Ας φανταστούμε δύο εργαζόμενους, έναν Ιταλό κι έναν Δανό. Έχουν παρόμοια προσόντα και θέσεις εργασίας σε παρόμοιο κλάδο. Τώρα, ας φανταστούμε ότι ξαφνικά χάνουν και οι δύο τη δουλειά τους λόγω περικοπών ή επειδή βάζει λουκέτο η εταιρεία. Είναι διαφορετικές οι συνέπειες της απόλυσης για αυτούς τους δύο εργαζόμενους;
Στο ερώτημα αυτό επεδίωξαν να απαντήσουν έξι επιστήμονες των πεδίων της Οικονομίας και των Οικονομικών, εξετάζοντας στοιχεία που αφορούν σε επτά ευρωπαϊκές χώρες και καλύπτουν μια περίοδο από τη δεκαετία του 1980 έως τη δεκαετία του 2010. Bασικό τους συμπέρασμα ήταν πως η απώλεια της δουλειάς έχει πολύ διαφορετικές επιπτώσεις ανάλογα με την αγορά εργασίας στην Ευρώπη.
Άνιση απώλεια εισοδήματος
Οι χώρες των οποίων τα δεδομένα αξιολογήθηκαν έχουν αγορές εργασίας με διαφορετικά χαρακτηριστικά: Αυστρία, Δανία, Γαλλία, Ιταλία, Πορτογαλία, Ισπανία και Σουηδία. Αυτό αποδείχθηκε απαραίτητο για να συγκριθούν τα αποτελέσματα και να διασφαλιστεί πως οι ορισμοί και οι μεθοδολογίες θα παρουσιάσουν συνέπεια. Επιπλέον, όπως εξήγησαν οι ειδικοί, για κάθε χώρα εντόπισαν τους εργαζόμενους που επηρεάστηκαν από μια συλλογική απόλυση και παρακολούθησαν την εξέλιξή τους στην αγορά εργασίας -δηλαδή τις αποδοχές, το ωρομίσθιο και το καθεστώς απασχόλησης- για περίοδο πέντε ετών πριν και μετά την απώλεια της δουλειάς τους.
Προκειμένου να μετρήσουν τις επιπτώσεις της απώλειας θέσεων εργασίας, συνέκριναν τις προοπτικές απασχόλησης των απολυμένων εργαζομένων με εκείνες των μη απολυμένων με τα ίδια προσόντα, κατά την ίδια περίοδο. Και οι δύο ομάδες είχαν παρόμοια δημογραφικά χαρακτηριστικά (ηλικία και φύλο), παρόμοιες αποδοχές πριν την απόλυση και παρόμοιες συνθήκες εργασίας σε επιχειρήσεις του ίδιου κλάδου.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης, οι εργαζόμενοι σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης έρχονται αντιμέτωποι με μικρότερες απώλειες εισοδήματος έπειτα από μια απόλυση: τα πέντε χρόνια μετά την απόλυση τα εισοδήματά τους είναι σχεδόν 10% χαμηλότερα σε σχέση με πριν το γεγονός. Αντίθετα, οι αποδοχές των εργαζομένων που πλήττονται από ομαδικές απολύσεις στη Νότια Ευρώπη (Ιταλία, Πορτογαλία και Ισπανία) είναι περίπου 30% χαμηλότερες. Οι Αυστριακοί εργαζόμενοι παρουσιάζουν απώλειες εισοδήματος στη μέση του εύρους μεταξύ των Σκανδιναβικών και των χωρών της Νότιας Ευρώπης, ενώ οι απώλειες των Γάλλων μοιάζουν περισσότερο με εκείνες στη Βόρεια Ευρώπη.
Χτύπημα για την Νότια Ευρώπη
Μεγάλο μέρος αυτής της διακύμανσης στην απώλεια εισοδήματος μπορεί να εξηγηθεί από τις διαφορετικές προοπτικές εργασίας. Περίπου το 20% των απολυμένων εργαζομένων στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία δεν βρίσκουν δουλειά πέντε χρόνια μετά την απόλυση. Αυτό το ποσοστό διαμορφώνεται μόνο περίπου στο 5% στη Σουηδία και τη Δανία και περίπου 10% στη Γαλλία και την Αυστρία. Οι απώλειες ημερομισθίων εμφανίζουν μικρότερη διασπορά μεταξύ των χωρών και περιορίζονται κυρίως σε ένα εύρος μεταξύ 5% και 10% πέντε χρόνια μετά την απώλεια εργασίας.
Όπως διευκρινίζουν στο TheConversation, οι επιστήμονες ερεύνησαν επίσης αν είναι πιθανό οι απολυμένοι εργαζόμενοι στη Νότια Ευρώπη να διαθέτουν ορισμένα χαρακτηριστικά που τους εμποδίζουν περισσότερο να βρουν δουλειά. Το συμπέρασμα εδώ ήταν αρνητικό. Αντίθετα, διαπιστώθηκε πως οι μισθοί μειώνονται μετά την απώλεια της δουλειάς κυρίως επειδή οι εργαζόμενοι πηγαίνουν σε επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας που πληρώνουν λιγότερο: τα στοιχεία ποικίλλουν από περίπου 40% των εργαζομένων για την Ισπανία έως πάνω από 95% στην Πορτογαλία.
Τέλος, διαπίστωσαν ότι βασικά θεσμικά χαρακτηριστικά όπως ο βαθμός προστασίας της απασχόλησης, η γενναιοδωρία των επιδομάτων ανεργίας και το κατά πόσο υπάρχουν ενεργά προγράμματα για την αγορά εργασίας, έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην αναζήτηση δουλειάς από τους απολυμένους.
Το κλειδί για να κλείσει η ψαλίδα
Σύμφωνα με τη μελέτη, ενεργητικές πολιτικές απασχόλησης όπως τα προγράμματα κατάρτισης έχουν αντίκτυπο στην απώλεια εισοδήματος. Τρία χρόνια μετά την απόλυση, το εισόδημα των εργαζομένων δέχτηκε πολύ μικρότερο πλήγμα σε χώρες που εφάρμοσαν περισσότερες πολιτικές κατάρτισης.
Παρόμοια ήταν τα αποτελέσματα όταν οι ειδικοί έλαβαν υπόψη πρόσθετα δημογραφικά χαρακτηριστικά (μέγεθος της εταιρείας-εργοδότη, ηλικία, περίοδο εργασίας, φύλο), ποιοτικά χαρακτηριστικά της εργοδοσίας και άλλους παράγοντες που αφορούν σε κάθε χώρα. Επιβεβαιώθηκε ότι ορισμένες αγορές εργασίας φαίνεται να λειτουργούν καλύτερα σε κάποιες ευρωπαϊκές χώρες σε σύγκριση με άλλες, ενώ οι ισχυροί θεσμοί της αγοράς εργασίας μπορούν να απαλλάξουν τους εργαζόμενους από τις βαριές συνέπειες των ομαδικών απολύσεων.