Εάν νιώθετε ότι αρρωσταίνετε, ότι κάτι «σας τριγυρνάει» όπως συνηθίζουμε να λέμε, το πιο πιθανό είναι να επισκεφθείτε το φαρμακείο για να κάνετε ένα τεστ κορωνοϊού και γρίπης ενώ στη συνέχεια, αν τα συμπτώματα δεν υποχωρούν, το επόμενο βήμα θα είναι να επισκεφθείτε τον γιατρό σας.
Δυστυχώς, δεν συμβαίνει το ίδιο και με την ψυχική υγεία. Ακόμα απέχουμε πολύ από το να ελέγχουμε αποτελεσματικά την ψυχική μας υγεία. Μπορεί να έχουμε κρυμμένα συμπτώματα κατάθλιψης ή κάποια αγχώδη διαταραχή και να μην έχει γίνει ποτέ διάγνωση. Ή μπορεί να είχαμε πάει πριν από αρκετά χρόνια σε ψυχολόγο και να έχουμε την λανθασμένη εντύπωση ότι δεν έχει αλλάξει τίποτα από τότε που έκλεισε ο θεραπευτικός κύκλος και να πιστεύουμε ότι είμαστε, σταθερά, ψυχικά υγιείς, όπως μας είχε ο ψυχολόγος μας κατά την τελευταία μας συνεδρία. Όμως, η τεχνολογία εξελίσσεται και τα δεδομένα αλλάζουν και για την ψυχική μας υγεία.
Σήμερα, σύμφωνα με κάποιους ακαδημαϊκούς επιστήμονες, αλλά και αρκετές νεοφυείς επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν βρει τρόπους να εκμεταλλεύονται τον συμβουλευτικό χαρακτήρα νέων apps, ο εκάστοτε χρήστης θα έχει τη δυνατότητα να ελέγξει μόνος του την ψυχική του υγεία, είτε μέσω του κινητού του τηλεφώνου είτε από το smartwatch ή κάποιο άλλο wearable. Τα τελευταία χρόνια δημιουργήθηκαν και συνεχίζουν να αναπτύσσονται αρκετές εφαρμογές με συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, τα οποία μπορούν να εντοπίζουν προειδοποιητικά σημάδια κατάθλιψης και να επισημαίνουν στον χρήστη πιθανές επερχόμενες κρίσεις.
Αυτά τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, αφού πρώτα συλλέξουν τεράστιες ποσότητες πληροφοριών, στη συνέχεια εντοπίζουν ανεπαίσθητες αλλαγές στο σώμα και τη συμπεριφορά του κατόχου της εφαρμογής που μπορεί να υποδηλώνουν προβλήματα ψυχικής υγείας. Αν και οι περισσότερες από αυτές τις εφαρμογές βρίσκονται προς το παρόν σε ερευνητικό στάδιο, υπάρχουν αρκετές διαθέσιμες που μπορείτε να εγκαταστήσετε στο κινητό σας τηλέφωνο από το App Store και το Google Play.
Από τις περίπου 10.000 ψηφιακές εφαρμογές ψυχικής υγείας που αναγνωρίζονται από τη βάση δεδομένων mHealth Index & Navigation Database (MIND), μόνο 18 από αυτές συλλέγουν παθητικά δεδομένα από τους χρήστες. Ο κύριος σκοπός αυτών των εφαρμογών που έχουν κατασκευαστεί από και για άτομα με χρόνιες ψυχικές παθήσεις, είναι η παρακολούθηση των συμπτωμάτων του χρήστη, συλλέγοντας δεδομένα από το wearable του.
Σύμφωνα με το Vox, αυτές οι εφαρμογές παρακολούθησης μελετούν τη διατροφή, τον ύπνο, τις ζωτικές λειτουργίες, και μετά ερευνούν κατά πόσο η ζωή του ατόμου επηρεάζει ή επηρεάζεται από τα ψυχικά του συμπτώματα, όμως ένα εργαλείο φαίνεται να κάνει πραγματικά τη διάφορα με πιο άμεσο τρόπο.
Ο αισθητήρας φωνής Ellipsis Health, ένα «εργαλείο υποστήριξης κλινικών αποφάσεων», σχεδιασμένο για να προβλέπει τα επίπεδα κατάθλιψης και άγχους κάποιου ατόμου από τον ήχο και τη χροιά της φωνής του, υπόσχεται ότι θα παρέχει πολύτιμα δεδομένα στους αρμόδιους παράγοντες ψυχικής υγείας, πολύ πιο σύντομα από τις άλλες εφαρμογές και χωρίς να είναι απαραίτητο να έχει συλλέξει προηγουμένως τόσο μεγάλο όγκο δεδομένων.
Ορισμένοι ερευνητές θέλουν να ωθήσουν την παθητική συλλογή δεδομένων σε πιο ριζοσπαστικά μήκη. Ο Γεώργιος Χριστόπουλος, ένας γνωστικός νευροεπιστήμονας στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Nanyang στη Σιγκαπούρη, συνεπικεφαλής μιας μελέτης του 2021 που προέβλεπε τον κίνδυνο κατάθλιψης από τα δεδομένα του Fitbit. Σε ένα δελτίο τύπου, εξέφρασε το όραμά του για μια πανταχού παρούσα βάση δεδομένων, όπου «τέτοια σήματα θα μπορούσαν να ενσωματωθούν με Smart Buildings ή ακόμα και Smart Cities πρωτοβουλίες: Φανταστείτε ένα νοσοκομείο ή μια στρατιωτική μονάδα που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει αυτά τα σήματα για να εντοπίσει άτομα που κινδυνεύουν».
Αυτό εγείρει ένα ερώτημα: Μπορούμε να είμαστε χαρούμενοι, όταν είμαστε συνδεδεμένοι και μας παρακολουθούν τόσες συσκευές;
Πρόκειται για ένα κρίσιμο ερώτημα, το οποίο θα πρέπει να απαντηθεί άμεσα, πριν το οποιοδήποτε μέλλον που μπορεί να έχει οραματιστεί ο κ. Χριστόπουλος, γίνει πραγματικότητα.
Πέρα από τις εφαρμογές ψυχικής υγείας, υπάρχουν δεκάδες εφαρμογές που μετράνε τους παλμούς, το οξυγόνο και αξιολογούν την ποιότητα του ύπνου μας. Φανταστείτε λοιπόν, αν σε αυτές προστεθούν και οι εφαρμογές ψυχικής υγείας. Πιθανολογώ ότι ξαφνικά θα ανησυχούσατε πολύ περισσότερο για τη ψυχική σας υγεία απ’ ότι πριν και θα σας εξηγήσουμε γιατί συμβαίνει αυτό.
Όταν ξαφνικά γνωρίζετε ότι μπορείτε να έχετε πρόσβαση σε μία νέα δυνατότητα, είναι πολύ πιθανό σύμφωνα με τους ειδικούς να σας δημιουργηθεί η επιθυμία να την ελέγξετε, να την εξερευνήσετε και να δοκιμάσετε τις δυνατότητές της -πολύ περισσότερο αν υπόσχεται ότι θα ωφελήσει τον οργανισμό σας.
Έτσι λοιπόν και όταν αποκτήσετε πρόσβαση σε κάποια εφαρμογή ψυχικής υγείας, με τις δυνατότητες που αναφέραμε νωρίτερα, είναι πολύ πιθανό να μπαίνετε συχνά στον πειρασμό να τσεκάρετε συχνά την εφαρμογή με τις νέες προσφερόμενες δυνατότητες, προκειμένου να ελέγχετε τα επίπεδα της ψυχικής υγείας.
Ίσως ξέρετε και εσείς κάποιο άτομο που ενώ δεν μετρούσε ποτέ το οξυγόνο και τους παλμούς του, από τότε που αγόρασε και άρχισε να φοράει το smart watch, μπορεί να αρχίσει να μετριέται 3-4 φορές την ημέρα επειδή ξαφνικά «ανησυχεί» για τον οργανισμό του.
Αυτό το παράδειγμα που μόλις σας περιέγραψα είναι υπαρκτό. Ο συγκεκριμένος γνωστός μου, εδώ και 6 μήνες τσεκάρει τα επίπεδα υγείας του, τουλάχιστον 3 φορές την ημέρα και αν εντοπίσει ότι κάποια από τις μετρήσεις έχει ξεφύγει των φυσιολογικών πλαισίων, μετριέται ξανά και ξανά, συνεχόμενα, μέχρι να δει ότι έχουν επανέλθει στα κανονικά για εκείνον επίπεδα.
Δυστυχώς, αυτή η σύνδεση και η άμεση πρόσβαση μπορεί να δημιουργήσει εμμονή με την εφαρμογή καθώς και να αυξήσει την ανησυχία του ατόμου για την υγεία οργανισμού του και συνεπακόλουθα και το άγχος του.
Επομένως: Είναι δυνατόν να μπορούμε να διατηρήσουμε την ψυχική μας υγεία αν είμαστε συνεχώς συνδεδεμένοι;
Φανταστείτε να είστε online για αρκετές ώρες σε κάποια εφαρμογή κοινωνικής δικτύωσης και να ελέγχετε αν έχετε εμφανίσει σημάδια κατάθλιψης, πόσο οξύμωρο είναι;
Ακόμα κι αν δεν είσαστε πραγματικά online, δεν κάνετε δηλαδή περιήγηση ή κάποια διαδικτυακή εργασία, αλλά έχετε συνεχώς τα δεδομένα ή το WiFi ανοιχτό, είναι αρκετά πιθανό να βομβαρδίζεστε κατά τη διάρκεια της ημέρας συνεχώς με emails, μηνύματα, κλήσεις και δεκάδες ειδοποιήσεις. Το άναμμα της οθόνης και ο ήχος της ειδοποίησης, έχει αποδειχθεί ότι έχουν την ικανότητα να σας αποσυντονίσουν, να λειτουργήσουν ως κάλεσμα και να προκαλέσουν άγχος, αφού σας μπαίνει η ιδέα ότι ο αποστολέας μπορεί να χρειάζεται μία επείγουσα απάντηση για κάποιο ζήτημα.
Με την πιθανότητα μιας επείγουσας κατάστασης να βασανίζει το μυαλό, τελικά ο χρήστης θα ανασηκώσει το κινητό, θα το στρέψει προς το μέρος του προσώπου του, προκειμένου να λάβει γνώση της αναγκαιότητας της κατάστασης και τελικά να αποφασίσει αν θα απαντήσει ή όχι. Αν επαναλαμβάνετε ανά τακτά χρονικά διαστήματα η συγκεκριμένη διαδικασία, η ψυχική φθορά -έστω και σε μικρό ποσοστό- είναι αναπόφευκτη.
Όπως διευκρινίζουν οι ειδικοί, τα άτομα που εμφανίζουν αυτές τις συμπεριφορές μπορεί να μην χρησιμοποιούν απαραίτητα τις συσκευές τους για πολλή ώρα. Γνωρίζοντας ότι ο γρήγορος έλεγχος της συσκευής μπορεί να μην είναι χρονοβόρος, οι άνθρωποι μπαίνουν σε πειρασμό να τον πραγματοποιήσουν, με αποτέλεσμα η προσοχή τους να εστιάζει πολύ συχνά αλλού και να αποσπώνται από άλλες εργασίες.
Ακόμα και αν δεν αφιερώνουν όλη τους την προσοχή στις συσκευές τεχνολογίας τους, μία ηχητική ή οπτική ειδοποίηση αρκεί, για να διαταραχθεί η ψυχική τους υγεία. Αυτό έχει επιβεβαιωθεί από έρευνες, σύμφωνα με τις οποίες η παρατεταμένη συνδεσιμότητα με συσκευές όπως το κινητό, ο υπολογιστής ή κάποιο wearable, αυξάνει τις πιθανότητες εμφάνισης άγχους και κατάθλιψης στον χρήστη τους.
Οι ίδιες οι συσκευές που οι νεοφυείς επιχειρήσεις υπόσχονται ότι κυκλοφορούν για να βοηθήσουν την ψυχική υγεία του χρήστη, μπορεί τελικά να του δημιουργήσουν μεγαλύτερο πρόβλημα. Γι’ αυτό, πρέπει να συνεχίσουμε να συμβουλευόμαστε τους ειδικούς, που όπως έχουν αναφέρει και επισημάνει αρκετές φορές, ένα από τα “κλειδιά” για τη βελτίωση της ψυχικής υγείας στη σύγχρονη εποχή είναι η μερική αποσύνδεση από αυτές τις συσκευές τεχνολογίας (κινητό τηλέφωνο, wearables). Ολική πλέον είναι αδύνατο να γίνει, αφού για ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το διαδίκτυο είναι ένα από τα πιο σημαντικά εργαλεία της δουλειάς τους και βασικό μέσο επικοινωνίας τους.