Μια φίλη μοιράστηκε πρόσφατα το άγχος της για τη συνάντηση με κάποιον με τον οποίο μιλούσε μέσω μιας εφαρμογής γνωριμιών τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Σημείωσε ότι ένιωθε σαν να είχε βγει ήδη τρία ραντεβού, έχοντας μοιραστεί τόσες πολλές προσωπικές πληροφορίες μαζί του ως αποτέλεσμα της διαδικτυακής συνομιλίας. Ως εκ τούτου, ένιωσε την πίεση να ψάξει βαθύτερα το τι θα μοιραστεί στο επερχόμενο πρώτο ραντεβού, ένα ραντεβού το οποίο συνήθως προσφέρεται για απλές ερωτήσεις “γνωριμίας”. Αυτό με έκανε να αναρωτηθώ: Αποκαλύπτουμε πιο προσωπικές λεπτομέρειες όταν συνδεόμαστε με κάποιον πρώτα μέσω διαδικτύου;
Η έρευνα
Οι Nguyen, Bin και Campbell (2012) διεξήγαγαν μια μελέτη για να εξετάσουν την αυτοαποκάλυψη τόσο στο διαδίκτυο όσο και στον πραγματικό κόσμο. Αυτοαποκάλυψη, σημαίνει τα πράγματα που αποκαλύπτουμε σε τρίτους για τον εαυτό μας. Σημειώνουν λοιπόν, ότι η αυτοαποκάλυψη είναι πολύπλευρη και συχνά εξετάζεται σε τρεις διαστάσεις: συχνότητα, εύρος και βάθος (Nguyen et al. , 2012). Η συχνότητα αφορά την ποσότητα των πληροφοριών που μοιράζονται, το εύρος επικεντρώνεται στο εύρος των θεμάτων που αποκαλύπτονται και το βάθος είναι η οικειότητα των πληροφοριών που μοιράζονται.
Οι συγγραφείς αναφέρουν επίσης τη θεωρία της κοινωνικής διείσδυσης (SPT), σύμφωνα με την οποία ” οι αλλαγές στην αυτοαποκάλυψη μεταξύ των συντρόφων είναι αναπόσπαστο μέρος και ενδεικτικό της ανάπτυξης αλλά και της παρακμής της σχέσης” (Nguyen et al. , 2012, σ. 103). Καθώς οι σχέσεις εξελίσσονται και μετασχηματίζονται, είναι χαρακτηριστικό ότι οι συμμετέχοντες μοιράζονται περισσότερες πληροφορίες και εμβαθύνουν σε αυτά που μοιράζονται. Πολλοί υποστηρίζουν ότι η διαδικτυακή επικοινωνία οδηγεί σε μεγαλύτερη αυτοαποκάλυψη, η οποία εξακολουθεί να είναι ένα αμφισβητούμενο ζήτημα. Ως αποτέλεσμα, οι ερευνητές διεξήγαγαν μια συστηματική ανασκόπηση για να εξετάσουν την αυτοαποκάλυψη τόσο στο διαδίκτυο όσο και εκτός διαδικτύου, εστιάζοντας στην ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο των διαπροσωπικών σχέσεων.
Συνολικά, συμπεριλήφθηκαν 15 μελέτες που έκαναν 24 συγκρίσεις μεταξύ διαδικτυακής και μη διαδικτυακής γνωριμίας άρα και αυτοαποκάλυψης. Όλες οι μελέτες συνέκριναν τις αλληλεπιδράσεις που ήταν πρόσωπο με πρόσωπο (FTF) με την επικοινωνία μέσω υπολογιστή (CMC) και τα ευρήματα που εξέταζαν την αυτοαποκάλυψη ήταν μικτά. Για παράδειγμα, πειραματικές μελέτες που εξέταζαν το βάθος της αποκάλυψης μεταξύ αγνώστων διαπίστωσαν ότι οι αποκαλύψεις μέσω CMC είχαν μεγαλύτερο βάθος. Μελέτες ερευνών διαπίστωσαν μεγαλύτερο βάθος αποκάλυψης FTF, ωστόσο η παρούσα έρευνα εξέτασε το βάθος αποκάλυψης μεταξύ φίλων. Ως εκ τούτου, είναι δύσκολο να συγκριθούν άμεσα οι μελέτες. Οι Nguyen κ. ά. (2012) μοιράζονται ότι “θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι, αν και υπάρχει μεγαλύτερο βάθος διαδικτυακής αυτοαποκάλυψης μεταξύ αγνώστων, τα άτομα αναφέρουν ότι αποκαλύπτουν περισσότερα στους offline συντρόφους τους όταν η σχέση αναπτύσσεται” (σ. 109). Επομένως, δεν υπάρχει ισχυρή υποστήριξη για ένα μέσο έναντι ενός άλλου όσον αφορά τη γνωστοποίηση.
Συνολικά, όσον αφορά τη συχνότητα, η έρευνα έδειξε ότι ανταλλάσσονται περισσότερες πληροφορίες μεταξύ αγνώστων στο διαδίκτυο. Όσον αφορά το εύρος, τα αποτελέσματα ήταν ασαφή. Το τι αποκαλύφθηκε επηρεάστηκε περισσότερο από τη διάρκεια της σχέσης και την οικειότητα της σχέσης αυτής παρά από το μέσο που χρησιμοποιήθηκε. Τέλος, όπως αναφέρθηκε, όσον αφορά το βάθος, υπήρξε μια αποσύνδεση μεταξύ της πραγματικής και της αντιλαμβανόμενης αποκάλυψης.
Πιο πρόσφατες έρευνες έχουν διευρύνει το πεδίο της εξέτασης των διαδικτυακών αποκαλύψεων μεταξύ ατόμων. Ενώ προηγούμενες έρευνες έχουν εξετάσει την αυτοαποκάλυψη, οι Thompson και Brindley (2020) εξέτασαν 216 ερωτηθέντες για να μελετήσουν τις αποκαλύψεις που κάνουν και σχετίζονται με άλλους. Μέσω της ανάλυσης ερωτήσεων από προηγούμενες έρευνες που κάλυπταν τις ανησυχίες για την προστασία της ιδιωτικής ζωής, την εμπιστοσύνη, την αυτοαποκάλυψη και την αποκάλυψη για τρίτους, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι παρόλο που η εμπιστοσύνη στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχει μειωθεί, οι χρήστες συνεχίζουν να αποκαλύπτουν πληροφορίες. Οι ερευνητές σημειώνουν επίσης ότι κατά τη διαδικασία της αυτοαποκάλυψης, οι χρήστες μπορούν με τη σειρά τους να μοιραστούν πληροφορίες για άλλους μέσω της τοποθέτησης ετικέτας ή του check-in, ένας όρος που μάλλον δεν πολυσκέφτονται ότι αποτελούν έκθεση πληροφοριών για εκείνους καθώς γίνεται έμμεσα και όχι άμεσα.
Σε κάθε περίπτωση, τα αποτελέσματα των παραπάνω ερευνών θα έπρεπε να περάσουν το μήνυμα στο κοινό, ότι ανεξάρτητα από το μέσο το οποίο επιλέγετε για να αποκαλύψετε πληροφορίες, καλό είναι να μοιράζεστε μόνο ότι αισθάνεστε άνετα. Έτσι, θα έχετε λιγότερες πιθανότητες να μετανιώσετε αργότερα για όσα εκμυστηρευτήκατε.