«Τα καλύτερα δώρα για εκείνη», «Τα καλύτερα δώρα για εκείνον», «Φέτος τα Χριστούγεννα ξετύλιξε τις καλύτερες ιδέες δώρων», «Και φέτος σου έχουμε τις καλύτερες ιδέες δώρων για τους αγαπημένους σου», «Αυτά είναι τα καλύτερα χριστουγεννιάτικα δώρα για παιδιά φέτος», «Ανακάλυψε τα καλύτερα χριστουγεννιάτικα δώρα με ένα μόνο κλικ», «Και φέτος τα Χριστούγεννα σου έχουμε προτάσεις για τα πιο ψαγμένα δώρα». Ω, ναι! Είμαστε στην τελική ευθεία για την πιο υπέροχη εποχή του χρόνου και ίσως έχεις προσέξει ήδη τον μιντιακό κατακλυσμό από φράσεις σαν κι αυτές λίγο πιο πάνω.
Βασικά, είναι παντού, όπου σταθείς κι οπού βρεθείς, σε περιοδικά, σε τηλεοπτικά διαφημιστικά σποτ, ακόμα και στις στάσεις των λεωφορείων. Εκεί που νυσταγμένα κατασπαράζεις ένα κομμάτι κρύα πίτσα που περίσσεψε από χθες το βράδυ στο μικρό σου κουζινάκι, να σου μια από τις παραπάνω φράσεις, γλιστρά ανύποπτα από το ηχείο του ραδιοφώνου και βουτά απρόσκλητη στα ακουστικά σου κανάλια. Καθώς περιμένεις το λεωφορείο, που για άλλο ένα πρωί έχει αργήσει, για να πας στη δουλειά, να σου μια άλλη, σε «χτυπά φιλικά στην πλάτη» και σου προσφέρει έτοιμες λίστες με δώρα για όλους.
Εκείνο που είναι σημαντικό να καταλάβεις είναι ότι πλέον δεν χρειάζεται να ψάχνεις, το κάνουν άλλοι για ’σένα. Μπορείς να τους ευχαριστήσεις αργότερα. Άλλωστε, πού να τρέχεις; Πού να σκέφτεσαι; Πού να ψάχνεις τώρα; Όχι μόνο για δώρα, αλλά και για πάρκινγκ γύρω από τους κατάμεστους εμπορικούς δρόμους, για υπομονή στις ουρές των ταμείων, για το πιτσιρίκι σου, που εδώ ήταν μόλις τώρα, πού εξαφανίστηκε;
Δεν υπάρχει χρόνος. Και τα δώρα θέλουν χρόνο. Εκτός κι αν ακολουθήσεις πιστά μια από τις τρισεκατομμύρια λίστες που κυκλοφορούν εκεί έξω. Τότε γλιτώνεις πολύ χρόνο, καθώς υπάρχουν πια λίστες για όλα τα γούστα, για όλες τις ηλικίες, για όλα τα βαλάντια. Λίστες, λίστες, λίστες. Αν ζούσε ακόμα ο Theodor W. Adorno, ίσως και να τις έδενε θηλιά γύρω από το λαιμό του. Άλλωστε, δεν υπήρχε τίποτα που να χαλάει τον μαιτρ της αρνητικής διαλεκτικής περισσότερο από την μαζική κουλτούρα και τις αμέτρητες εκφάνσεις της.
Ο Adorno συνήθιζε να λέει πως οι άνθρωποι έμοιαζαν ήδη από την εποχή του να ξεχνούν πώς να κάνουν δώρα. Κι αυτό γιατί το να κάνεις ένα δώρο σε κάποιον σήμαινε να αφιερώσεις χρόνο από το χρόνο σου, να ξεφύγεις από το δρόμο σου, να σκεφτείς τον άλλον σαν υποκείμενο και τελικά να επιλέξεις κάτι ειδικά για τον συγκεκριμένο άνθρωπο. Όπως «γκρίνιαζε», λοιπόν, ο πιο διάσημος ίσως εκπρόσωπος της Σχολής της Φρανκφούρτης, σχεδόν κανείς δεν ήταν ακόμα ικανός για κάτι τέτοιο ήδη από τα μέσα του περασμένου αιώνα. Και πού να μας έβλεπε τώρα…
Κάθε χρόνο κάποιος θα μου κάνει δώρο ένα ετήσιο ημερολόγιο ή μια ατζέντα κι εγώ σίγουρα σε κάποιον θα πάρω ένα ζευγάρι παντόφλες. Ή ένα ζευγάρι κάλτσες. Ή ένα κασκόλ. Είναι όλα δώρα «σιγουράκια» και παίρνουν θέση κάθε χρόνο σχεδόν κάτω από κάθε δέντρο. Είναι η εύκολη λύση όταν κανείς δεν ξέρει τι να δωρίσει, όταν δεν έχει χρόνο να διαθέσει, γι’ αυτό και είναι δείγματα της παρακμής της τελετουργίας των δώρων.
Η τελετουργία αυτή απαιτεί να σπαταλήσεις χρόνο και φαιά ουσία, αλλά όχι απαραίτητα πολλά χρήματα. Σπανίως είμαστε πια σε θέση να κάνουμε κάτι τέτοιο, καταβάλουμε την ελάχιστη δυνατή προσπάθεια κι έτσι καταλήγουμε συχνά να δωρίζουμε εκείνο που εμείς θα επιθυμούσαμε να μας δωρίσουν ή, ακόμα χειρότερα, κάτι τυπικό, συνηθισμένο· κάτι που θα μπορούσε να έχει για παραλήπτη τον οποιονδήποτε.
Σύμφωνα με τον Αdorno, τίποτα δεν αποδεικνύει την παρακμή της τελετουργίας των δώρων περισσότερο από την εφεύρεση των καταστημάτων με είδη δώρων, η οποία βασίστηκε ακριβώς στο γεγονός ότι κανείς δεν έμοιαζε πια να ξέρει τι να δωρίσει. Ο σύγχρονος Ευρωπαίος φιλόσοφος κατέκρινε και την εφεύρεσης της «κάρτας αλλαγής δώρου», καθώς σε αυτή διάβαζε την προκαταβολική παραίτηση εκείνου που προσφέρει το δώρο. Βέβαια, αναγνώριζε πως, σε σχέση με την αμηχανία των συνηθισμένων ή τυπικών δώρων, η δυνατότητα που δίνεται στον παραλήπτη μέσω της «κάρτας αλλαγής», να δώσει δηλαδή στον εαυτό του κάτι, αντιπροσωπεύει κάτι πιο ανθρώπινο. Κι ας βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με την όλη συμβολική τελετουργία της προσφοράς ενός δώρου.
Μπορεί όλα αυτά, σε σχέση με την τεράστια αφθονία διαθέσιμων αγαθών και την ταυτόχρονη αυξανόμενη φτωχοποίηση, να ακούγονται ασήμαντα ή ρομαντικά. Ωστόσο, οι άνθρωποι πάντοτε αγαπούσαμε τα δώρα. Η προσφορά δώρων σαν πρακτική χάνεται στα βάθη του χρόνου. Τα δώρα γενεθλίων, για παράδειγμα, έχουν τις ρίζες τους στον πολιτισμό της αρχαίας Αιγύπτου. Ακόμα κι αν κάποια στιγμή η ανθρωπότητα βρισκόταν σε τέτοια κατάσταση πλεονασμού που η προσφορά δώρων θεωρούνταν περιττή, οι άνθρωποι θα εξακολουθούσαν να έχουν ανάγκη την μαγεία που κρύβει μέσα της αυτή η πρακτική.
Φέτος, λοιπόν, λέω να αφήσω τις λίστες στην άκρη, να προσπαθήσω να αφιερώσω λιγάκι χρόνο παραπάνω στα δώρα των Χριστουγέννων. Λέω να ακονίσω τις λεπίδες της μνήμης μου, να προσπαθήσω να θυμηθώ ποιο ήταν εκείνο το βιβλίο που είπε η αδερφή μου ότι έψαχνε διακαώς και δεν μπορούσε να βρει με τίποτα και να το βρω εγώ για εκείνη. Λέω να πάω μια επίσκεψη στο σπίτι της φίλης που μετακόμισε πρόσφατα και να δω τι μπορεί να λείπει από το νεοσύστατο νοικοκυριό της. Και λέω να αρχίσω γρήγορα γιατί είπαμε, αν κάτι χρειάζεται να αφιερώσει κανείς, αυτό είναι χρόνος.