Μια πολύ ιδιαίτερη και ξεχωριστή περίπτωση. Για μένα, στην ζωγραφική, είναι μόνος του, από την άλλη πλευρά του τάλαντου και γράφει στην εικαστική ιστορία μια σελίδα που δύσκολα θα σβήσει ο χρόνος! Ναι, αν υπάρχει ένας ζωγράφος, που ο χρόνος μπορεί στο μέλλον να μεροληπτήσει μαζί του, αυτός είναι ο Στέλιος Φαϊτάκης! Τον παρακολουθώ χρόνια και ήθελα πολύ να μιλήσω μαζί του. Το ραντεβού κλείστηκε απλά. Τον πήρα στο τηλέφωνο, το σήκωσε ο ίδιος, του είπα ότι θα ήθελα να μιλήσουμε, δώσαμε ραντεβού την επομένη, συναντηθήκαμε στο καφέ του Ιδρύματος Θεοχαράκη και για δυο ώρες λέγαμε, λέγαμε… Μιλούσε χωρίς υπερβολές στο λόγο, χωρίς καμία διάθεση να δηλώσει κάποιος, και κάθε λέξη του ήταν ποτισμένη με την αλήθεια του!

Ήρθε να με συναντήσει με αθλητική αμφίεση, αλλά και με διάθεση να μου εμπιστευτεί διάφορα. Το είδα στα μάτια του. Δεν είναι ο τύπος του ανθρώπου που του αρέσει γενικώς να μιλάει. Μιλάει κάτω από ειδικές συνθήκες. Η πρώτη επαφή δεν προδίδει ότι «είναι στον κόσμο του», αλλά αν κάτσεις λίγο μαζί του, νοιώθεις τα πάθη του, την τρέλα του γι’ αυτό που κάνει… για την ζωγραφική. 

Υ.Γ. Προς τους εικαστικούς φίλους: Ξέρω, τον ζηλεύετε, αλλά παραδέχεστε ότι είναι πολύ μάγκας, γι’ αυτό και πίσω από την πλάτη, του βγάζετε το καπέλο!

– Αλήθεια, πώς βρέθηκες να κάνεις ζωγραφική;

Με τη ζωγραφική ασχολούμαι από τριών-τεσσάρων χρονών. Για να καταλάβεις, παιδί, πήγαινα στην Κρήτη διακοπές και ήθελα πάντα να έχω μαρκαδόρους μαζί και χαρτιά. Δηλαδή ήταν ένα από τα πολύ βασικά που έπαιρνα μαζί μου.

– Είχες κάποια επιρροή; Στο σπίτι υπήρχε κάποιος που ασχολείτο με την ζωγραφική;

Όχι, όχι, δεν ασχολείτο κανείς με την ζωγραφική και δεν είχα απολύτως καμία άλλη επιρροή.

– Οι γονείς σου τι δουλειά έκαναν; 

Οι γονείς δουλεύανε με χρυσό. Έφτιαχναν χρυσά κοσμήματα σε ένα εργοστάσιο. 

– Γεννιέται ο ζωγράφος ή γίνεται μέσα από τις εμπειρίες της ζωής;

Στα βαθιά, στα βαθιά πέσαμε… Δεν ξέρω να απαντήσω γενικά, να απαντήσω εν ονόματι όλων… Εγώ έτσι όπως το ένιωσα και έτσι όπως το βλέπω και από άλλους δικούς μου ανθρώπους, νομίζω ότι οι άνθρωποι έρχονται σε αυτή την ζωή κουβαλώντας κάτι μαζί τους. Κουβαλάμε δεδομένα. Ερχόμαστε στη ζωή και τα πράγματα αρχίζουν και λειτουργούν. 

– Μπορεί να γεννηθείς ζωγράφος και τελικά να μην καταφέρεις στη συνέχεια να γίνεις αυτό για το οποίο γεννήθηκες;

Αυτό δεν μπορώ να το ξέρω. Υπάρχουν όλων των ειδών άνθρωποι. Άλλοι λειτουργούν έτσι κι άλλοι λειτουργούν με άλλους τρόπους. Δηλαδή υπάρχουν όλα τα ενδεχόμενα. Εμένα δόξα τω θεώ μού έκατσε καλά, φτου φτου…

– Οι γονείς σου πως το πήραν όταν ανακοίνωσες ότι θα γίνεις ζωγράφος;

Αυτό είναι λίγο πιο προσωπικό, αλλά τέλος πάντων θα το πω: Η μητέρα μου  ήταν πάρα πολύ ανοιχτή. Δυσκολευόταν και αυτή να το αποδεχτεί σαν επιλογή ζωής, γιατί ήμουνα καλός στα μαθηματικά, οπότε υποτίθεται το φυσιολογικό θα ήταν να πάω προς αυτή την κατευθυνση. Ο πατέρας μου όμως, δεν μπορούσε να το αντέξει με τίποτα ό,τι του γιου του τού πέρασε τέτοια ιδέα απ’ το μυαλό. 

– Εσύ δηλαδή είπες κάποια στιγμή: ”Θα πάω Σχολή Καλών Τεχνών”;

Μα δεν ήξερα τότε ότι υπήρχε η Σχολή Καλών Τεχνών ώσπου κάποια στιγμή ένας φίλος με ενημέρωσε σχετικά. Του λέω: «Τι εννοείς υπάρχει πανεπιστήμιο για ζωγραφική; Σοβαρά μιλάς τώρα, υπάρχει σχολή τέτοια;» «Ναι» μου λέει…  Αυτό ήταν!  Έφυγα! Αποφάσισα ότι θα πήγαινα κατευθείαν στη Σχολή Καλών Τεχνών. Η απόφαση μου αυτή με έκανε να ζήσω ένα διάστημα δύσκολο, πολύ δύσκολο.

– Ένα διάστημα κόντρας με τον πατέρα σου;

Ναι, κόντρας γενικώς, αλλά κυρίως με τον πατέρα μου. Τώρα πια, όλα είναι εντάξει, έχει καταλάβει, έχει ηρεμήσει κι αυτός. Είναι μια χαρά ο άνθρωπος. Απλώς τότε ανησυχούσε για τη ζωή μου, για το μέλλον μου!

– Ζούνε οι γονείς σου;

Ναι, βέβαια, και είναι μια χαρά. 

– Πότε συνειδητοποιείς ότι έχεις έρθει σ’ αυτόν τον κόσμο για να γίνεις ζωγράφος; 

Φαντάζομαι ότι τριών ετών δείχνει ένα παιδί τι είναι, αν έχει έρθει με μια προίκα, ένα «κάτι». Η πρώτη φάση είναι αυτή. Μετά, δεν μπορώ να το εντοπίσω ακριβώς, αλλά κατά διαστήματα γίνεται από διάφορα γεγονότα αισθητό. 

– Με το που μπήκες στην ΑΣΚΤ;

Δεν μπορούσε αυτό να συμβεί πιο νωρίς γιατί το σχολείο δεν επέτρεπε τέτοιες σκέψεις. Θυμάμαι, όσο ήμουν στο γυμνάσιο-λύκειο, η ζωγραφική γινότανε μόνο το καλοκαίρι, στην Κρήτη, όταν πήγαινα να ζήσω με τους παππούδες και τις γιαγιάδες.

– Γιατί;

Καταρχάς στο σχολείο υπήρχαν καλλιτεχνικά, αλλά ήτανε σαν ένα ακόμα διάλειμμα… Σαν μια ξεκούραστη ώρα, όπου ξεκουραζόμασταν από όλα τα υπόλοιπα. Η ώρα των καλλιτεχνικών ήταν μια ανάσα και για τους δασκάλους.

– Εσύ μεγάλωσες εδώ, στην Αθήνα;

Είμαι γεννημένος και μεγαλωμένος Αθήνα. Στο Περιστέρι γεννήθηκα.

– Είχες άλλα αδέρφια;

Έχω έναν αδελφό, 6 χρόνια μικρότερο. Πολύ καλός.

– Ο πατέρας σου τι ονειρευόταν για σένα;

Να γίνω μηχανικός, αρχιτέκτονας. «Αφού τα πάει καλά στα μαθηματικά» έλεγε, «πρέπει να πάει για μηχανικός, αρχιτέκτονας ή κάτι τέτοιο»… Βλέπεις ήμουν πολυ καλός και στο σχέδιο, οπότε έπαιζε και το «αρχιτέκτονας!» Έβλεπε ότι το σύστημα είναι εντελώς αρνητικό με όλα αυτά τα καλλιτεχνικά. Εγώ βέβαια από την πρώτη στιγμή υπήρξα τυχερός, δεν το συζητάμε. Κι αυτή τη στιγμή, είμαι σχετικά ήσυχα στη ζωή μου. Δεν ανησυχώ δηλαδή για το τι θα γίνει την επόμενη εβδομάδα ή τον επόμενο μήνα, ειδικά με τέτοια που ακούω γύρω μου, γι’ άλλους ανθρώπους που ζουν με τον εφιάλτη της επόμενης μέρας. Είμαι καλά. Τώρα έχω ανέβει και σκαλοπάτι. Δηλαδή ακόμα και τα προβλήματα είναι πιο ευχάριστα πια. Ελπίζω να παραμείνω έτσι και να έρθουν και άλλοι άνθρωποι στη θέση που είμαι εγώ.

– Πως πέρασες στη Σχολή Καλών Τεχνών; Ηταν σημαντική εμπειρία για σένα;

Αρχικά πέρασα στην Σχολή Καλών Τεχνών στην Θεσσαλονίκη. Ξεκίνησα να σπουδάζω εκεί, αλλά λόγω του ότι έχω ενός είδους, πώς να το πω, έχω μια αδυναμία στο δεξί μου χέρι. Το δεξί μου χέρι, από εκεί με τράβηξε ο γιατρός όταν γεννήθηκα, μου άφησε ένα κουσούρι. Όχι κουσουράκι. Ψιλοχοντρό κουσούρι. Δηλαδή το δεξί μου χέρι έμεινε κοντύτερο και δεν σηκώνεται. Έχω σοβαρό πρόβλημα.

– Δουλεύεις με το αριστερό;

Αναγκαστικά. Κανονικά, απ’ ό,τι μου έχουν πει, δεξιόχειρας είμαι, αλλά δουλεύω αναγκαστικά με το αριστερό. Επειδή τότε ήθελα να κάνω ένα ειδικό πρόγραμμα στο νοσοκομείο εδώ, για το χέρι μου, μου δώσανε μεταγραφή για την Αθήνα, για να κάνω την θεραπεία και για να είμαι κοντά στους γονείς μου και τους γιατρούς. Από μία άποψη το χέρι με ωφέλησε, γιατί συγκρίνοντας τις δυο σχολές της Αθήνας ήταν πολύ καλύτερη. Είχα την κυρία Παπασπύρου καθηγήτρια, που είναι φανταστικός άνθρωπος, και συνεννοηθήκαμε τέλεια.

– Τελικά σου ήταν αναγκαία η σχολή;

Νομίζω ναι, τουλάχιστον τότε. Δεν ξέρω αν μου ήταν αναγκαία, αλλά μου ήταν ωφέλιμη. Δηλαδή, το ότι ήμουνα πέντε χρόνια συγκεντρωμένος εκεί πέρα και έκανα μόνο αυτό το πράγμα, ήταν καλό, ήταν ένα όφελος, με βοήθησε. Καταρχάς η Σχολή Καλών Τεχνών, εδώ στην Αθήνα, έχει μία πελώρια βιβλιοθήκη. Αυτό ήτανε ένα φοβερό πλεονέκτημα για μένα. 

– Πριν πας στη σχολή, από αυτά που βλέπουμε εμείς στη ζωγραφική σου σήμερα, υπήρχαν στοιχεία;

Όχι! Παλιά μάλιστα εγώ δεν την άντεχα την αγιογραφία, δεν μου άρεσε καθόλου. Μετά έβαλα λίγο μυαλό και κατάλαβα. Δηλαδή ξαφνικά, ήρθε ένας δάσκαλος του σχεδίου στη βιβλιοθήκη και με φώναξε από μακριά. Τον πλησίασα και του είπα: «Τι έγινε δάσκαλε, καλά;» Αυτός χωρίς να πει κουβέντα, άνοιξε ένα βιβλίο και είδα έναν Χριστό και μία Παναγία μέσα κι έμεινα στήλη άλατος να κοιτώ αυτές τις δυο αγιογραφίες χωρίς να μπορώ να τραβήξω τα μάτια μου. Τότε γυρίζει ο δάσκαλος και μου λέει: «Εδώ είσαι! Να το ξέρεις!». Κι εγώ είπα από μέσα μου: «Τίποτα δεν καταλαβαίνει!». Εγώ τότε ήμουν με το σπρέι στο χέρι. Θυμάμαι όμως πολύ χαρακτηριστικά το συγκεκριμένο γεγονός. Είχα τον σάκο, σπρέι μέσα και ήμουν έτοιμος να πάω να ζωγραφίσω έξω. Τον κοίταξα φαίνεται λίγο περίεργα, κι όπως ήμουνα όρθιος, ο δάσκαλος μου είπε: «Θυμήσου, αυτό θα κάνεις!» Aπό μέσα μου είπα: «Τι είναι αυτό που λέει; Τι ξέρει αυτός για μένα;» «Δεν έχω ιδέα,  δεν έχω καμία σχέση με αυτά που μου δείχνετε» του απάντησα… Δύο χρόνια μετά, πήρα την αγιογραφία σαν μάθημα κατ’ επιλογήν. Ήτανε τέλειο. Τώρα, κάθε φορά που σκέφτομαι αυτό το γεγονός, τρελαίνομαι. «Τι είχε δει ο τύπος και μου τα είχε πει όλα αυτά;» Με έβλεπε πιο καλά, απ’ ό,τι έβλεπα εγώ τον εαυτό μου. Ήτανε απίστευτο.

– Αυτό είναι ο καλός ο δάσκαλος!

Ναι, ο καλός δάσκαλος βλέπει τα πράγματα πιο βαθιά από τον μαθητή.

– Ο κακός δάσκαλος, μπορεί να χαλάσει ένα καλό μαθητή;

Εγώ λέω ναι. Μπορεί να κάνει ζημιά, αλλά εγώ νομίζω ότι ο δάσκαλος βοηθάει, καθοδηγεί. Κατά τα άλλα, αυτά που είναι να κάνει ένας μαθητής, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, είτε με προβλήματα, είτε με βοήθεια, θα τα κάνει, θα φτάσει στο τέλος στον στόχο του. Γενικώς πιστεύω ότι ο άνθρωπος αυτά που είναι να κάνει, θα τα κάνει.

– Πώς βρίσκει κάποιος τον δρόμο του;

Νομίζω ότι ο μόνος τρόπος είναι να είσαι λίγο χαλαρός και να αφήνεις τα πράγματα να τσουλάνε μόνα τους. Ο δρόμος που έχεις μπροςτά σου σε καθοδηγεί, σε καλεί να τον διασχίσεις, να τον περπατήσεις! 

– Πριν συνειδητοποιήσεις ότι είσαι γεννημένος ζωγράφος, έβλεπες ζωγραφική;

Όσο μπορούσα. Γενικά με τράβαγαν πάντα περισσότερο τα κόμικς. Μου άρεσαν πάρα πολύ και προσπαθούσα να κάνω τα δικά μου,

– Μεγάλωσες με τη “Βαβέλ” και το “Μαμούθ”; 

Ναι, βέβαια. Τα έπαιρνα μανιακά.

– Πόσο χρονών είσαι;

Τώρα είμαι 45. Τα κόμικς, τώρα που το σκέφτομαι, ήτανε το πρώτο πράγμα που με έφερε κοντά στο σχέδιο. Τα κόμικς ήταν η αιτία να αρχίσω να σχεδιάζω κι εγώ. Θυμάμαι στο σχολείο σχεδίαζα συνέχεια.

– Ήθελες να διηγηθείς και ιστορίες;

Μου άρεσε πάρα πολύ, δεν ξέρω γιατί, μου άρεσε πάρα πολύ να αφηγούμαι ιστορίες. Και σε έναν δεύτερο χρόνο, μου άρεσαν πολύ και τα γράμματα. 

– Στο σχολείο τι ζωγράφιζες;

Ζωγράφιζα λογότυπα ροκ συγκροτημάτων και ήθελα να τα αντιγράφω ακριβώς όπως ήταν, να τα κάνω σωστά, ίδια. 

– Πως προέκυψαν τα γκράφιτι στη ζωή σου;

Όταν τελείωσα το σχολείο κάπου στην τηλεόραση είδα τοίχους στην Αμερική που είχαν γκράφιτι και αναρωτήθηκα: «Τι είναι αυτά; Τι κάνουν αυτοί;» Mου καρφώθηκε στο νου να μάθω πως γίνονται τα γκράφιτι. Δεν μπορούσε με τίποτα αυτή η εικόνα που είχα δει στην τηλεόραση να βγει από το μυαλό μου. Υπήρχαν άνθρωποι που φτιάχνανε μεγάλα γράμματα, με έντονα χρώματα πάνω σε τοίχους στο δρόμο. Δεν ξέρω γιατί, αλλά αυτό με ενδιέφερε πάρα πολύ. Έμαθα και για έναν άνθρωπο εδώ στην Αθήνα που έφτιαχνε γκράφιτι σε έναν τοίχο. Μετά από 10-12 χρόνια, τον γνώρισα κι από κοντά.

– Που είδες γκράφιτι στην Αθήνα για πρώτη φορά;

Πηγαίνοντας για το φροντιστήριο, σε έναν τοίχο στη Λένορμαν. Είδα κάνα δυο γκράφιτι δικά του και είπα μέσα μου: «Άρα υπάρχει κι εδώ κάποιος που κάνει κάτι τέτοιο».

– Άρα έπαψε να είναι μια αμερικάνικη ιστορία για σένα.

Αμερικανική ιστορία ήταν και παραμένει, απλά την πήραμε από αυτούς και την κάναμε κι εδώ. Πριν τελειώσω την Γ’ λυκείου πήρα τα πρώτα σπρέι, κι άρχισα να φτιάχνω και εγώ. Μετά γνωρίστηκα με την πρώτη ομάδα.

– Φόβο ένιωθες όταν έβγαινες για να κάνεις γκράφιτι;;

Τι φόβο;

– Μη σε πιάσουν να λερώνεις τους τοίχους…

Εννοείται! Αλλά υπήρχε και μία αφέλεια. Πρόσεχα, δεν πήγαινα όπου να’ ναι. Πιο πολύ δεν με ενδιέφερε να το κάνω απλώς, αλλά να βγει ωραίο και φρόντιζα να μην μπλέξω…

– Ξεκίνησες φτιάχνοντας γράμματα;

Όχι, ξεκίνησα με εικόνες. Μετά τα έμαθα όλα γύρω από τα γκράφιτι. Διάβασα κιόλας πως ξεκίνησε και τι γινόταν στην Αμερική, τι σημαίνει γκράφιτι και από πού προέρχεται όλη αυτή η καλλιτεχνική πράξη, πώς το ορίζουν και τι κανόνες υπήρχαν. Έτσι μου έγινε βίωμα. Άρχισα να κάνω γράμματα και μετά ξαναγύρισα στις εικόνες.

– Ώσπου έφτασες να κάνεις αυτή την υπέροχη σύνθεση στην Πειραιώς στους τοιχους της Ελαΐδος!

Καλά, εκεί πια, είχε προχωρήσει το πράγμα πολύ. Είχαμε κάνει ήδη κάτι μεγάλα φεστιβάλ στην Ελλάδα.

– Τότε δουλεύατε σαν ομάδα;

Παλιά ναι. Τώρα είμαι μόνος μου. Στα γκράφιτι εξαρχής υπήρχανε ομάδες. Συντονίζονταν διάφοροι άνθρωποι όσον αφορά το ύφος. Δηλαδή σ’ έναν τοίχο που θα πηγαίναμε ας πούμε το σαββατοκύριακο, ξέραμε τι θα κάνουμε, είχαμε συνεννοηθεί, διάλεγε ο καθένας τα δικά του χρώματα και σχέδια, αλλά ξέραμε τι πάμε να κάνουμε! Υπήρχε μία οργάνωση «ελληνικού τύπου», πάντως οργάνωση υπήρχε.

– Γιατί σου άρεσαν τα γκράφιτι;

Πρώτα πρώτα, μου άρεσε που γινόταν έξω και που ήταν παράνομο. Το έκανε πολύ συναρπαστικό. Υπήρχε ένταση. Δεν με ενδιαφέρει πια, αλλά εκείνη την εποχή με τρέλαινε. Και το ότι παρεμβαίναμε στην πόλη που ζούμε. Θέλαμε υποτίθεται να την ομορφύνουμε κατά μία έννοια. Θέλαμε να κάνουμε κάτι καλό για τους ανθρώπους που βγαίνουν από τα σπίτια τους το πρωί να πάνε στην δουλειά τους και πέφτουν έξω από το σπίτι τους σε ένα υπαίθριο Μουσείο.

– Τώρα έχουν αλλάξει οι συνθήκες;

Ναι, νομίζω ότι τότε ήτανε αλλιώς. Ήτανε μια παρθένα περιοχή και οι τοίχοι ήτανε όλοι αγνοί, ολοκαίνουργιοι. Ήταν σαν να περιμένανε κάποιον να τους ζωγραφίσει. Ενώ τώρα ψάχνεις να βρεις τοίχο να πας να φτιάξεις. 

– Άκουγες τυχαία να μιλάνε άνθρωποι γι’  αυτά που έκανες;

Ναι. Είχα ακούσει πολύ καλά πράγματα για το εργοστάσιο της ΕΛΑΪΣ.  

– Ισχύει ότι στην πτυχιακή σου στη Σχολή Καλών Τεχνών ζωγράφισες τη σκάλα;

Ναι, αυτό έγινε.

– Και τι έγινε το έργο μετά;

Μετά η Σχολή έσβησε το έργο. Εντάξει, στη σχολή υπάρχουν και τέτοιες αντιλήψεις. Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι το ίδιο. Γι’ αυτό πρέπει να προσέχεις πλάι σε ποιον καθηγητή θα πας. Με ποιον ταιριάζεις. Βέβαια, τώρα πια η σχολή είναι γεμάτη γκράφιτι από πάνω μέχρι κάτω. Έχω βέβαια πολύ καιρό να πάω. Καλό θα ήτανε να πάω καμιά βόλτα να δω και να θυμηθώ.

– Ποια είναι η δουλειά του καλού δασκάλου;

Βλέπει μπροστά. Ο καλός δάσκαλος έχει όλη την γνώση πίσω και μπορεί και βλέπει μπροστά. Δεν σου επιβάλλει τίποτα, αλλά σε κατευθύνει ήσυχα-ήσυχα. Σου δείχνει δρόμους που είναι μπροστά σου και δεν τους βλέπεις. Ο καλός δάσκαλος καταλαβαίνει πού θέλεις να πας και σου ανοίγει το δρόμο  και εσύ πηγαίνεις.

– Και ο καλός μαθητής; Ποιός μαθητής θεωρείς ότι είναι καλός;

Ο καλός μαθητής είναι ο έχων πειθαρχία. Κάνει τουμπεκί που λέμε λαϊκά και γράφει εργατοώρες στη βιβλιοθήκη και το σχέδιο.

– Ταλέντο υπάρχει;

Ταλέντο υπάρχει.

– Τι είναι;

Το ταλέντο αποτελείται από δύο πράγματα: Την όρεξη να ασχοληθείς μ’ αυτό που θέλεις μέσα σου να κάνεις και την ευκολία στην εκτέλεση. Αυτά είναι δύο διαφορετικά πράγματα, αλλά εμπεριέχονται στην έννοια του ταλέντου!

– Εσύ έχεις ταλέντο;

Εγώ δεν έχω το δεύτερο. Εγώ έχω το πρώτο. Αγαπάω τη δουλειά μου και θέλω όλη την ώρα να γίνομαι όλο και καλύτερος. Κατά τη γνώμη μου είναι πλεονέκτημα το πρώτο και μπορεί να είναι μεγάλο μειονέκτημα το δεύτερο. Δηλαδή εγώ έχω δει άνθρωπο ο οποίος ήταν εξαιρετικά ταλαντούχος ζωγράφος, ικανός στο δεύτερο, ικανός στην εκτέλεση… και στο τέλος δεν κατάφερε τίποτα επειδή βασίστηκε μόνο σ’ αυτό. Χαλάρωσε, αφέθηκε στην ευκολία του και η δουλειά έμεινε στάσιμη, δεν προχώρησε. Εγώ δεν θα έλεγα καλλιτέχνη τον εαυτό μου. Μόνο ζωγράφο.

– Γιατί;

Γιατί εγώ είμαι ζωγράφος.

– Ποια είναι η διαφορά του καλλιτέχνη από τον ζωγράφο;

Εγώ δεν κάνω απ’ όλα. Τους σύγχρονους τρόπους έκφρασης τους αποφεύγω, ενώ ξέρω ότι έχω την δυνατότητα να ασχοληθώ και με όλα αυτά. Τραβιέμαι πίσω.

– Γιατί;

Δεν με ευχαριστεί ν’ ασχολούμαι με όλα αυτά. Μόνο να ζωγραφίζω θέλω. Θα ήθελα στο μέλλον να κάνω λίγο γλυπτική, αλλά μέχρι στιγμής δεν μου έχει έρθει κάτι πολύ συγκεκριμένο και περιμένω. Εγώ είμαι εκεί, στις δύο διαστάσεις… ζωγραφική, εικόνα, τέλος. 

– Θα μπορούσες να είσαι για πάντα εκεί; Στη ζωγραφική;

Ναι, θα μπορούσα να είμαι για πάντα εκεί. Έχω εικόνες να φτιάξω για πάρα πολλά χρόνια. Έχω πολλά σημειωμένα πράγματα και έχω κι ιδέες που περιμένουν.

– Δουλεύεις προσχεδιακά;

Ναι, πολύ αναλυτικά. Έρχεται μια ιδέα ή δουλεύω για να έρθει μια ιδέα. Για να είσαι επαγγελματίας, δεν χρειάζεται να έχεις μια ιδέα για να ζωγραφίσεις. Πάνω από όλα και πριν από όλα είναι η εργασία. Κάθε πρωί πρέπει να πας στο ατελιέ για δουλειά.

– Αλλιώς δεν γίνεται;

Δεν μπορεί να είσαι επαγγελματίας και να περιμένεις την έμπνευση για να δουλέψεις. Πηγαίνεις στο ατελιέ, κάθεσαι μπροστά στο μουσαμά και η έμπνευση έρχεται στη συνέχεια. Και να μην έρθει η έμπνευση, έργα γίνονται ή έχουν γίνει με μία σχετικά λογική σκέψη. Ψάχνω και βρίσκω κάτι που με ενδιαφέρει και το προχωράω. Το προχωράω από δω, το προχωράω από κει, τελικά το βρίσκω… καταλήγω.

– Διαφέρουν τα έργα που γίνονται με τη λογική από τα εμπνευσμένα έργα;

Το εμπνευσμένο έργο έρχεται μπαμ με τη μία. Βλέπω την εικόνα μπροστά μου και κάθομαι και τη φτιάχνω και ποτέ δεν την φτιάχνω ακριβώς όπως την είδα. Δηλαδή στη διαδικασία πάντα χάνεται κάτι από την έμπνευση, το όραμα. Τέλος πάντων ξεκινάει από κάπου και συνεχίζεται κάπως αλλιώς, γίνεται όμως. Μία από τις εικόνες που παρουσίασα στην τελευταία μου έκθεση, μου ήρθε πριν πέντε χρόνια… Αυτό που βλέπεις δηλαδή είναι ακριβώς έτσι όπως μου ήρθε πέντε χρόνια πριν. Κυριολεκτικά. Την είδα μπροστά μου και κόλλησε στο μυαλό μου. Συμβαίνει κι αυτό. Όλα μου έχουνε συμβεί. Στη ζωγραφική συμβαίνουν όλα! 

– Αφηγήσεις είναι αυτά που κάνεις;

Κατά κάποιον τρόπο ναι, αλλά όχι με μια ορθότητα. Δηλαδή τα παρουσιάζω λίγο παράλογα. Κατά μία έννοια είναι παράλογες αφηγήσεις. Δεν θέλω να έχει μια κανονικότητα η αφήγηση μου, γι’ αυτό προκύπτουν κι αυτές οι εικόνες. Είμαι ένας προβοκάτορας της δομής. Θέλω με τη δουλειά μου να μιλήσω για την τέχνη εκτός της λογικής. Γενικά στη δική μας εποχή, η Δύση λατρεύει τη λογική. Το μόνο πράγμα στο οποίο πιστεύει είναι η λογική και δεν υπάρχει τίποτα εκτός λογικής. «Ό,τι δεν αποδεικνύεται λογικά, δεν υπάρχει». Tο αμφισβητώ αυτό! Η λογική εννοείται ότι είναι καλό εργαλείο, αλλά δεν γίνεται να έχεις από το άλλο χέρι ένα άλλο εργαλείο και να το πετάς ξαφνικά στα σκουπίδια. Λειτουργεί και αυτό με το δικό του τρόπο. Ίσως να μην μπορείς να το ελέγξεις όσο ελέγχεις τη λογική. 

– Πότε άρχισες να ζεις από τη ζωγραφική; Πότε έγινες επαγγελματίας;

Δεν ξέρω πώς έγινε αυτό, αλλά πληρώθηκα για την ζωγραφική μου πριν καν περάσω στην Σχολή Καλών Τεχνών. Πληρωνόμουν από όλες τις δουλειές που έκανα και πριν την Σχολή. Δηλαδή όταν έκανα τοιχογραφίες σε μαγαζιά… Τότε είχα κάνει σε ένα nightclub, από πάνω μέχρι κάτω ένα κτίριο. Επίσης τότε δούλευα σε εφημερίδες. 

– Έχουμε δουλέψει και μαζί;

Για πες… Δεν θυμάμαι…

– Στα ΝΕΑ και στο ΒΗΜΑ της Κυριακής, στη Χρήστου Λαδά.

Στη Χρήστου Λαδά. Ακριβώς. Εκεί ήμουνα. Εκεί ήταν ο πρώτος άνθρωπος που είδε δουλειά μου και μου ζήτησε να κάνω εικονογραφήσεις. Δεν θυμάμαι το όνομά του, αλλά συνεννοούμασταν πάρα πολύ καλά μεταξύ μας. Μου έδινε ένα άρθρο και μου έλεγε: «Θέλω πέντε εικόνες. Δες το, διάβασε το και εικονογράφησέ το»! Του έλεγα εντάξει και τις πήγαινα έτοιμες. Δεν μου τις γύρισε ποτέ πίσω. Ούτε εσύ, όμως, μου είχες γυρίσει εικονογραφίσεις πίσω. Κι όλα αυτά πριν περάσω στη Σχολή Καλών Τεχνών. Αυτό το έκανα, μία φορά την εβδομάδα, αν θυμάμαι καλά.Έχω κάνει επίσης εξώφυλλα βιβλίων, δίσκων, διάφορες δουλειές από δω κι από κει. Και μετά στη σχολή πάλι έκανα διάφορες δουλειές. Δεν ξέρω, από την αρχή μού έχει πάει πάρα πολύ καλά.

– Τι πιστεύεις ότι είναι η Τέχνη;

Η Τέχνη είναι αυτό το κάτι πέρα από τη λογική. Η Τέχνη είναι επέκταση, είναι μία εξερεύνηση. Η Τέχνη είναι πέραν του λόγου, γιατί η λογική κι ο λόγος έχουν την ίδια βάση. Με τους φίλους μου παλιά είχαμε πολλές διαφωνίες γύρω από τον ορισμό της Τέχνης. Έχω φίλους που σπουδάζαμε μαζί και μέχρι σήμερα έχουμε αυτή τη διαφωνία. Η Τέχνη για μένα δε θέλει πολύ μπλα-μπλα και εξηγήσεις επί εξηγήσεων. Οι περισσότεροι σήμερα φτιάχνουν κάτι και έχουν και την εξήγηση από δίπλα. Έχω ένσταση: «Η Τέχνη δεν χρειάζεται εξήγηση». Αν χρειάζεται αυτό που φτιάχνεις εξήγηση, μπορει νά’ ναι ό,τι θέλεις, αλλά δεν είναι Τέχνη. Δεν πρέπει να υπάρχει εξήγηση. Ας καταλάβει ο θεατής ό,τι θέλει. Εμένα πάρα πολλές φορές μου έχει συμβεί να κάνω ενα έργο έχοντας στο μυαλό μου κάτι και να έρχεται άλλος και να μου λέει ότι είδε στο έργο κάτι άσχετο από αυτό που είχα εγώ στο μυαλό μου όταν το έφτιαχνα. Το έργο πρέπει να είναι ανοιχτό και να μπορεί ο άλλος να βλέπει τα δικά του. Στην Τέχνη δεν υπάρχει κάτι να καταλάβεις. Μπορείς να καταλάβεις κάτι αν θέλεις, αλλά μπορεί να μην υπάρχει τίποτα να καταλάβεις.

– Στην Τέχνη υπάρχει το «μου αρέσει» και το «δεν μου αρέσει»;

Εγώ πιστεύω ότι στην Τέχνη, το «αρέσω», αν το επεκτείνουμε και το κάνουμε λίγο πιο έντονο, συνδέεται με την αγάπη. Στην Τέχνη μπορείς να αγαπήσεις κάτι που βλέπεις. Να αισθανθείς κάτι τόσο έντονο, που να μην μπορείς να πεις τίποτα στην αρχή γι’ αυτό, αλλά στην συνέχεια να σε καθορίσει. Έχω δει ανθρώπους να το παθαίνουν αυτό και επίσης το έχω πάθει και εγώ.

– Πες μου ένα παράδειγμα.

Σε Μουσείο έχω μπει να δω έργα 2-3 καλλιτεχνών που με έχουν επηρεάσει πάρα πολύ και νιώθω να μου συμβαίνει κάτι χωρίς να ξέρω ακριβώς τι. Πάντως κάτι πολύ έντονο. Ξέρω όμως ότι αυτό που νιώθω είναι καθαρό συναίσθημα, δεν έχει καμιά σχέση με τη λογική, γι’ αυτό δεν προσπαθώ να το εξηγήσω.

– Σήμερα οι άνθρωποι έχουν φτάσει σε τέτοιο επίπεδο αλλοτρίωσης που θεωρούν Τέχνη ό,τι δεν καταλαβαίνουν…

Ναι, αυτό που λες το παρατηρώ και αρχίζει να με ανησυχεί πολύ, με πανικοβάλλει να βλέπω ανθρώπους να μιλάνε με ενθουσιασμό για κάτι που δεν καταλαβαίνουν και δεν νιώθουν κανένα συναίσθημα. Και το χειρότερο; Δεν βλέπω κανέναν να μιλάει γι’ αυτό!

– Εσύ γιατί δεν μιλάς;

Μα δεν μπορείς να μιλήσεις. Το λες μια φορά, το λες δέκα και δεν αντιδρά κανείς άλλος. Δεν μπορώ να είμαι στην κόντρα συνέχεια, γιατί καταντάει πόλεμος. Πιστεύω όμως σε βάθος χρόνου όλα ξεκαθαρίζουνε. Αυτό θέλω να πιστεύω!

– Παίζει ρόλο στη δημιουργικότητά σου, σε επηρεάζει, εάν πουλάς ή δεν πουλάς;

Γίνεται να μην παίζει ρόλο; Όπως παίζει ρόλο αν θα έχω και που θα έχω το εργαστήριο μου, το ατελιέ μου!

– Η άνεση καταστρέφει τον δημιουργό;

Είναι απίστευτο, αλλά αυτή η άποψη κυριαρχεί και σε συλλέκτες. Πολλοί πιστεύουν ότι δεν πρέπει ο καλλιτέχνης να έχει πάρα πολλά χρήματα, για να είναι στην τσίτα, στην ένταση την εσωτερική, να συνεχίζει να είναι μέσα στο παιχνίδι της επιβίωσης, γιατί αυτό το παιχνίδι τού δίνει «Έμπνευση»… Τώρα, μέσα σε κλάσματα του δευτερολέπτου, πέρασαν από το μυαλό μου, ένα σωρό άλλες λέξεις από «Ε». Πιστεύουν λοιπόν πολλοί, ακόμα και συλλέκτες, ότι το να παλεύεις για την επιβίωση σου δίνει «Έμπνευση» κι έτσι παραμένεις δημιουργικός. 

– Είναι ένα παραμύθι όλο αυτό το σκεπτικό;

Υπάρχουν άνθρωποι που το πιστεύουν αυτό που λένε, γι’ αυτό και σ’ το λένε κατάμουτρα, ότι ο καλλιτέχνης δεν πρέπει να βγάζει χρήματα και το πιστεύουν. Εγώ έχω φίλους, που κάνουνε το οτιδήποτε για να επιβιώσουν, αλλά η «Έμπνευση» δεν εμφανίζεται, τους έχει γυρίσει την πλάτη. Και είναι άνθρωποι που έχουν ταλέντο, έχουν κάτι να δώσουν, αλλά το κυνήγι της καθημερινής επιβίωσης τούς βυθίζει.

– Τι κάνει τον ζωγράφο καλό ζωγράφο και τον καλό ζωγράφο μεγάλο ζωγράφο; Και τι τον μεγάλο ζωγράφο, μύθο; Δηλαδή, σε τελική ανάλυση, τι κάνει έναν καλό ζωγράφο, Πικάσο;

Ναι, καταλαβαίνω τι ρωτάτε. Το σίγουρο είναι ότι μαζί με τον Πικάσο υπάρχουνε σίγουρα κι άλλοι εξαίρετοι ζωγράφοι. Αναρωτιόμαστε όμως, πώς και γιατί κυριάρχησε ως μύθος ο Πικάσο! Τι είχε ο Πικάσο που δεν είχαν όλοι οι άλλοι; Τον ζωγράφο, τον μεγάλο ζωγράφο, τον πολύ μεγάλο ζωγράφο, τον μύθο, τον άνθρωπο γενικά, τον κάνει ο Θεός. Εγώ αυτό καταλαβαίνω. Δεν πιστεύω ότι όλα αυτά τα μεγέθη τα κάνει ο άνθρωπος. 

– «Τα έχει φορεθεί ο ανθρωπος πριν καταλαβει την γύμνια του» που λέει κι ο ποιητής! 

Ναι. Τα έχει πάρει έτοιμα, χωρίς να το καταλάβει, χωρίς να μπορεί να το εξηγήσει κι ας νομίζει ότι τα κάνει ο ίδιος. Πιστεύω ότι αυτό είναι ένα δώρο που έρχεται απ’ έξω. Εγώ έτσι το ζω και έτσι το καταλαβαίνω. Αυτό το δώρο σου δίνει χαρακτηριστικά που δεν τα έχει ο άλλος. Για να σου δώσω να καταλάβεις: Σου δίνει «Τόλμη», σου δίνει μία ανεξήγητη «Πίστη». Τα πάντα έχει μέσα αυτό το δώρο. Έχει «Φαντασία», τα έχει όλα.

– Βλέπω όλη την δημιουργική πορεία του Πικάσο για παράδειγμα. Μέχρι την περίοδο του κυβισμού, ο ίδιος άνθρωπος κάνει αυτά τα άψογα νατουραλιστικά πορτραίτα, που έχω δει ξανά και ξανά στο μουσείο Πικάσο στο Παρίσι. Έχω συζητήσει πάρα πολύ και με τον Κλοντ, τον γιο του και με την Παλόμα και με ανθρώπους οι οποίοι ήταν γενικά δίπλα του… Τι είναι αυτό που τον έκανε να εμπιστευτεί την κυβιστική του περίοδο;

Δεν μπορώ να απαντήσω. Ίσως αυτή η ατέλεια σε σχέση με τα πρώτα του έργα. Αυτή η ελευθερία. Δεν μπορώ να βρω την κατάλληλη λέξη. Είδε τον εαυτό του σε αυτά τα έργα και συνέχισε και πέτυχε να μείνει στην αιωνιότητα. Δεν ξέρω τι να πω, γι’ αυτό και λέω ότι αυτό δεν είναι έργο του ανθρώπου, δεν είναι ανθρώπινη απόφαση, περιέχει κάτι ασύλληπτο! Αρκεί νομίζω να εμπιστευτεί κάποιος το δώρο που φέρει! Σίγουρα δεν είναι η διαδικασία της λογικής που οδηγεί σε αυτό. Η λογική έρχεται σε δεύτερο χρόνο. Πιστεύω ότι όλα ξεκινάνε από ένα αίσθημα και μετά παίρνει η λογική στα χέρια της αυτό το πρώτο δεδομένο και το αναπτύσσει. 

– Πως καταλαβαίνεις ότι τελειώνει ένα έργο;

Αυτό, τώρα τελευταία, το συζητήσαμε με μία φίλη που κρατάει όλα τα τυπικά του εργαστηρίου. Αυτό που ρωτάτε έγινε με τον τελευταίο πίνακα της έκθεσης που έκανα. Έχω και έναν φίλο που με βοηθάει και μας πέτυχε και τους δύο μαζί να δουλεύουμε. Σε μιά στιγμή λοιπόν μας πιάνει με τον Παντελή, να λέμε δουλεύοντας το τελευταίο αυτό έργο με μια φωνή: «Τέλος, δεν θέλει τίποτα άλλο! Δεν αγγίζουμε. Το κατεβάζουμε, το πακετάρουμε και έφυγε». Η φίλη μου τα έχασε. Με ρωτάει: «Μα πώς είναι δυνατόν να ξέρετε πως το έργο τέλειωσε; Γιατί δεν πάτε λίγο παρακάτω ή δεν το σταματήσατε λίγο πριν;». «Απλά, ξέρεις πότε τελειώνει ένα έργο» της λέω. Έχει ένα συγκεκριμένο σημείο που όταν το φτάσεις, εκεί πρέπει να αφήσεις το έργο. Ούτε πριν, ούτε μετά. Αν προσπαθήσεις να το προχωρήσεις κι άλλο, το μόνο που καταφέρνεις, είναι…

– Να το καταστρέψεις.

… Να το λερώσεις, να το φορτώσεις με περιττό πράγμα. Το έργο φωνάζει, δεν είναι καλό όταν παίρνει αυτά τα έξτρα πράγματα. Είναι πάλι μυστήριο αλλά το νιώθεις το τέλος, το βλέπεις. Ξέρεις ότι είναι έτοιμο το έργο. Επειδή εμένα η δουλειά μου με ένα έργο κρατάει πολύ καιρό – κρατάει τουλάχιστον ένα μήνα ο κάθε πίνακας για να γίνει –  αυτό φαίνεται πιο καθαρά. Κάθε μέρα καταλαβαίνουμε ότι έχουμε ακόμα πορεία και συνεχίζουμε, μέχρι να έρθει η μέρα που το έργο το ίδιο φωνάζει: «Τέλος, αφήστε με ήσυχο»! (Γέλια)

– Από την αγιογραφία, ποια είναι η βασική επιρροή σου;

Κυρίως η τεχνική και η βασική φόρμα. Και το πώς αποδίδεται ο άνθρωπος. Πώς αποδίδεται «… ο άνθρωπος εκτός του σώματος» όπως λέμε. Γι’ αυτό στην αγιογραφία πάνω από το κεφάλι υπάρχει αυτή η λάμψη.

– Aυτή η λάμψη, «το πνεύμα»… 

Αυτό που εμφανίζεται ως πνεύμα, το φωτοστέφανο! Επιτέλους, μπράβο, ωραία, βρήκα την λέξη. «Φωτοστέφανο»! (Γέλια) Η αγιογραφία είναι μια βάση για μένα, είναι η παράδοση του τόπου μου και θεώρησα ότι είναι καλό να βασιστώ πάνω σ’ αυτό. Δεν βλέπω για ποιο λόγο πρέπει να πάρω κάτι από την Αμερική ή από κάπου αλλού, από κάποια άλλη παράδοση, μιάς άλλης κουλτούρας, αφού έχουμε εδώ κάτι που με προχωράει και εξελίσσεται συνεχώς. Και είναι ένας τρόπος με τον οποίο επικοινωνείς με τον κόσμο. Οι άνθρωποι καταλαβαίνουν αρκετά τις εικόνες αυτές και γιατί γίνανε αυτές οι εικόνες. Για να του εξηγήσουν αυτά που έλεγαν τα βιβλία! Παλιά οι άνθρωποι δεν γνώριζαν ανάγνωση. Δεν ξέρανε λοιπόν πως να πουν στους ανθρώπους αυτό που έπρεπε να πουν. Οπότε η εκκλησία βρήκε έναν άλλο τρόπο να τους περάσει το νόημα της. Αυτά όλα βέβαια, είναι η καλή πλευρά των πραγμάτων. Εμένα με ενδιέφερε να το ανοίξω λιγάκι αυτό. Με ενδιαφέρει αυτό που λέει η θρησκεία, αλλά με ενδιαφέρει κι αυτό που θέλω να πω εγω στους ανθρώπους χρησιμοποιώντας τον τρόπο της  θρησκείας. Είναι σαν να λέμε ότι δεν λέω το ίδιο, αλλά λέω κάτι άλλο χρησιμοποιώντας τον ίδιο τρόπο. Εγώ είμαι λίγο πιο ανοιχτός, ότι λέω έχει να κάνει με την εποχή την δική μας και γι’ αυτό ήθελα να επεκτείνω τη δουλειά της αγιογραφίας, να την κάνω λίγο πιο προσωπική. Η δουλειά μου, ασχολείται τώρα με την επιστήμη, ως την Θεά του κόσμου του δικού μας. Είναι αυτά που λέγαμε πριν. Ο κόσμος πιστεύει στην Επιστήμη και δεν πιστεύει κάτι άλλο. Αυτό είναι το ιδιαίτερο της εποχής της δικής μας. Δηλαδή, αν ένας άνθρωπος θέλει να πιστέψει σε κάτι, αυτόματα, πάει να δει τι λέει η έρευνα που έγινε γι’ αυτό από τους επιστήμονες. Δεν υπάρχει άλλου είδους ενημέρωση έγκυρη για τις μέρες τις δικές μας, από την επιστημονική ενημέρωση. Κάποια στιγμή, άρχισε να μ’ ενδιαφέρει πολύ αυτό. Παλιότερα είχα ένα γενικότερο ενδιαφέρον για τη φιλοσοφία. Με ενδιέφερε πάρα πολύ και η πολιτική, έστω βλέποντας την απ’ έξω, αλλά με ενδιέφερε. Γενικότερα με απασχολούν τα πράγματα της ζωής. Τι γυρεύουμε εδώ και για ποιον διάολο-ρόλο έχουμε έρθει εδώ. Αυτό το ενδιαφέρον μου με έχει οδηγήσει στην επιστήμη. Η επιστήμη λατρεύεται στις ημέρες μας ως θρησκεία. Αρα δεν αμφισβητείται. Δεν αμφισβητείται ποτέ και για κανέναν λόγο. Ενώ η ίδια η επιστήμη αλλάζει διαρκώς τα δεδομένα. Ξέρουμε ότι η γνώση πάνω σ’ ένα θέμα εξελίσσεται, άρα αλλάζει. Επιστημονικά έχουμε κάποια πράγματα που είναι σταθερά, αλλά και πολλά άλλα την ίδια στιγμή αλλάζουν.

– Σε βλέπω αθλητικά ντυμένο. Γυμνάζεσαι;

Ναι. Σε προπόνηση πάω μετά από δώ.

– Σε τι προπονείσαι;

Κάνω πολεμικές τέχνες. Κάνοντας τζούντο βλέπεις πολύ καθαρά κάτι που είναι απαραίτητο και στη ζωγραφική.

– Για πες.

Την ώρα που αντιμετωπίζεις μία κατάσταση, αντιδράς χωρίς σκέψη. Στην πράξη πρέπι να εμπιστευτείς τις δυνάμεις σου και να αντιδράσεις. Στο τζούντο έχεις έναν τύπο απέναντι σου που πάει να σε πετάξει κάτω. Τη στιγμή αυτή δεν χωράει μπλα μπλα. Αν πολυσκεφτείς την ώρα της πράξης, τελείωσε, έχεις βρεθεί στο πάτωμα σε δευτερόλεπτα. Το ίδιο συμβαίνει και με την ζωγραφική πράξη. Πρέπι την ώρα που ζωγραφίζεις να βγαίνει από μέσα σου χωρίς λογική ανάλυση, χωρίς παρέμβαση της λογικής, για τον απλούστατο πρακτικό λόγο, δεν υπάρχει χρόνος. Στον πόλεμο δεν υπάρχει χρόνος. Εκείνη την ώρα που παλεύεις να βγει κάτι, δεν μπορείς να κάτσεις να σκεφτείς. Μετά που θα ηρεμήσεις, τότε κάτσε και σκέψου αυτά που έκανες λίγο πριν, βρες τα λάθη σου και προχώρα.

– Ποιος είναι ο ρόλος του κοινού στην δουλειά σου; 

Μα το κοινό είναι ο λόγος που γίνεται το έργο. Εγώ δεν νομίζω ότι ισχύει αυτό που λένε ότι χωρίς κοινό πάλι θα ζωγράφιζα. Με τίποτα. Αυτό που κάνω εγώ, γίνεται για τους ανθρώπους. Ο,τι κάνω, το κάνω βέβαια και για το δικό μου όφελος – ζω μία πάρα πολύ ωραία ζωή, δόξα τω θεώ πάνε όλα καλά – αλλά ταυτοχρόνως γίνεται και για τους άλλους. Άμα δεν βγουν πίνακες να τους δούνε οι άλλοι άνθρωποι… δεν υφίσταται ζωγραφική.

– Ταλαντούχο κοινό υπάρχει;

Υπάρχει ταλαντούχο κοινό.

– Ποια είναι τα χαρακτηριστικά του;

Ότι είναι ανοιχτό και έχει υψηλή αντίληψη. Σ’ εμένα έχουν έρθει άνθρωποι και μου έχουνε πει όλη μου την σκέψη αναλυτικά, ακριβώς όλη την συλληψή μου, με λεπτομέρειες και με τα πάντα. Με εντυπωσιάζουν κάποιοι άνθρωποι πάρα πολύ. Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι ζούνε το έργο. Ζούνε έντονα την εμπειρία, τους αρέσει πολύ, τους μαγεύει. Μου συμβαίνει αυτό κι εμένα, γιατί κι εγώ μέρος του κοινού είμαι. Κι εμένα υπάρχουν έργα που όταν τα βλέπω με ταράζουν πάρα πολύ μέσα μου. Αυτό νομίζω ότι είναι το όφελος για το κοινό. Γι’ αυτό κάνουμε αυτή τη δουλειά. Κάποιο λόγος πρέπει να υπάρχει, που τόσοι άνθρωποι κάνουμε αυτή τη δουλειά. Μπορεί να μην είναι λογικός ο λόγος, αλλά είναι ξεκάθαρα ένας έντονος και δυνατός λόγος.

– Παίζει ρόλο αν αυτό που αισθάνεσαι εσύ κάνοντας ένα έργο είναι αυτό που αισθάνεται κι ο θεατής όταν βλέπει το έργο σου;

Δεν μπορώ να το ξέρω. Εγώ τελειώνοντας ένα έργο μένω στο κατά πόσο γίνανε τα πράγματα σωστά κι αν λειτουργεί αυτό που έκανα. Είναι σαν το ραδιόφωνο. Πρέπει να βρεις τη σωστή συχνότητα. Όταν βρεις τη σωστή συχνότητα, μετά ο ήχος παίζει κανονικότατα, σωστά, πολύ καθαρά.Έτσι και στην ζωγραφική πρέπει τα πράγματα να τα κάνεις σωστά. 

– Τι σημαίνει σωστά; Πως καταλαβαίνεις ότι είναι σωστό αυτό που έκανες;

Λειτουργεί κάποιου είδους διαίσθηση. Αν κάτι δεν έχει πάει καλά το αντιλαμβάνεσαι και προσπαθείς να κάνεις μια διόρθωση.

– Αν δεν υπήρχε το κοινό τι θα άλλαζε στη ζωγραφική σου; 

Αυτό δεν ξέρω να το απαντήσω. Εγώ δουλεύω, ούτως ή άλλως, γιατί μου αρέσει, γιατί το απολαμβάνω, γιατί περνάω πολύ ωραία. Νομίζω όμως ότι θα έπεφτε η ευχαρίστηση της δουλειάς αν αυτό που κάνω δεν το έκανα για να ευχαριστήσω άλλους ανθρώπους εκτός από εμένα. Είναι εξαιρετικό οι άνθρωποι να βλέπουν τα έργα σου και να χαίρονται. Είναι πολύ ανεβαστικό γι’ αυτούς και για εμένα.

– Υπάρχει λάθος στη ζωγραφική;

Φυσικά και υπάρχει, γι’ αυτό και βγαίνουνε μάπα πολλοί πίνακες.

– Υπάρχουνε αριστουργήματα με λάθη;

Νομίζω ναι, υπάρχουν λάθη που δημιουργούν αριστουργήματα! Το λέω αλλά δεν μπορώ να πω περισσότερα, από διαίσθηση το λέω!

– Το λάθος τι είναι;

Δεν ξέρω τι είναι λάθος, εφόσον το αποτέλεσμα δεν υπάρχει ήδη. Δεν ξέρω αν μπορείς να μιλήσεις για λάθος χωρίς έργο. Είναι πολύ δύσκολο θέμα τι είναι και τι δεν είναι λάθος. Δεν ξέρω να το απαντήσω αυτό το ερώτημα. Μόνο αν έχεις αρκετά καθαρή και έντονη την εικόνα μέσα σου και δεν σου προκύπτει στο αποτέλεσμα, μπορείς να μιλήσεις για λάθος. Όταν μπορείς να συγκρίνεις αυτό που στόχευσες μ’ αυτό που προέκυψε! Αν δηλαδή είσαι σε θέση να δεις την διαφορετική πορεία που παίρνει το έργο και πρέπει να κάνεις κάτι για να ξαναμπεί στην σωστή πορεία.

– Έχεις καταλάβει τι είναι αυτό που αντέχει στο χρόνο; Πότε ένα έργο διεκδικεί την αιωνιότητα;

Το αληθινό είναι αιώνιο. Εγώ αυτό νομίζω. Αυτό που κάνεις πρέπει να το κάνεις με ειλικρίνεια και να θέλεις να ωφελήσεις τους ανθρώπους. Ο,τι γίνεται, να γίνεται για να ωφελήσει τον κόσμο και όχι για να ικανοποιήσεις το Εγώ σου.

– Γι’ αυτό τον λόγο ζουν ο Σαίξπηρ, ο Αισχύλος, ο Ευριπίδης;

Εγώ, ναι, αυτό πιστεύω.

– Μπορεί να χαθεί ένα ταλέντο;

Νομίζω ότι γίνεται κι αυτό. Είναι αυτό που λέγαμε πριν. Χρειάζεται να ακολουθήσεις την πορεία του ταλέντου σου. Το ταλέντο δεν είναι τα πάντα. Το ταλέντο χρειάζεται από δίπλα και άλλα πράγματα για να αποδώσει. Αν δεν έχεις πειθαρχία, αν δεν είσαι εργατικός, το ταλέντο δεν θα αποδώσει.

– Αποτυχία έχεις νιώσει;

Δεν μπορώ τώρα να θυμηθώ κάτι συγκεκριμένο. Αλλά νομίζω ότι έχω νιώσει… Ναι, αρχίζω και θυμάμαι κάποια πράγματα. Υπάρχουν πράγματα που δεν μου πιάσανε, δεν μου βγήκανε, δεν δούλεψε καλά το πράγμα με τους άλλους ανθρώπους που δουλέψαμε μαζί και τελικά το αποτέλεσμα δεν ήταν αυτό που ήθελα.

– Ποιο είναι το κόστος της επιτυχίας και ποιο είναι το κέρδος της αποτυχίας;

Το κόστος επιτυχίας, είναι θέμα του «Εγώ» του ανθρώπου… Η επιτυχία σε κάνει να πιστεύεις ότι έγινες κάτι. Μπορεί να σε κάνει να ξεφύγεις από το μέτρο, να πιστέψεις ότι εσύ είσαι η επιτυχία, ότι εσύ είσαι και κανένας άλλος…

– Ενώ στην πραγματικότητα πως έχουν τα πράγματα με την επιτυχία;

Στην πραγματικότητα είναι θείο μέσο η επιτυχία. Στην πραγματικότητα είναι απλά ένας τυχερός άνθρωπος αυτός που τον βρίσκει η επιτυχία. Η επιτυχία είναι ένα εργαλείο που μπορεί να σε κάνει να διορθώσεις την ζωή σου, να ζήσεις τη ζωή σου καλά… Αυτό είναι η επιτυχία και τίποτα άλλο.

– Το κέρδος της αποτυχίας;

Το κέρδος της αποτυχίας είναι η πειθαρχία. Η δύναμη που δίνει στον άνθρωπο να μείνει στο δρόμο του, να πειθαρχήσει, να σφίξει τα δόντια και να προχωρήσει ευθεία να λύσει το θέμα του. Επιμένοντας, κερδίζεις δύναμη κι αυτό είναι πολυ σημαντικό.

– Τι δεν θα ξεχάσεις ποτέ από όλα αυτά που είδαν τα μάτια σου;

Έχω μπόλικα τέτοια, δόξα τω θεώ έχω πολλά αξέχαστα στη ζωή μου. (Γέλια) Έχω όμως δει ανθρώπους στις πολεμικές τέχνες που μετά από χρόνια πειθαρχίας καταφέρνουν τα ακατόρθωτα. Αυτές οι περιπτώσεις είναι που θα μου μείνουν αξέχαστες. Στη ζωγραφική, δυστυχώς, αυτό είναι πιο σπάνιο. Φτάσαμε να αγνοούμε στη ζωγραφική την πειθαρχία και την υπομονή, που είναι δυο στοιχεία απαραίτητα αν θες να καταφέρεις το ακατόρθωτο. Με τη μοντέρνα τέχνη όλα αυτά πέρασαν σε δεύτερη μοίρα. Στη μοντέρνα Τέχνη έχουμε την ελευθερία αλλά έχει χαθεί η πειθαρχία.

– Σ’ ευχαριστώ για την κουβέντα που κάναμε.

Κι εγώ ευχαριστώ.