωτηθείσα εάν τα μερίδια εσόδων των καλλιτεχνών, η εμπειρία των χρηστών ή η εκδοτική πλατφόρμα Bandcamp Daily θα επηρεαστούν από την εξαγορά, η Songtradr αρνήθηκε να σχολιάσει. Ένας εκπρόσωπος της Epic Games αρνήθηκε επίσης να σχολιάσει την πώληση, επισημαίνοντας απλά τη δημόσια ανακοίνωση της εταιρείας.

Η πώληση ανακοινώθηκε παράλληλα με την είδηση ότι η ίδια η Epic Games απολύει το 16% του εργατικού δυναμικού της – περίπου 870 υπαλλήλους – εκτός από την εκποίηση των Bandcamp και SuperAwesome. Ο Steve Allison, αντιπρόεδρος και γενικός διευθυντής της Epic Games, δήλωσε ότι η πώληση στην Songtradr «θα διευκολύνει τους ανεξάρτητους καλλιτέχνες να συνδεθούν με δημιουργούς και προγραμματιστές που επιθυμούν να αδειοδοτήσουν τη μουσική τους και θα επιτρέψει στην Epic να επικεντρωθεί στις βασικές της προσπάθειες για metaverse, παιχνίδια και εργαλεία».

Φέτος, τα μέλη του προσωπικού σύνταξης, σχεδιασμού, υποστήριξης και μηχανικής του Bandcamp δημιούργησαν συνδικαλιστικό όργανο, αν και μέχρι στιγμής η Bandcamp United δεν έχει σχολιάσει τις απολύσεις στην πλατφόρμα, η οποία μέχρι πέρυσι φαινόταν να είναι ένα από τα λίγα εναπομείναντα μέρη για μια απλή και δίκαιη δημιουργία εσόδων για ανεξάρτητους μουσικούς καλλιτέχνες.

Τα θετικά και τα αρνητικά του Bandcamp

Στα πλεονεκτήματα του Bandcamp είναι ότι παρέχει ένα άψογο εργαλείο στους καλλιτέχνες προκειμένου αυτοί να δημιουργήσουν ένα ηλεκτρονικό κατάστημα, όπως αντίστοιχα το WordPress επιτρέπει στους χρήστες να δημιουργήσουν έναν ιστότοπο. Επιτρέπει επίσης σε έναν καλλιτέχνη να πουλήσει μια σειρά από «φυσικές» εκδόσεις και εμπορεύματα / merchandising. Το όλο πράγμα είναι πολύ απλό, πράγμα που σημαίνει ότι είναι πανεύκολο για τους καλλιτέχνες που μόλις τώρα ξεκινούν να δημιουργήσουν έναν κεντρικό «κόμβο» στον οποίο θα κατευθύνουν τους νέους θαυμαστές τους. Οποιοσδήποτε μπορεί να φτιάξει δωρεάν ένα επαγγελματικής εμφάνισης ηλεκτρονικό κατάστημα- ειδικά όταν μιλάμε για έναν ιστότοπο/πλατφόρμα όπου όλοι οι καλλιτέχνες, μεγάλοι και μικροί, αντιμετωπίζονται ισότιμα.

Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του Bandcamp είναι σίγουρα η δομή των πληρωμών του. Σε αντίθεση με τα μεγάλα «ονόματα»/πλατφόρμες της βιομηχανίας που δίνουν ένα απειροελάχιστα μικροσκοπικό… κλάσμα χρημάτων από αυτά που κερδίζουν οι καλλιτέχνες (*γκουχ γκουχ* Spotify και YouTube), το Bandcamp χρεώνει μόνο ένα μικρό ποσοστό προμήθειας, 15% για τις λήψεις και 10% για τα εμπορεύματα.

Επιπλέον, δεδομένου ότι οι καλλιτέχνες μπορούν να καθορίζουν οι ίδιοι τις τιμές τους, είναι εύκολο για αυτούς να προσαρμοστούν προσαρμόζοντας τις τιμές ανάλογα με τα θέλω τους. Έχω μιλήσει με πολλούς ανθρώπους, μουσικούς και μπάντες, οι οποίοι μού λένε ότι είναι το αμέσως καλύτερο πράγμα μετά την αγορά απευθείας από τον καλλιτέχνη.

Τέλος, υπάρχει και πάρα πολλή μουσική που βρίσκεται μόνο και αποκλειστικά στο Bandcamp, καθιστώντας τον ιστότοπο έναν απόλυτο θησαυρό ξεχασμένων μουσικών «διαμαντιών».

Όσον αφορά στα μειονεκτήματα, υπάρχουν ελάχιστα κατά την γνώμη μας. Ενδεχομένως η έλλειψη επιλογών προσαρμογής της ατομικής σελίδας τουθ εκάστοτε μουσικού ή συγκροτήματος. Όλες οι σελίδες του Bandcamp είναι ουσιαστικά ο ίδιος ιστότοπος με διαφορετικό χρωματιστό φόντο και διαφορετικό εξώφυλλο άλμπουμ. Έχω την αίσθηση ότι οι υπεύθυνοι του Bandcamp θα μπορούσαν να είχαν εισαγάγει περισσότερους τρόπους/layouts προκειμένου να διαθέτουν οι μπάντες λίγο περισσότερο… προσωπικό χαρακτήρα στη σελίδα τους για να την κάνουν να ξεχωρίζει -«ισότιμη» δεν χρειάζεται να σημαίνει «πανομοιότυπη».

Το Bandcamp ήταν – από πολλές απόψεις – το εντελώς αντίθετο του Spotify: επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά στους καλλιτέχνες, ενώ το δεύτερο τούς παραμελεί με παροιμιώδη τρόπο, προς ξεκάθαρο όφελος της βάσης των ίδιων των χρηστών του.

Παρόλο που το Bandcamp κάνει όντως εξαιρετική δουλειά, πολλοί είναι εκείνοι οι μουσικοί που νιώθουν ότι δεν κάνει δα και την καλύτερη δυνατή δουλειά ως προς στην επικοινωνία τους με τους μουσικόφιλους. Στο κάτω κάτω της γραφής, δεν ωφελεί να έχεις έναν κομψό ιστότοπο για να πουλάς τη μουσική σου, αν κανείς δεν (θέλει, λόγω πενιχρού σχεδιασμού ή λειτουργιών, να) τον επισκέπτεται – προφανώς αυτό ενδεχομένως να διέβλεψαν και οι νέοι ιδιοκτήτες του Bandcamp και να πασχίσουν στο εγγύς μέλλον να φτιάξουν μια έξυπνη διαφημιστική εκστρατεία και να κατασκευάσουν τα χρήσιμα και λειτουργικά αυτά εργαλεία που έκαναν το Spotify έναν σχεδόν ιδανικό ιστότοπο προκειμένου να γνωρίσεις νέα συγκροτήματα και μουσικούς.

Το μέλλον του Bandcamp όπως το φαντάζονται τρεις εμπλεκόμενοι στο χώρο

Ήρθε λοιπόν (ή έστω πλησιάζει σιγά σιγά) το τέλος για το Bandcamp;

Είναι κάτι που το υποστηρίζει και το προ ωρών άρθρο του Pitckfork: το ότι ακόμη και αν δεν σημαίνει το οριστικό τέλος του, ενδεχομένως και να είναι η αρχή για ένα νέο Bandcamp, όπως ΔΕΝ το γνωρίζαμε μέχρι τώρα.

Η εταιρική εξαγορά και μεταπώληση δεν προοιωνίζεται καλά για την πλατφόρμα, αλλά θα μάθουμε σύντομα τι επιπτώσεις θα έχουν αυτές οι απολύσεις και οποιεσδήποτε άλλες αλλαγές στην επιχείρηση.

Τρεις άνθρωποι που κινούνται στο χώρο της μουσικής και της δισκογραφίας μιλάνε για τις πιθανές εξελίξεις στη πλατφόρμα του Bandcamp, το οποιο απέλυσε του μισούς υπαλλήλους του, αφού εξαγοράστηκε απο την Songtradr.

«Τα πράγματα έτσι και αλλιώς στην μουσική βιομηχανία είναι εδώ και αρκετά χρόνια τόσο ρευστά, που πραγματικά δεν μπορώ να σου πω κάτι συγκεκριμένο για το που θα οδηγηθούμε μελοντικά. Κινούμαστε σε αχορταγράφητα νερά. Προφανώς είναι μια απεχθής πράξη να χάνουν την δουλειά τους από την μια στγμή στην άλλη τόσοι εργαζόμενοι και προφανώς όταν το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό σπάνια έχουμε καλά αποτελέσματα. Θα μας λυθούν οι απορίες φαντάζομαι πολύ σύντομα», λέει μιλώντας στο Olafaq ο Δημήτρης Μπούρας, υπεύθυνος επικοινωνίας της Inner Ear, μιας ανεξάρτητης δισκογραφικής εταιρείας με έδρα την Πάτρα.

«Χρησιμοποιώ την Songtradr ως διανομέα της μουσικής μου από το 2016. Δεν πίστευα ποτέ ότι θα μπορούσε να αγοράσει το Bandcamp. Είναι πολύ νωρίς για να βγάλουμε συμπεράσματα, σίγουρα όμως είναι πλήγμα και θα δούμε το επόμενο διάστημα το μέγεθος. Σε μια ήδη δύσκολη εποχή για ανεξάρτητες δισκογραφικές εταιρίες, πόσο μάλλον για καλλιτέχνες, το μοναδικό μέσο που σου επιτρέπει κάποιες (οικονομικές κλπ) επιλογές στην διακίνηση της μουσικής σου αλλάζει χέρια. Μακάρι να διαψευστώ», λέει με την σειρά του στο Olafaq ο Στέλιος Γκαγκάρης των Sugar Factory.

«Η δυνατότητα που παρέχει το Βandcamp στους καλλιτέχνες και στις δισκογραφικές, με ισότιμο τρόπο ανεξάρτητα εμπορικού μεγέθους, να δημιουργήσουν δωρεάν ένα επί της ουσίας ηλεκτρονικό κατάστημα όπου μπορούν να πουλήσουν μια σειρά από φυσικές εκδόσεις και εμπορεύματα, είναι από μόνο του ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Το μεγάλο αβαντάζ του Βandcamp όμως είναι η δομή των πληρωμών του. Σε αντίθεση με τις μεγάλες πλατφόρμες της μουσικής βιομηχανίας που δίνουν στους μουσικούς και στις ανεξάρτητες εταιρείες ένα μικροσκοπικό κλάσμα από κάθε σεντ που κερδίζουν, το Bandcamp χρεώνει μόνο ένα μικρό ποσοστό προμήθειας», επισημαίνει ο Δημήτρης Μπούρας, καταλήγοντας εμφατικά ότι:

«Επίσης νομίζω πως ένας ακόμη βασικός λόγος που κέρδισε την εκτίμηση του κόσμου και ταυτόχρονα γιγαντώθηκε εμπορικά, είναι η αλληλεγγύη που έδειξε στις δύσκολες μέρες του covid και των καραντίνων όταν όλα γύρω μας κατέρρεαν, με την δημιουργία των Βandcamp fridays, όπου δεν κρατούσε για τις συγκεκριμένες μέρες καθόλου προμήθεια και όλα τα έσοδα πήγαιναν στους καλλιτέχνες. Το μόνο αρνητικό που μου έρχεται στο μυαλό είναι πως στην εποχή που οι αλγόριθμοι αποφασίζουν τι πρέπει να «ανακαλύψουμε» και να ακούσουμε, η ενότητα Discover της αρχικής σελίδας του ιστότοπου κάνει κακή δουλειά θεωρώ στην προώθηση νέων κυκλοφοριών».

«Τα θετικά είναι (ή ήταν έως τώρα) αρκετά, ιδιαίτερα για καλλιτέχνες, εταιρίες κλπ. Από τον τρόπο που διαχειρίζεσαι την σελίδα σου, ο τρόπος που πουλάς το merch σου, οι γνωστές σε όλες “Παρασκευές” κλπ. Ως ακροατής βέβαια δεν έχεις την ευελιξία που έχεις με άλλες πλατφόρμες. Δύσκολα π.χ. κάποιος θα επιλέξει την εφαρμογή του Bandcamp ώστε να ακούει μουσική στο κινητό του», συνοψίζει με νόημα ο Στέλιος Γκαγκάρης.

«Προσωπικά μιλώντας, αισθάνομαι αρκετά έντονα χειραγωγημένος από τους ιδρυτές του Bandcamp. Πίστευα ότι αυτοί οι άνθρωποι ήταν πραγματικά διαφορετικοί. Μου είπαν ότι το Bandcamp δεν είχε να κάνει με την εξαγορά [σ.σ: από την Εpic] και ότι “όλα αφορούσαν τους καλλιτέχνες”. Πόσο λάθος έκανα. Ναι, το Bandcamp έκανε πολλά σωστά πράγματα στην ακμή του – και ως ένα βαθμό εξακολουθεί να το κάνει, ακόμη και αν η πλατφόρμα δεν έχει εξελιχθεί στην πραγματικότητα καθόλου για πάνω από μια δεκαετία», τονίζει ο Καναδός Anil Prasad, ιδρυτής και εκδότης του Innerviews, του πρώτου διαδικτυακού μουσικού περιοδικού του Διαδικτύου, που ξεκίνησε το 1994.

«Όμως, το πιθανότερο είναι ότι το Bandcamp είτε θα συνθλιβεί τελικά εντελώς, είτε θα συνδυαστεί ή θα υποκατασταθεί από κάτι άλλο, είτε θα ξεθωριάσει εντελώς. Για τους καλλιτέχνες, σάς προτείνω ανεπιφύλακτα να σκεφτείτε το μέλλον σας μετά το Bandcamp. Ναι, η πλειοψηφία από εσάς θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί άλλες πλατφόρμες. Ωστόσο, ίσως να θέλετε να επικεντρωθείτε και στη ΔΙΚΗ ΣΑΣ ΠΛΑΤΦΟΡΜΑ. Για τους ακροατές, σάς συνιστώ να “κατεβάζετε” όλες τις αγορές σας στην υψηλότερη δυνατή ποιότητα. Όπως προείπα, το Bandcamp δεν θα υπάρχει για πάντα», καταλήγει ο Prasad.