Πιστεύω ότι όλοι μας κάποια στιγμή στη ζωή μας έχουμε αυτοθυματοποιηθεί για να αποφύγουμε τις συνέπειες κάποιου γεγονότος ή για να νιώσουμε καλύτερα. Ίσως κι εσείς ως μαθητές είχατε χρησιμοποιήσει τη δικαιολογία «μου έφαγε ο σκύλος την εργασία» όταν είχατε πάει αδιάβαστοι στο σχολείο ή αργότερα μπορεί να είχατε επικαλεστεί την κίνηση ως δικαιολογία επειδή αργήσατε στο ραντεβού σας.
Τι είναι όμως η αυτο-θυματοποίηση; Στην ψυχολογία της προσωπικότητας, ως αυτό-θυματοποίηση ορίζεται η άποψη που υιοθετείται από το άτομο ότι δεν έχει τον έλεγχο, επομένως ούτε και την ευθύνη, για ό,τι του συμβαίνει με αποτέλεσμα να κατηγορεί εξωτερικούς παράγοντες για τα δεινά του. Σύμφωνα με την κλινική ψυχολόγο Φανή Λούγκλου, η αυτο-θυματοποίηση έχει ως στόχο να αποποιηθεί το άτομο τις ευθύνες του, κυρίως για οτιδήποτε το οδήγησε σε αρνητικό αποτέλεσμα, να προκαλέσει οίκτο και τελικά να αποφύγει τις συνέπειες. Οι άνθρωποι που αυτοθυματοποιούνται διαφέρουν από τα πραγματικά θύματα τραυματικών και κακοποιητικών γεγονότων. Μιλάμε για ανθρώπους που έχουν αίσθημα αδυναμίας ως προς την υπεράσπιση του εαυτού τους και μία διαστρεβλωμένη εικόνα για τους ίδιους.
Η αυτοθυματοποίηση χρησιμοποιείται ως αντιμετώπιση του εκάστοτε προβλήματος, με την ευθύνη του να μετατοπίζεται σε άλλους ανθρώπους, συνήθως στον περίγυρό μας. Στους γονείς, στους φίλους, στους συναδέλφους μας κλπ. Οι άνθρωποι που συναναστρεφόμαστε, ουσιαστικά, γίνονται οι αποδιοπομπαίοι τράγοι για όσα μας συμβαίνουν, με εμάς να υποστηρίζουμε ότι επιδιώκουν να μας ξεγελάσουν, να μας εκμεταλλευτούν και ότι μας βάζουν συνεχώς εμπόδια σε κάθε ευκαιρία. Με λίγα λόγια υποστηρίζουμε εμμέσως ότι δεν θέλουν το καλό μας.
Ασφαλώς όσο κι αν προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι ο γιαλός (όλοι οι άλλοι) είναι στραβός, στην πραγματικότητα εμείς αρμενίζουμε στραβά. Χάρη στη δική μας συμπεριφορά, η βάρκα σιγά σιγά θα αρχίσει να μπάζει νερά με αποτέλεσμα να ελλοχεύει ο κίνδυνος της βύθισης. Και γι’ αυτόν τον κίνδυνο ευθύνεται η διαρκής γκρίνια, ο μηρυκασμός και η αδυναμία ανάληψης των ευθυνών μας. Γιατί είναι αδύνατο να απείχαμε απ’ όλες τις καταστάσεις και να μη διαδραματίσαμε κανένα ρόλο σε αυτές.
Όταν η νοοτροπία έχει χτιστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να νιώθουμε συνεχώς αδικημένοι, μόνο αδικίες θα πλάθει το μυαλό μας. Βέβαια, πρέπει να πούμε ότι η αυτοθυματοποίηση δεν είναι απαραίτητα επιλογή, ειδικά όταν έχει ενσωματωθεί στη συμπεριφορά μας.
Αν σκεφτούμε ότι αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις πιο γρήγορα από ό,τι εξελισσόμαστε και ότι αυτές με τη σειρά τους μας διαμορφώνουν, είναι πιθανό αφού παρέλθει το εκάστοτε γεγονός, εμείς να μην ανατρέξουμε πίσω με τη βοήθεια της μνήμης μας για να το επεξεργαστούμε. Δυστυχώς, αυτή η έλλειψη χρόνου δεν λειτουργεί υπέρ μας στο να αλλάξουμε το πώς αποκρινόμαστε στις περιστάσεις με τις οποίες ερχόμαστε αντιμέτωποι. Με την έλλειψη αποτελεσματικής διαχείρισης και με την απραξία, μπορούμε να αποκτήσουμε το σύνδρομο του βατράχου που βράζει. Όπως ο βάτραχος, τείνουμε να παραμένουμε σε περιβάλλοντα – προσωπικά ή επαγγελματικά – ακόμα κι αν γίνονται μη υποστηρικτικά και τοξικά. Ο βαθύτερος σκεπτόμενος νους μας, δεν προλαβαίνει να αντιδράσει και επειδή μετά από ένα σημείο συνηθίζουμε να αντιμετωπίζουμε τις ίδιες καταστάσεις, προσκολλούμαστε σε αυτές μέσω της ψυχολογικής διαδικασίας της μεταβίβασης.
Σύμφωνα με την ψυχολογία, ένας ακόμη λόγος που μπορεί να αυτοθυματοποιούμαστε είναι ότι μπορεί να μην εσωτερικό σημείο αναφοράς για το καλό. Αν και το “καλό” είναι ένας υποκειμενικός όρος, μέσα μας έχουμε εγκατεστημένο ένα σύστημα το οποίο επιλέγει -αυτόματα κάποιες φορές- τι είναι καλύτερο για την επιβίωσή μας. Χάρη σε αυτό αναγνωρίζουμε το οικείο ως καλό και το άγνωστο ως κακό. Αυτό ισχύει τόσο για τη δουλειά όσο και για τις σχέσεις.
Παραμένοντας σε μια κακή κατάσταση ή σχέση για αρκετό καιρό, αυτό το σύστημα αναγνωρίζοντας ότι πλέον είναι γνώριμη και οικεία για εμάς και ότι μπορούμε να ανταπαξέλθουμε και να επιβιώσουμε μέσα σε αυτή, θα προσπαθήσει να μας πείσει ότι είναι «καλή», καταστέλλοντας την επιθυμία μας για αλλαγή. Αν μπορούμε με κάποιο τρόπο, δηλαδή, να επιβιώσουμε σε μια δεδομένη περίσταση, σταματάμε να ψάχνουμε για σημάδια εξόδου.
Ωστόσο, η προσκόλληση και η ταυτοποίηση με την κατάσταση που εικάζουμε ότι μπορεί να έχει ένα θύμα δεν είναι αυτόματη. Έρχεται αποδεχόμενοι πρώτα μια εσωτερική ιστορία ότι είμαστε αβοήθητοι και ότι οι άλλοι διαπράττουν αδικίες εναντίον μας, στη συνέχεια μπορεί να νιώθουμε ότι δεν έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε το εξωτερικό μας περιβάλλον και έπειτα αυτή η πεποίθηση εγκαθίσταται μέσα μας. στο εσωτερικό του περιβάλλον.
Σαφώς κάποια πράγματα είναι πάνω από εμάς και τις διαθέσιμες δυνάμεις και μπορεί πράγματι σε κάποιες περιπτώσεις να μην έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε το εξωτερικό μας περιβάλλον. Για να έρθει η επιθυμητή αλλαγή μπορεί να χρειαστούμε αναπτύξουμε μία ομάδα, να ερευνήσουμε ενδελεχώς το πρόβλημα και να εργαστούμε αρκετές ώρες πάνω σε αυτό. Παρόλα αυτά, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι πιο εύκολο να αλλάξουμε εμάς τους ίδιους, ειδικά αν έχουμε και τη βοήθεια ενός ειδικού. Ακόμα και χωρίς αυτόν, αν πραγματικά έχουμε την επιθυμία να αλλάξουμε την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, πρέπει να προσπαθήσουμε να εστιάσουμε στον εαυτό μας.
Αντί να παρουσιάζουμε τους εαυτούς μας διαρκώς ως καημένους και να διοχετεύουμε την πολύτιμη ενέργειά μας κατηγορώντας ανθρώπους ή περιστάσεις, ας δούμε για λίγο ποιο είναι το δικό μας μερίδιο ευθύνης. Να αναλογιστούμε αν η στάση της αυτοθυματοποίησης τελικά είναι περισσότερο ζημιογόνα παρά αποτελεσματική. Γιατί η αυτοθυματοποίηση δεν πρόκειται τελικά να λύσει τα προβλήματά μας, ούτε να μας ωθήσει στην έξοδο διαφυγής.
Επίσης, μένοντας στην απραξία και συνεχίζοντας την αυτοθυματοποίηση, αν και μπορεί να επιτυγχάνουμε μία καλύτερη μεταχείριση από τους γύρω μας, αυτή δεν πρόκειται να διαρκέσει για πάντα. Γιατί οι οικείοι μας αργά ή γρήγορα θα αντιληφθούν ότι έχουμε αναλάβει το ρόλο του θύματος, ένα ρόλο που έχει γίνει τρόπος ζωής. Μπορεί να μη γίνει αντιληπτό κατά το πρώτο διάστημα, αλλά με την επαναληψιμότητα αυτής της συμπεριφοράς, θα καταλάβουν ότι τη χρησιμοποιούμε ως όπλο και ότι μέσω αυτής προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε τα δικά μας σφάλματα και την απραξία μας.
Η συνεχής ανάγκη για συμπόνια και η έλλειψη υπευθυνότητας είναι εξουθενωτικές για τους οικείους μας, οι οποίοι είναι πολύ πιθανό να απομακρυνθούν, χωρίς να δώσουν κάποια εξήγηση, φοβούμενοι ότι θα κατηγορηθούν κι αυτοί.
Έως πότε οι οικείοι μας θα είναι οι αποδιοπομπαίοι τράγοι της ζωής μας; Έως πότε θα ευθύνεται ο υπεύθυνος στη δουλειά μας, ο γείτονας, η κίνηση και ο καιρός που χάλασε και εμείς να μη φταίμε ποτέ για τίποτα;
Ας ξεκινήσουμε με τη σωστή αφήγηση των γεγονότων, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτή και τις δικές μας αντιδράσεις όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικά γίνεται. Ναι, ακόμα και αυτές για τις οποίες μπορεί να αισθανόμαστε άσχημα ή τις κρίνουμε μόνοι μας ως λανθασμένες.
Διερευνώντας εις βάθος τις αντιδράσεις μας και προσπαθώντας να είμαστε δίκαιοι απέναντι στους άλλους, θα καταφέρουμε σιγά σιγά να απαλλαγούμε από τη νοοτροπία του θύματος. Ας μετατρέψουμε ό,τι θεωρούμε άδικο για εμάς, σε δικαιοσύνη για τους άλλους.
Λειτουργώντας δίκαια για τους άλλους, θα μπορέσουμε ξανά να λειτουργήσουμε δίκαια και για εμάς.
Με στοιχεία από Medium και Psychology Today.
Πιστεύω ότι όλοι μας κάποια στιγμή στη ζωή μας έχουμε αυτοθυματοποιηθεί για να αποφύγουμε τις συνέπειες κάποιου γεγονότος ή για να νιώσουμε καλύτερα. Ίσως κι εσείς ως μαθητές είχατε χρησιμοποιήσει τη δικαιολογία «μου έφαγε ο σκύλος την εργασία» όταν είχατε πάει αδιάβαστοι στο σχολείο ή αργότερα μπορεί να είχατε επικαλεστεί την κίνηση ως δικαιολογία επειδή αργήσατε στο ραντεβού σας.
Τι είναι όμως η αυτο-θυματοποίηση; Στην ψυχολογία της προσωπικότητας, ως αυτό-θυματοποίηση ορίζεται η άποψη που υιοθετείται από το άτομο ότι δεν έχει τον έλεγχο, επομένως ούτε και την ευθύνη, για ό,τι του συμβαίνει με αποτέλεσμα να κατηγορεί εξωτερικούς παράγοντες για τα δεινά του. Σύμφωνα με την κλινική ψυχολόγο Φανή Λούγκλου, η αυτο-θυματοποίηση έχει ως στόχο να αποποιηθεί το άτομο τις ευθύνες του, κυρίως για οτιδήποτε το οδήγησε σε αρνητικό αποτέλεσμα, να προκαλέσει οίκτο και τελικά να αποφύγει τις συνέπειες. Οι άνθρωποι που αυτοθυματοποιούνται διαφέρουν από τα πραγματικά θύματα τραυματικών και κακοποιητικών γεγονότων. Μιλάμε για ανθρώπους που έχουν αίσθημα αδυναμίας ως προς την υπεράσπιση του εαυτού τους και μία διαστρεβλωμένη εικόνα για τους ίδιους.
Η αυτοθυματοποίηση χρησιμοποιείται ως αντιμετώπιση του εκάστοτε προβλήματος, με την ευθύνη του να μετατοπίζεται σε άλλους ανθρώπους, συνήθως στον περίγυρό μας. Στους γονείς, στους φίλους, στους συναδέλφους μας κλπ. Οι άνθρωποι που συναναστρεφόμαστε, ουσιαστικά, γίνονται οι αποδιοπομπαίοι τράγοι για όσα μας συμβαίνουν, με εμάς να υποστηρίζουμε ότι επιδιώκουν να μας ξεγελάσουν, να μας εκμεταλλευτούν και ότι μας βάζουν συνεχώς εμπόδια σε κάθε ευκαιρία. Με λίγα λόγια υποστηρίζουμε εμμέσως ότι δεν θέλουν το καλό μας.
Ασφαλώς όσο κι αν προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι ο γιαλός (όλοι οι άλλοι) είναι στραβός, στην πραγματικότητα εμείς αρμενίζουμε στραβά. Χάρη στη δική μας συμπεριφορά, η βάρκα σιγά σιγά θα αρχίσει να μπάζει νερά με αποτέλεσμα να ελλοχεύει ο κίνδυνος της βύθισης. Και γι’ αυτόν τον κίνδυνο ευθύνεται η διαρκής γκρίνια, ο μηρυκασμός και η αδυναμία ανάληψης των ευθυνών μας. Γιατί είναι αδύνατο να απείχαμε απ’ όλες τις καταστάσεις και να μη διαδραματίσαμε κανένα ρόλο σε αυτές.
Όταν η νοοτροπία έχει χτιστεί με τέτοιο τρόπο ώστε να νιώθουμε συνεχώς αδικημένοι, μόνο αδικίες θα πλάθει το μυαλό μας. Βέβαια, πρέπει να πούμε ότι η αυτοθυματοποίηση δεν είναι απαραίτητα επιλογή, ειδικά όταν έχει ενσωματωθεί στη συμπεριφορά μας.
Αν σκεφτούμε ότι αντιμετωπίζουμε τις καταστάσεις πιο γρήγορα από ό,τι εξελισσόμαστε και ότι αυτές με τη σειρά τους μας διαμορφώνουν, είναι πιθανό αφού παρέλθει το εκάστοτε γεγονός, εμείς να μην ανατρέξουμε πίσω με τη βοήθεια της μνήμης μας για να το επεξεργαστούμε. Δυστυχώς, αυτή η έλλειψη χρόνου δεν λειτουργεί υπέρ μας στο να αλλάξουμε το πώς αποκρινόμαστε στις περιστάσεις με τις οποίες ερχόμαστε αντιμέτωποι. Με την έλλειψη αποτελεσματικής διαχείρισης και με την απραξία, μπορούμε να αποκτήσουμε το σύνδρομο του βατράχου που βράζει. Όπως ο βάτραχος, τείνουμε να παραμένουμε σε περιβάλλοντα – προσωπικά ή επαγγελματικά – ακόμα κι αν γίνονται μη υποστηρικτικά και τοξικά. Ο βαθύτερος σκεπτόμενος νους μας, δεν προλαβαίνει να αντιδράσει και επειδή μετά από ένα σημείο συνηθίζουμε να αντιμετωπίζουμε τις ίδιες καταστάσεις, προσκολλούμαστε σε αυτές μέσω της ψυχολογικής διαδικασίας της μεταβίβασης.
Σύμφωνα με την ψυχολογία, ένας ακόμη λόγος που μπορεί να αυτοθυματοποιούμαστε είναι ότι μπορεί να μην εσωτερικό σημείο αναφοράς για το καλό. Αν και το “καλό” είναι ένας υποκειμενικός όρος, μέσα μας έχουμε εγκατεστημένο ένα σύστημα το οποίο επιλέγει -αυτόματα κάποιες φορές- τι είναι καλύτερο για την επιβίωσή μας. Χάρη σε αυτό αναγνωρίζουμε το οικείο ως καλό και το άγνωστο ως κακό. Αυτό ισχύει τόσο για τη δουλειά όσο και για τις σχέσεις.
Παραμένοντας σε μια κακή κατάσταση ή σχέση για αρκετό καιρό, αυτό το σύστημα αναγνωρίζοντας ότι πλέον είναι γνώριμη και οικεία για εμάς και ότι μπορούμε να ανταπαξέλθουμε και να επιβιώσουμε μέσα σε αυτή, θα προσπαθήσει να μας πείσει ότι είναι «καλή», καταστέλλοντας την επιθυμία μας για αλλαγή. Αν μπορούμε με κάποιο τρόπο, δηλαδή, να επιβιώσουμε σε μια δεδομένη περίσταση, σταματάμε να ψάχνουμε για σημάδια εξόδου.
Ωστόσο, η προσκόλληση και η ταυτοποίηση με την κατάσταση που εικάζουμε ότι μπορεί να έχει ένα θύμα δεν είναι αυτόματη. Έρχεται αποδεχόμενοι πρώτα μια εσωτερική ιστορία ότι είμαστε αβοήθητοι και ότι οι άλλοι διαπράττουν αδικίες εναντίον μας, στη συνέχεια μπορεί να νιώθουμε ότι δεν έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε το εξωτερικό μας περιβάλλον και έπειτα αυτή η πεποίθηση εγκαθίσταται μέσα μας. στο εσωτερικό του περιβάλλον.
Σαφώς κάποια πράγματα είναι πάνω από εμάς και τις διαθέσιμες δυνάμεις και μπορεί πράγματι σε κάποιες περιπτώσεις να μην έχουμε τη δύναμη να αλλάξουμε το εξωτερικό μας περιβάλλον. Για να έρθει η επιθυμητή αλλαγή μπορεί να χρειαστούμε αναπτύξουμε μία ομάδα, να ερευνήσουμε ενδελεχώς το πρόβλημα και να εργαστούμε αρκετές ώρες πάνω σε αυτό. Παρόλα αυτά, στις περισσότερες περιπτώσεις, είναι πιο εύκολο να αλλάξουμε εμάς τους ίδιους, ειδικά αν έχουμε και τη βοήθεια ενός ειδικού. Ακόμα και χωρίς αυτόν, αν πραγματικά έχουμε την επιθυμία να αλλάξουμε την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, πρέπει να προσπαθήσουμε να εστιάσουμε στον εαυτό μας.
Αντί να παρουσιάζουμε τους εαυτούς μας διαρκώς ως καημένους και να διοχετεύουμε την πολύτιμη ενέργειά μας κατηγορώντας ανθρώπους ή περιστάσεις, ας δούμε για λίγο ποιο είναι το δικό μας μερίδιο ευθύνης. Να αναλογιστούμε αν η στάση της αυτοθυματοποίησης τελικά είναι περισσότερο ζημιογόνα παρά αποτελεσματική. Γιατί η αυτοθυματοποίηση δεν πρόκειται τελικά να λύσει τα προβλήματά μας, ούτε να μας ωθήσει στην έξοδο διαφυγής.
Επίσης, μένοντας στην απραξία και συνεχίζοντας την αυτοθυματοποίηση, αν και μπορεί να επιτυγχάνουμε μία καλύτερη μεταχείριση από τους γύρω μας, αυτή δεν πρόκειται να διαρκέσει για πάντα. Γιατί οι οικείοι μας αργά ή γρήγορα θα αντιληφθούν ότι έχουμε αναλάβει το ρόλο του θύματος, ένα ρόλο που έχει γίνει τρόπος ζωής. Μπορεί να μη γίνει αντιληπτό κατά το πρώτο διάστημα, αλλά με την επαναληψιμότητα αυτής της συμπεριφοράς, θα καταλάβουν ότι τη χρησιμοποιούμε ως όπλο και ότι μέσω αυτής προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε τα δικά μας σφάλματα και την απραξία μας.
Η συνεχής ανάγκη για συμπόνια και η έλλειψη υπευθυνότητας είναι εξουθενωτικές για τους οικείους μας, οι οποίοι είναι πολύ πιθανό να απομακρυνθούν, χωρίς να δώσουν κάποια εξήγηση, φοβούμενοι ότι θα κατηγορηθούν κι αυτοί.
Έως πότε οι οικείοι μας θα είναι οι αποδιοπομπαίοι τράγοι της ζωής μας; Έως πότε θα ευθύνεται ο υπεύθυνος στη δουλειά μας, ο γείτονας, η κίνηση και ο καιρός που χάλασε και εμείς να μη φταίμε ποτέ για τίποτα;
Ας ξεκινήσουμε με τη σωστή αφήγηση των γεγονότων, συμπεριλαμβάνοντας σε αυτή και τις δικές μας αντιδράσεις όσο το δυνατόν πιο αντικειμενικά γίνεται. Ναι, ακόμα και αυτές για τις οποίες μπορεί να αισθανόμαστε άσχημα ή τις κρίνουμε μόνοι μας ως λανθασμένες.
Διερευνώντας εις βάθος τις αντιδράσεις μας και προσπαθώντας να είμαστε δίκαιοι απέναντι στους άλλους, θα καταφέρουμε σιγά σιγά να απαλλαγούμε από τη νοοτροπία του θύματος. Ας μετατρέψουμε ό,τι θεωρούμε άδικο για εμάς, σε δικαιοσύνη για τους άλλους.
Λειτουργώντας δίκαια για τους άλλους, θα μπορέσουμε ξανά να λειτουργήσουμε δίκαια και για εμάς.
Με στοιχεία από Medium και Psychology Today.