Πώς θα μπορούσαμε να ονομάσουμε την εποχή μας; Σίγουρα δεν είναι η εποχή της πληροφορίας: η αποτυχία των προσπαθειών που είχαν αναπτυχθεί για τη διεύρυνση και την ποιοτική αναβάθμιση της εκπαίδευσης άφησε ένα κενό που καλύφθηκε από το μάρκετινγκ και τις θεωρίες συνωμοσίας. Όπως ακριβώς η λίθινη εποχή, η εποχή του σιδήρου και η εποχή του Διαστήματος, ο όρος ψηφιακή εποχή λέει πολλά για τα τεχνολογικά επιτεύγματα της εποχής αλλά λίγα για την κοινωνία μας. Η ανθρωπόκαινος εποχή (που ορίζεται ως μια προτεινόμενη γεωλογική εποχή που χρονολογείται από την έναρξη σημαντικών ανθρώπινων επιπτώσεων στη γεωλογία και τα οικοσυστήματα της Γης, συμπεριλαμβανομένων, ενδεικτικά, της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής), κατά την οποία ο άνθρωπος ασκεί σημαντικό αντίκτυπο στη βιόσφαιρα, αδυνατεί να διακρίνει αυτόν τον αιώνα από τους προηγούμενους 20.
Ποια σαφής κοινωνική αλλαγή ξεχωρίζει την εποχή μας από τις προηγούμενες; Για μένα είναι προφανής και είναι η εποχή της μοναξιάς.
Όταν ο Τόμας Χομπς ισχυρίστηκε ότι στην προκοινωνική κατάσταση πολύ προτού εμφανιστεί η κρατική εξουσία για να θέσει τους ανθρώπους υπό τον έλεγχό της, βρισκόμασταν σε έναν πόλεμο «όλων εναντίον όλων», δεν θα μπορούσε να κάνει μεγαλύτερο λάθος. Αρχικά οι άνθρωποι ήμασταν κοινωνικά πλάσματα, που σαν μέλισσες-θηλαστικές, εξαρτιόνταν εξ ολοκλήρου ο ένας από τον άλλον.
Οι πρωτόγονοι άνθρωποι της Ανατολικής Αφρικής δεν θα μπορούσαν να επιβιώσουν ούτε μία νύχτα μόνοι τους. Εχουμε διαμορφωθεί, σε μεγαλύτερο βαθμό από όλα σχεδόν τα άλλα είδη, σε σύνδεση και αλληλεξάρτηση μεταξύ μας. Η εποχή στην οποία ζούμε τώρα, όλο και πιο απομονωμένοι από τους άλλους, δεν μοιάζει με καμιά προηγούμενη.
Η μοναξιά έχει γίνει επιδημία τόσο μεταξύ των νέων, όσο και μεταξύ των ηλικιωμένων. Αν τα στοιχεία ήταν ασαφή πριν από το Covid-19, τώρα είναι αδύνατο να τα αγνοήσουμε: ζούμε τα επακόλουθα μιας πρωτοφανούς κοινωνικής απομόνωσης. Οι κοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας είναι διάχυτες και αργούν να ξεθωριάσουν: οι συνήθειες κοινωνικοποίησης έχουν μετατοπιστεί, καθώς οι άνθρωποι συναντιούνται στο διαδίκτυο και εργάζονται από το σπίτι, και ο μυς της προσωπικής αλληλεπίδρασης μαραίνεται. Τι χάνουμε όταν η ζωή μεταβάλλεται με αυτόν τον τρόπο και τι μπορούμε να κάνουμε για να την πάρουμε πίσω;
Η μοναξιά αναγνωρίζεται, όλο και περισσότερο, ως πρόβλημα δημόσιας υγείας. Η κοινωνική απομόνωση είναι τόσο ισχυρή αιτία πρόωρου θανάτου όσο το κάπνισμα 15 τσιγάρων την ημέρα, ενώ σύμφωνα με έρευνες, είναι δύο φορές πιο θανατηφόρα από την παχυσαρκία. Άνοια, υψηλή αρτηριακή πίεση, αλκοολισμός και ατυχήματα – όλα αυτά, όπως και η κατάθλιψη, η παράνοια, το άγχος και η αυτοκτονία, γίνονται πιο διαδεδομένα όταν κόβονται οι κοινωνικοί δεσμοί. Γιατί πολύ απλά δεν μπορούμε να ανταπεξέλθουμε μόνοι μας.
Ναι, τα εργοστάσια έχουν κλείσει, οι άνθρωποι ταξιδεύουν με αυτοκίνητο αντί για λεωφορείο, χρησιμοποιούν το YouTube αντί για τον κινηματογράφο. Αλλά αυτές οι αλλαγές από μόνες τους δεν μπορούν να εξηγήσουν την ταχύτητα της κοινωνικής μας κατάρρευσης. Αυτές οι διαρθρωτικές αλλαγές συνοδεύονται από μια ιδεολογία η οποία επιβάλλει και εξυμνεί την κοινωνική μας απομόνωση. Ο πόλεμος «όλων εναντίον όλων» – ο ανταγωνισμός και ο ατομικισμός, με άλλα λόγια – είναι η θρησκεία της εποχής μας, που δικαιολογείται από μια μυθολογία των μοναχικών καβαλάρηδων, των αποκλειστικών εμπόρων, των αυτοεργοδοτούμενων, των επιχειρηματικών δαιμονίων, των αυτοδημιούργητων ανδρών και γυναικών, που τα καταφέρνουν όλα μόνοι τους. Δεν υπάρχει κοινωνία, παρά μόνο ηρωικός ατομικισμός. Αυτό που μετράει είναι η νίκη. Τα υπόλοιπα είναι παράπλευρες απώλειες.
Τα παιδιά δεν φιλοδοξούν πλέον να γίνουν οδηγοί τρένων, γιατροί, δασκάλες ή νοσοκόμες, αλλά τα περισσότερα από αυτά δηλώνουν ότι «θέλουν απλώς να γίνουν πλούσια»: ο πλούτος και η φήμη είναι οι μοναδικές φιλοδοξίες στην εποχή μας. Έχουμε λιγότερες πιθανότητες από οποιαδήποτε άλλη εποχή να έχουμε στενούς φίλους ή να γνωρίζουμε τους γείτονές μας. Αυτό δεν μας εκπλήσσει όταν όταν παντού μας προτρέπουν να τσακωνόμαστε σαν τα σκυλιά πάνω από έναν κάδο απορριμμάτων, ή για μία θέση εργασίας;
Αλλάξαμε ακόμα και τη γλώσσα μας για να αντικατοπτρίσουμε αυτή την αλλαγή. Η πιο αιχμηρή προσβολή της εποχής μας είναι ο «αποτυχημένος», ενώ πάψαμε πλέον να μιλάμε για ανθρώπους. Τώρα τους αποκαλούμε άτομα. Είναι τόσο διαδεδομένος αυτός ο αποξενωτικός, εξατομικευμένος όρος που ακόμη και οι φιλανθρωπικές οργανώσεις που καταπολεμούν τη μοναξιά τον χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τους ανθρώπους. Παράλληλα μιλάμε για εξατομικευμένους μισθούς, εξατομικευμένα ωράρια και ατομικά δικαιώματα που ήρθαν να αντικαταστήσουν τα ανθρώπινα ή τις πανανθρώπινες αλήθειες. Έχει δημιουργηθεί ένας καλειδοσκοπικός κατακερματισμένος κόσμος φτιαγμένος από πολλές μικρές ατομικές κυψέλες χωρίς δίοδο επικοινωνίας από τη μια στην άλλη. Ο καθένας στον κόσμο του. Στην δική του κατακερματισμένη πραγματικότητα.
Παράλληλα, με δυσκολία μπορούμε να ολοκληρώσουμε μια πρόταση χωρίς να γίνουμε προσωπικοί. «Προσωπικός λογαριασμός», «προσωπικά μιλώντας», προτιμούμε τους «προσωπικούς μας φίλους» από την απρόσωπη μάζα και τα «προσωπικά μας αντικείμενα» από αυτά που δεν μας ανήκουν.
Ένα από τα τραγικά αποτελέσματα της μοναξιάς είναι ότι οι άνθρωποι στρέφονται στην οθόνη τους για παρηγοριά: αυτός ο «μονόφθαλμος θεός» είναι η κύρια παρέα τους. Ωστόσο, αυτή η μορφή αυτοθεραπείας επιδεινώνει την ασθένεια. Μια έρευνα έδειξε ότι η τηλεόραση συμβάλλει στην προώθηση της ανταγωνιστικής φιλοδοξίας. Ενισχύει έντονα το παράδοξο εισοδήματος-ευτυχίας.
Ερευνητές έχουν διαπιστώσει πως εκείνοι που βλέπουν περισσότερο τηλεόραση αντλούν λιγότερη ικανοποίηση από ένα δεδομένο επίπεδο εισοδήματος. Η τηλεόραση επιταχύνει τον τροχό των προσδοκιών που συμβάλλουν στο αίσθημα του ανικανοποίητου.
Αρκεί να σκεφτούμε τις μυριάδες μορφές ανταγωνιστικών «τάλεντ σόου» και «παιχνιδιών καριέρας» («The Voice», «Next Top Model» κ.ο.κ.) που έχουν κατακλύσει τις οθόνες. Είναι μια γενικευμένη εμμονή με τη φήμη και τον πλούτο, η διαβρωτική αίσθηση πως η ζωή είναι κάπου αλλού και όχι εκεί όπου βρίσκεσαι.
Ποιο είναι λοιπόν το νόημα; Τι κερδίζουμε από αυτόν τον πόλεμο όλων εναντίον όλων; Ο ανταγωνισμός οδηγεί στην ανάπτυξη, αλλά η ανάπτυξη δεν μας κάνει πλέον πλουσιότερους. Τα στοιχεία που δημοσιεύθηκαν δείχνουν ότι, ενώ το εισόδημα των διευθυντών εταιρειών αυξήθηκε κατά περισσότερο από το ένα πέμπτο, οι μισθοί για το σύνολο του εργατικού δυναμικού μειώθηκαν σε πραγματικούς όρους. Τα αφεντικά κερδίζουν 120 φορές περισσότερα από τον μέσο εργαζόμενο πλήρους απασχόλησης. (Το 2000, ήταν 47 φορές). Και ακόμη και αν ο ανταγωνισμός μας έκανε πλουσιότερους, δεν θα μας έκανε πιο ευτυχισμένους, καθώς η ικανοποίηση που απορρέει από την αύξηση του εισοδήματος θα υπονομευόταν από τις φιλοδοξίες του ανταγωνισμού.
Το 1% κατέχει το 48% του παγκόσμιου πλούτου, αλλά ακόμη και αυτό δεν είναι ευτυχισμένο. Μια έρευνα του Boston College σε άτομα με μέση καθαρή περιουσία 78 εκατ. δολάρια διαπίστωσε ότι και αυτοί πλήττονται από άγχος, δυσαρέσκεια και μοναξιά. Πολλοί από αυτούς ανέφεραν ότι αισθάνονταν οικονομική ανασφάλεια: για να φτάσουν σε ασφαλές έδαφος, πίστευαν, θα χρειάζονταν, κατά μέσο όρο, περίπου 25% περισσότερα χρήματα. (Και σίγουρα ακόμα κι αν τα έπαιρναν, θα χρειάζονταν άλλο ένα 25% και πάει λέγοντας). Ένας ερωτώμενος δήλωσε ότι δεν θα ήταν ευτυχισμένος μέχρι να είχε 1 δισ. δολάρια στην τράπεζα.
Για όλα αυτά έχουμε λεηλατήσει τον φυσικό κόσμο, έχουμε υποβαθμίσει τις συνθήκες ζωής μας, έχουμε δεχτεί τη συρρίκνωση των ελευθεριών μας και των προοπτικών για μια πιο ευτυχισμένη ζωή, για χάρη ενός ψυχαναγκαστικού, θλιβερού ηδονισμού, που συνέπειά του είναι να καταστρέφεται η ουσία της ανθρωπιάς: οι δεσμοί ανάμεσά μας.
Ναι, υπάρχουν αξιέπαινες πρωτοβουλίες με στόχο να απαλύνουν τις συνέπειες της μοναξιάς, να ενθαρρύνουν τη συντροφικότητα, την αλληλεγγύη και τις δομές αλληλοστήριξης μεταξύ των ανθρώπων. Αν όμως θέλουμε να σπάσουμε αυτόν τον φαύλο κύκλο και να βρεθούμε πάλι μαζί, πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτό το αδηφάγο, σαρκοβόρο σύστημα μέσα στο οποίο έχουμε εγκλωβιστεί.
Η προκοινωνική κατάσταση που περιέγραφε ο Χομπς είναι μύθος. Εισερχόμαστε όμως σε μια μετακοινωνική κατάσταση, την οποία οι πρόγονοί μας θα θεωρούσαν εντελώς παράλογη. Η ζωή μας μπορεί να αυξάνεται σε διάρκεια, αλλά γίνεται όλο και πιο άχαρη, αγχώδης και μοναχική.