Όταν οι άνθρωποι βασανίζονται από τύψεις—ειδικά μπροστά στην αβεβαιότητα ή την αποτυχία—συχνά καταφεύγουν στη θεραπεία κυνηγημένοι από το παρελθόν τους. Λένε συχνά πράγματα όπως: 

• «Κι αν είχα γεννηθεί σε μια πιο στοργική οικογένεια;» 
• «Κι αν είχα παντρευτεί εκείνο το άτομο;» 
• «Πώς θα ήταν η ζωή μου αν τα είχα κάνει όλα σωστά;» 

Αυτές είναι μορφές αντιφατικής σκέψης (counterfactual thinking). Μέσα από αυτές δηλώνεται η προσπάθεια του μυαλού να κατασκευάσει εναλλακτικά σενάρια ενός παρελθόντος που εξελίχθηκε καλύτερα απ’ ό,τι στην πραγματικότητα, δημιουργώντας στο κεφάλι μας μια παράλληλη, πιο λαμπερή εκδοχή της ζωής μας. Το συναισθηματικό κόστος αυτής της νοερής αναδιατύπωσης των γεγονότων μπορεί να είναι ανεπαίσθητο τη στιγμή που συμβαίνει, αλλά συσσωρεύεται σημαντικά μακροπρόθεσμα. 

Σύμφωνα με μια ανασκόπηση του 2009, «η αντιφατική σκέψη έχει συνδεθεί με δυσκολία στην αντιμετώπιση της ατυχίας, με κρίσεις για την ευθύνη και την ενοχή, με συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους, αισθήματα μεταμέλειας, δεισιδαιμονικές πεποιθήσεις, υπερβολική αυτοπεποίθηση όσον αφορά την προβλεψιμότητα του παρελθόντος και υπερβολικές προσδοκίες για το μέλλον». 

Η νοοτροπία του «τι θα μπορούσε να είχε συμβεί» σχετίζεται με την “ανιούσα αντιφατική σκέψη”—την τάση να φαντάζεσαι πως θα μπορούσε η ζωή να είχε εξελιχθεί καλύτερα αν είχαμε κάνει διαφορετικές επιλογές. Αν και αυτή η διαδικασία είναι συνηθισμένη και κάποιες φορές χρήσιμη, η έρευνα δείχνει ότι η υπερβολική εμμονή σε ιδανικές εκδοχές του παρελθόντος έχει κόστος. 

Μια μετα-ανάλυση του 2017 που δημοσιεύθηκε στο Clinical Psychology Review και βασίστηκε σε δεδομένα που συλλέχθηκαν από 13.000 άτομα, έδειξε ότι όσο περισσότερο οι άνθρωποι επιδίδονταν σε νοητική αναδιατύπωση του παρελθόντος, τόσο πιθανότερο ήταν να βιώσουν τύψεις, αυτο-κατηγορία και συναισθηματική πίεση. 

Η μεταμέλεια μπορεί να είναι χρήσιμη όταν οδηγεί σε αυτογνωσία. Όταν όμως γίνεται χρόνια και εμμονική σε παγιδεύει στο παρελθόν, εξαντλώντας την ενέργεια που χρειάζεσαι στο παρόν για να προχωρήσεις. 

Για να μη συμβεί το τελευταίο…

• Ξαναγράψε τον εσωτερικό σου μονόλογο. Πες: «Τι μπορώ να κάνω τώρα;» αντί για «Κι αν είχα…» 
• Βγάλε το μάθημα, δηλαδή την ουσία και το δίδαγμα, όχι την ενοχή. Ρώτα: «Ποια προσωπική αξία ή στόχο ανέδειξε αυτή η μεταμέλεια;» 
• Χρησιμοποίησε αυτή την επίγνωση ως κίνητρο, όχι ως τιμωρία. Όχι μόνο μειώνει τη συναισθηματική πίεση, αλλά σου επιτρέπει να κερδίσεις κάτι απτό—όπως ένα μάθημα ζωής—από μια αρνητική εμπειρία. 
• Εξασκήσου στη σκέψη με επίκεντρο το μέλλον. Αντί να αναπαράγεις ξανά και ξανά ό,τι πήγε στραβά, εστίασε σε όσα είναι ακόμα πιθανά. Αυτό βοηθά στην αύξηση της αυτοαποτελεσματικότητας και σταδιακά διαλύει την τάση για αντιφατική σκέψη. 

Για παράδειγμα, όταν θυμάσαι έναν χωρισμό και σκέφτεσαι: 

«Τι θα είχε γίνει αν δεν είχα φύγει εκείνο το βράδυ; Αν είχα κάνει άλλη μια προσπάθεια αντί να τα παρατήσω;»δεν επανέρχεσαι απλώς σε μια στιγμή. Ξανανοίγεις ένα κομμάτι του εαυτού σου που δεν πήρε ποτέ το κλείσιμο που χρειαζόταν.  

Δεν μπορείς να ξαναγράψεις το παρελθόν σου. Αλλά μπορείς να αποφασίσεις τι θα κάνεις την επόμενη φορά που θα βρεθείς μπροστά σε μια σημαντική απόφαση. 

Το να ζεις σε μια «παράλληλη ζωή» —έστω και μόνο στο μυαλό σου— μπορεί να κάνει την πραγματική ζωή να φαίνεται αφόρητα μικρή. Όσο περισσότερο χρόνο περνάς αφιερώνοντας χρόνο στο πως θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, τόσο πιο εξιδανικευμένη και μη ρεαλιστική γίνεται αυτή η εναλλακτική εκδοχή. 

Είναι ένας γνώριμος φαύλος κύκλος: ένα ανεπίλυτο γεγονός, ένα μυαλό κολλημένο σε επανάληψη και μια βαθιά λαχτάρα για λύτρωση. Αυτό που συχνά κρατά τους ανθρώπους κολλημένους δεν είναι η ίδια η ανάμνηση, αλλά η φαντασίωση του πως “θα έπρεπε να είχαν πάει τα πράγματα.” 

Η έρευνα για την τάση προς τη φαντασίωση (fantasy proneness) δείχνει ότι ορισμένα άτομα είναι πιο ευάλωτα σε αυτή την ψυχική περιπλάνηση, απορροφώνται εύκολα σε φανταστικές πραγματικότητες που αρχίζουν να φαίνονται πιο ζωντανές από τη ζωή που ζουν. 

Και δεν είναι απλώς μια παθητική συνήθεια. 

Δεδομένα του 2018 που δημοσιεύτηκαν στο Personality and Individual Differences επιβεβαιώνουν ότι οι άνθρωποι με υψηλή ροπή στη φαντασία—ειδικά όσοι βυθίζονται βαθιά σε ζωντανές νοερές εκδοχές της πραγματικότητας—είναι πιο πιθανό να βιώσουν συναισθηματική δυσφορία όταν υιοθετούν δυσλειτουργικές στρατηγικές αντιμετώπισης όπως η εμμονική σκέψη (rumination) και η αυτο-κατηγορία. Όσο περισσότερο φανταζόμαστε το «πως θα έπρεπε να ήταν», τόσο πιο έντονα νιώθουμε και τις συνέπειες του «τι είναι». 

Τι μπορούμε να κάνουμε…

• Εξασκήσου στο κλείσιμο των ανοιχτών υποθέσεων. Αν ο εγκέφαλός σου επανέρχεται διαρκώς σε μια στιγμή, γράψε την κάτω—όλα όσα θα ήθελες να είχαν συμβεί. Ύστερα, κλείσε τη σελίδα. Βάζοντάς την κάπου (σε ημερολόγιο, κουτί ή συρτάρι), δίνεις στο μυαλό σου την άδεια να συνεχίσει. 
• Περιορίσε τα φανταστικά σενάρια. Η εμμονή ανθεί όταν υπάρχει άπλετος, αδόμητος χρόνος. Ακόμα και 30 λεπτά δομημένης δραστηριότητας—βόλτες, μικρές δημιουργικές εργασίες ή ουσιαστικές συζητήσεις—μπορούν να σπάσουν τον κύκλο και να σε φέρουν πίσω στο παρόν. 
• Άσκησε ενσυνειδητότητα, όχι απόσπαση. Αντί να προσπαθείς μάταια να «μην το σκέφτεσαι», εξασκήσου στο να παρατηρείς τη σκέψη σαν ένα σύννεφο που περνά. Πες στον εαυτό σου: «Να το πάλι εκείνο το σενάριο», και επέστρεψε ήπια σε αυτό που έκανες. 

Δεν θρηνείς μόνο το παρελθόν. Θρηνείς μια εκδοχή του που δεν υπήρξε ποτέ. Η σύγκριση κάνει την καθημερινότητα να φαίνεται άτονη, τους ανθρώπους απογοητευτικούς και τους στόχους χωρίς νόημα. Όμως όσο περισσότερο εξασκείσαι στο να επιστρέφεις στο παρόν, τόσο πιο αληθινή αρχίζει να μοιάζει η ζωή. Όχι τέλεια ή κινηματογραφική, αλλά βιώσιμη, ουσιαστική και δική σου να τη διαμορφώσεις από εδώ και πέρα. 

Το να ζεις σε μια παράλληλη ζωή μπορεί να είναι δελεαστικό. Προσφέρει την ψευδαίσθηση ελέγχου πάνω σε περασμένα γεγονότα, ειδικά εκείνα που συνδέονται με απώλεια, τύψεις ή χαμένες ευκαιρίες. Όμως όσο περισσότερο εμπλεκόμαστε με εξιδανικευμένες εκδοχές του παρελθόντος, τόσο πιο αποκομμένοι κινδυνεύουμε να γίνουμε από το παρόν. 

Το παρελθόν μπορεί να διαμορφώνει ποιοι είμαστε, αλλά δεν καθορίζει τι είναι ακόμα δυνατό. Για να προχωρήσουμε αληθινά μπροστά, δεν πρέπει να εστιάζουμε σε ό,τι “θα έπρεπε να είχε συμβεί”, αλλά να αναρωτηθούμε: “Τι μπορούμε να κάνω τώρα, με ό,τι ακόμα έχουμε;” 

*Mε στοιχεία από το Psychology Today.

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο Facebook, Bluesky και Instagram.