Οι βρικόλακες ήταν παντού το 2021. Τους είδαμε στη 10η σεζόν του American Horror Story και στην ταινία Midnight Mass του Netflix. Η προσαρμογή του κλασικού μυθιστορήματος του Stephen King, Salem’s Lot, είναι επίσης γεμάτη με αιμορουφήχτρες, ενώ ξεγυμνώνουν τα δόντια τους για ακόμα μια φορά στην ταινία τρόμου, Night Teeth.
Αν προσθέσουμε το reboot του True Blood έχουμε ένα χαρούμενο βαμπιρικό άρμα να παρελαύνει. Ωστόσο, οι βρικόλακες που βλέπουμε στην οθόνη είναι πολύ διαφορετικοί από αυτούς με τους οποίους περνάμε χρόνο στην πραγματική ζωή – γιατί, ναι, κυκλοφορούν ανάμεσά μας, αν και είναι πολύ λιγότερο εύκολο να τους εντοπίσεις στο πλήθος και πολύ πιο δύσκολο να τους αντιμετωπίσεις. Εκτός, βέβαια, αν έχουν ιδιαίτερη απέχθεια για το σκόρδο οπότε και καρφώνονται.
Όλοι γνωρίζουμε, κατά βάθος, το είδος των ανθρώπων με τους οποίους θέλουμε να συγχρωτιζόμαστε σε καθημερινή βάση. Είναι αυτοί οι φίλοι, οι συνάδελφοι και τα μέλη της οικογένειας που μας κάνουν να νιώθουμε καλά μαζί τους και με τον εαυτό μας. Που μας δημιουργούν ζεστασιά και θετικότητα. Που μας δίνουν ενέργεια απλά και μόνο με την παρουσία τους. Και οι οποίοι, πάνω απ’ όλα, ακούνε αυτά που λέμε, δεν ακούνε μόνο τον εαυτό τους.
Κι ενώ αυτό το γνωρίζουμε μέσα μας, με κάποιο τρόπο, όλο και περισσότεροι από εμάς βρίσκονται στην παρέα των κοινωνικών βρικολάκων – ιδιαίτερα τώρα, στη φάση που βγαίνουμε με φόρα μετά από τόσο καιρό κλειδώματος στο σπίτι. Πιο πολύ από ποτέ σε αυτή τη φάση όλου νιώθουμε ότι θέλουμε να επικοινωνήσουμε κι ας πάει χαμένο, ας μην πούμε και τίποτα σοβαρό. Οπότε και αφηνόμαστε σε μία ανάλαφρη σοσιαλιτέ με έξτρα δόση ανεκτικότητας.
«Τα κοινωνικά βαμπίρ είναι εκείνοι οι άνθρωποι που μας απορροφούν την ενέργεια όταν κάνουμε παρέα», εξηγεί απλά, απλούστατα η life coach, Grace McMahon, προσθέτοντας ότι «αυτό μπορεί να είναι συναισθηματικά εξαντλητικό, σωματικά εξαντλητικό και κοινωνικά εξαντλητικό».
«Θα γνωρίζετε αυτό το συναίσθημα αν έχετε νιώσει ποτέ εντελώς εξαντλημένοι μετά από μία συνύπαρξη με ένα κοινωνικό βαμπίρ», λέει η ίδια.
Ουσιαστικά, με λίγα λόγια, οι κοινωνικοί βρικόλακες είναι εκείνοι οι άνθρωποι που θα μιλήσουν μόνο για τον εαυτό τους. Που θα εκτροχιάσουν ολόκληρες συζητήσεις με άσχετα ανέκδοτα, που δεν θα ακούσουν τίποτα από όσα λένε οι άλλοι και που θα μιλάνε και θα μιλάνε και θα μιλάνε χωρίς να αναρωτιούνται τι συναισθήματα προκαλούν στους γύρω τους αυτά που λένε. Είναι, επίσης, εκείνοι οι άνθρωποι που, κυριολεκτικά, θα φύγουν τελευταίοι από το πάρτι.
Αφήνοντας λοιπόν στην άκρη όλες τις συζητήσεις για την βαμπιρέλα Buffy της σειράς Buffy The Vampire Slayer και τα μυτερά, ξύλινα παλούκια, τι μπορούμε να κάνουμε για τους κοινωνικούς βρικόλακες στη ζωή μας;

Πώς μας επηρεάζει ο κοινωνικός βαμπιρισμός;

«Ο κοινωνικός βαμπιρισμός μπορεί να επηρεάσει τις σχέσεις και την ηρεμία μας», λέει η McMahon. «Το να νιώθουμε κοινωνικά ή συναισθηματικά εξαντλημένοι μετά από παρέα με κάποιον δεν μας επιτρέπει ακριβώς να νιώθουμε προσμονή για την επόμενη φορά, οπότε μας αποθαρρύνει από τη συναναστροφή κάτι που τελικά μας επηρεάζει ψυχικά.
»Μπορεί επίσης να είναι αρκετά δύσκολο να διαχειριστούμε το πώς αισθανόμαστε μετά από τέτοιες συναντήσεις με τα βαμπίρ. Μπορεί να εξαντληθούμε αυτόματα όταν η κοινωνική μας χωρητικότητα γεμίσει ασφυκτικά, μπορεί να αποσυρθούμε απότομα από την παρέα – και αυτό, μακροπρόθεσμα, μπορεί να μας ρίξει ψυχολογικά, να μας κάνει να νιώσουμε εκτός».
Η McMahon συνεχίζει: «Δεν έχουμε τη δύναμη να συνεισφέρουμε στην παρέα ή να κάνουμε μια όμορφη και ζωηρή συζήτηση, νιώθουμε απόμακροι και ίσως και να βαριόμαστε. Αυτό, βέβαια, μπορεί να φανεί αγενές στους γύρω μας, ενώ στην πραγματικότητα απλώς έχουμε μπουχτίσει για την ώρα.
»Και αυτό με τη σειρά του μπορεί να μας κάνει να νιώθουμε πιο ευερέθιστοι ή και αγχωμένοι, ειδικά αν αρχίσουμε να σκεφτόμαστε υπερβολικά έντονα το θέμα ή μας γίνει εμμονή».

Τι είδους άνθρωποι επιδίδονται σε κοινωνικό βαμπιρισμό;

Αν και η McMahon λέει ότι πολλοί κοινωνικοί βρικόλακες είναι «αρκετά εγωκεντρικοί» (με αυτό, φυσικά, εννοεί ότι τείνουν να επικεντρώνονται στον εαυτό τους και σε αυτό που κάνουν, ξεχνούν να ρωτήσουν για εμάς και δεν φαίνεται να μας προσέχουν καθόλου στη συζήτηση κατά καιρούς, κάτι που μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε εντελώς σκουπίδια και να είναι φουλ απογοητευτικό), τονίζει ότι αυτό δεν ισχύει για όλους.
«Μπορεί απλά να έχουν παρασυρθεί από τις δικές τους ιστορίες, ή αυτή η συμπεριφορά να είναι ένα σημάδι ότι δυσκολεύονται να συσχετιστούν με τους άλλους και έτσι τους είναι πιο εύκολο να μιλήσουν για τις δικές τους εμπειρίες. Και ο εγκλεισμός, από την άλλη, έχει αφήσει πολλούς από εμάς να λιμοκτονήσουμε για ανθρώπινη αλληλεπίδραση, οπότε συναντάμε και το είδος εκείνο της φλυαρίας από νευρικότητα καθώς ξαναμαθαίνουμε πώς να πλασαριζόμαστε σωστά στις κοινωνικές καταστάσεις, εκ νέου».

Πώς μπορούμε να δώσουμε στους ανθρώπους να καταλάβουν -ευγενικά- πότε έχουν ξεπεράσει το όριο της αυτόαναφορικότητας;

«Είναι σημαντικό να επικοινωνούμε τα όριά μας, σε κάθε περίσταση, αλλά ειδικά στις ανθρώπινες σχέσεις» συμβουλεύει η McMahon. «Δεν είμαστε αναγνώστες του μυαλού του άλλου, δυστυχώς. Πολλοί από εμάς μπορεί να αισθανόμαστε διστακτικοί στη χρήση των ορίων επειδή φοβόμαστε ότι θα στεναχωρήσουμε το άλλο άτομο, αλλά στην πραγματικότητα τα όρια τα χρειαζόμαστε για να προστατεύσουμε τον εαυτό μας, κάτι που με τη σειρά του βοηθά στη διατήρηση των ομαλών σχέσεων.
»Να θυμάστε ότι το κοινωνικό βαμπιράκι μπορεί να μην είναι πολύ καλό στο να διαβάζει τα κοινωνικά συνθήματα, και να πρέπει εσείς να κάνετε σαφές πότε και πώς επιθυμείτε να συνεχιστεί μία κουβέντα με τους δικούς όρους. Η επικοινωνία είναι σημαντική».

Πώς μπορούμε να καταλάβουμε πότε χρειαζόμαστε ένα διάλειμμα από κάποιον; Και πώς μπορούμε να το πετύχουμε αυτό χωρίς να χαλάσουμε μια φιλία;

Η McMahon λέει ότι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τον αντίκτυπο που έχουν πάνω μας οι κοινωνικοί βρικόλακες. Μόλις το κάνουμε αυτό, μπορούμε να αφιερώσουμε χρόνο για να θυμηθούμε τα καλά που έχουν φέρει προηγουμένως στη ζωή μας, καθώς και να αναζωογονηθούμε μετά από τέτοιες συναντήσεις χωρίς να μας παίρνει από κάτω.
«Αν ένα κοινωνικό βαμπίρ αδειάζει το κοινωνικό σας μπολ κάθε φορά που συναντιέστε, χωρίς να παρατηρεί την επίδραση που έχει σε εσάς ή να αναγνωρίζει καθόλου τα συναισθήματά σας, τότε είναι καιρός για ένα διάλειμμα. Δεν χρειάζεται να είναι για πάντα – αν και μπορεί ή μπορεί να είναι για πάντα, τελικά. Θα ευχαριστείτε τον εαυτό σας γι’ αυτό αργότερα».