Τα τελευταία χρόνια με την επάνοδο του βινυλίου, όλοι ξεκίνησαν να μιλούν για εκείνο «το ξεχασμένο έπιπλο» που κοσμούσε τα σαλόνια μας με δίσκους και που πάλι βρίσκει μία θέση στην ζωή μας, για την αξεπέραστη «ποιότητα ήχου» που προσφέρουν τα αυλάκια, αυτή την «ζεστασιά» και «θαλπωρή» του αναλογικού ήχου, την διαδικασία «μύησης» καθώς ανοίγεις μία gatefold έκδοση χαζεύοντας το artwork της και άλλες τέτοιες ωραίες, ρομαντικές και αισθητηριακές απολαύσεις που προσφέρει ο “αυτοκράτορας” των φυσικών μέσων αναπαραγωγής μουσικής.

Αλλά τι γίνεται με τα DVDs και τα Blu-Rays; Πόσο γρήγορα τα ξεχάσαμε; Μήπως είμαστε λίγο άδικοι μαζί τους;

Σε κάποιον βαθμό, όπως και με το βινύλιο ή, και λίγο αργότερα με το CD, οι τεχνολογικές εξελίξεις έθαψαν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και των ανθρώπινων συνηθειών, το φυσικό μέσο οπτικής αναπαραγωγής (DVD) που έλαμψε για κάποια αρκετά χρόνια αντικαθιστώντας τις κασέτες VHS – γενικότερα, οτιδήποτε αποθηκεύει την πληροφορία σε ταινία, είτε πρόκειται για μουσική κασέτα είτε για βιντεοκασέτα ή δισκέτα υπολογιστή, εξαφανίστηκε και λοιδορήθηκε με συνοπτικές διαδικασίες μόλις ανακαλύφθηκε κάτι καινούργιο.

Το streaming, οι πλατφόρμες βίντεο (βλ. YouTube κ.α.) και, φυσικά, το παράνομο/νόμιμο download ταινιών και σειρών, κέρδισαν εύκολα τη μάχη με τα γυαλιστερά δισκάκια DVD – τα οποία αργότερα αναβαθμίστηκαν σε Blu-Ray προσφέροντας καλύτερη ποιότητα ήχου/εικόνας, αφού είχαν περισσότερο χώρο (GB) για να αποθηκεύσουν την όποια πληροφορία. Ίσως, τώρα που το σκέφτομαι, δεν δόθηκε ποτέ καμία τέτοια μάχη, καθώς ο κόσμος είδε στα DVD αυτά που σιχαινόταν στα CD: το εύθραυστο υλικό, τις ενοχλητικές «δαχτυλιές» στο πίσω μέρος και τον απαιτούμενο χώρο αποθήκευσης τους σε κάποιο έπιπλο.

Βρισκόμασταν στην εποχή όπου η τεχνολογία μπορούσε να προσφέρει τα πάντα σε επίπεδο cloud (όχι ακόμη για προσωπικό χώρο), οι εταιρείες ξεκίνησαν να φιλοξενούν το περιεχόμενό τους σε servers διαμοιράζοντάς το στους χρήστες του ίντερνετ (πελάτες), όλοι είχαμε ένα στικάκι USB στην τσέπη μας και πέντε σκληρούς δίσκους στο σπίτι. Αυτόματα, η απελευθέρωση του φυσικού χώρου δημιούργησε τεράστιους ψηφιακούς – αν έγραφα στα αγγλικά, θα χρησιμοποιούσα το “enormous”. Διανύαμε την περίοδο όπου είχαμε αποτινάξει από πάνω μας οτιδήποτε απαιτούσε κάποιο σημείο αποθήκευσης στο σπίτι – minimal και τεχνολογικά προηγμένοι.

Ωστόσο, προσωπικά, αν και ακολούθησα ένθερμα αυτό το ψηφιακό “τριπάκι” εξέλιξης, συνέχισα να αγοράζω DVDs ή Blu-Rays για να εμπλουτίζω την προσωπική μου συλλογή – μία συλλογή, αντίστοιχη με τον κατάλογο διάφορων πλατφόρμων streaming: μουσικές συναυλίες, ντοκιμαντέρ, ταινίες, σειρές. Φυσικά, δεν είμαι ο μόνος που συνεχίζω σε αυτό το μοτίβο.

Σύμφωνα με το NewsNetMedia και το Market Analysis 2023, η παγκόσμια αγορά στον τομέα των συσκευών αναπαραγωγής (DVD player) ψηφιακών δίσκων βίντεο (DVD), αποτιμήθηκε στο τέλος του 2019 σε 316,6 εκατομμύρια δολάρια και αναμένεται να αυξηθεί κατά 31 εκατομμύρια μέχρι το 2026. Δεν το λες και «πεθαμένη αγορά», όμως, παράλληλα, σύμφωνα με την εταιρεία ερευνών αγοράς Omdia, μόλις περίπου 300 εκατομμύρια DVD πουλήθηκαν παγκοσμίως το 2021 – ο αντίστοιχος αριθμός μεταξύ 2005 και 2009 υπολογίζεται στα 2 δισεκατομμύρια.

Οι αριθμοί αυτοί, αν και πεσμένοι, έχουν και μία θετική ανάγνωση. «Υπάρχει μια σταθερή ομάδα καταναλωτών που είναι προσκολλημένη στα DVD», είχε πει η Liz Bales στο Wired, διευθύνουσα σύμβουλος της British Association for Screen Entertainment. Το 2020, στο Ηνωμένο Βασίλειο, 7 εκατομμύρια άνθρωποι εξακολουθούσαν να αγοράζουν μια τηλεοπτική εκπομπή ή ταινία σε DVD/Blu-Ray, ενώ 5 εκατομμύρια Αμερικανοί αγόρασαν μια ταινία για πρώτη φορά μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου 2021, σύμφωνα με τον David J. Holliday, πρόεδρο της Technicolor Home Entertainment Services, η οποία παράγει πάνω από το 80% των DVD, Blu-ray και βιντεοπαιχνιδιών.

Και ενώ η παγκόσμια αγορά των DVD αποτελεί μόλις το 7% της οικιακής ψυχαγωγίας – το ψηφιακό βίντεο αντιπροσωπεύει το 70%, σύμφωνα με την Omdia, σε διεθνές επίπεδο η βιομηχανία φυσικών μέσων αναπαραγωγής, ιδίως μετά την έναρξη της πανδημίας, σημείωσε αύξηση. «Ο ρυθμός μείωσης έχει μειωθεί», όπως εύστοχα σχολίασε ο Holiday της Technicolor.

Οι λόγοι για τους οποίους ο κόσμος φαίνεται να μην έχει σταματήσει να αγοράζει DVD και Blu-Ray, μαζί τους και εγώ, μπορεί, ίσως, να εντοπιστεί στους παρακάτω παράγοντες:

  • Οι πλατφόρμες streaming (Netflix, Disney +, HBO Max, Hulu, Apple TV, Amazon Prime κτλ) όσο περνάει ο καιρός γίνονται όλο και πιο ακριβές. Δεδομένου ότι έχουν διαφορετικό περιεχόμενο, αρκετοί πληρώνουν συνδρομή σε παραπάνω από μία πλατφόρμα, και έτσι στο τέλος του μήνα το κόστος μπορεί να αγγίξει το πάγιο ενός συμβολαίου δορυφορικής ή διαδικτυακής τηλεόρασης (βλ. στην Ελλάδα Cosmote TV, Vodafone TV).
  • Η ποιότητα εικόνας και ήχου των Blu-Ray είναι καλύτερη, προς το παρόν, από την default HD ανάλυση των streaming επιλογών. Ειδικά στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει μία σταθερή ταχύτητα ίντερνετ ή υπάρχουν προβλήματα αποσυνδέσεων, η ποιότητα ενός DVD μπορεί να θεωρηθεί και ανώτερη απ’ αυτή που μπορεί να προσφέρει για παράδειγμα το Netflix.
  • Ένα DVD ή ένα Blu-Ray δεν θα σε «κρεμάσει», σε αντίθεση με μία πλατφόρμα streaming που μπορεί να αντιμετωπίσει το οποιοδήποτε πρόβλημα στην λειτουργία της ή, ακόμα, και με την οικιακή σύνδεσή σου στο ίντερνετ όπου μπορεί μία βλάβη να σου χαλάσει την βραδιά. Πάντα, απαραίτητη προϋπόθεση, το «δισκάκι» να είναι καθαρό στην από κάτω πλευρά του.
  • Όταν αγοράζεις είσαι κάτοχος. Δεν πρόκειται κανένας CEO εταιρείας να σου αφαιρέσει μία ταινία από την συλλογή σου, καμία πλατφόρμα δεν πρόκειται να σε αναγκάσει να πετάξεις στον κάδο το box-set μιας σειράς. Τα DVD σου δεν είναι ψηφιακό αντίγραφα σε κάποιον server, αλλά έχουν οντότητα και φυσική παρουσία στον χώρο σου. Βρίσκονται εκεί για να τα ξανα-ανακαλύψεις οποιαδήποτε στιγμή εσύ το θες και κανείς δεν μπορεί να στα πάρει – όπως για παράδειγμα το DVD μου με την συναυλία των Pink Floyd στην Πομπηία.
  • Αν και πλέον κάπως εκλείπει το φαινόμενο, στα DVD και στα Blu-Ray υπάρχει Ε ΞΑΙ ΡΕ ΤΙ ΚΟ σπέσιαλ περιεχόμενο, με συνεντεύξεις των πρωταγωνιστών, της ομάδας παραγωγής, σχολιασμούς, σκηνές που κόπηκαν στο τελικό μοντάζ και άλλα features που αξίζουν της προσοχής μας.

Μπορεί να φαίνεται κάπως υπερβολικό, το 2023, να μιλάμε για “χειροπιαστά” μέσα αναπαραγωγής βίντεο – την ημέρα μάλιστα που σαν σήμερα έγινε το επίσημο λανσάρισμα του YouTube το 2005, αλλά η φυσική μορφή των πραγμάτων θα έχει πάντα μία ιδιαίτερη ομορφιά και θα δημιουργεί μια ενθουσιώδης περιέργεια, προσφέροντάς μας μια ηδονική ευχαρίστηση χρησιμοποιώντας όλες μας τις αισθήσεις.