Είναι χνουδωτό, μαλακό, και ζυγίζει όσο ένα νεογέννητο μωρό. Έχει το σχήμα μιας μικρής φώκιας, και είναι λευκό σαν το χιόνι. Κουνάει την ουρά του, και ανταποκρίνεται στο χάδι, ανοιγοκλείνοντας τα μάτια του. Το όνομα του είναι PARO.
Το PARO είναι ένα ρομπότ συντροφιάς, το οποίο αναπτύχθηκε από τον Dr. Takanori Shibata του Εθνικού Ινστιτούτου Προηγμένης Βιομηχανικής Επιστήμης και Τεχνολογίας της Ιαπωνίας. Είναι ένα «θεραπευτικό ρομπότ» με την εμφάνιση μιας φώκιας-μωρό, και κινείται με αισθητήρες αφής. Η χρήση του είναι ολοένα και πιο διαδεδομένη σε οίκους ευγηρίας των ΗΠΑ, Καναδά, Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας και άλλων ευρωπαϊκών χωρών, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι μπορεί να βοηθήσουν στην ψυχολογική ευημερία και ηρεμία των ατόμων με άνοια. Η χρήση τους προορίζεται κυρίως για να ενισχύσουν τις κοινωνικές αλληλεπιδράσεις αυτών των ατόμων, και – ως σήμερα – φαίνεται να έχουν πολύ θετικά αποτελέσματα. Επίσης βοηθούν τα άτομα αυτά να νιώθουν λιγότερη μοναξιά, και ειδικοί εκτιμούν ότι τα ρομπότ θα αποκτήσουν έναν κεντρικό ρόλο στη φροντίδα των ηλικιωμένων του μέλλοντος.
Παρολαυτά η χρήση τέτοιων, μη-ανθρώπινων τεχνολογιών, σε ρόλους που ως τώρα είχαν ανθρώπινοι φροντιστές, γεννούν ηθικούς προβληματισμούς. Μπορεί πράγματι να αντικαταστήσει ένα ρομπότ την ανθρώπινη επαφή; Και, παρά τη θετική τους επιρροή, μήπως δεν είναι θετικό να «κοροιδεύουμε» τα άτομα αυτά, με το να τους δίνουμε να χαϊδεύουν ρομποτικά κατοικίδια;
Πολλές φορές, παρομοιάζουμε την τρίτη ηλικία με τη βρεφική ηλικία. Η χρήση «ρομποτικών αρκούδων» λοιπόν, αντίστοιχα με αυτά που παίζουν τα μικρά παιδιά, μήπως δεν θα ‘πρεπε να είναι ταμπού;
Κατά τη ψυχολόγο και οικογενειακή θεραπεύτρια Μελίτα Τσεκούρα, κάθε επαφή έχει αναμφισβήτητα θετική επιρροή, αλλά ισχύει ότι «εξαπατάμε» την ανάγκη των ατόμων αυτών για «χάδι» με κάτι τεχνητό κι όχι αληθινό. Η επαφή με κάτι ζωντανό, η αφή είναι μέρος της ζωής μας από την γέννηση και μεταφέρει αγάπη και φροντίδα χωρίς λέξεις. Έρευνες έχουν δείξει ότι η επαφή δέρματος με δέρμα απελευθερώνει οξυτοκίνη – γνωστή και ως η «ορμόνη της αγάπης» – η οποία βοηθάει στο δεσμό της μητέρας με το μωρό ή τους συντρόφους να δεθούν ως ζεύγος. Ψυχολογικά, η αγκαλιά, το χάϊδεμα, το μασάζ και η φροντίδα που δεχόμαστε σε βρεφική ηλικία μεταφέρει την αίσθηση της προσοχής και της αγάπης. Άλλες έρευνες παρουσιάζουν ότι οι αγκαλιές και τα μασάζ μπορούν να μειώσουν τα επίπεδα της κορτιζόλης, καθώς προκαλούν την απελευθέρωση της σεροτονίνης, ορμόνης που «ρυθμίζει» τα συναισθήματα ευτυχίας. Όσο κι αν προσπαθήσουμε να παραπλανήσουμε, λοιπόν, άτομα με άνοια, δεν υπάρχει περίπτωση απ’ την ώρα που δεν έρχονται σε επαφή με κάτι ζωντανό να ευεργετηθούν ανάλογα.
Πολλές φορές, παρομοιάζουμε την τρίτη ηλικία με τη βρεφική ηλικία. Η χρήση «ρομποτικών αρκούδων» λοιπόν, αντίστοιχα με αυτά που παίζουν τα μικρά παιδιά, μήπως δεν θα ‘πρεπε να είναι ταμπού; Η κα Τσεκούρα πιστεύει ότι, το να μεταφράσουμε την αγκαλιά με επιστημονικούς όρους, είναι σαν ιεροσυλία, καθώς είναι ένα από τα καλύτερα πράγματα στον κόσμο. Γεννιόμαστε σε μία αγκαλιά και μεγαλώνουμε μέσα σε μία αγκαλιά. Η αγκαλιά του μπαμπά και της μαμάς είναι ότι πιο παρήγορο υπάρχει για εμάς. Μεγαλώνοντας, ο κοινωνικός προγραμματισμός μάς φρενάρει από το να παίρνουμε αγκαλιά όλο τον κόσμο, αλλά δεν παύουμε να την αναζητούμε. Την αναζητούμε στις σχέσεις μας για να εδραιώσουμε τη συμπάθεια μας, στους φίλους για παρηγοριά ή γιατί μας έλειψαν, κ.ο.κ. Το άγγιγμα έχει μία ιδιαίτερη θέση στη ζωή μας. Καθώς η μη λεκτική επικοινωνία έχει εδραιωθεί πολύ πριν την ομιλία, είναι πολύ πιο ανεπτυγμένη, παρόλο που μερικές φορές δεν το καταλαβαίνουμε. Το ανθρώπινο δέρμα έχει πολλές λειτουργίες και μία από τις σημαντικότερες είναι να μεταφέρει ερεθίσματα από το περιβάλλον στον εγκέφαλο.
Το άγγιγμα έχει μία ιδιαίτερη θέση στη ζωή μας. Καθώς η μη λεκτική επικοινωνία έχει εδραιωθεί πολύ πριν την ομιλία, είναι πολύ πιο ανεπτυγμένη, παρόλο που μερικές φορές δεν το καταλαβαίνουμε.
Ο Άρης Παναγιώτου είναι καθηγητής κοινωνιολογίας στο Deree, με ειδίκευση στις σπουδές επιστήμης και τεχνολογίας. Κατά την άποψή του, δεν θα πρέπει να εστιάσουμε μόνο στο τί είναι αυτά τα ρομπότ αλλά στο πώς φτάσαμε στο σημείο να υπάρχει κάποιο «κενό», ή ανάγκη, την οποία αυτά εξυπηρετούν. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, η γήρανση του πληθυσμού στις μεταμοντέρνες κοινωνίες, η φθίνουσα σημασία του θεσμού της οικογένειας, η αυξανόμενη παρουσία της τεχνολογίας στη ζωή μας, και άλλα πολλά, παίζουν σημαντικό ρόλο. Τα ρομπότ ήρθαν, λοιπόν, πιθανότατα να γεμίσουν αυτό το κενό, από ανάγκη μας για υποκατάστατα.
Όσο για το ηθικό κομμάτι, πιθανώς να μην μπορούμε να απαντήσουμε με σιγουριά.
Διότι, από ότι φαίνεται, τα συγκεκριμένα ρομπότ δεν παρουσιάζονται στους ασθενείς ως ζωντανά αλλά υπάρχει μία ασάφεια για το τι πραγματικά είναι. Επομένως, θα μπορούσε ο τρόπος που παρουσιάζονται αυτά να ποικίλει ή να προσαρμόζεται στην κατάσταση ή στις ανάγκες που έχει το κάθε άτομο. Για τον αναλυτή, είναι ξεκάθαρο ότι δεν είναι ζωντανά. Από την σκοπιά του ατόμου με άνοια όμως δεν ξέρουμε τι είναι ή τι το ίδιο θα «ήθελε» να είναι… Λόγω της ασθένειας υπάρχει έτσι και αλλιώς μία σύγχυση, η οποία δεν έχει να κάνει μόνο με τα ρομπότ αλλά και γενικότερα με το πώς αντιλαμβάνεται τον κόσμο.
Παρολαυτά, η κα Τσεκούρα υπογραμμίζει, ο άνθρωπος έχει μία εγγενή ικανότητα να αναγνωρίζει και να εκφράζει συναισθήματα μέσω της επαφής. Τα άτομα με άνοια περνούν από στάδια μεγαλύτερης σύγχυσης σε στάδια διαύγειας, και δεν είναι -συνήθως- σε μια μόνιμη κατάσταση σύγχυσης. Σε πειράματα που έγιναν από ερευνητές του πανεπιστήμιου ψυχολογίας DePauw, διαπιστώθηκε ότι άσχετα από τη χώρα προέλευσης, οι άνθρωποι μπορούσαν σε ποσοστό μέχρι και 75% να αντιληφθούν το συναίσθημα που εκφράζει ο διπλανός τους, από τον τρόπο που τους άγγιζε.
Η σωματική επαφή, λοιπόν, καλλιεργεί τη σύνδεση στη σχέση. Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτά τα στοιχεία, αναρωτιέται για το πόσο επιτυχημένα μπορούμε να υποκαταστήσουμε την ανάγκη μας για μια αγκαλιά ή για ένα χάδι, με κάτι τόσο ψυχρό όπως ένα ρομπότ. Ίσως να είναι ένας επικίνδυνος δρόμος που ακυρώνει τον ίδιο τον άνθρωπο.