Συναντηθήκαμε στην γειτονιά της, το Μετς και από τη πρώτη στιγμή ένιωσα ότι βγήκα για καφέ με μία φίλη μου από τα παλιά. Η οικειότητα αναπτύχθηκε σε λίγα λεπτά, η ευγένεια φάνηκε, όμως, από την πρώτη στιγμή. Η Ναταλί Τσάβεζ δεν σταματάει να εξελίσσεται, να προβληματίζεται, ενώ δεν επαναπαύεται ποτέ. Νιώθει καταπίεση στην Ελλάδα, που πιστεύει ότι δεν δίνει ευκαιρίες και δυνατότητα εξέλιξης στους πολίτες.

Η Ναταλί Τσάβεζ γεννήθηκε στο Λα Παζ της Βολιβίας, σπούδασε οικονομικά και επικοινωνία και διαφήμιση, ενώ τώρα συνεχίζει με το διδακτορικό πάνω στον εικονικό ηθοποιό και τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης που μπορούν να χρησιμοποιηθούν. Αυτή τη περίοδο μπορείτε να τη δείτε στην παράσταση «Η Εκάβη σε ένα ελληνικό νησί» στο Θέατρο Αργώ, που βασίζεται σε ένα μοναδικό ανέβασμα της Εκάβης σε ισπανικό νησί από τη Margarita Borja. Θα δείτε όσα σας απασχολούν, σας θυμώνουν, σας συγκινούν και σας προβληματίζουν, μέσα από τη ματιά της Ζωής Ξανθοπούλου.

• • •

– Το Τσάβεζ από που βγαίνει; 
Το Τσάβεζ είναι το επίθετο του πατέρα μου. Η καταγωγή μου είναι από τη Βολιβία. Μάλιστα, εγώ γεννήθηκα στο Λα Παζ. Ο μπαμπάς μου ήταν από τη Βολιβία, ενώ η μαμά μου είναι Ελληνίδα. Έτσι, προέκυψε το Τσάβεζ, δεν είναι καλλιτεχνικό.

– Για σένα τι σημαίνει να είσαι ηθοποιός;
Σημαίνει τύχη και κατάρα. Τύχη είναι το να ζεις πολλές ζωές. Κατάρα είναι η διαρκής αναζήτηση χώρου έκφρασης υπό αξιοπρεπείς συνθήκες. Είναι όλες αυτές οι δυσκολίες που αντιμετωπίζει ένας ηθοποιός που προσπαθεί να δουλέψει με τις υπάρχουσες εργασιακές συνθήκες στη χώρα μας. Αυτό που μου κίνησε το ενδιαφέρον και είπα ότι θέλω να γίνω ηθοποιός ήταν η γεύση αυτής της φανταστικής αθανασίας.

– Πώς είναι να είσαι ηθοποιός στην Ελλάδα του σήμερα;
Είναι δύσκολο, γιατί οι εργασιακές συνθήκες δεν είναι αυτές που θα έπρεπε. Είμαστε εργαζόμενοι, δεν είμαστε κάποια ψώνια που απλά κάνουμε το κέφι μας. Δουλεύουμε σκληρά, κάνουμε πρόβες, μελετάμε, βλέπουμε και άλλες παραστάσεις ή ερχόμαστε σε επαφή με άλλες μορφές τέχνης  για να εμπνευστούμε, παρατηρούμε διαρκώς, πληρώνουμε σεμινάρια, διαρκώς επιμορφωνόμαστε. Ουσιαστικά δουλεύουμε και όταν δεν δουλεύουμε. Ειδικά όταν έχουμε μία παράσταση, η διαδικασία των προβών είναι πάρα πολύ επίπονη για να μην πληρώνεται για παράδειγμα, που έχει γίνει κανόνας για κάποια θέατρα να μην πληρώνονται οι πρόβες. Είναι δύσκολο να απαιτείς τα αυτονόητα, ότι πρέπει να πληρώνομαι για τη δουλειά που κάνω. Επίσης, μία παραπάνω δυσκολία έχουν οι άνθρωποι που κάνουν θέατρο με μικρές ομάδες, ως προς την επικοινωνία της δουλειάς τους στον κόσμο. Το κυριότερο είναι για εμένα ότι έχει περάσει μία νοοτροπία της απλήρωτης εργασίας στο θέατρο και από τους ίδιους τους ηθοποιούς είναι το «δεν πειράζει και ας μην πληρωθώ, το κάνω για να εκφραστώ». Όχι δεν είναι έτσι. Δεν γίνεται για να εκφραστείς εσύ να παρασύρεις έναν ολόκληρο κλάδο στην μισθολογική εκμετάλλευση. Κι αυτό διευκολύνεται φυσικά από την απουσία συλλογικής σύμβασης. Γι’ αυτό και έχουν καταστρατηγηθεί και όλα τα εργασιακά μας δικαιώματα.  Άλλο ένα πλήγμα είναι και η υποτίμηση των σχολών των ηθοποιών, γιατί όταν σπουδάζει ένας ηθοποιός κάνει μεγάλο αγώνα. Όταν είσαι στη σχολή είσαι όλη μέρα εκεί και το βράδυ παλεύεις, να δουλέψεις για να την πληρώσεις και ταυτόχρονα να ζήσεις. Οπότε δεν γίνεται να εκμηδενίζεται και λένε ότι απλά τελειώσαμε ένα λύκειο. Δεν γίνεται έτσι. Οι ηθοποιοί πρέπει να αποδείξουν ότι έχουν την εκπαίδευση άρα και το δικαίωμα και στις προκηρύξεις κάποιων θέσεων, οπότε έχουμε απέναντί μας την κυβέρνηση, γιατί η κοινωνία έχει δείξει ότι σε κάποιους αγώνες στηρίζει. Το θέμα είναι να φτάσει πιο κοντά σε όλο τον κόσμο το μήνυμα των αγώνων που κάναμε και κυρίως τα νέα παιδιά με τις καταλήψεις στα κτίρια του Εθνικού και στις σχολές τους. Με αυτό τον τρόπο ακούστηκε και στην κοινωνία του τι είναι ένας ηθοποιός, γιατί είχε αποκτήσει και η κοινωνία μία κακή εικόνα από τα σκάνδαλα. Θεωρούσε ότι ο ηθοποιός είναι ένας διεστραμμένος άνθρωπος που βιάζει ανθρώπους. Έχει φτάσει και αυτό στη νέα γενιά. Έχω μία αδερφή που είναι 18 χρονών και όταν της έλεγα «έχεις σκεφτεί να γίνεις ηθοποιός;» όπως εμείς στη δικιά μου γενιά που όλοι θέλαμε να γίνουμε ηθοποιοί, αυτή μου είπε «όχι, είναι επικίνδυνα τα πράγματα». Αγρίεψε ξαφνικά ένας τόσο όμορφος χώρος, που κανονικά προσφέρει φως και χαρά και συγκίνηση, ξαφνικά έγινε τόσο βρώμικος. Μέσα σε όλα αυτά υπάρχει και αυτή η συμπεριφορά από τη συγκεκριμένη κυβέρνηση προς τους καλλιτέχνες εν γένει. Αυτές πιστεύω ότι είναι οι δυσκολίες.

Νάταλι Τσάβεζ
Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq

– Εσύ ποιες δυσκολίες έχεις συναντήσει στην πορεία σου μέχρι τώρα;
Νομίζω ότι όλοι οι ηθοποιοί παλεύουμε διαρκώς με την απόρριψη. Παρότι έχουμε δεχθεί και αποδοχή εφόσον δουλεύουμε κάποιος μας αποδέχθηκε, κάποιος μας εμπιστεύτηκε. Δεν είναι εύκολο, γιατί φαντάσου για παράδειγμα  ένας υπάλληλος γραφείου, θα περάσει από κάποιες συνεντεύξεις, κάποια στιγμή θα τον πάρουν και θα μείνει για κάποιο καιρό εκεί. Δεν θα πηγαίνει κάθε τρίμηνο, να ξαναπερνάει συνέντευξη και να του λένε όχι και ξανά όχι. Αυτό είναι ένα δύσκολο πράγμα με το οποίο έρχονται αντιμέτωποι οι περισσότεροι ηθοποιοί, με το θέμα της αποδοχής. Πρέπει να το συνηθίσουν γιατί αυτό είναι το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς. Δυστυχώς, υπάρχουν και ηθοποιοί που ακόμα δεν έχουν πάρει κανένα ναι, αλλά πιστεύω ότι για να συνεχίζουν το παλεύουν, πιστεύουν στον εαυτό τους και αυτό είναι καλό. Με αρκετό κυνήγι μπορείς να κάνεις ωραία πράγματα στο θέατρο και άμα έχεις τη τύχη,  να παίξεις και σε κάποιες ανεξάρτητες παραγωγές στο σινεμά. Δυστυχώς, η τηλεόραση εξακολουθεί  να έχει μεγάλη δύναμη. Οι τηλεοπτικοί ηθοποιοί προτιμούνται από κάποια εμπορικά θέατρα, είναι λίγο πιο εύκολο για αυτούς να παίξουν σε παραστάσεις που υπάρχουν μεγάλοι σκηνοθέτες, γιατί τους προτιμάνε. Εγώ, αν έχω δυσκολευτεί σε κάτι, είναι σε κάποια ακρόαση που τα είχα πάει καλά, να έχει προτιμηθεί κάποιο άτομο που είναι ήδη γνωστό από την τηλεόραση. Αυτό δυσκολεύει το ξεκίνημα νέων ηθοποιών. Φυσικά υπάρχουν και εξαιρέσεις. Ο παράγοντας τύχη αποτελεί το μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της δουλειάς. Αν δεν τύχει να τους επιλέξει κάποιος από την αρχή της καριέρας τους, παλεύουν για πολύ καιρό και δεν έχουν αυτή την ευκαιρία.  Θυμάμαι ένα δάσκαλο που είχα στη σχολή, ο οποίος είναι ενεργός πολύ γνωστός ηθοποιός και ήξερα ότι έπαιρνε συνέχεια τους ίδιους ηθοποιούς. Του έλεγα: «Δάσκαλε, δεν θα κάνεις κάποια ακρόαση, να δεις νέα παιδιά, να προχωρήσουν και αυτά» και μου έλεγε «Κοίταξε να δεις η αλήθεια είναι ότι οι συνθήκες στις οποίες δουλεύουμε, δεν μας επιτρέπουν ούτε να έχουμε πολύ χρόνο, ούτε χρήμα για να πειραματιστούμε με νέους ανθρώπους. Θα θέλαμε να ανακαλύπτουμε νέους ανθρώπους, αλλά συνήθως παίρνουμε την εύκολη λύση, αυτούς που έχουμε ξαναδουλέψει». Έτσι δε δίνεται η ευκαιρία στους νέους.

– Αυτή τη περίοδο σε συναντάμε στην παράσταση «η Εκάβη σε ένα ελληνικό νησί». Θες να πεις λίγα λόγια για το έργο;
Η Εκάβη του Ευριπίδη είχε ανέβει το 1998, μέσα από τη ματιά της Margarita Borja, μίας σκηνοθέτιδος από την Ισπανία, σε ένα ισπανικό νησί. Πραγματοποιήθηκε μόνο μία παράσταση σε ένα φανταστικό σκηνικό, νομίζω 400 άτομα την είχαν παρακολουθήσει. Διαδραματίστηκε όλο σε εξωτερικό χώρο, σε ένα κτίριο που ήταν παλιά στρατιωτική βάση. Ήταν η δική της ματιά. Το αποτέλεσμα ήταν πάρα πολύ ωραίο. Η δική μας  παράσταση είναι ανεβασμένη από τη ματιά της Ζωής Ξανθοπούλου, με αφορμή αυτό το ανέβασμα. Πραγματεύεται πανανθρώπινα ζητήματα, όπως όλα τα έργα της αρχαίας δραματουργίας. Έχει πολύ ενδιαφέρον ο τρόπος που το προσεγγίζει κάθε λαός και κάθε σκηνοθέτης από κάθε διαφορετικό μέρος, το ίδιο το αντικείμενο. Η σκηνοθέτης μας  αξιοποιεί την ματιά της Borja, μέχρι κάποιο σημείο, από την άλλη έχει φτιάξει το δικό της κόσμο γύρω από το μύθο της Εκάβης από το έργο Ευριπίδη. Είμαστε εγώ, ο Αποστόλης Ψαρρός και η Ντέπυ Πάγκα και έχουμε φτιάξει αυτό το σύμπαν της Εκάβης. Στην πραγματικότητα, η Ντέπυ είναι η Εκάβη και εμείς είμαστε οι άνθρωποι της ζωής της, ζωντανοί και νεκροί.  Στην παράσταση μας βλέπεις όλο τον μύθο από την μία και από την άλλη είναι σα να μπαίνεις μέσα στο παραληρηματικό μυαλό της ίδιας της Εκάβης. Έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον αυτό, όπως και το σκηνικό. Εμείς είμαστε σε ένα ελληνικό νησί και αυτό είναι σαν αντιπαραβολή στο ισπανικό νησί που ήταν στη Margarita Borja. Τα σκηνικά που έχει φτιάξει ο Γιώργος Λιντζέρης μας πάνε σε κάτι πολύ ελληνικό, σε ένα σπίτι που κάποιος θα νιώσει μεγάλη οικειότητα, βλέποντάς το, τα σκηνικά που είναι έπιπλα και αντικείμενα που είχαμε στο σπίτι της γιαγιάς μας ή της μαμάς μας. Οπότε γίνεται αυτή η σύνδεση με το τώρα της Ελλάδας, με το τώρα του πρόσφατου παρελθόντος. Η Εκάβη ήταν μία μάνα, μία σύζυγος σε απολογισμό με το πένθος  να αποτελεί το επικρατέστερο ζήτημα της. Όπως έγραψε και ο ίδιος ο Ευριπιδης: Το πένθος και η ηδονή των σωμάτων είναι τα μόνα κοινά σε όλους τους ανθρώπους. Αυτός ο διαχρονικός λόγος βρίσκει την ευκαιρία να ακουστεί, στην Ελλάδα του 2023 σε μια  μικρή σκηνή στο Μεταξουργείο. Η μουσική του Cayetano έχει δημιουργήσει τοπία που είναι πολύ σύγχρονα. Κάπως μπλέκονται πολύ οι εποχές σε αυτό. Ακούγονται από drone μέχρι συζητήσεις, σε ένα ηχητικό τοπίο σύγχρονης πόλης. Επίσης, ακούγεται ένα υπέροχο δικό του ισπανόφωνο τραγούδι.

– Τι σε ενοχλεί/ προβληματίζει περισσότερο;
Με εκνευρίζει πάρα πολύ η αγένεια και η χαζομάρα. Για το δεύτερο μπορεί να μην φταίνε τα ίδια τα άτομα, γιατί μπορεί να μην έχουν αναπτύξει κάποιο συγκεκριμένο είδος ευφυίας. Αυτό το διαχειρίζομαι, γιατί μπορεί και εγώ για άλλους να μην είμαι το πρώτο σπίρτο. Η αγένεια όμως με ενοχλεί πάρα πολύ. Είναι πολύ απλό και εύκολο να είσαι ευγενικός. Αν ήμασταν όλοι ευγενείς και δεν πετάγαμε τη δικιά μας τοξικότητα πάνω στους άλλους, νομίζω ότι η κοινωνία θα ήταν πολύ καλύτερη. Επίσης, και η έλλειψη ενσυναίσθησης με ενοχλεί, που είναι κάτι που το συναντάμε καθημερινά. Είναι ένα περίεργο πράγμα αυτό που μας έχει συμβεί μετά από τον κορονοϊό. Κανονικά, έπρεπε να μας έχει μετακινήσει και να δούμε τι είναι σημαντικό στη ζωή ή ότι η ζωή δεν είναι τόσο δεδομένη. Μας μένει να ζήσουμε καλύτερα και όμορφα, να βλέπουμε ότι ο διπλανός μας δεν είναι τόσο τυχερός, όσο εμείς και κάτι να μπορούμε να προσφέρουμε. Βλέπω ότι οι άνθρωποι δεν καταλαβαίνουν τον συνάνθρωπό τους, είναι τόσο χωμένοι στη δικιά τους μαυρίλα και δεν αντιλαμβάνονται ότι ο άλλος δίπλα τους μπορεί να μην μπορεί να αντέξει κάποια διάδραση όταν και εκείνος έχει τα δικά του. Νομίζω, ότι όλοι μας αν μας καταλάβουν και να μας φερθούν όμορφα, θα ήταν καλύτερα τα πράγματα. Επίσης, με εκνευρίζει το πόσο φαλλοκράτες είμαστε σε αυτή τη χώρα, άνδρες και γυναίκες. Μπορεί να με τρελάνει. Από το παραμικρό, από το πως θα σου φερθεί κάποιος σε ένα μαγαζί, επειδή κάτι μπορεί να μην κατάλαβες και είσαι και γυναίκα, μέχρι και στο δρόμο. Γυναίκες που μπορεί φέρονται και αυτές άσχημα σε άλλες επειδή είναι γυναίκες. Παράνοια. Ο φαλλοκρατισμός είναι βαθιά χωμένος στην κοινωνία μας και νομίζω και με τον κορονοϊό που οι άνθρωποι είχαν τεταμένα νεύρα αφού τελείωσε αυτό, δεν χάνουν την ευκαιρία να ξεσπάσουν ο ένας πάνω στον άλλον και ειδικά πάνω στη γυναίκα που είναι εύκολος στόχος. Το βλέπουμε και με τις γυναικοκτονίες και με όλα αυτά τα άσχημα περιστατικά που συμβαίνουν σε αυτή τη χώρα.

– Ποιες θεωρείς ότι είναι οι πολιτικές συγκυρίες που θα βοηθούσαν την κοινωνία;
Θεωρώ ότι δεν θα έπρεπε να γίνουν και άλλες προσλήψεις στην αστυνομία, θα έπρεπε να δίναμε χρήματα στην παιδεία και στις τέχνες. Με αυτό τον τρόπο, οι άνθρωποι και θα καλλιεργηθούν περισσότερο, θα μορφωθούν περισσότερο και θα ανοίξει το μυαλό τους. Θα καλλιεργηθεί και η συναισθηματική τους νοημοσύνη, γιατί οι τέχνες αυτό προσφέρουν, κυρίως, για να μπορέσουν να συνειδητοποιήσουν το ότι είμαστε όλοι εδώ μαζί και θέλουμε όλοι το καλό όλων. Αυτό είναι που λέω εγώ. Το λέω τώρα σε μία χώρα που είχε βγάλει τη Χρυσή Αυγή. Καταλαβαίνεις ότι δε θέλουν όλοι το καλό όλων, αλλά νομίζω ότι μέσα από τη παιδεία και από τις τέχνες, μπορείς έστω και έναν να τον βγάλεις από αυτό το σκοτάδι. Στη θέση που είσαι ανώτερος, αύριο θα έρθει κάποιος άλλος και αυτός που καταπιέζεται θα είσαι εσύ. Αυτό μπορεί να γίνει με έναν πολύ πιο εύκολο τρόπο μέσα από τις τέχνες και μέσα από εκπαιδευτικές δράσεις. Είναι κάτι το οποίο δεν θέλουν, όμως, οι κυβερνήσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι δεν δίνεται τίποτα στην εκπαίδευση και στην τέχνη και δίνονται όλα στην αστυνομοκρατία. Δεν είναι για να δημιουργηθεί το αίσθημα της ασφάλειας, είναι για να νιώσουμε φόβο. Ο φόβος φυλάει τα έρμα. Οι καλλιεργημένοι άνθρωποι που ασχολούνται με τις τέχνες και τις επιστήμες, έχουν ένα πιο ευρύ μυαλό και είναι πιο ελεύθεροι. Δεν θέλουμε την ελευθερία, όμως. Θέλουμε τους ανθρώπους φοβισμένους, σε καταστολή που δεν αντιδρούν, δεν αντιστέκονται. Οπότε νομίζω ότι ένα ωραίο βήμα θα ήταν να δώσουμε χρήματα, χρόνο και υποδομή σε τέχνες και εκπαίδευση.

Νάταλι Τσάβεζ
Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq

– Ως πολίτης της Ελλάδας, πώς νιώθεις;
Θέλω να φύγω. Πραγματικά. Όχι, ότι στις άλλες χώρες γενικά είναι καλύτερα, είναι παγκόσμιο φαινόμενο αυτό της καταστολής, αλλά δεν μπορώ άλλο εδώ. Παντού οι καλλιτέχνες δυσκολεύονται, γιατί είναι πάρα πολλοί, γιατί δουλειές είναι λίγες, γιατί τα χρήματα δεν είναι πολλά, γιατί παντού αντιμετωπίζονται σαν κάτι περίεργοι τύποι που θέλουν να κάνουν αυτό που τους αρέσει και να πληρώνονται. Όλα αυτά με καταπιέζουν πάρα πολύ. Εγώ κάνω και ένα διδακτορικό. Ακόμα και σε αυτό, νιώθω πάλι ότι αυτή η χώρα μου κόβει τα φτερά, γιατί το έκανα σε ένα αντικείμενο αιχμής που βλέπω ότι στο εξωτερικό θα είχα πολύ καλύτερη αντιμετώπιση. Είναι καλύτερες οι υποδομές, θα δούλευα σε ένα πανεπιστήμιο που θα είχα περισσότερα. Σωστό εργαστήριο και επιδότηση στην έρευνα. Εδώ κάνεις μεγάλο αγώνα, για να πάρεις επιχορήγηση ή υποτροφία ή κάτι τέτοιο που είναι πάρα πολύ δύσκολο. Αν πάρεις, θα πάρεις λίγα χρήματα που δεν σε βοηθάνε στην πράξη ή αν πάρεις πολλά θα είναι επειδή έχεις βαθμό πτυχίου πάνω από 8. Κάτι που πρέπει να ξέρεις από το 1ο έτος. Όταν είσαι 18 και 20 χρόνων, σκέφτεσαι απλά ότι θες να τελειώσεις τη σχολή. Επίσης, για να πάρεις υποτροφία διδακτορικού πρέπει να έχεις τελειώσει το μεταπτυχιακό πριν 4 χρόνια το πολύ. Αν κάποιος θέλει να συνεχίσει πιο μετά τις σπουδές του δεν θα τον κάνει λιγότερο ικανό επιστήμονα. Γιατί του βάζεις πάλι όρια ηλικιακά; Θα σου αποδείξει με την αξία του τι αξίζει. Αυτά γίνονται εδώ. Γενικά η έρευνα γίνεται καλύτερα στο εξωτερικό. Οπότε και σε αυτό τον τομέα εγκλωβίζομαι λίγο. Αλλά εδώ όμως είναι οι άνθρωποι μου. Φροντίζω να πηγαίνω ταξίδια, να βγαίνω λίγο από αυτό τον μικρόκοσμό μας και να ξαναέρχομαι στα ίσια μου. Αυτή η χώρα υποτιμά τον πολιτισμό και τις τέχνες. Στο φετινό καλλιτεχνικό κίνημα έβλεπα τα παιδιά που ήταν τόσο συγκινημένα που έκαναν αυτό τον αγώνα, που ένιωθαν ότι θα αλλάξουν αυτό τον κόσμο. Από την άλλη, έβλεπα όλους εμάς τους πιο μεγάλους, τους κοιτάζαμε με μία συμπάθεια, γιατί ξέραμε πολύ καλά ότι τίποτα δεν θα γίνει, γιατί δεν τους ενδιαφέρει η τέχνη.

– Πώς θα περιέγραφες τον εαυτό σου σήμερα; Θα συμβούλευες κάτι τον εαυτό σου στα πρώτα του βήματα;
Τώρα είμαι σε μία φάση πάρα πολύ όμορφη σε αυτή την παράσταση. Χαίρομαι πάρα πολύ παρά το ότι είναι ένα έργο που μιλάει για πένθος. Το περίεργο είναι, ότι σε αυτή τη φάση που είμαι επειδή έχασα τον πατέρα μου πρόσφατα, είμαι σε ένα πένθος το οποίο όμως με προστατεύει από το να ασχολούμαι με βλακείες. Πλέον δεν δίνω σημασία σε ενοχλητικά πράγματα της καθημερινότητας, γιατί έχω κάτι πολύ πιο δυνατό που μου συμβαίνει που παρόλα αυτά με προστατεύει. Έχω αυτό το πέπλο, που με έχει κάνει λίγο πιο χαλαρή, πιο ήρεμη και δεν ασχολούμαι με πράγματα που δεν έχουν σημαντική αξία. Απολαμβάνω την παράσταση και τη συνεργασία μου. Ταιριάζω πάρα πολύ με την σκηνοθέτη, τη Ζωή και καλλιτεχνικά και σαν τρόπο σκέψης. Οπότε μου ήταν πάρα πολύ εύκολο να δουλέψω μαζί της. Συνεννοούμαστε απόλυτα, οι ιδέες που είχε, θα μπορούσα να ήταν οι ιδέες που έχω εγώ. Είναι μεγάλη ευτυχία να δουλεύω με τη Ζωή και με την Ντέπυ και τον Αποστόλη. Είναι εξαιρετικά παιδιά. Είμαστε πάρα πολύ αγαπημένοι, είναι πολύ ωραία αυτό που χρειαζόμουν αυτή την περίοδο. Τώρα τι θα συμβούλευα εμένα… Εγώ, ξεκίνησα μεγάλη τις σπουδές ως ηθοποιός. Είχα σπουδάσει οικονομικά και επικοινωνία και διαφήμιση. Τώρα κάνω και το διδακτορικό… Γενικά χαίρομαι να σπουδάζω! Στη δραματική σχολή πήγα 27 χρόνων. Το καλό ήταν ότι είχα ζήσει πράγματα, οπότε και μετά σε ρόλους μπορούσα να αντιληφθώ κάτι που ένα παιδί 18 χρονών, ακόμα το υποψιαζόταν, δεν το είχε ζήσει. Ήμουν πιο προσγειωμένη και υποψιαζόμουν λίγο τι θα ακολουθήσει. Οπότε η συμβουλή μου σε μένα, στο ξεκίνημά μου θα ήταν: «Εντάξει μία χαρά. Έτσι όπως το πας, καλά το πας». Δεν άλλαξε κάτι, έτσι όπως τα είχα φανταστεί δηλαδή, έτσι είναι τα πράγματα. Με τις δυσκολίες τους, αλλά και με τις μεγάλες χαρές τους. Είναι μεγάλη χαρά το θέατρο για εμένα. Εγώ είμαι μεγάλη θεατρόφιλη, όταν δεν παίζω πάω σε παραστάσεις 3-4 φορές την εβδομάδα. Νομίζω ότι το θέατρο προσφέρει μεγάλη χαρά σε όλους. Δεν είναι τυχαίο ότι τα χρόνια του Ασκληπιού οι άνθρωποι παρακολουθούσαν έργα για θεραπευτικούς λόγους. Εξακολουθεί να το κάνει αυτό και σα θεατής που πας και ουσιαστικά είσαι κοινωνός αυτού που γίνεται. Δεν είσαι απ’ έξω, δεν είσαι απλά θεατής. Το ζεις με τα δικά σου βιώματα. Σαν ηθοποιός είναι τεράστια χαρά και μεγάλη ευτυχία να βλέπεις μία πλευρά του εαυτού σου μέσα από τη ζωή ενός άλλου ήρωα και να έχεις και αυτή την ευτυχία να παίζεις με ανθρώπους που έχετε κοινό όραμα και καλή πρόθεση. Αυτό είναι το πιο σημαντικό η καλή πρόθεση των ανθρώπων.

Νάταλι Τσάβεζ
Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq

– Έχεις κάποια μελλοντικά σχέδια που ήθελες να μοιραστείς;
Συζητιέται, επειδή πάει καλά η παράσταση, μήπως συνεχιστεί και του χρόνου. Περιμένω να βγουν δύο ταινίες, στις οποίες έπαιξα. Η μία είναι το «Neurosynapses», που είναι μία αγγλόφωνη ταινία. Ωστόσο, την έχει κάνει Ελληνίδα, που ζούσε χρόνια στην Αμερική, η σκηνοθέτης είναι η Νεφέλη Δημητριάδη. Είναι εξαιρετική εμπειρία, γιατί ήταν μία ταινία που ήμουν η πρωταγωνίστρια. Γυρίστηκε όλη σε green studio εδώ, στην Ελλάδα. Όλα τα σκηνικά μπαίνουν ψηφιακά και πήγαμε για γυρίσματα στο Λος Άντζελες για να πάρουμε τα outdoor. Οπότε έκανα γυρίσματα στο Λος Άντζελες, στο Μαλιμπού, ήταν εμπειρία ζωής, ήταν μεγάλη ευτυχία. Η παραγωγή της Αμερικής, μας έδωσε όλο το crew, που ήταν Αμερικανοί. Είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον το πως δουλεύουν αυτοί οι άνθρωποι. Όπως και οι συνάδελφοί μου εδώ, ήταν οι περισσότεροι ξένοι, επειδή ήταν αγγλόφωνη η ταινία. Εμένα μου είχαν πάρει coach για να τελειοποιήσω την αμερικανικη προφορά. Μεγάλο κέρδος και αυτό. Τα παιδιά που δούλευαν εδώ, οι περισσότεροι ήταν δίγλωσσοι. Είχε πάρα πολύ ενδιαφέρον που παίζαμε στα αγγλικά. Εγώ, στις περισσότερες ταινίες έχω παίξει ξένη γλώσσα, το οποίο έχει ενδιαφέρον υποκριτικό η αντίσταση στο κείμενο. Πρέπει να αντιστεκόμαστε σε αυτό, να παίζουμε τα νοήματα και όχι τα λόγια. Τα λόγια μπορεί να έχουν δεύτερο κείμενο. Με τα αγγλικά, με μία ξένη γλώσσα, έγινε ένα πολύ ωραίο παιχνίδι. Ήταν πάρα πολύ ωραίο να δουλεύεις με ανθρώπους που έχουν δουλέψει στο εξωτερικό. Πόσο διαφορετική νοοτροπία έχουν, σεβασμό και δοτικότητα. Και στην Ελλάδα συμβαίνει αυτό. Απλά αυτό ήταν κυρίως με αυτούς που είδα, ότι ήταν κανόνας. Και η σκηνοθέτης μου ήταν φοβερή και με όραμα. Είναι και κάτι σχετικό με τη διδακτορική μου έρευνα το οποίο αφορά τον εικονικό ηθοποιό και πως τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης σε συνεργασία με τεχνικές υποκριτικής μπορούν να τον κάνουν πιο ανθρωπόμορφο. Κάναμε και παρουσίαση σε ένα συνέδριο, στο Ιόνιο πανεπιστήμιο στο paper μας. Μίλησα για την εμπειρία μου, πως είναι να παίζεις σε εικονικό περιβάλλον. Εγώ όταν έπαιζα στο green studio, όλα τα φανταζόμουν. Ήταν σα να έπαιζες σε ένα blackbox. Φοβερό ενδιαφέρον και φοβερή πρόκληση για τον ηθοποιό και αυτό ήταν το αντικείμενο της παρουσίασής μας. Πολύ γόνιμη συνεργασία ακαδημαϊκά και καλλιτεχνικά. Στην άλλη ταινία, έκανα μία μικρή συμμετοχή και έπαιξα μία Ισπανίδα. Μία ταινία του Αλέξη Τσιλιφώνη, σε κείμενο του ίδιου και του Αντώνη Τσιοτσιόπουλου που παίζει κιόλας. Επίσης, παίζει και ο Jerome Kaluta και κάποια άλλα παιδιά που είναι από την Αγγλία. Εγώ στην ταινία παίζω στα ισπανικά, καθώς, είμαι μέλος μίας οικογένειας από την Ισπανία που βρίσκεται της λάθος στιγμή στο λάθος μέρος. Αυτή δεν ξέρω πότε θα βγει είναι η αλήθεια, γιατί τα γυρίσματα τα κάναμε τον Δεκέμβρη. Ο τίτλος της ταινίας δεν ξέρω αν θα είναι ο τελικός, λέγεται «National Road»

«Η Εκάβη σε ένα ελληνικό νησί» συνεχίζεται συνεχίζεται μέχρι την Τρίτη 30 Μαΐου, στο Θέατρο Άργω.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Δραματουργία – Σκηνοθεσία: Ζωή Ξανθοπούλου

Σύνθεση – Απόδοση κειμένων: Δημήτρης Τσεκούρας

Μουσική – Sound design: Cayetano

Σκηνικά – Κοστούμια: Γιώργος Λιντζέρης

Στην παράσταση προβάλλονται αποσπάσματα από την παράσταση HÉCUBA, NÓMOS Y MÚSICA DE LAS CIUDADANAS της Margarita Borja κι ακούγονται αποσπάσματα από το κείμενό της.

Παίζουν: Ντέπυ Πάγκα, Ναταλί Τσάβεζ, Αποστόλη Ψαρρός