Το δυτικό Yorkshire της Βρετανίας, o τόπος καταγωγής των Sisters Of Mercy, είναι ένας πολύ σκληρός τόπος.

Εργατο-κομητεία, ξεκάθαρη blue-collar φάση που λένε, γεμάτη με εργοστάσια, βιομηχανία, ανθρακωρυχεία και σκληρή εργατιά – τόσο σκληρή που η τσιμινιέρα δεν προλαβαίνει καν να παγώσει.

Η πρωτεύουσά του, το Leeds, είναι επίσης μια πολύ σκληρή και σχεδόν αφιλόξενη πόλη και αυτό το έχει διαπιστώσει όποιος την έχει επισκεφτεί ή υπήρξε έστω περαστικός από αυτήν.

Τα «παιδιά του Λιντς» γεννήθηκαν και μεγάλωσαν υπό εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, με αποτέλεσμα να γίνουν, από πολύ μικρά κιόλας, πολύ σκληρά και κυνικά.

Ένα από αυτά τα παιδιά είναι και ο Αντριου Ελντριτς ή Andrew William Harvey Taylor, όπως βαφτίστηκε το 1959, το έτος της γέννησής του.

Το όνομα του Ελντριτς συνοδεύεται πάντα από τους επιθετικούς προσδιορισμούς «εκκεντρικός», «περίεργος», «παράξενος», «απότομος», «ιδιόρρυθμος» και – πιο σωστά και δίκαια για τον ίδιο – «ερημίτης» και «εκούσιος απομονωτιστής με λόγο και αιτία».

Βγαίνει ελάχιστα από το σπίτι του, μιλάει με ελάχιστους ανθρώπους απο επιλογή, συναναστρέφεται με ακόμη λιγότερους (από δική του εσωτερική ανάγκη) και φυσικά αρνείται πεισματικά να σηκώσει το ακουστικό για τον οποιονδήποτε, ειδικά τώρα που πάτησε γερά τα 60 του χρόνια και οδεύει στα 65 του.

Θυμάμαι τον τρόμο και την αγωνία που είχα προ 14ετίας, όταν το 2009 χρειάστηκε να κάνω μαζί του μια τηλεφωνική συνέντευξη για το επικείμενο, τότε, live τους στην Αθήνα.

Εξαιρετικά ψαρωμένος ων και ακούγοντας τον Ελντριτς, ως είθισται, μονοκόμματο, απότομο και λακωνικό από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής (ευτυχώς τότε δεν υπήρχε ακόμη το zoom…), ψάρωσα ακόμη περισσότερο (γιατί τα παθαίνεις αυτά με τους μουσικούς ήρωες της εφηβείας σου, είτε είσαι 20 ετών, είτε 30, είτε 50) και μετά από μισή ώρα κουβέντας έκλεισα το τηλέφωνο με την πάγια πεποίθηση ότι «δεν πήγε και τόσο καλά αυτό».

Ξέρετε ποιο είναι το χειρότερο στην περίπτωσή μου;

Οτι γνώριζα πολύ καλά το τι θα συναντήσω – (νόμιζα ότι) ήξερα και είχα μελετήσει όλα τα χουνέρια του Έλντριτς, είχα κάνει την απαραίτητη «προπόνηση», είχα προετοιμαστεί ψυχολογικά για όλα τα σενάρια, ακόμη και για το worst case scenario (ξέρετε πόσα τηλέφωνα έχει κλείσει ο Ελντριτς σε δημοσιογράφους όλα αυτά τα χρόνια, αφήνοντάς τους «παγωτό»;).

Και πάλι όμως, όσο καλά προετοιμασμένος και αν είσαι, πάλι στο… «καλώς τα παιδιά, καλώς τα 3-0 από τα αποδυτήρια» θα βρεθείς, αν μιλάς με αυτόν.

Γιατί αυτά έχει το να παίζεις αντιμέτωπος με μεγάλες ομάδες.

Και ο Έλντριτς είναι μια μεγάλη ομάδα από μόνος του, είτε σόλο, είτε μαζί με τους Sisters Of Mercy: εκεί που μιλάς μαζί του και είσαι ανυποψίαστα αισιόδοξος για τον ρου της κουβέντας, ο Αντριου μπορεί με μια και μόνη του κουβέντα να σε σμπαραλιάσει.

Με αυτή την κλασική ψυχρή του εκφραστικότητα, μπορεί να σε κάνει κομμάτια – όπως, αντίστοιχα, συμβαίνει και με τα περισσότερα τραγούδια της (πενιχρά επιβλητικής) δισκογραφίας των Sisters που μπορούν να βρουν την αχίλλειο πτέρνα σου εκεί που δεν το περιμένεις.

Βέβαια, μετά σκέφτεσαι από μέσα σου «εδώ την έπαθε από τον Ελντριτς κοτζάμ David Bowie. Δεν θα την πάθω εγώ;»

Το 1995 λοιπόν, ο Μπάουι ήταν στο Λος Άντζελες για την προώθηση του νέου του άλμπουμ, του «Outside», και η γερμανική έκδοση του περιοδικού Rolling Stone είχε την ιδέα να ζητήσει από τον Ελντριτς να πάει και να πάρει συνέντευξη από τον Μπάουι -τον «απόκοσμα ταλαντούχο» μουσικό για τον οποίο ο ίδιος ο Αντριου είχε δηλώσει με θαυμασμό ότι «I could never have attempted to make a David Bowie record. When I was a kid, all his records just sounded other-worldly».

Η δική τους κουβέντα επίσης δεν πήγε τόσο καλά, γιατί ο Ελντριτς – πολύ λιγότερο ψαρωμένος ων με τον δικό του μουσικό ήρωα, γιατί ο Αντριου ούτως ή άλλως είναι φτιαγμένος από άλλο «υλικό» σε σχέση με εμάς τους υπολοίπους – ρώτησε τον Μπάουι αν «το Outside θα ήταν μια επιστροφή στη μουσική περίοδο του άλμπουμ Low» (σ.σ: αγαπημένο άλμπουμ του Έλντριτς).

Ο Μπάουι του απάντησε «Δεν νομίζω» και τότε ο Έλντριτς, δίχως καν να το σκεφτεί, γυρνάει και ρωτάει (ποιον, τον Μπάουι): «Τότε για ποιo λόγο το κυκλοφορείς;»

Καλά μας τα λέει λοιπόν ο Andrew Eldritch εδώ και 43 χρόνια, από το 1980, οπότε και έβγαλε τα πρώτα του τρία τραγούδια ως Sisters Of Mercy μαζί με τον Gary Marx στην κιθάρα – ο ίδιος έπαιζε τα ντραμς που είχε αγοράσει από τον Jon Langford των Mekons.

Το ντεμπούτο των Sisters Of Mercy, «The Damage Done / Watch / Home of the Hit-Men» κυκλοφόρησε περίπου την ίδια περίοδο που ο Αντριου σκέφτηκε το διάσημο logo των Sisters Of Mercy.

Τότε ήταν που έπεσε στα χέρια του το πρώτο μεγάλο χειρουργικό εγχειρίδιο όλων των εποχών, το «Gray’s Anatomy» του Βρετανού χειρουργού Henry Gray από το 1858.
(Ναι, φυσικά πάνω σε αυτό το λογοπαίγνιο βασίστηκε και η σειρά «Grey’s Anatomy» του 2005 στο ABC).

Και ο Έλντριτς – ένας βαθύτατα μορφωμένος άνθρωπος που μιλάει όχι μία, ούτε δυο, αλλά 7 ξένες γλώσσες, εκ των οποίων τα γαλλικά σαν πραγματικός Γάλλος, ενώ διαθέτει μια συλλογή βιβλίων που υπερβαίνει τα 4.000 τεμάχια – μια που είδε την επίμαχη σελίδα με την ανατομία του εγκεφάλου του Henry Gray, μια που σκέφτηκε σχεδόν παυλοφικά το logo της μπάντας του.

Το ομώνυμο τραγούδι του Leonard Cohen που ακουγόταν στην ταινία του Robert Altman «McCabe & Mrs. Miller» (1971), ήταν αυτό που τούς έδωσε το όνομά τους, ενώ οι μουσικές τους επιρροές (τότε) ήταν οι Stooges, οι Velvet Underground, οι Suicide, oι Hawkwind και οι Motörhead (o Eλντριτς ήταν και είναι μέγας φαν και του τεράστιου Lemmy).

Και ο «απόκοσμα ταλαντούχος» Bowie ασφαλώς, αλλά όπως προείπαμε, ο Ελντριτς τότε δεν τολμούσε καν να σκεφτεί ότι θα τον «έφτανε» ούτε στο ελάχιστο.

Το γκρουπ εδώ και τέσσερις δεκαετίες έχει ηχογραφήσει μόνο τρία άλμπουμ, τα First And Last And Always (1985), Floodland (1987) και Vision Thing (1990), ενώ από τις τάξεις του συγκροτήματος έχουν περάσει πάνω από 20 διαφορετικοί μουσικοί (κιθαρίστες, μπασίστες και ντράμερ) καθώς και ένα drum machine, ο θρυλικός Doktor Avalanche (που τα τελευταία χρόνια έχει αντικατασταθεί από τη νέα τεχνολογία, όπως τα μουσικά μπλιμπλίκια και εξαρτήματα της Apple και διάφορα άλλα).

Κινούμενος ευφυώς ανάμεσα στην «industrial ψυχεδέλεια», το «κατασκότεινο glam» και την «post punk γκοθίλα», ο Ελντριτς δικαιώνεται εκ των υστέρων γιατί προέβλεψε όχι μόνο την Καταστροφή του Κόσμου (όπως αυτός τού παραδόθηκε από την Μάργκαρετ Θάτσερ την δεκαετία του ’80), μέσα από μια χούφτα νιχιλιστικά τραγούδια που εξυμνούν το Χάος σε όλες του τις μορφές, αλλά επίσης με το «This Corrosion» λειτούργησε ως μια, τρόπον τινά, αυτοεκπληρούμενη προφητεία για την σταδιακή διάλυση / απενεργοποίηση της ίδιας του της μπάντας.

Η οποία πεθαίνει και ζει, όπως αρμόζει σε όλες τις πραγματικά σπουδαίες μπάντες, σβήνει και μετά αναγεννιέται από τις στάχτες της, που μέχρι πριν μερικά χρόνια έδινε – κατά γενική παραδοχή – πολύ κακές συναυλίες και που πήρε ξανά μπρος τα τελευταία χρόνια, όταν και επανήλθε η απαραίτητη μουσική «ζυγοστάθμιση» στις τάξεις του συγκροτήματος.

Οι Sisters είναι η μπάντα που έχω δει ζωντανά τις περισσότερες φορές στη ζωή μου (11 τον αριθμό, όπως και τους Pet Shop Boys) και παρόλο που οι 8 στις 11 φορές ήταν μια εμπειρία κάτω του μετρίου, η φάση με τον Ελντριτς ήταν, είναι και θα είναι πάντα το «όσο μας πληγώνεις, τόσο μας πωρώνεις», οπότε θα υπάρξει και 12η θέαση και 13η και 14η, ζωή να έχει ο Ελντριτς.

Μην πω ότι αυτή η παροιμιώδης διάθεσή τους να φέρνουν το ηχητικό χάος στις συναυλίες τους και το απρόβλεπτο των live τους είναι ακριβώς και ο λόγος που συνεχίζουμε και πηγαίνουμε και τους βλέπουμε ζωντανά.

«Oh the sisters of mercy, they are not departed or gone / They were waitin’ for me when I thought that I just can’t go on» λοιπόν;

Όχι ακριβώς. Οι Sisters of Mercy είναι πάντα εδώ και εδώ και 43 χρόνια κάνουν ό,τι και τα «κορίτσια της συγγνώμης» στο ομώνυμο τραγούδι του Λεονάρδου: περιμένουν πότε κάποιος από εμάς θα «πέσει στα πατώματα» και τότε ακριβώς θα έρθουν και θα τον σηκώσουν από εκεί.

Όπως ένα τρένο παίρνει τον επιβάτη από τον σταθμό και τον πηγαίνει με ασφάλεια στο σπίτι του, όπως τραγουδάει και ο ίδιος ο Ελντριτς στο τραγούδι «Nine While Nine»: «When it’s passing strange / And I’m waiting for the train / Caught up on this line again / And it’s passing slowly».

Μπορεί λοιπόν αυτή τη φορά να μην έχουμε τον Αντριου Ελντριτς στην άλλη πλευρά της σύνδεσής μας, αλλά έχουμε τον, επί 17 χρόνια σταθερό κιθαρίστα της μπάντας, τον εξαιρετικά ταλαντούχο και εξίσου εξαιρετικά επικοινωνιακό Ben Christo να μας περιμένει για μια μακροσκελή κουβέντα.

Οι Sisters Of Mercy, με όνομα, ήχο, τραγούδια και φήμη βαριά σαν ιστορία, μιλάνε αποκλειστικά στο Olafaq ενόψει της εμφάνισής τους ως headliners στο Death Disco Open Air Festival 2023.

«Βλέπω τις ειδήσεις και κοιτάω τις μετεωρολογικές προβλέψεις. Φοβάμαι λίγο για τη ζέστη. Πιστεύεις ότι θα έχουμε πρόβλημα με τον επικείμενο καύσωνα στην Αθήνα;», με ρωτάει ο Μπεν, που εμφανίζεται διατεθειμένος να φορέσει επί σκηνής μόνο τα απολύτως απαραίτητα.

Τον συμβουλεύω να ξεχάσει τα δερμάτινα στο καμαρίνι τους και του επισημαίνω ότι η ώρα εμφάνισής τους (στις 10.30 το βράδυ), θα διευκολύνει κάπως το έργο τους.

Μετά από 17 συναπτά έτη, ο Μπεν είναι πλέον με το σπαθί του και δικαιωματικά το μέλος με τα περισσότερα χρόνια στους Sisters of Mercy. Πώς το βιώνει όλο αυτό μέσα του, από την ημέρα που μπήκε στη μπάντα, το 2006, στα 26 του χρόνια (ο Μπεν γεννήθηκε το 1980, την χρονιά που ξεκίνησαν οι Sisters), μέχρι σήμερα;

«Ημουν οπαδός του συγκροτήματος από μικρός. Ακουγα όλα τους τα τραγούδια από τα 15 μου χρόνια κιόλας. Οπότε καταλαβαίνεις πως ένιωσα όταν με φώναξε ο Αντριου να κάνω οντισιόν για τη θέση του κιθαρίστα, το 2006. Ελπίζω να έχω συνεισφέρει με κάποιο τρόπο, όλα αυτά τα χρόνια, στην συνέχιση της ιστορίας της μπάντας».

Ναι, αλλά τι είδους βελτιώσεις έχουν συμβεί με το τωρινό lineup σας, από το 2006 μέχρι σήμερα;

«Μαζί με τον Ντίλαν (σ.σ: Σμιθ) και τον Ντέιβι (σ.σ: Ravey Davey ή Dave Creffield) είμαστε ένας μουσικός οργανισμός που διαρκώς αναπτύσσεται και εξελίσσεται. Εχουμε τον Άντριου ως σταθερή αξία και μαζί του πειραματιζόμαστε διαρκώς με νέες μουσικές φόρμες, νέους ήχους, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούμε να μην προδώσουμε ή να αφαιρέσουμε, σε αυτές μας τις απόπειρες, τα ηχητικά συστατικά που κάνουν την μουσική των Sisters τόσο ξεχωριστή και άμεσα αναγνωρίσιμη», μου λέει.

«Και ασφαλώς, ο απώτερος στόχος μας είναι ο κόσμος που θα μας δει ζωντανά να είναι εξίσου εκστασιασμένος όπως και ο αντίστοιχος που έβλεπε τους Sisters of Mercy το 1990».

Έχω παρακολουθήσει τα πρόσφατα live σας, τού λέω, και έχω παρατηρήσει ότι το κοινό είναι αυτό που λένε… από 8 έως 88 ετών.

«Η αλήθεια είναι ότι η “δημογραφική ψαλίδα” των συναυλιών μας είναι μεγάλη, όντως. Στις ΗΠΑ ειδικά, βλέπουμε στις πρώτες σειρές από έφηβα παιδιά με τους γονείς τους μέχρι 60άρηδες, συνομήλικους του Αντριου, οι οποίοι μεγάλωσαν με την μουσική του», επισημαίνει ο Μπεν.

Βοηθάει σε αυτό, προσθέτω με την σειρά μου ερωτηματικά, το γεγονός ότι ο Αντριου ποτέ του δεν αρνήθηκε ότι βασικά παίζει ροκ εν ρολ με πολλές επιρροές από την ποπ μουσική και κουλτούρα (κάτι που αναφέρεται ρητά και με σαφήνεια μέχρι και στην αρχική σελίδα του επίσημου site της μπάντας);

«Ακριβώς. Οι ποπ ευαισθησίες (σ.σ: η έκφραση που χρησιμοποιεί είναι «pop sensibilities») του Αντριου είναι γνωστές εδώ και χρόνια. Μια ποπ και ροκ εν ρολ μπάντα είμαστε».

Ωραία. Τι πραγματικά ασυνήθιστο θα μπορούσε κάποιος να ακούσει σε μια πρόβα ή σε ένα απόγευμα χαλαρώματος των Sisters;

«Εμένα μου αρέσει πολύ ο Nik Kershaw. Είμαι πολύ επηρεασμένος από την δουλειά του ειδικά στην κιθάρα. Είναι εξαιρετικός. Επίσης θα σου πω ποιο συγκρότημα απεχθάνεται ο Αντριου, αλλά λατρεύω εγώ: τους Steely Dan. Μεγάλωσα με αυτό το συγκρότημα και οι μουσικοί που παίζουν στα άλμπουμ τους, ειδικά τα πρώτα τους, είναι σπουδαίοι παίκτες, ο καθένας στο όργανό του.

Μπεν, ως insider μέσα στο όχημα των Sisters, μπορείς να μου πεις τι είναι αυτό που θαυμάζεις στον Ελντριτς και τι ενδεχομένως μερικές φορές να είναι… προβληματικό, όσον αφορά στον χαρακτήρα του, ως προς την πρόοδο της σύνθεσης και ηχογράφησης των νέων τραγουδιών;

«Θαυμάζω ξεκάθαρα το γεγονός ότι ο Αντριου είναι ένας άνθρωπος που έχει φροντίσει εξαρχής να θέσει τα προσωπικά του όρια σε ό,τι και αν κάνει ή ασχολείται. Και ειδικά στις σχέσεις του με τους γύρω του, με όσους συναναστρέφεται κάθε μερά. Επίσης, δεν διαθέτει social media για τον εαυτό του και επίσης, ειλικρινά, θαυμάζω το ότι είναι τόσο αδιάφορος ως προς το πόσο αρεστός θα γίνει ανά πάσα στιγμή. Πραγματικά δεν τον ενδιαφέρει αν κάποιος θα τον συμπαθήσει ή θα τον αντιπαθήσει. Μερικές φορές βέβαια, το όραμα του Αντριου και ο τρόπος που αυτός αντιλαμβάνεται την λέξη “μουσική πρόοδος”, ενδεχομένως να έρχονται σε σύγκρουση με εμάς τους νεώτερους. Του έχω πάει πάρα πολλές ιδέες για τραγούδια που προσωπικά θεωρούσα εξαιρετικά αξιόλογες και ο ίδιος τις έχει απορρίψει με τη μία. Εχει μια παράξενη σχέση με την έννοια της μουσικής προόδου ο Αντριου. Δεν είναι τελειομανής, ούτε περφεξιονιστής, αλλά θέλει πάντα οι Sisters of Mercy να κοιτάνε μπροστά και να προοδεύουν μουσικά. Και αυτό προσπαθούμε να κάνουμε όλοι μας μέσα στους Sisters», τονίζει ο Μπεν.

Θα δούμε νέο υλικό από τους Sisters Of Mercy;

Όποιος δεν έχει ακούσει τα νέα τραγούδια που έχουν ηχογραφήσει οι Sisters, να σπεύσει να το κάνει πάραυτα. Κάποια από αυτά είναι πραγματικά εξαιρετικά – και θα τα ακούσουμε τα περισσότερα την ερχόμενη Κυριακή.

Το ερώτημα των οπαδών της μπάντας παραμένει: θα δούμε ξανά ένα νέο άλμπουμ των Sisters of Mercy μετά από 33 χρόνια;

Ειδικά μετά από εκείνη την περιβόητη δήλωση του Ελντριτς το 2015 ότι «αν εκλεγεί πρόεδρος των ΗΠΑ ο Ντόναλντ Τραμπ, αυτός είναι αρκετά καλός λόγος για να βγάλω ένα νέο άλμπουμ».

«Ναι, το είπε αυτό ο Αντριου, όντως. Αλλά δεν είπε το “πότε”. Είπε απλά ότι θα το κάνει. Δεν διευκρίνησε όμως ότι αυτό θα γίνει το 2018, το 2022 ή το 2023. Μπορεί να το κάνει το 2028, ποιος ξέρει», λέει γελώντας ο Μπεν και προσθέτει ότι «η επίσημη γραμμή του… κόμματος εδώ και πολύ καιρό είναι η εξής: “Δεν υπάρχουν σχέδια για ένα νέο άλμπουμ. Δεν υπάρχουν επίσης σχέδια να μην κυκλοφορήσουμε ένα νέο άλμπουμ”. Κατάλαβες, πιστεύω».

Μέχρι στιγμής πάντως, εμείς ας αρκεστούμε στα «Μάτια του Καλιγούλα», το Eyes of Caligula, ένα τραγούδι που ο Ελντριτς είχε γράψει τους στίχους του από τις αρχές κιόλας της δεκαετίας του ΄80 και παρέμενε κλειδωμένο στο συρτάρι του.

Ωστόσο, μαζί με τον Μπεν και τον Ντίλαν, έγραψαν μουσική για το κομμάτι αυτό μέσα στο 2020/2021 και τελικά η Μάργκαρετ Θάτσερ – στην οποία αναφέρονται οι στίχοι, καθώς την δεκαετία του ’80 σε μια επίσκεψή της στο Παρίσι, ο τότε Γάλλος πρόεδρος Φρανσουά Μιτεράν, αφού την είχε συναντήσει, είχε πει το θρυλικό «Αυτή η γυναίκα έχει τα μάτια του Καλιγούλα» – θα συνεχίσει να ζει και να μνημονεύεται μέσα από την μουσική των Sisters Of Mercy, όπως αντίστοιχα και με το «Margaret on the Guillotine» του Morrissey από το ντεμπούτο άλμπουμ του, «Viva Hate».

*Οι Sisters Of Mercy εμφανίζονται την Κυριακή 23 Ιουλίου ως headliners στο Death Disco Athens Open Air Festival 2023, στην Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων (Πειραιώς 100, Αθήνα)

213 0109300, 213 0109324

E-mail: [email protected]

www.athens-technopolis.gr

Πρόσβαση: Μετρό: Σταθμός «Κεραμεικός»

Τρόλεï: No. 21 (από Ομόνοια), Στάση «Φωταέριο»

Λεωφορεία: 035, 049, 227, 815, 838, 914, Β18, Γ18, Στάση «Φωταέριο»