Δεν είναι τόσο εύκολο να σε χαρακτηρίσουν ως την “πιο επικίνδυνη γυναίκα στον κόσμο”. Πρέπει να βρίσκεσαι συνεχώς σε εγρήγορση, προσπαθώντας να είσαι πάντα ένα βήμα μπροστά από τους ανθρώπους που σε καταδιώκουν -τον Τύπο, τους αστυνομικούς, τα θύματά σου. Αυτή ήταν η ζωή της Mary Ann Duignan, γνωστής και ως May Churchill Sharpe, ή αλλιώς “Chicago May“, η οποία έφτασε από την Ευρώπη στην Αμερική και ξανά πίσω ως μία από τις πιο διαβόητες εγκληματίες των αρχών του 1900. Όπως γράφει ο ιστορικός Laurence William White, «συνδυάζοντας την πορνεία με τη ληστεία και τον εκβιασμό, [η Chicago May] σύντομα κατέστη γνώριμη φιγούρα μεταξύ των τζογαδόρων και των γκάνγκστερ».
Η Duignan γεννήθηκε στην Ιρλανδία το 1871. Όμως η την καλούσε ζωή στην απέναντι όχθη του ωκεανού, κι έτσι το 1890 αποφάσισε να εγκαταλείψει την πατρίδα της. Αυτή δεν ήταν μια ασυνήθιστη απόφαση, εξηγεί η Lauren Byrne στην κριτική της για τη βιογραφία της Duignan της Nuala O’Faolain. Μετά τον λιμό ο μισός πληθυσμός της Ιρλανδίας μετανάστευε, αλλά η Duignan έκανε τα πράγματα ελαφρώς διαφορετικά.
Η May έφυγε από το σπίτι της στη μέση της νύχτας, παίρνοντας μαζί της όλες τις οικονομίες της οικογένειάς της. Και σε αντίθεση με άλλους Ευρωπαίους μετανάστες, η Duignan έκανε αυτό το υπερατλαντικό ταξίδι μέσα στην χλιδή και την πολυτέλεια, χρησιμοποιώντας τα κλεμμένα χρήματα προκειμένου να ταξιδέψει στην πρώτη θέση. “Απολάμβανε το κοινωνικό χάος που προκαλούσε”, γράφει η Byrne, “μια χωριάτισσα ανάμεσα στους ευγενείς”.
Μετά από μια στάση στη Νέα Υόρκη, η Duignan κατευθύνθηκε προς τη Νεμπράσκα, όπου γνώρισε και παντρεύτηκε τον Dal Churchill, τον πρώτο από τους πολλούς σύντομους γάμους της.
Όταν ο κ. Churchill σκοτώθηκε, μετακόμισε στο Σικάγο, υιοθετώντας το ψευδώνυμο “Chicago May”.
Η πόλη έσφυζε από τον παλμό της Διεθνούς Έκθεσης του 1893. Παρόλο που η συγκεκριμένη Έκθεση υποσχόταν να φέρει νέες θέσεις εργασίας και ζωτικότητα σε μια περιοχή που αντιμετώπιζε μαζική ανεργία και έλλειψη στέγης, δεν ήταν μια υπόσχεση που μπορούσε να τηρήσει. Όπως γράφει η Byrne, “όταν προκηρύχθηκαν εκατό θέσεις εργασίας για γυναίκες στην Διεθνή Έκθεση, ανταποκρίθηκαν 10.000 υποψήφιες”. Οι ανάγκες απλούστατα ήταν περισσότερες από τις ευκαιρίες. Και η May, όπως και πολλές γυναίκες στην πόλη, στράφηκε στην πορνεία για να τα βγάλει πέρα. Αν και συνήθιζε συχνά να συνευρίσκεται σεξουαλικά με πελάτες, διατηρούσε παράλληλα ακόμη ένα επάγγελμα.
“Προτιμούσε να αποκαλεί τον εαυτό της “ασβό””, εξηγεί η Byrne, “μια απατεώνισσα που δελέαζε τα θύματά της με σεξ και στη συνέχεια, προτού ολοκληρώσει το δικό της μέρος της συμφωνίας τα λήστευε”.
Όμως, όσο καλός εγκληματίας κι αν είστε, πρέπει να ξέρετε πότε πρέπει να εγκαταλείψετε τη σκηνή του εγκλήματος.
Έτσι επέστρεψε στη Νέα Υόρκη, όπου έβγαζε τα προς το ζην συνεχίζοντας τόσο τα νταηλίκια και τις εξαπατήσεις όσο και ως χορεύτρια.
Δεν υπάρχουν πολλές αναφορές για το πόσο καλή ήταν στο χορό, αλλά οι ικανότητές της στις απατεωνιές συνεχώς αυξάνονταν, ενώ στο ρεπερτόριό της πρόσθεσε και τον εκβιασμό. Χρησιμοποιώντας υπονομευτικές επιστολές ή φωτογραφίες- ανάγκαζε τα θύματά της να πληρώνουν επανειλημμένως μεγάλα ποσά προκειμένου να αποφύγουν την αποκάλυψη ή την απειλητική οργή του φανταστικού “εξαγριωμένου συζύγου της“.
Στο Λονδίνο γνώρισε τον Eddie Guerin- λήστεψαν μαζί ένα γραφείο της American Express στο Παρίσι. Αν και κατάφερε να φτάσει στο Λονδίνο χωρίς να συλληφθεί, επέστρεψε “βλακωδώς” στη Γαλλία, “και καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκισης στη φυλακή του Μονπελιέ”, γράφει η Byrne.
Αλλά δεν παρέμεινε για πολύ καιρό στη φυλακή. Στα μισά της ποινής της η May κατάφερε να αποπλανήσει και να εκβιάσει τον γιατρό της φυλακής για να υπογράψει ιατρική βεβαίωση για την αποφυλάκισή της. Βρέθηκε ξανά στο δικαστήριο μετά από μια απόπειρα δολοφονίας του Guerin, με αποτέλεσμα να ξαναμπεί στη φυλακή.
Αν και τελικά η May επέστρεψε στην Αμερική, δεν βρήκε τη λαμπερή ζωή που είχε γνωρίσει.
Με κλονισμένη υγεία και υποφέροντας από αλκοολισμό, η επιτυχίες της ήταν μηδαμινές και συχνά είχε μπλεξίματα με τον νόμο.
Είναι εύκολο να τη δει κανείς ως μια επικίνδυνη, άκαρδη γυναίκα -η ίδια μάλιστα έγραψε ότι «ποτέ δεν μου πέρασε από το μυαλό ότι το έγκλημα αποτελεί αμαρτία»- αλλά υπάρχουν πολλά πράγματα στην ιστορία της ζωής της που μαρτυρούν τα δεδομένα της εποχής.
Οι επιλογές για μια αγρότισσα στην Ιρλανδία του δέκατου ένατου αιώνα ήταν “ο γάμος ή η μετανάστευση», γράφει η Byrne. Η εξοντωτική μονοτονία της δουλειάς του νοικοκυριού δύσκολα θα αποτελούσε ελκυστική πρόταση για μια γυναίκα που είχε διασχίσει τον Ατλαντικό στην αίγλη της πρώτης θέσης.
Η ζωή και τα κίνητρα της May μπορεί να παραμείνουν για πάντα ένα μυστήριο. Όμως αναρωτιέμαι, εάν είμαστε ποτέ σε θέση να κατανοήσουμε πλήρως το παρελθόν, ή μήπως στην ακατάπαυστη προσπάθειά μας να το φέρουμε στα μέτρα μας, το αντιλαμβανόμαστε με τους όρους του παρόντος;
✥ Δείτε επίσης: Ματέο Μεσίνα Ντενάρο: Το αφεντικό της μαφίας έπεσε μετά από 30 χρόνια – αλλά όχι η Κόζα Νόστρα