Για αιώνες, οι πρόγονοί μας ήξεραν πώς να προβλέπουν τον καιρό και την εξέλιξη των μελλοντικών σοδειών τους, να θεραπεύουν τις ασθένειες με φυσικά «φάρμακα» χρησιμοποιώντας βότανα και εκείνες τις πρακτικές που ονομάζουμε στον σύγχρονο κόσμο «γιατροσόφια». Η Μητέρα Φύση βρισκόταν στον πυρήνα των αξιών και των πεποιθήσεών εκείνων των κοινωνίων, ενώ πίστευαν πως ο κόσμος κατοικείται από πνεύματα – είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά: Το πνεύμα του νερού, το πνεύμα της φωτίας, το πνεύμα των ζώων, τα πνεύματα των προγόνων τους.

Οι άνθρωποι έτρεφαν έναν βαθύ σεβασμό και ευλάβεια σε αυτές τις θεϊκές δυνάμεις και έφεραν ευθύνες απέναντι σε αυτά τα πνεύματα. Ανάμεσα στους ανθρώπους και τις πανίσχυρες θεότητες, στεκόντουσαν οι σαμάνοι, οι οποίοι λειτουργούσαν ως φυλετικοί φύλακες, πνευματικοί ηγέτες και διαμεσολαβητές με αυτό που σήμερα αποκαλούμε υπερφυσικό.

Ο σαμανισμός, πιστεύεται, πως προέρχεται από τη Σιβηρία και εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό μέρος των πολιτισμών των ιθαγενών εκείνης της περιοχής. Οι άνθρωποι κληρονομούν την θέση του σαμανού μιας κοινότητας μέσα από την οικογένειά τους – κάτι που θυμίζει και την πρωθυπουργία στην Ελλάδα – ή επιλέγονται από ανώτερα πνεύματα. Θεωρούν, πως είναι ικανοί να ταξιδεύουν σε άλλα «βασίλεια» και αποκτούν δυναμείς με τις οποίες μπορούν να θεραπεύουν αρρώστους, να ελέγχουν τον καιρό, να επικοινωνούν με πεθαμένους και να προβλέπουν το μέλλον.

Η χρήση των μανιταριών που έχουν ψυχεδελική επίδραση στους ανθρώπους μέσω της ψιλοκυβίνης, είναι αναπόσπαστο κομμάτι στις περισσότερες τελετουργίες του σαμανισμού. Στο Μεξικό, οι σαμανοί [“Chjine”, δηλαδή ο/η σοφός] της φυλής Mazatec, καταναλώνουν την ποικιλία psilocybe caerulescens που ευδοκιμεί στον τόπο τους, και το 1957 μέσω του περιοδικού LIFE ο κόσμος ήρθε σε επαφή με αυτή την αθέατη παράδοση, διαβάζοντας το ιστορικό άρθρο “Seeking the Magic Mushroom” του Gordon Wasson. Μέσα από εκείνο το ρεπόρτάζ, η σαμανή María Sabina έγινε έναν pop είδωλο της κουλτούρας των sixties και όλοι ήθελαν να την επισκεφθούν για να βαδίσουν σε νέους πνευματικούς ορίζοντες.

Το άρθρο “Seeking the Magic Mushroom” του LIFE

Ωστόσο, δεν είναι η María Sabina αυτή που κάθεται στον «θρόνο» του πιο διάσημου σαμάνου, αλλά κάποιος που είχε καταγωγή από τη Σιβηρία, γνωστός σε κάθε άκρη του πλανήτη. Το όνομά του: Santa Claus.

Ο σαμάνος Santa Claus, καταναλώνει τα ψυχεδελικά μανιτάρια amanita muscaria, τα οποία (Ω! Τι σύμπωση!) έχουν την διχρωμία κόκκινου – λευκού, έχει ένα έλκηθρο που το σέρνουν οι Σιβηριανοί τάρανδοι, οι οποίοι όντως αρέσκονται στο να τρέφονται με τα amanita muscaria, τα οποία (κοίτα να δεις τώρα κάτι συμπτώσεις) φυτρώνουν γύρω από την βάση των κορμών των ελάτων.

Θα μπορούσε αυτή η φήμη, αυτός ο αποκρυφιστικός μύθος, να ισχύει; Είναι δυνατόν ο Άη Βασίλης να μοιράζει ψυχεδέλεια και όχι παιχνίδια;

Μανιτάρι amanita muscaria (Φωτ.: Edson Ugalde / Unsplash)

Στολή από ψιλοκυβίνη

Ο περισσότερος κόσμος συνδέει λανθασμένα τον Santa Claus με τις διάφορες μορφές «Άη Βασίλη» που έχουμε στην Ευρώπη – για παράδειγμα, στην χώρα μας τον αποκαλούμε Άη Βασίλη γιατί «μας φέρνει τα δώρα» την ημέρα της ονομαστικής του εορτής (01 Ιανουαρίου), αλλά η παράδοση ανταποκρίνεται στην ιστορία του Άγιου Νικόλαου των Μυρών.

Ο Νικόλαος των Μυρών, ήταν ένα πραγματικό πρόσωπο της ιστορίας, η ζωή του οποίου διήρκεσε μεταξύ 2ου και 3ου αιώνα, ενώ η ονομαστική εορτή, δεν έχει καμία σχέση με το ηλιοστάσιο, τα ρωμαϊκά Σατουρνάλια ή τα γερμανικά Γιούλια [παγανιστική τελετή]. Επίσης, δεν έχει καμία σχέση με οποιονδήποτε Santa Claus χαρακτήρα γνωρίζουμε και σίγουρα δεν βασίζεται σε κάποιον σιβηρικό σαμάνο.

Ο Santa Claus, όπως τον ξέρουμε σήμερα, δημιουργήθηκε το 1800, όχι από ένα άτομο, αλλά από πολλούς, βασιζόμενοι στον προστάτη της ολλανδικής Νέας Υόρκης, τον Άγιο Νικόλαο (Saint Nicholas).

Η πρώτη φορά που γίνεται αναφορά στην στολή του Saint Nicholas, είναι στο βιβλίο “A Knickerbocker History of New York” του Washington Irving που κυκλοφόρησε το 1809 και ο συγγραφέας ήταν αρκετά σαφής: ο Άγιος δεν φοράει κόκκινα και λευκά, αλλά αντίθετα, ως Ολλανδός ναύτης, τα ρούχα του ήταν χρώματος μπλέ – κάτι που συνηθιζόταν εκείνη την εποχή. Το μπλε χρώμα στις στολές των ναυτών, άρα, και στου Saint Nicholas την ενδυμασία, είχε προκύψει λόγω του εμπορίου των Ολλανδών στην Ινδία, μια χώρα της οποίας το φυτό indigo έφερε επανάσταση στις βαφές των υφασμάτων. Φυσικά, ο Irving δεν αναφέρεται πουθένα σε magic mushroom και τελετουργίες σαμανισμού.

To βιβλίο “A Knickerbocker History of New York”

Η πρώτη εικονογραφική απεικόνιση του St. Nicholas, εμφανίζεται σε μία σελίδα του John Pintard το 1810. Εκεί, ο Άγιος Νικόλαος, είναι ντυμένος ως επίσκοπος. Η είκονα είναι ασπρόμαυρη, οπότε δεν μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα τι ακριβώς είχε στο μυαλό του ο Pintard, αλλά μπορούμε να υποθέσουμε πως σκεφόταν τα συνηθισμένα χρώματα για έναν επίσκοπο εκείνης της εποχής: χρυσό και λευκό. Ακόμα όμως και να πούμε «Γιατί; Δεν θα μπορούσε να είχε σκεφτεί το κόκκινο – λεύκό, το οποίο συνδέεται με τα μανιτάρια;», ο Pintard δεν γράφει τίποτα για τα amanita muscaria ή τον σιβηρικό σαμανισμό.

Ο “St. Nicholas” του John Pintard

Λίγα χρόνια αργότερα, το 1822, κυκλοφορεί, ίσως, το πιο διάσημο ποίημα που γράφτηκε ποτέ σε αμερικάνικο έδαφος, και δεν είναι άλλο από το “A Visit from St. Nick” (Η νύχτα πριν τα Χριστούγεννα) του Clement Clark Moore. Ο Moore, το μόνο που αναφέρει για τα ρούχα του Αγίου, είναι πως «ήταν ντυμένος με γούνα» (“he was dressed all in fur”). Αναπόφευκτα λοιπόν, το μυαλό μας πάει σε κάτι λευκό ή σκουρόχρωμο (καφέ/μαύρο). Καμία χαραμάδα δεν αφήνει ο Moore για να εισβάλει η ψυχεδέλεια μέσω της ψιλοκυβίνης των μανιταριών.

Χειρόγραφο αντίγραφο του “A Visit from St. Nick” (πηγή: Wikipedia)

Το 1862, ο ανατέθηκε στον Thomas Nast να σχεδιάσει το εξώφυλλο της εφημερίδας Harper’s Weekly. Εκεί, εμφανίζεται ξανά ο Santa Claus σε ασπρόμαυρη απόχρωση, αλλά αυτή την φορά η στολή του έχει και αστέρια. O Nast για να δώσει έμφαση στην αμερικανική παράδοση και κουλτούρα, τοποθετεί και μια αμερικανική σημαία να κυματίζει πιο πίσω και επάνω από το κεφάλι του. Λόγω του βασικού χρωματικού συνδυασμού της σημαίας (το κόκκινο – λευκό, αφού το μπλέ θεωρείται «τρίτο χρώμα»), ίσως, για πρώτη φορά, μπορούμε να υποθέσουμε πως κάποιος (ο Nast) φαντάστηκε τον Άγιο Νικόλαο ντυμένο σε αυτά χρώματα.

Το σχέδιο του Thomas Nast, “Santa Claus in Camp”, για την Harper’s Weekly

Καθ’ όλη την διάρκεια του 1800 – αλλά και των επόμενων πολλών χρόνων, η στολή του Άγιου Νικόλαου, πέρασε από διάφορους συνδυασμούς χρωμάτων και στυλ. Άλλοτε ως ναύτης ή επίσκοπος, κάποιες φορές με κουκούλα και άλλες ντυμένος στα λευκά ή φορώντας καφέ γούνα, η στολή του Saint Nicholas/Nick, προσαρμοζόταν στην εκάστοτε φαντασία και διάθεση. Κάτι αντίστοιχο και με τη Νεράιδα των Δοντιών.

Όταν με την Α., την κόρη μου, βάλαμε το δόντι που της έπεσε κάτω από το μαξιλάρι της, εγώ φανταζόμουν πως θα έρθει να το πάρει μια νεράιδα στα λευκά, ενώ εκείνη είχε στο μυαλό της ροζ. Ποιος μπορεί να το πάρει επάνω του και να πει «Τι λέτε ρε; Η Νεράιδα των Δοντιών είναι ντυμένη στα χρυσά.»; Όλα, αποκυήματα της φαντασίας. Οι Νεράιδες το 2022 έχουν τις ίδιες ομοιότητες με τον Santa Claus του 19ου αιώνα. Όμως, όλα άλλαξαν, όταν η Coca-Cola αποφάσισε να ασχοληθεί με την περίπτωση του Santa Claus – ελληνιστί, Άη Βασίλη.

Στις αρχές του 1931, η Coca-Cola υιοθέτησε – θα μπορούσε και κυριολοκτικά να το πούμε αυτό – τον Santa Claus ως βασικό της εκπρόσωπο στις διαφημίσεις. Οι υπεύθυνοι της Coca-Cola κατέληξαν στο κόκκινο – λευκό αφού προηγουμένω απέρριψαν άλλους συνδυασμούς, αλλά ενδείξεις, πόσω μάλλον αποδείξεις, πως αποφάσισαν να ντύσουν στα «ερυθρόλευκα» τον Άη Βασίλη γιατί κατανάλωναν μανιτάρια ή αυτός είναι από τη Σιβηρία, δεν υπάρχουν.

Η διαφήμιση της Coca-Cola με τον Santa Claus το 1931

Οι τριπαρισμένοι τάρανδοι

Όπως αναφέρα και παραπάνω, οι τάρανδοι της Σιβηρίας τρέφονται (και) με amanita muscaria απολαμβάνοντας τη μεθυστική τους δράση. Αλλά το ίδιο κάνουν και οι αλεπούδες, τα πουλιά και οι σκίουροι. Γιατί λοιπόν να συνδεθεί ο Άη Βασίλης με τριπαρισμένους «ιπτάμενους»  ταράνδους;

Ο πρώτος τρόπος ταξιδιού του St. Nicholas, όντας Ολλανδός ναύτης, ήταν με πλοίο που ταξίδεψε από την Ισπανια προς τις Κάτω Χώρες. Στην εκδοχή του Irving, στο βιβλίο “A Knickerbocker History of New York”, ο Άγιος ναι μεν πετάει – εναέρια άμαξα αντί έκληθρου – πάνω από το σπίτια ρίχνοντας δώρα από τις καμινάδες, αλλά στην άμαξα είναι μόνος του και δεν την σέρνουν τάρανδοι ή οποιοδήποτε άλλο ζώο. Στην απεικόνιση του Pintard, τότε δηλαδή που ο St. Nicholas αποκτά «επαφή» με τα ζώα, εμφανίζονται μέλλισες και ένας σκύλος, οι οποίοι δεν έχουν καμία σχέση με την ψιλοκυβίνη. Ίσως, αν κάποιος καταναλώσει magic mushrooms να οραματιστεί ένα έκληθρο που το σέρνουν μέλλισες, αλλά ο Pintard δεν έχει καταγραφεί πως ήταν χρήστης μανιταριών amanita muscaria – ούτε οι υπόλοιποι που έχουν συσχετιστεί με την ιστορία.

Μόνο σε ένα ανώνυμο ποίημα, το “Olde Santeclaus with Much Delight” του 1821, εμφανίζεται για πρώτη φορά ο Santa Claus με έναν μόνο τάρανδο. Όμως, ο Άη Βασίλης «πετούσε» και μοίραζε δώρα ήδη πάνω από μια δεκαετία στη Νέα Υόρκη. Δεν μπορεί ξαφνικά να βρέθηκε με ένα τάρανδο για βοηθό.

Από το ανώνυμο ποίημα του 1821 “Olde Santeclaus with Much Delight”

Εκεί που εμφανίζεται ξανά το συμπαθέστατο δώρο, είναι στο ποίημα του Moore, το “A Visit from St. Nick”, δύο χρόνια αργότερα. Αυτή την φορά, δεν είναι ένας τάρανδος, αλλά πολλοί. Μόνο που αν κάνουμε μια προσεχτική ανάγνωση των στίχων, θα δούμε πως οι τάρανδοι δεν είναι ιπτάμενοι, αλλά περπατάνε στο «φρέσκο χιόνι» (“the new fallen snow”), έξω «στο γκαζόν» (“out on the lawn”). Ο Moore μέσω των περιγραφών του ανεβάζει του ταράνδους στις σκεπές των σπιτιών, αλλά όχι πετώντας, αφού ο St. Nick τους προτείνει τρόπους να σκαρφαλώσουν από τα χαμηλότερα μέρη του σπιτού προς τα πάνω: «Στη κορυφή της βεράντας, στην κορυφή του τοίχου» (“To the top of the porch, to the top of the wall”). Επίσης, όσες φορές ο Moore χρησιμοποιεί το ρήμα «πετάω», είναι σαφές ότι αναφέρεται στην ταχύτητα.

Τα επόμενα χρόνια οι αναφορές που γίνονται στο μεταφορικό όχημα του Άη Βασίλη ποικίλουν: ποδήλατο, γαϊδουράκι, πόδια, λευκό άλογο κ.α. Κανείς δεν μιλάει για ταράνδους από τη Σιβηρία, που τριπάρουν με magic mushrooms και πετάνε σέρνοντας ένα έλκηθρο.

Ω, έλατο!

Κάποιοι πιστεύουν πως τα χριστουγεννιάτικα δέντρα προέρχονται από παγανιστικά έθιμα που τελούνταν κατά τη διάρκεια των ρωμαϊκών Σατουρναλίων ή λόγω της σχέσης τους με τα amanita muscaria. Βέβαια, και οι δύο εκδοχές απέχουν από την πραγματικότητα.

Αν και είναι αλήθεια ότι κατά τη διάρκεια των Σατουρναλίων οι Ρωμαίοι στόλιζαν τα σπίτια τους με αειθαλή κλαδιά, δεν είναι αυτός ο λόγος που οι Χριστιανοί έφεραν τα δέντρα στα σπίτια τους και άρχισαν να τα στολίζουν. Η πραγματική προέλευση του χριστουγεννιάτικου δέντρου δεν χρονολογείται από την αρχαία Ρώμη αλλά από τη μεσαιωνική Γαλλία και Γερμανία (περίπου 12ος-13ος αιώνας). Το έθιμο του δέντρου δεν είχε καμία σχέση με τον παγανισμό και είχε να κάνει με τη γιορτή της Αγίας Βαρβάρας (4 Δεκεμβρίου), σχεδόν τρεις εβδομάδες πριν από το ηλιοστάσιο. Το έθιμο έβλεπε τους ανθρώπους να φέρνουν κερασιές, πασχαλιές, βελανιδιές και μηλιές με τις ρίζες τους στα σπίτια τους για να τις περιθάλψουν έτσι ώστε να ξαναζωντανέψουν εγκαίρως τα Χριστούγεννα. Τα αρχικά χριστουγεννιάτικα δέντρα δεν ήταν αειθαλή, αλλά φυλλοβόλα δέντρα.

Όταν οι Προτεστάντες ανέλαβαν την εξουσία τη δεκαετία του 1500, θεωρούσαν αυτό το έθιμο για τη γιορτή της Αγίας Βαρβάρας ως «ανάθεμα» για τον αληθινό χριστιανισμό. Όμως το έθιμο ήταν τόσο βαθιά ριζωμένο στις παραδόσεις των κοινωνιών, που οι Προτεστάντες δυσκολεύτηκαν να το πατάξουν. Έτσι, έκαναν μια συμφωνία: οι άνθρωποι μπορούσαν να συνεχίζουν να φέρνουν δέντρα στα σπίτια τους, αλλά δεν έπρεπε να είναι οποιοδήποτε είδος δέντρου που χρειαζόταν νοσηλεία για να επανέλθει.

Με αυτόν τον τρόπο, δόθηκε η δυνατότητα στον κόσμο να συνεχίσει να ζει με την παράδοση, αλλά διαχωρίστηκε η λατρευτική σχέση της φύσης με τον χριστιανισμό. Το μόνο διαθέσιμο είδος δέντρου που ταίριαζε σε αυτή την περιγραφή που έδωσαν οι Προτεστάντες, ήταν το αειθαλές δέντρο, επειδή δεν χρειαζόταν να το περιθάλψουν το χειμώνα. Κάπως έτσι, οι Γάλλοι και οι Γερμανοί πέρασαν απρόθυμα από τα φυλλοβόλα δέντρα στα αειθαλή, όπως είναι το έλατο.

Φωτ.: John Price / Unsplash

Τελικά, έχει δει κανείς τον Άη Βασίλη, έστω να τριπάρει;

Ήταν τελικά ο Santa Claus, ο Άη Βασίλης, o Saint Nicholas, ο St. Nick, ο Νικόλαος των Μυρών, όπως θέλετε πείτε τον, ένας σαμάνος από τη Σιβηρία που τρίπαρε με amanita muscaria; Ήταν οι τάρανδοί του μια «ιπτάμενη» αγέλη ή «πετούσαν» λόγω των magic mushroom; Τα έλατα είναι ψυχεδελικά «τοτέμ»;

Αν όλα αυτά είχαν διαδοθεί από τον Syd Barrett των Pink Floyd ή τον Timothy Leary, θα τα πίστευα, ναι. Άλλωστε, θα ήταν υπέροχο να θεωρούσαμε τα παιδιά των λουλουδιών σύγχρονους Άη Βασίληδες. Ή μήπως ήταν με όλα αυτά τα δώρα που χάρισαν στην ανθρώποτητα του 20ου αιώνα και έπειτα;