Δεν είναι λίγοι οι άνθρωποι που αγνοούν τη στοματική υγιεινή. Θα ήθελαν να έχουν ολόλευκα δόντια, αλλά η διαδικασία της καθημερινής περιποίησης τους κουράζει κι αρκετές φορές τη θεωρούν υπερβολική. Μοιραία έρχεται η καταστροφή τους και τότε ο οδοντίατρος καλείται να μας δώσει λύση. Οι ερευνητές σήμερα προσπαθούν να πάνε ένα βήμα μπροστά σχετικά με την αντικατάσταση των δοντιών. Έχουν δημιουργήσει λοιπόν ένα μείγμα ανθρώπινων και χοιρινών οδοντικών κυττάρων και τα έχουν αναπτύξει στις γνάθους ζωντανών μικροσκοπικών χοίρων. 

«Εργαζόμαστε για τη δημιουργία λειτουργικών δοντιών αντικατάστασης», δηλώνει η Pamela Yelick από το Πανεπιστήμιο Tufts, μία από τις ερευνήτριες που συμμετέχουν στο έργο. Η ιδέα είναι να αναπτυχθεί μια εναλλακτική λύση αντί για τα οδοντικά εμφυτεύματα τιτανίου. Η αντικατάσταση χαμένων ή κατεστραμμένων δοντιών με υγιή, ζωντανά, εργαστηριακά αναπτυγμένα δόντια θα μπορούσε να είναι μια πιο ελκυστική επιλογή από το να τοποθετείται ένα μεταλλικό εμφύτευμα στο οστό της γνάθου. 

Τα σημερινά οδοντικά εμφυτεύματα μπορεί να λειτουργούν καλά, αλλά δεν είναι η καλύτερη λύση στην πραγματικότητα. Δεν συνδέονται με τα οστά και τα ούλα με τον ίδιο τρόπο που το κάνουν τα φυσικά δόντια. Επιπλέον περίπου το 20% (δηλαδή 1/5) των ατόμων που λαμβάνουν εμφυτεύματα αναπτύσσουν μία μόλυνση που ονομάζεται περιεμφυτευματίτιδα (φλεγμονώδης νόσος των ούλων), η οποία μπορεί να οδηγήσει σε απώλειά του τεχνητού κατασκευάσματος. 

Αυτό οφείλεται στους μικροοργανισμούς που αναπτύσσονται πάνω τους. Υπάρχει μια πολύπλοκη κοινότητα μικροβίων που ζει στο στόμα μας και οι διαταραχές αυτής της κοινότητας μπορούν να οδηγήσουν σε λοιμώξεις. Όμως αυτοί οι οργανισμοί δεν επηρεάζουν μόνο το στόμα μας. Φαίνεται επίσης ότι συνδέονται με έναν αυξανόμενο αριθμό διαταραχών που επηρεάζουν το σώμα και τον εγκέφαλό μας. 

Το στοματικό μικροβίωμα, όπως ονομάζεται πλέον ανακαλύφθηκε για πρώτη φορά το 1670 από τον Antonie van Leeuwenhoek, έναν αυτοδίδακτο Ολλανδό μικροβιολόγο. «Δεν καθάρισα τα δόντια μου για τρεις ημέρες και στη συνέχεια πήρα το υλικό που είχε συσσωρευτεί σε μικρές ποσότητες στα ούλα πάνω από τους μπροστινούς μου κοπτήρες… Βρήκα μερικά ζωντανά ζωύφια», έγραψε σε μια επιστολή του στη Βασιλική Εταιρεία της εποχής. 

Ο Van Leeuwenhoek χρησιμοποίησε τα δικά του, χειροποίητα μικροσκόπια για να μελετήσει τα «ζωύφια» που βρήκε στο στόμα του. Σήμερα γνωρίζουμε ότι αυτοί οι οργανισμοί περιλαμβάνουν βακτήρια, αρχαία, μύκητες και ιούς. Καθένας από τους οποίους έχει πολλά διαφορετικά είδη. «Το στόμα κάθε ανθρώπου φιλοξενεί εκατοντάδες βακτηριακά είδη», λέει η Kathryn Kauffman από το Πανεπιστήμιο του Μπάφαλο, η οποία μελετά συστηματικά το στοματικό μικροβίωμα. 

Αυτοί οι οργανισμοί αλληλεπιδρούν μεταξύ τους και με το ανοσοποιητικό μας σύστημα, και οι ερευνητές εξακολουθούν να προσπαθούν να κατανοήσουν πώς λειτουργούν αυτές οι αλληλεπιδράσεις. Μερικά μικρόβια τρέφονται με σάκχαρα ή λίπη της διατροφής μας, ενώ άλλα φαίνεται να τρέφονται με τα ίδια μας τα κύτταρα. Ανάλογα με το τι καταναλώνουν και τι παράγουν, τα μικρόβια μπορούν να αλλάξουν το περιβάλλον του στόματος, είτε ευνοώντας είτε εμποδίζοντας την ανάπτυξη άλλων μικροοργανισμών. 

Αυτός ο περίπλοκος μικροβιακός «χορός» φαίνεται να παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην υγεία μας. Οι στοματικές ασθένειες και ακόμη και οι καρκίνοι του στόματος έχουν συνδεθεί με μια ανισορροπία στο στοματικό μικροβίωμα, την οποία οι επιστήμονες αποκαλούν «δυσβίωση» (γνωστή είναι επίσης και η εντερική δυσβίωση). Η τερηδόνα για παράδειγμα αποδίδεται σε υπερανάπτυξη μικροβίων που παράγουν ισχυρά οξέα ικανά να βλάψουν τα δόντια. Συγκεκριμένα στοματικά μικρόβια συνδέονται επίσης με έναν συνεχώς αυξανόμενο κατάλογο ασθενειών του σώματος και του εγκεφάλου, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα (αυτοάνοσο), οι μεταβολικές νόσοι, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, οι φλεγμονώδεις παθήσεις του εντέρου, ο καρκίνος του παχέος εντέρου και πολλά άλλα. 

Υπάρχουν επίσης αυξανόμενες ενδείξεις ότι αυτά τα στοματικά μικρόβια συμβάλλουν στις νευροεκφυλιστικές ασθένειες. Ένα βακτήριο που ονομάζεται P. gingivalis, το οποίο διαδραματίζει ρόλο στην ανάπτυξη της χρόνιας περιοδοντίτιδας έχει βρεθεί στους εγκεφάλους ατόμων με νόσο Αλτσχάιμερ. Επιπλέον είναι αποδεδειγμένο πως τα άτομα που έχουν μολυνθεί με P. gingivalis εμφανίζουν μείωση των γνωστικών τους ικανοτήτων μέσα σε διάστημα έξι μηνών. Οι επιστήμονες εξακολουθούν να διερευνούν πως τα στοματικά μικρόβια μπορεί να ταξιδεύουν από το στόμα και να προκαλούν ασθένειες σε άλλα μέρη του σώματος. Σε ορισμένες περιπτώσεις, «καταπίνετε το σάλιο που τα περιέχει … και μπορεί να εγκατασταθούν στην καρδιά και σε άλλα σημεία του σώματος», λέει η Yelick. «Μπορούν να προκαλέσουν μια συστηματική φλεγμονή που απλώς συμβαίνει στο παρασκήνιο». 

Σε άλλες περιπτώσεις, τα μικρόβια μπορεί να χρησιμοποιούν τα ίδια μας τα ανοσοκύτταρα ως «όχημα» για να κυκλοφορούν στην κυκλοφορία του αίματος, όπως υποστηρίζει η «υπόθεση του Δούρειου Ίππου». Υπάρχουν ενδείξεις ότι το Fusobacterium nucleatum, ένα βακτήριο που συναντάται συνήθως στο στόμα ακολουθεί αυτή τη στρατηγική, κρυπτόμενο μέσα στα λευκά αιμοσφαίρια. Ας μη ξεχνάμε πως για να επιβιώσουν και να αναπαραχθούν οι μικροοργανισμοί χρειάζονται τους μηχανισμούς του ξενιστή που τους φιλοξενεί. 

Υπάρχουν ακόμη πολλά να μάθουμε για το πως αυτοί οι – πολλές φορές – ανεπιθύμητοι επισκέπτες ασκούν τόσο μεγάλη επιρροή σε λειτουργίες που εκτείνονται από τον μεταβολισμό και την υγεία των οστών μέχρι τη νευρολογική λειτουργία. Στο μεταξύ όμως τα νέα ευρήματα αποτελούν μια καλή υπενθύμιση ότι πρέπει να φροντίζουμε τα δόντια μας – τουλάχιστον μέχρι να είναι διαθέσιμα τα νέα εργαστηριακά αναπτυγμένα δόντια. Η καθημερινή υγιεινή αποτελεί σημάδι καθαρότητας και βελτιώνει τόσο τη δική μας αίσθηση, αλλά και το προφίλ μας απέναντι σε κάθε συνομιλητή μας. Ας το σκεφτούμε καλά την επόμενη φορά που θα νιώσουμε πως “βαριόμαστε” να πλύνουμε τα δόντια μας το βράδυ! 

*Με στοιχεία από το Technology Review.

 

 Ακολουθήστε το OLAFAQ στο FacebookBluesky και Instagram.