Σήμερα, την δεύτερη ημέρα του Ευρωμπάσκετ, η Εθνική ομάδα θα αντιμετωπίσει σε έναν δύσκολο αγώνα την Κροατία στις 18:00. Μέχρι να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, η «επίσημη αγαπημένη» είχε αρκετά πράγματα να διευθετήσει, και κυρίως, ο coach της, Δημήτρης Ιτούδης. Το πώς θα διαχειριστεί σε επίπεδο τακτικής τον “Avenger” Γιάννη Αντετοκούνμπο, το πόσο πρέπει να εμπλουτίσει με ιδέες το playbook της ομάδας για να βρεθεί ο κατάλληλος συνδυασμός στα guard, ποιος παίχτης θα «φυλάει» την ρακέτα στην θέση 5, τους απρόοπτους τραυματισμούς στο roster που δημιούργησαν έναν «πονοκέφαλο» για την απόφαση της τελικής 12αδας κ.α.

Τώρα όμως αρχίζουν τα δύσκολα, και κάποια ερωτήματα, κάποιοι προβληματισμοί, παραμένουν. Ποια θέση στον καναπέ είναι αυτή που θα μας δώσει τη νίκη; Σε ποιο σημείο του τραπεζιού θα ακουμπήσουμε το ποτήρι έτσι ώστε να είμαστε εύστοχοι;

Αν σας φαίνεται υπερβολικό, δεν είναι. Προσωπικά μιλώντας – και τώρα σας ανοίγω την καρδιά μου, κοιτάτε μέσα από κλειδαρότρυπα την ζωή μου – δεν θυμάμαι να έχω παρακολουθήσει αγώνα χωρίς να έχω ψυχαναγκαστική συμπεριφορά, με προκατάληψη και γούρια. Δεν έχω κάτι συγκεκριμένο, κάποιο αντικείμενο που κάθε φορά το φέρνω μαζί μου όταν παρακολουθώ το παιχνίδι. Αυτοσχεδιάζω επί τόπου και αυτό είναι κάπως απελευθερωτικό, κάνει την διαδικασία περισσότερο απολαυστική.

Είναι κάπως σαν κοινό μυστικό, πως οι περισσότεροι έχουμε κάποιους είδους γούρι, μια προκατάληψη, την ώρα που παίζει η ομάδα μας. Σε σχετική ερώτηση, οι περισσότεροι θα σου απαντήσουν «ναι ρε, προφανώς!» και νιώθεις πώς μαζί τους θες να παρακολουθήσεις όλο το τουρνουά.

Βέβαια, σπάνια ένας χώρος «αντέχει» την ταυτόχρονη παρουσία δύο ή και παραπάνω τέτοιων ανθρώπων, γιατί μπορούν να δημιουργηθούν τραγελαφικές καταστάσεις. Φαντάζεστε πως μπορεί να εξελιχθεί μια παρακολούθηση αγώνα, με έναν τύπο που θέλει να αφήνει αναμμένο τσιγάρο στο τασάκι και τον άλλον να θεωρεί απαραίτητη προϋπόθεση νίκης τα κλειστά παράθυρα; Και όχι, δεν είμαι κανένας απ’ τους δύο.

Σε μία μελέτη του Research Escape, το 56% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι δεν έχουν προκαταλήψεις/γούρια/τελετουργίες που πιστεύουν ότι μπορούν να αυξήσουν τις πιθανότητες της νίκης για την ομάδα τους. Παράλληλα όμως, οι περισσότεροι απ’ αυτούς είχαν φίλους που πίστευαν για παράδειγμα, πως τρώγοντας συγκεκριμένη μάρκα πατατάκια, «όλα θα πάνε καλά».

Η πιο δημοφιλής δεισιδαιμονία που οι άνθρωποι παραδέχτηκαν στην έρευνα αυτή, είναι σε ποσοστό 20%, και αφορά την παρακολούθηση τους αγώνα με συγκεκριμένα άτομα. «Αν ένα συγκεκριμένο μέλος της οικογένειας δεν παρακολουθεί τον αγώνα, η ομάδα μας θα χάσει» δήλωσαν κάποιοι.

Η δεύτερη πιο δημοφιλής δεισιδαιμονία ήταν η χρήση συγκεκριμένων ρούχων, φτάνοντας στο 17%. Αυτό φαίνεται να είναι και το πιο διασκεδαστικό κομμάτι των προκαταλήψεων (για αυτούς που δεν έχουν), καθώς είναι τουλάχιστον ενδιαφέρον να βλέπεις κάποιον να φοράει μια μπλούζα απ’ τα χρόνια του Λυκείου ενώ πλέον έχει ξεπεράσει τα 45 χρόνια. «Ο πατέρας μου φοράει ένα παλιό καπέλο ψαρέματος κάθε φορά που παρακολουθεί έναν αγώνα στην τηλεόραση και δηλώνει ότι αν δεν το φορέσει η ομάδα του θα χάσει» είχε σχολιάσει ένας απ’ τους συμμετέχοντες στην έρευνα.

Τέλος, το 10% της έρευνας ομολόγησε ότι πρέπει να παρακολουθήσει τον αγώνα προκειμένου να κερδίσει η ομάδα τους, το 4% πως πρέπει να κάθονται σε συγκεκριμένη θέση ενώ προέκυψε και ένα «αλλόκοτο» (βέβαια, σε ένα κείμενο για τις προκαταλήψεις, αλλόκοτο είναι το φυσιολογικό) 2% που δεν παρακολουθούν τον αγώνα γιατί έτσι πιστεύουν πως θα κερδίσει η ομάδα τους.

Η αλήθεια είναι πως περίμενα να διαβάσω υψηλότερα ποσοστά απ’ αυτά που έδειξε η έρευνα σε όλες τις κατηγορίες, αλλά ok, κάποιοι ίσως παραμένουν κρυφά προκατειλημμένοι. Σίγουρα δηλαδή. Απλά δεν θέλουν να το παραδεχθούν γιατί υπάρχει ένας κοινωνικός «στιγματισμός».

Η δεισιδαιμονίες αυτού του τύπου – και εντός «φυσιολογικών» ορίων – δεν προκύπτουν από κάποια μορφωτικά κενά, δεν αφορούν συγκεκριμένες οικονομικές τάξεις και κοινωνικές ομάδες. Από έναν λέκτορα και διδάκτορα Πανεπιστημίου μέχρι έναν πωλητή σε λαϊκή αγορά, από έναν ερευνητή/επιστήμονα μέχρι έναν υπάλληλο σε βουλκανιζατέρ, οι άνθρωποι νιώθουν «αδύναμοι» κάποιες συγκεκριμές στιγμές. Αν αυτό προκύπτει κατά την διάρκεια παρακολούθησης ενός αγώνα μπάσκετ, τότε η λογική πάει στον κάδο των αχρήστων και αναδύεται η μεταφυσική. Γιατί πώς αλλιώς να εξηγήσεις την ξαφνική ευστοχία της ομάδας που εμφανίστηκε όταν εσύ ξεκίνησες να παίζεις με τον αναπτήρα;

Προφανώς και μπορώ να συνειδητοποιήσω, ξέρω, πως η ευστοχία του Σλούκα έξω απ’ την γραμμή των 6,25μ δεν θα εξαρτηθεί απ’ το αν θα κάτσω σταυροπόδι ή αν θα δω τον αγώνα με τον Τσάβαλο στο γραφείο του Olafaq, αλλά απ’ την ψυχολογική κατάσταση του παίχτη, την πνευματική προετοιμασία της ομάδας, την ένταση της προσωπικής προπόνησης του παίχτη.

Παρ’ όλα αυτά, θα σας διηγηθώ την παρακάτω ιστορία:

Το ημερολόγιο δείχνει 13 Μάϊου 2012. Είναι ένα όμορφο ανοιξιάτικο μεσημέρι στο Μαρούσι και ο Ολυμπιακός – η ομάδα μου – είναι στον τελικό του Final 4 της Ευρωλίγκα, στην Κωνσταντινούπολη. Η ομάδα του coach «Ντούντα» αντιμετωπίζει την ΤΣΣΚΑ Μόσχας του Αντρέι Κιριλένκο.

Η έναρξη του παιχνιδιού βρίσκει εμένα και τον αδερφό μου καρφωμένους στον καναπέ. Φωνές, κακό, το ένα τσιγάρο μετά το άλλο, καθώς υπάρχει μια σκυταλοδρομία απογοήτευσης. Η ομάδα δεν παίζει καλά και βρίσκεται πίσω στο σκορ. Το πρώτο ημίχρονο τελειώνει και ο Ολυμπιακός χάνει 34 – 20. Στο 28’ της αναμέτρησης ο Σβεντ στέλνει τους Ρώσους στο +19 (53 – 34) και λέμε «ok, τελείωσε». Απομένουν 12 λεπτά παιχνιδιού.

Η μάνα μας ήδη αυτοεξόριστη απ’ την αρχή του παιχνιδιού – γνωρίζοντας πως αν πλησιάσει προς το σαλόνι θα ακούσει κάποια ατάκα τύπου «ρε μαμά δεν είπαμε να κάτσεις μέσα;» – έχει περιοριστεί στο υπόλοιπο μισό σπίτι. Η ιστορία δείχνει πως κάτι «κακό» θα συμβεί στην ομάδα. Αν είναι ποδόσφαιρο, οι αντίπαλοι θα κερδίσουν πέναλτι ή θα έχουν μια καλή ευκαιρία για γκολ, αν είναι μπάσκετ θα δεχθούμε τρίποντο, θα φάμε τάπα, θα κάνουμε βήματα, όλα τα κακά της μοίρας μας. Ακούγοντας λοιπόν την απογοήτευση μας για την εξέλιξη του τελικού, έχει ξεκινήσει δειλά να εμφανίζεται στο σαλόνι, για «περιορισμένες εμφανίσεις».

Ο αδερφός μου, δεν μπορώ να θυμηθώ τώρα γιατί, πηγαίνει στον κάτω όροφο του σπιτιού και η μάνα μου επιστρέφει στο υπόλοιπο διαθέσιμο σπίτι που της «επιτρέπεται» να κινείται. Τότε, ξαφνικά, το φαινόμενο της πεταλούδας, η θεωρία του χάους, εμφανίζεται στο αγωνιστικό παρκέ της Κωνσταντινούπολης. Ο Ολυμπιακός επανακάμπτει, σκοράρει, εμφανίζεται πιο συγκεντρωμένος από ποτέ. «Ρε, μείνε κάτω εκεί που είσαι» λέω στον αδερφό μου και προφανώς συμφωνεί, αφού και αυτός πιστεύει πως αυτό είναι η καλύτερη λύση για την ομάδα. «Μαμά, μην έρθεις από εδώ σε παρακαλώ» συμπληρώνω, «ναι, ούτε κάτω» λέει η φωνή του κάτω ορόφου.

Τα λουλούδια στο μπαλκόνι άνθησαν σε timelapse, ο χώρος μύρισε άνοιξη, οι ακτίνες ενός λαμπερού ήλιου περνούσαν μέσα απ’ τις λευκές κουρτίνες του σαλονιού, ακούγεται το κελάηδισμα ενός πουλιού, κατεβάζει την μπάλα ο Σπανούλης, τελευταία δευτερόλεπτα στον αγώνα, πηγαίνει προς το καλάθι της ΤΣΣΚΑ, γυρνάει την μπάλα στον Πρίντεζη, «πεταχτάρι», τέλος. Ο Ολυμπιακός κερδίζει την Ευρωλίγκα.

Πες μου εσύ τώρα. Μετά απ’ αυτό, δεν θα έπρεπε να παρακολουθήσουμε με τον ίδιο τρόπο όλους τους επόμενους αγώνες; Ναι θα σου πω. Και αυτό κάναμε. Αλλά το αποτέλεσμα δεν ήταν πάντα το επιθυμητό.

Γι΄ αυτό, σήμερα τον αγώνα της εθνικής θα τον παρακολουθήσω χωρίς προκαταλήψεις και γούρια. Μέχρι το σημείο όπου το παιχνίδι θα στραβώσει…