Συνδέθηκε παιδιόθεν και με βαθιά φιλία με έναν εκ των σπουδαιότερων ζωγράφων του 20ου αιώνα -ίσως και της ιστορίας, τον Salvador Dali.
Αποτέλεσε «παιδικό» μοντέλο για αρκετούς από τους πίνακές του ενώ διατήρησε και εξαιρετική σχέση με την «μούσα» του, την Γκαλά.
Και όμως, ο Joan Figueras (Ζοάν Φιγκέρας) από τότε που… κατάλαβε για ποιόν πόζαρε όλα αυτά τα χρόνια της εφηβείας του μέχρι τον τόσο απροσδόκητο θανατό του, το 1999, ποτέ του δεν «διαφήμισε» την σχέση του αυτή.
Ευτυχώς (για όλους εμάς) όμως, υπάρχουν τα φωτογραφικά και τα επιστολικά ντοκουμέντα να λειτουργούν ως αδιάψευστοι μάρτυρες μιας «μυστικής» και άκρως στενής σχέσης, η οποία αποσιωπάται από τις περισσότερες (σχεδόν όλες) τις βιογραφίες του Νταλί που κυκλοφορούν κατά καιρούς.
Τώρα, 25 χρόνια μετά τον θάνατο του Φιγκέρας (και 37 μετά τον θάνατο του Νταλί), κυκλοφορεί το βιβλίο «El Nino Secreto de los Dali» του ισπανού συγγραφέα Μιγκέλ Ανχελ Μοντάνιες Μπερμούδες, ο οποίος το συνέγραψε με βοήθεια από την χήρα του Φιγκέρας, την Μερσέ Καμπάνες.
Η Καμπάνες κράτησε όλα τα γράμματα, τις φωτογραφίες και τις καρτ-ποστάλ, σε βάθος εικοσαετίας που είχε ανταλλάξει ο σύζυγός της με το ζευγάρι, από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 μέχρι τα τέλη του 1970, ενώ πολύτιμο αρχειακό υλικό βρέθηκε και στο ίδρυμα που διαχειρίζεται το έργο του Νταλί, το Fundació Gala-Salvador Dalí.
Η χήρα διατηρεί επίσης μερικά από τα δώρα που έδωσε ο Νταλί και η Γκαλά στο Ζοάν και στη συνέχεια και στις δύο κόρες που απέκτησαν μαζί.
Η σχέση μεταξύ Νταλί, Γκαλά και Ζοάν ξεκίνησε το 1948, όταν το ζευγάρι επέστρεψε από την δεκαετή παραμονή του στις ΗΠΑ. Στο Πορτ Λιγκάτ της Καταλονίας ο ζωγράφος απαρνείται για λίγο τον σουρεαλισμό και μπαίνει στο μυστικιστικό-θρησκευτικό στάδιο της ζωγραφικής του, αποφασισμένος να ξεκινήσει με την εικαστική απεικόνιση μια Παναγίας και ενός Θείου Βρέφους.
Την Παναγία την είχε -ήταν η Γκαλά. Του έλειπε ένα πεντάχρονο αγόρι προκειμένου να στηθεί ως «μοντέλο» για τον Ιησού του.
Η λύση βρέθηκε σε έναν από τους εργάτες (και μετέπειτα στενούς φίλους) του Νταλί, οι οποίοι ανακαίνιζαν το σπίτι του στο Πορτ Λιγκάτ: ο Χάουμε Φιγκέρας είχε πάντα μαζί του τον πεντάχρονο τότε Ζοάν, ο οποίος, αφού πήρε την άδεια από τον πατέρα του, στήθηκε στο στούντιο του Νταλί.
Το αποτέλεσμα ήταν ο πίνακας «La Madonna de Portlligat».
Joan Figueras και Salvador Dali
Ο Ζοάν ζούσε με το ζευγάρι σε καθημερινή βάση, επί πολλά χρόνια -ειδικά τα καλοκαίρια. Έτρωγε μαζί τους, έπαιζε ξιφομαχία με τον (λάτρη της ξιφασκίας) Νταλί στον κήπο ή ποδόσφαιρο στην παραλία και χαρτιά με τον Γκαλά όταν ο Νταλί ζωγράφιζε.
Οι τρεις τους πήγαιναν μαζί για ιστιοπλοΐα, κολύμπι και ηλιοθεραπεία στους κρυμμένους όρμους του Καπ ντε Κρέους. Στο σπίτι τους γνώρισε, ως παιδί και μετέπειτα έφηβος, σημαίνουσες προσωπικότητες της εποχής, όπως τον Γουόλτ Ντίσνεϊ, ο οποίος του έκανε δώρο μια πλήρη στολή παίκτη του μπέιζμπολ και ένα υπογεγραμμένο αντίγραφο του Πίτερ Παν, η ιστορία του οποίου παιζόταν τότε στο σινεμά.
Γνώρισε επίσης και μέλη της βασιλικής οικογένειας όπως οι δούκες του Γουίντσορ. Όπου και αν ταξίδευε μαζί τους, στη Βαρκελώνη, στις ΗΠΑ, στο Λονδίνο ή σε δημόσιες εκδηλώσεις, ο Νταλί σύστηνε τον Ζοάν ως «ο βαφτισιμιός μας».
Η σχέση μεταξύ Νταλί, Γκαλά και Ζοάν αντικατοπτρίζεται επίσης σε μια σειρά από αδημοσίευτες επιστολές και καρτ-ποστάλ που ανταλλάσσονται μεταξύ του ζευγαριού και του νεαρού άνδρα, που μέχρι τώρα δεν είχαν υποπέσει στην αντίληψη των ερευνητών της ζωής του ισπανού ζωγράφου.
Τα γράμματα είναι γραμμένα από τον ζωγράφο και από την Γκαλά, στα Ισπανικά, τα Καταλανικά και τα Ιταλικά και έχουν σταλεί από την Αμερική, τη Ρώμη ή το Παρίσι.
Σε καθένα από αυτά, είναι εμφανής η εξαιρετικά στενή και τρυφερή σχέση μεταξύ του ζευγαριού και του νεαρού, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις τους ανακοινώνει για την μελλοντική άφιξή του στο Πορτ Λιγκάτ ή ερωτάται για τα μαθήματα γαλλικών που κάνει (και τα οποία φυσικά πληρώνοντας από τον Νταλί).
Στη πλειοψηφία των επιστολών, το ζευγάρι τού ζητάει «να μην τους ξεχάσει» και τον παρακινούν να τους γράφει και άλλα γράμματα. Σε ένα άλλο, η Γκαλά του γράφει ότι «μιλάμε για σένα κάθε μέρα [με τον Νταλί]».
Όπως προκύπτει, ο Νταλί και ο Γκαλά είχαν σχέδια για τον Ζοάν. Δεν ήθελαν απλώς να πάει στις ΗΠΑ για να σπουδάσει και να ζει μαζί τους κατά τη διάρκεια των χειμώνων στο Πορτ Λιγκάτ -κάτι που οι γονείς του δεν ήθελαν πάντως.
Ο Νταλί ήθελε επίσης ο Ζοάν, με την ενηλικίωση του, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, να συμμετέχει σε ένα από τα μεγαλεπήβολα διαδραστικά πρότζεκτ του: μια σουρεαλιστική, «μυστικιστική» ταινία για την αμερικανική αγορά, με τον τίτλο «The Soul», όπου ο Ζοάν θα ήταν ο πρωταγωνιστής.
Ο Νταλί είχε φτάσει μάλιστα στο σημείο να πει στους αμερικανούς δημοσιογράφους: «Άρχισα να του κάνω [σ.σ: στον Ζοάν] μαθήματα υποκριτικής».
Η ταινία δεν γυρίστηκε ποτέ, όπως αντίστοιχα και πολλά από τα διάφορα πρότζεκτ με τα οποία ο Νταλί καταπιανόταν ανά τα χρόνια και κατόπιν βαριόταν και τα παρατούσε.
Όταν ο Νταλί πέθανε, το 1987, ένας δημοσιογράφος από ένα γαλλικό περιοδικό επισκέφτηκε το σπίτι του Φιγκέρας και του ζήτησε να του πει την ιστορία του με αντάλλαγμα πολλά χρήματα, αλλά ο Ζοάν αρνήθηκε.
Δικαιολογώντας την άρνησή του αυτή, είπε ότι «χρωστάει πολλά στον Νταλί και τη Γκαλά επειδή είχε λάβει πολλά από αυτούς, όπως μια εξαιρετική εκπαίδευση που οι γονείς του δεν θα μπορούσαν ποτέ να του δώσουν».
Είπε ακόμη και ότι ο Νταλί του έδωσε πολύ περισσότερη αγάπη απ’ ότι ο ίδιος ο πατέρας του! «Με αγαπούσε περισσότερο απ’ ότι ο πατέρας μου», είπε στον αποσβολωμένο δημοσιογράφο.
Ο Φιγκέρας πέθανε αιφνιδίως το 1999.