Η ηθοποιός Rachel Bilson, κάποτε πρωταγωνίστρια του εφηβικής σαπουνόπερας των 00s «The OC», δήλωσε πρόσφατα στο podcast της ότι δεν είχε οργασμό κατά τη διάρκεια διεισδυτικού σεξ με έναν άντρα μέχρι τα 38 της. Πολλοί ακροατές σοκαρίστηκαν με τη δήλωση, άλλοι ταυτίστηκαν και κάπως έτσι ξεκίνησε άλλη μια συζήτηση για το «οργασμικό κενό» (orgasm gap).

Η φράση πρόκειται για ένα λογοπαίγνιο του wage gap (μισθολογικό χάσμα). Όπως υπάρχει χάσμα μεταξύ των αμοιβών των αντρών και των γυναικών, ένα αντίστοιχο φαινόμενο παρατηρείται και στο σεξ. Έτσι, το οργασμικό κενό είναι η διαφορά στον αριθμό των οργασμών που αναφέρουν άνδρες και γυναίκες κατά τη διάρκεια του ετεροφυλόφιλου σεξ.

Σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας κατασκευής προφυλακτικών Durex, οι στρέιτ άντρες έχουν 4 φορές περισσότερους οργασμούς από τις στρέιτ γυναίκες. Συγκεκριμένα, το 20% των ανδρών και το 5% των γυναικών απάντησαν ότι έρχονται πάντα σε οργασμό κατά τη διάρκεια του σεξ. 

Η Διεθνής Ακαδημία Σεξουαλικής Έρευνας διεξήγαγε μια πιο αυστηρή μελέτη το 2017 και διαπίστωσε ότι το 95% των ετεροφυλόφιλων ανδρών δήλωσαν ότι συνήθως ή πάντα είχαν οργασμό κατά τη διάρκεια της ερωτικής επαφής, ακολουθούμενο από το 89% των ομοφυλόφιλων ανδρών, το 88% των αμφιφυλόφιλων ανδρών, το 86% των λεσβιών γυναικών , το 66% των αμφιφυλόφιλων γυναικών και το 65% των στρέιτ γυναικών. Οπότε τι μας λένε τα νούμερα; Μάλλον ότι οι γυναίκες πρέπει να κάνουν σεξ μόνο με γυναίκες. Ή ότι οι άντρες λένε ψέματα στις έρευνες. Imagine all the people, having an orgasm every time.

Εντάξει, ίσως η λύση δεν είναι να κόψουμε το στρέιτ σεξ, αλλά να αντιμετωπίσουμε κάποιες πλάνες γύρω από αυτό. Πρώτον, αν κάνετε διεισδυτικό σεξ, θα είναι σχεδόν πάντα ευκολότερο για τους άνδρες να ολοκληρώσουν– και αυτό οφείλεται στην ανατομία τους.

«Η βάλανος του πέους είναι πολύ ευαίσθητη, επομένως κάθε κίνηση είναι πολύ ευχάριστη και είναι πιο εύκολη η εκσπερμάτιση», λέει ο σεξοθεραπευτής Silva Neves. «Η θέση της κλειτορίδας δε βολεύει ώστε να φτάσει σε οργασμό μια γυναίκα μέσω της διείσδυσης». Παρόλαυτα, η κορύφωση μετά από διέγερση της κλειτορίδας με άλλα μέσα εξακολουθεί να μετράει ως οργασμός. «Η διείσδυση είναι εξαιρετική – πολλοί άνθρωποι τη βρίσκουν ιδιαίτερα ευχάριστη – αλλά είναι σημαντικό να μην ταυτίζουμε το σεξ με τη διείσδυση», λέει ο Neves. «Το στοματικό σεξ είναι επίσης σεξ, ο αμοιβαίος αυνανισμός είναι σεξ, η χρήση σεξουαλικών παιχνιδιών με τον σύντροφό σας είναι κι αυτό σεξ».

Συχνά, όταν μιλάμε για το οργασμικό κενό αναφέρουμε ότι η βασική αιτία είναι η έλλειψη πραγματικής και ανοιχτής επικοινωνίας μεταξύ των συντρόφων, που δεν έχουν τη διάθεση και τη διαφάνεια ώστε να είναι ξεκάθαροι για το τι θέλουν. Παρόλαυτα, νομίζω ότι υπάρχει και κάτι παραπάνω: διακρίνω μια φορντική κατανόηση του σεξ, όπου όλοι είμαστε το ίδιο φτιαγμένοι και θέλουμε τα ίδια πράγματα.

«Ο κόσμος μπαίνει στο ίντερνετ για να μάθει ποια είναι η καλύτερη στάση και πώς μπορούν να γίνουν καλύτεροι στο σεξ», λέει ο Neves. Όμως ένα τέτοιο σκεπτικό ενέχει μια υποδόρια κριτική, αφού υπονοεί ότι υπάρχει μια αντικειμενική κλίμακα αριστείας, στην οποία η κορύφωση είναι ο βασικός δείκτης απόδοσης.

Ένα τέτοιο σκεπτικό είναι φυσικά παράλογο. Κάθε άνθρωπος είναι ψυχή τε και σώματι διαφορετικός. Ακόμη και στο ίδιο άτομο, θα υπάρχουν πολυάριθμες παραλλαγές προτιμήσεων και διαθέσεων. Έτσι, ανάλογα με τον σύντροφο, τις συνθήκες ή το πώς ξυπνήσαμε σήμερα το πρωί, μπορεί να θέλουμε διαφορετικά πράγματα. Πρέπει πραγματικά να ξεφύγουμε από την ιδέα ότι το σεξ είναι διαγώνισμα, το οποίο το περνάμε αν είμαστε καλοί εραστές, αν έχουμε οργασμό, αν κρατήσει πολύ, κλπ.

Πώς εξηγείται το οργασμικό κενό – Τρεις υποθέσεις

Το 2022 δημοσιεύτηκε μια μελέτη στο περιοδικό Gender & Society, στην οποία συμμετείχαν 2.303 Καναδοί ενήλικες. Μετά την πρώτη φάση της έρευνας, οι κοινωνιολόγοι Nicole Andrejek, Tina Fetner και Melanie Heath πραγματοποίησαν εις βάθος συνεντεύξεις με 40 από τους συμμετέχοντες, με στόχο όχι μόνο να κατανοήσουν αλλά και ίσως μια μέρα να επιλύσουν το φαινόμενο του οργασμικού κενού.

Έτσι, η μελέτη αυτή εξέτασε τρεις βασικές υποθέσεις για το οργασμικό κενό:

Α) Οι γυναίκες θα είχαν περισσότερους οργασμούς αν αυνανίζονταν περισσότερο

Β) Σε αντίθεση με τους άνδρες – είναι πιο πιθανό να έρθουν σε οργασμό με έναν αφοσιωμένο σύντροφο (πχ: εντός μιας σοβαρής σχέσης). 

Γ) Ο οργασμός θα ήταν πιο εύκολος αν οι άνδρες επικεντρώνονταν περισσότερο στην κλειτορίδα, την κύρια ανατομική πηγή της γυναικείας σεξουαλικής απόλαυσης.

Τα αποτελέσματα υποστήριξαν ηχηρά την τρίτη εξήγηση. Συγκεκριμένα, οι γυναίκες που ανέφεραν ότι αυνανίζονταν τακτικά τον προηγούμενο μήνα δεν είχαν περισσότερες πιθανότητες να έρθουν οργασμό σε σύγκριση με τις γυναίκες που δεν το έκαναν. Επίσης, οι γυναίκες σε σχέσεις δεν είχαν περισσότερες πιθανότητες να ολοκληρώσουν από τις γυναίκες που έκαναν σεξ με άντρες που μόλις γνώρισαν. 

Ωστόσο, οι γυναίκες που δέχονταν στοματικό σεξ είχαν 16% περισσότερες πιθανότητες να έχουν οργασμό. «Το οργασμικό κενό κατά κύριο λόγο έχει να κάνει με την παραμέληση της κλειτορίδας», συνόψισαν οι ερευνήτριες. Το συμπέρασμα αυτό υποστηρίζεται κι από προηγούμενες έρευνες που έδειξαν ότι οι ομοφυλόφιλες γυναίκες έχουν πολύ περισσότερους οργασμούς κατά τη διάρκεια του σεξ από ό,τι οι ετεροφυλόφιλες.

Μήπως οι άντρες δεν κάνουν καλό σεξ;

Γιατί λοιπόν οι άντρες δεν αφιερώνουν χρόνο κι ενέργεια για να ικανοποιήσουν τις συντρόφους τους; Οι ερευνήτριες προσπάθησαν να βρουν την απάντηση σε αυτό το ερώτημα μέσω συνεντεύξεων. Από εκεί προέκυψαν άλλα 3 συμπεράσματα:

Πρώτον, τόσο οι άνδρες όσο και οι γυναίκες που ερωτήθηκαν περιέγραψαν τους οργασμούς των ανδρών ως φυσικούς και προφανείς και τους οργασμούς των γυναικών ως περιττούς, δευτερεύοντες στη συναισθηματική σύνδεση. Πράγματι, ο οργασμός θεωρήθηκε σχεδόν ως προϋπόθεση για τη διατήρηση της αρρενωπότητας και της αυτοεκτίμησης των ανδρών.

«Τα ευρήματά μας υποδεικνύουν το γεγονός ότι οι περιορισμένες προσδοκίες των ανδρών και των γυναικών για τον γυναικείο οργασμό έχουν λιγότερο σχέση με την εγγενή ανικανότητα ή την έλλειψη επιθυμίας των γυναικών για οργασμό και περισσότερο σχέση με τους κανόνες της ετεροφυλοφιλίας που περιορίζουν και μετριάζουν τις προσδοκίες ανάλογα με το φύλο».

Δεύτερον, οι συμμετέχοντες όρισαν ευρέως το «κανονικό σεξ» ως διεισδυτικη, κολπική επαφή, με το πέος στο επίκεντρο -ως το πρωταρχικό όργανο που «κάνει» την πράξη. Οι σεξουαλικές δραστηριότητες που δίνουν προτεραιότητα στη διέγερση της κλειτορίδας, όπως το στοματικό σεξ, η χρήση δονητών ή ο αυνανισμός περιγράφηκαν ως πιο «χρονοβόρες» και «επιπλέον δουλειά» για τα ζευγάρια. Επιπλέον, ο γυναικείος οργασμός θεωρήθηκε λανθασμένα ως «περιττός και δύσκολος».

Τρίτον, ένα σημαντικό υποσύνολο των ερωτηθέντων εξέφρασε ντροπή για τη χρήση πρακτικών εκτός της κολπικής επαφής για την επίτευξη οργασμού, συμπεριλαμβανομένου του στοματικού σεξ ή των sex toys, περιγράφοντάς τες ως «αφύσικες» ή «βρώμικες».

«Πρέπει ακόμη να ξεπεράσουμε το ταμπού σχετικά με τη σεξουαλικότητα των γυναικών», έγραψαν οι ερευνήτριες. «Η δυσφορία με τη δική τους σεξουαλική ευχαρίστηση και η ενσωματωμένη ντροπή οδηγούν τις γυναίκες να χαλιναγωγήσουν τη σεξουαλική τους όρεξη. Οι γυναίκες -σε σχέση με τους άντρες- αισθάνονται ότι δεν έχουν δικαίωμα σε εκείνα τα είδη σεξ που τις οδηγούν σε οργασμό. Ακόμη και στα πιο ιδιωτικά, οικεία περιβάλλοντα, τα ευρήματά μας δείχνουν ότι το φύλο και η ετεροκανονικότητα διαμορφώνουν τον τρόπο με τον οποίο ενεργούν τα άτομα».