Είμαι ο πλέον τυπικός άνθρωπος στον κόσμο: όταν έχω να συναντήσω κάποιον δεν θα φτάσω στο σημείο του ραντεβού μας την προκαθορισμένη ώρα, αλλά ακόμη και 5-10 λεπτά νωρίτερα προκειμένου να μην τον «στήσω».
Ασφαλώς όμως και έχω στον περίγυρό μου άτομα που είναι εντελώς μακριά από αυτή την λογική. Που καθυστερούν μονίμως στα ραντεβού μας. Και όχι μία ή δυο φορές ή για 5-10, ακόμη και 15 λεπτά που είναι απολύτως ανεκτό, και, εν μέρει, δικαιολογημένο.
Μιλάμε για ΚΑΘΕ μα ΚΑΘΕ φορά και με μια χρονική καθυστέρηση της τάξεως των 20-30 λεπτών;
Στην αρχή, φυσικά, μου κακοφαινόταν. Πολύ. Αφενός επειδή εγώ εκπροσωπώ τον έτερο πόλο της συνήθειας αυτής και αφετέρου επειδή τον εξελάμβανα ως ένα είδος προσβολής απέναντι στο πρόσωπό μου (και στον καθέναν που περιμένει σαν τον μαλάκα κάποιον άλλον να εμφανιστεί στο ραντεβού του).
Μετά όμως, αφού μου πέρασαν τα νεύρα, ηρέμησα και αποφάσισα λίγο να το ψάξω το όλο θέμα, κοιτώντας την διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία για τυχόν έρευνες που να έχουν γίνει πάνω στην συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων -και τα χούγια τους.
Είναι οι άνθρωποι που αργούν αγενείς και τεμπέληδες; Ή μήπως συμβαίνει κάτι άλλο, βαθύτερο, στην ψυχολογία τους;
Και όμως, όπως αναφέρει σε εκτενές του άρθρο το BBC, η ψυχολογία της «συνήθειας της αργοπορίας» ενδέχεται να σχετίζεται ακόμα και με ζητήματα ψυχικής ισορροπίας, τα οποία όμως μπορούν να διορθωθούν.
«Είναι εύκολο να χαρακτηρίζονται ως άτομα αποδιοργανωμένα, χαοτικά, αγενή, που δεν ενδιαφέρονται για τους άλλους», αναφέρει στο BBC η Harriet Mellotte, θεραπεύτρια γνωστικής συμπεριφοράς και εκπαιδευόμενη κλινική ψυχολόγος στο Λονδίνο. «Γιατί, εκτός της κλινικής μου πρακτικής, στην καθημερινη μου ζωή, και εμένα τα άτομα που καθυστερούν στα ραντεβού τους μπορούν να με εκνευρίσουν πολύ», αναφέρει.
Όπως αναφέρει εμφατικά η ερευνήτρια, «πολλοί άνθρωποι που καθυστερούν είναι με έναν τρόπο υπερβολικά οργανωτικοί και οπαδοί του απόλυτου ελέγχου και με τον τρόπο αυτό, με την αργοπορία, θέλουν να κρατούν τους φίλους, την οικογένεια ή τα αφεντικά τους ευτυχισμένους. Μάλιστα, αυτά τα άτομα έχουν συνήθως συναίσθηση των προβλημάτων που θα μπορούσαν δυνητικά να προκαλέσει η αργοπορία τους στις σχέσεις, τη φήμη, τη σταδιοδρομία και τα οικονομικά τους, αλλά ωστόσο η διάθεσή τους να τα έχουν όλα γύρω τους οργανωμένα και υπό έλεγχο “τορπιλίζει” αυτό το συναίσθημα».
Οι δικαιολογίες που χρησιμοποιούνται
«Ορισμένες δικαιολογίες, ιδιαίτερα για περιπτώσεις μεγάλης καθυστέρησης, είναι σε γενικές γραμμές αποδεκτές – π.χ. όταν πρόκειται για ατύχημα ή ασθένεια. Δεν ισχύει όμως το ίδιο και για άλλες», σημειώνει το δημοσίευμα. Αυτό συμβαίνει για παράδειγμα όταν τα άτομα που καθυστερούν αποδίδουν το γεγονός στο ότι είναι πολύ απασχολημένοι με κάτι σοβαρό για να έχουν το νου τους στο ότι η ώρα περνά.
«Η συστηματική καθυστέρηση, όμως, ίσως να μην είναι λάθος ενός ατόμου, αλλά να έχει απλά να κάνει με την προσωπικότητά του. Όσοι είναι ακριβείς στα ραντεβού και τις υποχρεώσεις τους μοιράζονται χαρακτηριστικά, όπως η αισιοδοξία, χαμηλά επίπεδα αυτοελέγχου, άγχος ή τάση για αναζήτηση συγκινήσεων, αναφέρουν οι ειδικοί».
Η βρετανίδα επιστήμονας θεωρεί ότι υπάρχουν διάφοροι λόγοι για τους οποίους μπορεί κάποιος να καθυστερεί κάπου, αλλά πολλοί από αυτούς προκύπτουν και επιβάλλονται από το ίδιο το άτομο. «Υπάρχει για παράδειγμα, η ίδια η εσωτερική προσδοκία του ατόμου ότι θα καθυστερήσει, αλλά και η υπερβολική σημασία στη λεπτομέρεια, που το κάνει εν τέλει να αργεί στις υποχρεώσεις του», επισημαίνει η Mellotte.
Υπάρχει όμως και η ακόμη πιο δυσλειτουργική όψη της συνήθειας αυτής και αφορά σε ανθρώπους με εγγενή ψυχολογικά προβλήματα. Το άρθρο διατείνεται ότι το πρόβλημα της αργοπορίας προκύπτει από δυσλειτουργίες που αφορούν την ψυχική υγεία ή και νευρολογικά προβλήματα.
«Τα άτομα που έχουν διαγνωστεί με διαταραχές άγχους συχνά αποφεύγουν ορισμένες καταστάσεις», αναφέρει για παράδειγμα η Mellotte. «Τα άτομα με χαμηλή αυτοεκτίμηση είναι πιθανό να είναι επικριτικά ως προς τις ικανότητές τους, γεγονός που μπορεί να τους αναγκάσει να πάρουν περισσότερο χρόνο για να ελέγξουν τη δουλειά τους», ενώ και η κατάθλιψη προκαλεί συχνά μείωση της ενέργειας, καθιστώντας το κίνητρο κινητοποίησης του ατόμου όλο και πιο δύσκολο.
Μπορεί να λυθεί το πρόβλημα; Η Δρ. Linda Sapadin, κλινική ψυχολόγος και συγγραφέας του βιβλίου «Πως να καταπολεμήσετε την αναβλητικότητα στην ψηφιακή εποχή» [How to Beat Procrastination in the Digital Age] αναφέρει ότι ένα μέρος της επίμονης αργοπορίας προέρχεται από ένα «πρόβλημα ιδεοληπτικής σκέψης».
«Ο αναβλητικός άνθρωπος επικεντρώνεται σε ένα φόβο που συνδέεται με το γεγονός ή την προθεσμία για την οποία έχει ήδη καθυστερήσει. Έτσι, αντί να ψάχνει τρόπο να ξεπεράσει το φόβο του, ο φόβος γίνεται η δικαιολογία», τονίζει εμφατικά η επιστήμονας, καταλήγοντας με νόημα ότι «αν το άτομο προσπαθήσει να εκλογικεύσει αυτή του τη συμπεριφορά μπορεί να δει θεαματική βελτίωση στην καθημερινότητά του και τη συμπεριφορά του. Ωστόσο απαραίτητο κρίνεται να έχει τη στήριξη του περίγυρού του. Για παράδειγμα, η προειδοποίηση ενός φίλου ότι δεν θα ξανακανονίσει κάποια δραστηριότητα με ένα άτομο που συνεχώς αργοπορεί, μπορεί εν τέλει να λειτουργήσει καθοριστικά και ριζικά και να το αφυπνίσει, ώστε να προσπαθήσει να καταπολεμήσει το πρόβλημα από τη ρίζα του».