Μπορεί να μην υπάρχει σχέση μεταξύ των επιπέδων σερετονίνης και της κατάθλιψης, σύμφωνα με ανάλυση 17 μελετών.
Οι συγγραφείς της ανάλυσης θεωρούν ότι αυτό το συμπέρασμα εγείρει ερωτήματα σχετικά με τα αντικαταθλιπτικά που στοχεύουν στην αύξηση των επίπεδων των νευροδιαβιβαστών, συμπεριλαμβανομένης και της σερετονίνης. Δεν είναι όμως όλοι πεπεισμένοι για την ορθότητα των ευρημάτων. Η θεωρία για τη σερετονίνη, που χρονολογείται ήδη απ’ το 60ς, ισχυρίζεται ότι μια χημική ανισορροπία στον εγκέφαλο, που συμπεριλαμβάνει τα χαμηλά επίπεδα σερετονίνης -που είναι γνωστή και ως 5-υδροξυτρυπταμίνη ή 5-HT, οδηγεί σε κατάθλιψη.
Η Joanna Moncrieff και οι συνεργάτες της στο University College London προχώρησαν σε ανάλυση 17 συστηματικών ανασκοπήσεων και μελετών, οι οποίες όλες μαζί περιλαμβάνουν εκατοντάδες χιλιάδες άτομα με και χωρίς κατάθλιψη.
Η ομάδα της Moncrieff διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν ενδείξεις ότι η χαμηλή δραστηριότητα ή οι μειωμένες ποσότητες σεροτονίνης προκαλούν κατάθλιψη. «Το συμπέρασμα της εργασίας μας είναι ότι δεν γνωρίζουμε τι κάνουν τα SSRI αντικαταθλιπτικά», εξηγεί η Moncrieff και προσθέτει «Μια πιθανότητα είναι ότι λειτουργούν χάρη στην αίσθηση που δημιουργούν τα placebo, την εντύπωση δηλαδή που έχουν οι λήπτες ότι όντως αυτά που λαμβάνουν ως θεραπεία είναι αποτελεσματικά».
Ωστόσο, ο Johan Lundberg του Karolinska Institute στη Σουηδία λέει ότι ένα μειονέκτημα της ανάλυσης είναι ότι δεν έκανε διάκριση μεταξύ των ατόμων που είχαν συνεχιζόμενη κατάθλιψη και εκείνων που είχαν επεισόδια κατάθλιψης. Για τους δεύτερους η κατάσταση τη στιγμή που αξιολογήθηκαν θα μπορούσε να επηρεάσει τη λειτουργία του συστήματος σεροτονίνης τους. «Είναι βασικό να αναλύονται χωριστά τα δεδομένα από μελέτες που εξετάζουν τους ίδιους ασθενείς όταν είναι άρρωστοι και όταν βρίσκονται σε ύφεση, για να υπάρχουν οι βέλτιστες συνθήκες για την εξέταση της αρχικής υπόθεσης», καταλήγει.
Η Moncrieff με τη σειρά της απάντησε ότι η ανάλυση αφορούσε τις μελέτες που είχαν ήδη γίνει και καμία από αυτές δεν έκανε διάκριση μεταξύ των ατόμων που εμφάνιζαν συμπτώματα κατάθλιψης με όσους είχαν ιστορικό.
Ο Paul Albert του University of Otawa στον Καναδά ισχυρίζεται ότι «πρέπει να αναγνωριστεί ότι η σερετονίνη είναι μόνο ένας από τους παράγοντες που συμβάλλουν στην εμφάνιση κατάθλιψης» και συνεχίζει «Δεδομένης της μεγάλης επίδρασης του placebo στη θεραπευτική αγωγή της κατάθλιψης, είναι πιθανό η συμβολή άλλων συστημάτων, συμπεριλαμβανομένης της ντοπαμίνης που εμπλέκεται στο φαινόμενο placebo, να είναι μεγαλύτερη από αυτή του 5-HT».
Επειδή η συζήτηση ξεκίνησε αλλά ακόμη βρίσκεται στην αρχή της το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Φροντίδας της Βρετανίας εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία καλούσε τους πολίτες να μην χάσουν την εμπιστοσύνη τους στη λειτουργία των αντικαταθλιπτικών και στις θεραπευτικές τους ιδιότητες και ότι ενώ η αποτελεσματικότητά τους ποικίλλει αναλόγως τον λήπτη και τις ειδικές συνθήκες της κάθε περίπτωσης εξακολουθούν να θεωρούνται η πιο αποτελεσματική αγωγή για την κατάθλιψη. Τέλος, κάλεσε τους λήπτες αντικαταθλιπτικών να μην προβούν σε διακοπή της αγωγής λόγω της δημοσιευμένης ανάλυσης και να συζητήσουν τυχόν απορίες τους με τον προσωπικό τους γιατρό.
Με στοιχεία απο newscientist.com