O Michael Steln, Psy.D. βρίσκεται συχνά αντιμέτωπος με την ερώτηση των ασθενών του που πάσχουν απο ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, γιατί τους συμβαίνει. Οι απαντήσεις που δίνει σε αυτό το άρθρο, ρίχνουν φως όχι μόνο στις αιτίες που την προκαλούν αλλά και στους τρόπους που μπορούν να την κατανοήσουν και να την αντιμετωπίσουν.

Αρχικά να ξεκαθαρίσουμε ότι υπάρχει γενετική προδιάθεση για την ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή: Aν ο ένας γονέας έχει διαγνωσθεί με OCD, δηλαδή ιδεοψυχαναγκασμό, τότε ένα παιδί έχει περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξει κι αυτό την συγκεκριμένη διαταραχή συγκριτικά με ένα παιδί που δεν έχει κληρονομικότητα. Ωστόσο, δεν είναι κάτι που περνάει οπωσδήποτε απο γενιά σε γενιά μέσω των γονιδίων.

Τι είναι όμως η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή; Σύμφωνα με τον ψυχίατρο Νικήτα Αρναούτογλου, η ιιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή ( OCD ), είναι μία ψυχική πάθηση που χαρακτηρίζεται από παράλογες σκέψεις, ιδέες, εικόνες (εμμονές – ιδεοληψίες ή ψυχαναγκασμούς) και οδηγεί τους πάσχοντες σε επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές ( καταναγκασμούς). Επίσης είναι πιθανό να υπάρχει μόνο μία από τις δύο (μόνο ψυχαναγκασμοί ή μόνο επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές) και η διάγνωση τους να παραμένει η ίδια .

Αυτός που πάσχει από ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, συνήθως είναι ικανός να συνειδητοποιήσει ότι οι ψυχαναγκαστικές ιδέες του είναι παράλογες και προσπαθεί να τις αγνοήσει ή να τις σταματήσει. Αυτό έχει ως τελικό αποτέλεσμα σταδιακά να αυξάνεται η αγωνία και το άγχος του. Τελικά, συνήθως καταφεύγει στην εκτέλεση ψυχαναγκαστικών πράξεων, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να μειώσει τα επίπεδα του άγχους του και να κατευνάσει τα δυσφορικά του συναισθήματα.

Η διαταραχή συχνά επικεντρώνεται γύρω από συγκεκριμένα θέματα , όπως ο φόβος του ασθενούς μη μολυνθεί από μικρόβια. Για να απαλύνει τους φόβους της μόλυνσης , μπορεί να πλένει ψυχαναγκαστικά, αναρίθμητες φορές τα χέρια μέχρι αυτά να γίνουν επώδυνα και σκασμένα. Αυτός που πάσχει από την νόσο, παρά τις προσπάθειες του να αγνοήσει ή να απαλλαγεί από τις ενοχλητικές «εισβάλουσες» «παρεισφρύνουσες» σκέψεις, αυτές συνεχίσουν να επανέρχονται πίσω. Αυτό οδηγεί σε πιο τελετουργική συμπεριφορά προκαλώντας τον χαρακτηριστικό «φαύλο κύκλο» της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής

Τι πιστεύουν οι πάσχοντες από OCD για τις καταναγκαστικές τους σκέψεις; Μεταξύ άλλων σκέψεων που κάνουν, αισθάνονται και ενοχές, καθώς πιστεύουν πως οι καταναγκαστικές τους σκέψεις είναι ένοχες. Πιστεύουν κοινώς ότι κάνουν σκέψεις που άλλοι δεν έχουν γιατί είναι βρώμικες και αποτελούν ταμπού για τον μέσο άνθρωπο. Μερικές από αυτές μπορεί να είναι ότι φοβούνται τα μικρόβια και τις ασθένειες μην τυχόν και κολλήσουν τον εαυτό τους ή άλλους, κάνουν αρνητικές σκέψεις όσον αφορούν τα θρησκευτικά πιστεύω, έχουν αλλόκοτους ή απαγορευμένους σεξουαλικούς πόθους ή δεν κάνουν πράγματα επειδή αναρωτιούνται συνεχώς αν τα διεκπεραίωσαν- για παράδειγμα αν βάλουν κάτι στην πρίζα και μετά το βγάλουν θα μείνουν εκεί να κοιτούν συνεχώς αν η πρίζα είναι έξω, δεν μπορούν να πάρουν απόφαση ότι απλά την έβγαλαν.

Βέβαια, σύμφωνα με έρευνες, οι παραπάνω σκέψεις, γίνονται και από ανθρώπους που δεν πάσχουν απο ΟCD και μάλιστα, σε εξαιρετικά υψηλό ποσοστό. Πιο συγκεκριμένα, το 94% του γενικού πληθυσμού έχει κάνει αυτές τις σκέψεις – κι εδώ ο ψυχίατρος Michael Steln λέει αστειευόμενος ότι το υπόλοιπο 6% απλώς λέει ψέματα. Πως λοιπόν από αυτό το καθολικό 94% που κάνει αυτές τις σκέψεις, ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή παρουσιάζει μονάχα το 2% του πληθυσμού; Διότι η ειδοποιός διαφορά είναι η εξής: Ένας άνθρωπος χωρίς OCD, θα κάνει μια παράξενη σκέψη και μετά απλά θα την προσπεράσει και θα συνεχίσει τη ζωή του. Ένας άνθρωπος με OCD αντιθέτως, θα κάνει την ίδια σκέψη και θα σταματήσει εκεί η ζωή του, ο νους του, ο χρόνος και θα αναρωτιέται ξανά και ξανά γιατί σκέφτηκε κάτι τέτοιο και σε τί οφείλεται αυτό που σκέφτηκε. Το αποτέλεσμα; Να το σκέφτεται ξανά και ξανά χωρίς φυσικά να μπορεί να το βγάλει από το μυαλό του και να χάνεται μέσα στο άγχος των σκέψεών του.

Έτσι λοιπόν αποκτά κανείς ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή: Mε το να θεωρεί τις σκέψεις του επικίνδυνες, ενώ δεν είναι επικίνδυνες, είναι απλώς σκέψεις. 

Τα καλά νέα, είναι ότι αν κάποιος όντως συνειδητοποιήσει ότι αυτές οι αρνητικές σκέψεις είναι απλά σκέψεις και δεν έχουν κάποια πρακτική επικινδυνότητα, τότε θα μπορέσει να βελτιώσει την κατάσταση της διαταραχής του. Επομένως την επόμενη φορά που κάποιος από εμάς θα κάνει μια αγχωτική παράξενη σκέψη, αν πει “Ok, να την πάλι, σιγά το πράγμα” και καταφέρει να την προσπεράσει θα της αφαιρέσει την δύναμη να τον ελέγχει. Με λίγα λόγια, αν κάποιος καταφέρει να σταματήσει να αντιμετωπίζει τις οποιεσδήποτε σκέψεις του σαν πρόβλημα, τότε απλώς θα πάψουν να του δημιουργούν πρόβλημα.