Γιατί δεν μπόρεσα να σταματήσω για τον Θάνατο
Αυτός σταμάτησε ευγενικά για μένα
Μόνο οι δυο μας ήμασταν στην Άμαξα
Και η Αθανασία.

Πηγαίναμε αργά- Αυτός δε έδειχνε βιασύνη
Κι εγώ παραμέρισα
Τον μόχθο και τις ώρες της ανάπαυλας
Γι’αυτή Του την Αβροφροσύνη –

Έμιλι Ντίκινσον
«Γιατί δεν μπόρεσα να σταματήσω για τον Θάνατο»

Με αυτό το ποίημα της Έμιλι Ντίκινσον ξεκινά το βιβλίο της Σάρον Στόουν, «Μια δεύτερη ευκαιρία» από τις εκδόσεις Πεδίο σε μετάφραση της Γιάννας Σκαρβέλη.

Στο βιβλίο αυτό η ηθοποιός μας παρουσιάζει τις πιο σκοτεινές και άγνωστες πλευρές της ζωής της, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Αφηγείται την ιστορία της, ένα ταξίδι προς την αγάπη, την ίαση της ψυχής και του σώματος και το πραγματικό νόημα της ύπαρξης.

«Απλά φρόντισε να συνεχίσεις να παίζεις, γλυκιά μου», έλεγε ο Τζο Στόουν στην κόρη του όταν ήταν μικρή. Και εκείνη το έκανε. Χρειάστηκε να περάσουν 12 χρόνια υποκριτικής για να γίνει διάσημη, αλλά η επιτυχία που ήρθε με το «Βασικό ένστικτο» ήταν τεράστια. Ακολούθησε η αναγνώριση και οι υποψηφιότητες για βραβεία για το «Casino», το «The Mighty» και το «The Muse». Σε ηλικία 43 ετών υπέστη εγκεφαλικό που της κόστισε όχι μόνο την υγεία της, αλλά και την οικογενειακή της γαλήνη, τη περιουσία και τη φήμη της.  Σήμερα, στα 63 της, η Στόουν επανήλθε στο προσκήνιο μιλώντας για τις υπεράνθρωπες προσπάθειες που έκανε για να ανακτήσει την υγεία της και τη ζωή της πίσω. Μετά την ανάρρωσή της, συγκέντρωσε εκατομμύρια που δόθηκαν για την έρευνα για τον HIV/AIDS και με  την αδερφή της εδώ και είκοσι χρόνια με την οργάνωση τους, την «Planet Hope», συγκεντρώνουν χρήματα και αγοράζουν υπνόσακους στο κέντρο του Λος Άντζελες. Υποστήριξε γκέι ηθοποιούς, άντρες και γυναίκες, ενώ το 2013 έλαβε από τον Δαλάι Λάμα το βραβείο της Συνόδου Κορυφής για την Ειρήνη.

Αν και η αυτοβιογραφία της περιέχει κάποιες εντυπωσιακές προσωπικές αποκαλύψεις, αποκαλύπτεται επίσης η πιο τρυφερή πλευρά της Στόουν «Έχω μάθει να συγχωρώ τα ασυγχώρητα», γράφει. «Η ελπίδα μου είναι ότι καθώς μοιράζομαι την ιστορία μου μαζί σας, θα μάθετε κι εσείς να κάνετε το ίδιο».

Τα παιδικά της χρόνια ήταν στην ύπαιθρο: μπετονάρισμα, βάψιμο αχυρώνων, δεντρόσπιτα. «Μεγάλωσα κάνοντας παρέα με αγόρια». Οι γονείς της έκαναν «καταπληκτική αλλά συνάμα και πολύ κακή δουλειά». Υπήρχε γέλιο, αλλά υπήρχε και βία. Είχε πολύ δύσκολη σχέση με τη μητέρα της, μεγάλωσε μισώντας την για την ψυχρότητά της, ενώ ο πατέρας της την έδερνε από όταν ήταν πέντε χρονών. Παρόλα αυτά νοσταλγεί την εργατική Πενσιλβάνια της νιότης της: «Μου αρέσει η άνοιξη στην Πενσιλβανία, μου αρέσουν οι τουλίπες και οι νάρκισσοι, μου αρέσει η φύση. Ως παιδί, λάτρευα να τρέχω πάνω κάτω στη μεγάλη ρεματιά, δίπλα στο σπίτι μας».

Ξεκινώντας από μικρή ηλικία, δέχτηκε αλλεπάλληλες παρενοχλήσεις: από ένα αγόρι στην παιδική χαρά, από τον καθηγητή της φυσικής στο λύκειο, από τον διευθυντή της στα McDonald’s όπου εργαζόταν ως σερβιτόρα:

«Μόλις μεγάλωσα αρκετά για να βρω δουλειά, άρχισα να δουλεύω στα McDonald’s. Με πήγαινε με το αυτοκίνητο η μητέρα μου.Τηγάνιζα, έφτιαχνα μίλκσεϊκ και πίτες κι έφτασα μέχρι το ταμείο. Ο μάνατζερ, που μάλλον κόνευε τα τριάντα και τότε μου φαινόταν πολύ μεγάλος, με παρενοχλούσε συνεχώς, τόσο που τελικά παραιτήθηκα, ή με απέλυσε, ή και τα δύο».

Στα δεκαεπτά της το αγόρι της ο Ρέι σκοτώθηκε σε τροχαίο με τη μηχανή, έχοντας στη τσέπη τους την φωτογραφία τους από τον χορό της αποφοίτησης. Στην κηδεία του η Στόουν εκφώνησε τον επικήδειο. Έγινε μέλος της οργάνωσης «Μητέρες κατά της οδήγησης υπό την επήρεια αλκοόλ» μόλις ιδρύθηκε το 1980. Ως έφηβη, έκανε έκτρωση, που, όπως υποστηρίζει, ήταν αποτέλεσμα της ελλιπούς της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης. Αλλά, όπως αποκαλύπτει στο βιβλίο, ακόμα ένα βαθύ τραύμα στιγμάτισε τη παιδική της ηλικία, προερχόμενο από το οικογενειακό της περιβάλλον. Η ίδια και η αδελφή της υπέστησαν επανειλημμένη σεξουαλική κακοποίηση από τον παππού τους, που έληξε με τον θάνατό του, όταν η Στόουν ήταν πλέον έφηβη. Οι συνέπειες ήταν καταστροφικές: χάθηκε κάθε δυνατότητα για μια αγαπημένη οικογενειακή ζωή.

Δυο δεκαετίες μετά το εγκεφαλικό που υπέστη, η δεξιά πλευρά του κεφαλιού της πονάει ακόμα. Αν και έχει μια ουλή στο κεφάλι, η ακοή της επανήλθε και περπατά κανονικά και το τραύλισμα κόπηκε έπειτα από τέσσερις με πέντε μήνες όταν επιτέλους πήρε το σωστό αντισπασμωδικό φάρμακο. Η ίδια σκέφτεται ότι μετά από την περιπέτεια που πέρασε, δεν θα είναι ποτέ ο ίδιος άνθρωπος. Αναγνωρίζει ότι έχει γίνει περισσότερο πραγματίστρια αλλά έχει μέσα της πλέον περισσότερη αγάπη. Όλα αυτά της προσέφεραν περισσότερη πνευματική ασφάλεια. Της πήρε πολλά χρόνια και κόντεψε να πεθάνει για να καταφέρει εν τέλει να βρει το δρόμο που οδηγούσε πίσω στον εαυτό της και στο φως.

«Μπορούμε να προσπαθήσουμε να φτάσουμε αυτό το φως, να κοιτάξουμε βαθιά μέσα του. Μπορούμε να το βάλουμε στη ζωή μας, να είμαστε αυτό το φως και να ξέρουμε ότι είμαστε αναντικατάστατοι γιατί είμαστε μοναδικοί, είμαστε αυτό που μετράει περισσότερο».

Η Στόουν κέρδισε τη διεθνή φήμη της όχι μόνο χάρη στην ομορφιά της και στο ταλέντο της, αλλά κι επειδή είναι μια δυνατή και ειλικρινής γυναίκα που αρνείται να υποδυθεί το «καλό κορίτσι», χαρακτηριστικά της που ξεπηδούν από τις σελίδες αυτού του βαθιά προσωπικού κειμένου και το κάνουν ακόμη πιο ενδιαφέρον. Το «Μια δεύτερη ευκαιρία» είναι ένα βιβλίο για όσους αναγεννήθηκαν μέσα από τις στάχτες τους· ένας ύμνος στη δύναμη και στο ψυχικό σθένος των γυναικών. Είναι η απόδειξη ότι ποτέ δεν είναι αργά να υψώσεις τη φωνή σου και να διεκδικήσεις αυτό που αξίζεις. Και με τα δικά της λόγια:

«Πείτε το όπως επιθυμεί η καρδιά σας, αλλά πείτε το με αγάπη, γιατί το φως θα σας ανυψώσει, θα σας εξαγνίσει και τελικά θα σας σώσει. Είναι όμορφο να ζεις δύο φορές».