H Κόρα Μέι Καρβούνη γεννήθηκε το 1980. Δεν πρόλαβε να γνωρίσει την αθηναϊκή νύχτα όπως αυτή αποτυπώνεται στη σειρά «Αυτή η νύχτα μένει» που πρωταγωνιστεί. Κι όμως η “Νίτσα” πείθει ως τραγουδίστρια σκυλάδικου παρόλο που η Κόρα έχει ροκ και κλασσικά ακούσματα. Γεννήθηκε σε μια αστική οικογένεια με γαλλικά, πιάνο και μπαλέτο, από πατέρα Αμερικάνο και μητέρα Ελληνίδα. Βουτηγμένη από νωρίς μέχρι το μεδούλι στις ξένες γλώσσες, για κάποιο λόγο –του οποίου τη ρίζα αναζητά σε μια εκ βαθέων συζήτηση– ήθελε να γίνει ηθοποιός από τα έξι της χρόνια. Έδωσε πανελλήνιες, πέρασε στη Γαλλική Φιλολογία και έπειτα είχε το δικαίωμα να δώσει εξετάσεις στο Εθνικό. Έκτοτε η ζωή της εκτυλισσόταν ανάμεσα στις σκηνές και στις πλατείες των θεάτρων. «Μας είχαν γαλουχήσει πως αν θες να κάνεις Επίδαυρο, δεν θα κάνεις τηλεόραση. Υπήρχε ένας φόβος(..)Οι ταμπέλες μου στερούν το δικαίωμα να είμαι και κάτι άλλο».

Η Κόρα είναι χειμαρρώδης άνθρωπος και διεισδυτικός παρατηρητής ακόμα και του ίδιου της του εαυτού. «Είμαι πολύ κυνική, ένας κυνισμός που διαποτίζεται από τρελό χιούμορ(..)Επιτρέπω στον εαυτό μου να βιώσει τα συναισθήματα, όχι να τα διαχειριστεί. Είναι λάθος ρήμα. Δεν καταλαβαίνω αυτούς που λένε «διαχειρίζομαι τα συναισθήματα». Εμένα με διαχειρίζεται το συναίσθημα και όχι εγώ το συναίσθημα». Καθόμαστε σε ένα καφέ στο Γκάζι, σε απόσταση αναπνοής από το «Πράσινο Καφενείο» όπου η Κόρα θα μεταμορφωθεί με λίγες ώρες και πάλι σε Νίτσα, με έντονο μακιγιάζ και λαμέ φορέματα για να ανέβει στην τηλεοπτική πίστα. Ένας νεαρός μας διακόπτει και της ζητά να μιλήσει σε μια βιντεοκλήση με την κοπέλα του. Η Κόρα δέχεται με πλατύ χαμόγελο επιστρέφει στο τραπέζι μας και πατάω το rec. Τη συζήτηση διέπει αδιάκοπα ένα πηγαίο χιούμορ, επιβεβαιώνοντας όσους λένε πως οι δραματικοί ηθοποιοί είναι και οι πιο βαθιά κωμικοί άνθρωποι.

Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq

– Από πότε σε σταματούν στο δρόμο; Έχω την αίσθηση πως ο κόσμος που δεν βλέπει συστηματικά θέατρο, άρχισε να σε αναγνωρίζει φέτος.
Φέτος κάνω για πρώτη φορά ημικαθημερινή σειρά. Όταν κάνεις σποραδικά πράγματα στην τηλεόραση, ξεχνιούνται. Δεν αισθάνομαι, όμως, πως έχει αλλάξει κάτι. Σήμερα μπήκα στο μετρό, περπάτησα για ώρα και δεν με σταμάτησε κανένας. Δεν με αναγνωρίζουν εύκολα γιατί η Νίτσα στη σειρά έχει έντονο μακιγιάζ. Το παιδί που είδες είναι ο μόνος που μου μίλησε από το πρωί. Μου αρέσει να μου εκφράζουν την αγάπη τους, έχει πλάκα που με νιώθουν κοντινή τους ενώ δεν με γνωρίζουν, που ταυτίζονται με τη σειρά και με το ρόλο, τη Νίτσα.

– Τι έχει από εσένα η Νίτσα;
Η Νίτσα είναι ένα κακοποιημένο, ντόμπρο καθαρό πλάσμα. Εγώ είμαι καθαρή. Αυτό είναι το κοινό μου μαζί της. Αν είμαι στενοχωρημένη θα φανεί, δεν θα το κρύψω. Το άλλο κοινό που έχω με τη Νίτσα είναι ότι κι έχω πλάκα. Η σκηνοθέτης επέμεινε να κάνω εγώ τη Νίτσα λέγοντας πως είναι πολύ πληθωρική σαν και μένα και πως μόνο εγώ μπορώ να βγάλω το ρόλο. Το ζευγάρι της Νίτσας με τον Γιώργη κάνει θραύση. Γιατί είναι ένα σπάνιο ζευγάρι. Έχουν μια αυθεντικότητα που εκλείπει. Μου λένε πως με αδικεί ο φακός. Δεν μπορούν να καταλάβουν πως τα φώτα τη νύχτα είναι σκληρά και πως η Νίτσα είναι σκληρή.

– Και το κυρίαρχο στοιχείο της Κόρας ποιο είναι;
Μου είναι δύσκολο να μιλήσω για το τι είμαι.

– Πες μου τότε τι δεν είσαι..
Δεν είμαι παράλογη. Μισώ τον παραλογισμό. Δεν είμαι κωλόπαιδο. Από όλα τα άλλα είμαι. Είμαι πολύ κυνική, ένας κυνισμός που διαποτίζεται από τρελό χιούμορ.

– Τη ζωή σου τι τη διέπει ;
Το χιούμορ!

– Περίεργο γιατί σε έχουν κατατάξει αλλού θεατρικά…
Είναι η αδικία…

– Σε έχουν αδικήσει με ταμπέλες;
Ναι, ως ηθοποιό. Μου έχουν βάλει μια πολύ συγκεκριμένη ταμπέλα και μου έχουν στερήσει το δικαίωμα να κάνω κωμωδία. Μου στερούν το δικαίωμα να μπορώ να είμαι και κάτι άλλο. Και ως ηθοποιός οφείλω να χαμελαιοντίζω, να αλλάζω. Έχω κάνει έργα όχι αμιγώς κωμικά, που έχουν πολύ χιούμορ.

– Τι υπάρχει πίσω από αυτή τη νοοτροπία;
Στους ανθρώπους αρέσει να βάζουν ταμπέλες. Νιώθεις πως τακτοποιείς μέσα σου τα πράγματα, τους ανθρώπους.

– Είναι ελληνικό προνόμιο ή πανανθρώπινο;
Πανανθρώπινο. Όλοι βάζουν ταμπέλες νομίζοντας πως διευκολύνουν τη ζωή τους. Αντί να δουν τον άλλο καθαρά, βάζουν ταμπέλα.

Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq

– Εσύ το κάνεις;
Όχι, όταν γνωρίζω έναν άνθρωπο δεν θέλω να του βάλω ταμπέλα. Το θεωρώ άδικο. Γιατί θέλω πραγματικά να τον γνωρίσω και γιατί πιστεύω πως δεν είμαστε ένα πράγμα. Είμαστε πολυδιάστατοι. Είμαστε και καλοί, και φθονεροί και αστείοι. Είμαστε απ’ όλα. Αν βάλω ταμπέλα θα αδικήσω τον άλλο.

– Μέχρι σήμερα είχες καταχωριστεί ως θεατρική ηθοποιός . Είναι και αυτή μια ακόμα ταμπέλα;
Εγώ έγινα γνωστή από το θέατρο. Πήρα ένα δύσκολο και πιο βασανιστικό δρόμο. Έκανα την αντίθετη πορεία από όλους. Η τηλεόραση τότε ήταν πιο κλειστή. Υπήρχε ένας διαχωρισμός των ηθοποιών. Μας είχαν γαλουχήσει πως αν θες να κάνεις Επίδαυρο, δεν θα κάνεις τηλεόραση. Υπήρχε ένας φόβος. Στην αρχή έκανα θέατρο. Από νωρίς όμως κατάλαβα πως με ενδιαφέρει και η τηλεόραση. Επειδή όμως ήμουν θεατρική ηθοποιός, δεν ήμουν η πρώτη τους επιλογή. Έτσι στράφηκα στον κινηματογράφο και άρχισα να κάνω ταινίες. Και γι’ αυτό χαρακτηρίζομαι κυρίως θεατρική και κινηματογραφική ηθοποιός. Όλα αυτά ευτυχώς έχουν αρχίσει να εξαλείφονται γιατί είναι άδικο για τους φερόμενους ποιοτικούς και για τους φερόμενους εμπορικούς. Ήταν ένας απίστευτος διαχωρισμός για όλους. Τι έχουν τραβήξει και οι εμπορικοί ηθοποιοί που δεν μπορούσαν να δουλέψουν σε ένα θέατρο ποιοτικό. Αυτό που πάθαμε εμείς, το έπαθαν κι αυτοί.

– Πως μυήθηκες στο σύμπαν των μπουζουκιών της δεκαετίας του 80;
Γεννήθηκα το 1980 αλλά δεν έχω μνήμες μπουζουκιών της δεκαετίας του 80. Προέρχομαι από ένα σπίτι με ακούσματα ροκ μουσικής, κλασσικής μουσικής και ρεμπέτικο. Δεν είχα καμία επιρροή. Ξέρω τα μπουζούκια του 2000. Σε αυτά τα μπουζούκια έχω πάει δυο τρεις φορές. Έπρεπε λοιπόν να φανταστώ πως ήταν τα μπουζούκια τότε από τα ντοκιμαντέρ που είδα, από την έρευνα που έκανα, από συνομιλίες μου με το Θάνο Αλεξανδρή και το βιβλίο του που διάβασα.

– Πάντα κάνεις έρευνα; Μου έρχεται στο νου μου η συγκλονιστική ερμηνεία στου στις «Σεξουαλικές Νευρώσεις των Γονιών μας» όπου υποδύθηκες με τεράστια επιτυχία ένα νεαρό άτομο με ψυχιατρικά ζητήματα πριν από 20 χρόνια…
Έκανα μεγάλη έρευνα για αυτό το ρόλο. Πέρασα κάποιες μέρες στο Δρομοκαϊτειο για να δω όλες τις κλινικές περιπτώσεις.

– Από πότε σε θυμάσαι να παίζεις ρόλους;
Από έξι ετών έλεγα πως ήθελα να γίνω ηθοποιός. Όταν άρχισα ως παιδί να βλέπω θέατρο, είπα στη μητέρα μου να σταματήσει να με πηγαίνει γιατί δεν άντεχα να βλέπω, ζήλευα.

– Έχεις εντοπίσει τη ρίζα αυτής της επιθυμίας;
Εκφραζόμουν από μικρή πολύ έντονα. Και ο περίγυρος μου έλεγε πολλές φορές «πως κάνεις έτσι σαν την Εκάβη»! Και έτσι αποφάσισα να γίνω ηθοποιός.

– Είσαι μισή Αμερικανίδα.
Είμαι από Πάτρα, Μεσολόγγι και Ντιτρόιτ. Ο πατέρας μου είναι από το Ντιτρόιτ. Είναι μια πόλη φάντασμα. Γκέτο. Ήταν στον αμερικανικό στρατό. Αντί για Βιετνάμ, πήγε Γιαννιτσά. Είχε ερωτευτεί την Ελλάδα προτού γνωρίσει τη μητέρα μου. Είχε ελληνικοποιηθεί ήδη πλήρως. Μιλούσε ελληνικά άπταιστα. Το όνομα μου είναι της Αμερικανίδας γιαγιάς μου. Είναι σπάνιο και παλιακό όνομα. Οι Αμερικάνοι με το Κόρα Μέι εννοούν την Περσεφόνη.

Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq

– Υπήρχε η τέχνη μέσα στην οικογένεια;
Υπήρχε πάντα η τέχνη μέσα στο σπίτι. Όχι μόνο για το θέατρο. Αλλά για τη μουσική, τη ζωγραφική. Ήταν φιλότεχνο το σπίτι μου. Η μητέρα μου είχε σπουδάσει ιστορία τέχνης και ήταν καθηγήτρια ελληνικών σε ξένους, Ο πατέρας μου ήταν χρυσοχόος, έφτιαχνε κοσμήματα. Η μια μου αδελφή είναι εικαστικός. Απλά η μητέρα μου ήθελε οπωσδήποτε να περάσω στο Πανεπιστήμιο. Πέρασα στη γαλλική φιλολογία και μετά μπορούσα να δώσω εξετάσεις στο Εθνικό. Μπήκα από τις τελευταίες! Οι καθηγητές μου είχαν έναν άδειο καμβά, ένα άγραφο χαρτί και με γαλούχησαν στην υποκριτική τέχνη. Τρία χρόνια γυρνούσα σπίτι μόνο για να κοιμηθώ. Μπήκα πολύ βαθιά. Όλη μέρα στη σχολή και μετά έβλεπα παραστάσεις. Ζούσα όλη την ώρα μέσω του θεάτρου

– Τι είναι αυτό που μαθαίνει από την αρχή ένας ηθοποιός;
Ο ηθοποιός μαθαίνει από νωρίς την απόρριψη. Εμένα με έχουν απορρίψει πολλές φορές από πολλές δουλείες θεατρικές, τηλεοπτικές, κινηματογραφικές. Είναι σκληρό επάγγελμα Δεν είναι όλα ρόδινα. Όταν όμως κάνεις αυτό που αγαπάς, νιώθεις πως υπάρχεις. Βλέπω ανθρώπους που κάνουν μια δουλειά που δεν αγαπούν και είναι δυστυχείς.

– Τι απωθημένο έχεις στο θέατρο;
Να σκηνοθετήσω. Δεν έχω απωθημένα στο να παίξω. Έχω παίξει πολύ.

– Γιατί πολλοί καλοί ηθοποιοί της γενιάς σου θέλουν να σκηνοθετήσουν;
Γιατί είναι αλλιώς ένας σκηνοθέτης που έχει υπάρξει ηθοποιός, που έχει διανύσει τα χιλιόμετρα του επί σκηνής, έχει μπει στη θέση σου και ξέρει πως να σε προσεγγίσει.

– Έχεις βιώσει την εξουσία -όχι με την καλή έννοια- του σκηνοθέτη πάνω σου;
Φυσικά και έχω δεχτεί τις συνέπειες της κακής εξουσίας. Γιατί αν αυτός που έχει την εξουσία δεν ξέρει πως να τη διαχειριστεί γιατί δεν είναι μια σωστή πατρική φιγούρα, θα έχουμε κακοποιητικές συμπεριφορές και βία. Απλά πλέον μετά το metoo, θα το σκεφτεί κάποιος δυο φορές πια για να βγάλει βία. Έχουμε ένα δίχτυ ασφαλείας, ένα κώδικα δεοντολογίας και αλληλοϋποστηριζόμαστε περισσότερο από ποτέ.

– Τι είδους παραστάσεις σε διαμόρφωσαν όταν ακόμα φοιτούσες στο Εθνικό;
Οι παραστάσεις του Γιάννη Χουβαρδά και του Θωμά Μοσχόπουλου στο Αμόρε και οι παραστάσεις του Λευτέρη Βογιατζή. Με είχε στιγματίσει η παράσταση «Καθαρή πια» της Σάρα Κέην.

– Έχεις ακόμα άγχος πάνω στη σκηνή;
Σε κάθε πρεμιέρα τρέμουν τα γόνατα μου.

– Τι θα ήσουν αν δεν είχες γίνει ηθοποιός;
Θα γινόμουν χορεύτρια ή διερμηνέας γιατί είχα έφεση στις γλώσσες από παιδί. Αλλιώς θα γινόμουν μαγείρισσα ή νηπιαγωγός. Αγαπάω πολύ τα παιδιά. Είμαι ήδη και δασκάλα. Κάνω εδώ και χρόνια μαθήματα υποκριτικής.

Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq

– Τι άλλους τρόπους καλλιτεχνικής έκφρασης έχεις;
Χορεύω!

– Θα χορέψεις ακόμα και στα μπουζούκια;
Μα χορεύει η Νίτσα!

– Για την Κόρα μιλάω…
Ο μόνος χορός που δεν ξέρω είναι το τσιφτετέλι. Και έπρεπε να το χορέψω. Εγώ χορεύω ντίσκο!

– Που χορεύεις;
Στο Καπάκι στην Επίδαυρο.

– Είναι τόσο δύσκολα τα πράγματα για τους καλλιτέχνες;
Στην πανδημία οι καλλιτέχνες γίναμε πολύ φτωχότεροι από όσο ήμασταν. Όταν η δική μου γενιά πήρε να πάρει μια γενιά με την οικονομική κρίση, ήρθε ο κορονοϊός.

– Και μετά ήρθε το προεδρικό διάταγμα.
Αυτό ήταν το τρίτο δώρο! (γελά) Νιώθω πολύ χαρούμενη για τα δώρα που μας δίνονται απλόχερα.

– Υπάρχει κάτι στο οποίο ελπίζεις στις εκλογές;
Τι θα ήθελα ιδανικά; Θα ήθελα να υπάρξει μια Επιτροπή από τους πιο λαμπρούς επιστήμονες, τους πιο λαμπρούς τεχνοκράτες, τους πιο λαμπρούς ανθρώπους του πολιτισμού. Θα ήθελα για παράδειγμα έναν λαμπρό γιατρό για Υπουργό Υγείας. Γιατί να μην είναι άνθρωποι που αγαπούν τη δουλειά τους και το κοινό καλό σε αυτές τις θέσεις; Με έχει κουράσει το ρουσφέτι στην Ελλάδα. Ιδανικά θα ήθελα αυτή η επιτροπή να μην έχει κανένα πολιτικό χρώμα.

– Μήπως οι πολιτικοί φοβούνται την τέχνη και τις εκφράσεις της;
Δεν έχω ιδέα! Υποψιάζομαι πως αυτό έχει να κάνει με ιδιωτικά κολλέγια. Στο Εθνικό δεν μπορεί να διδάξει ένας απόφοιτος της Σχολής του Εθνικού Θεάτρου γιατί θεωρείται απόφοιτος λυκείου. Άρα μπορεί να διδάξει μόνο ένας θεατρολόγος, ένας φιλόλογος, ένας απόφοιτος ιδιωτικού κολλεγίου. Άρα πάει η υποκριτική τέχνη αν διδάσκεται από θεωρητικούς! Επιπλέον αν θέλω να κάνω ένα μεταπτυχιακό, δεν έχω δικαίωμα ως απόφοιτος λυκείου. Έχει γίνει μεγάλη ζημιά. Τι σκέφτεται ο Έλληνας και καταστρέφει; Τι φθόνος είναι αυτός; Για φθόνο απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό μιλάω… και όχι απαραίτητα για συνειδητό φθόνο.

Φωτ.: Άσπα Κουλύρα / Olafaq

– Έχεις ψυχαναλυτική σκέψη. Έχεις κάνει ψυχοθεραπεία;
Φυσικά.

– Σε τι σε έχει βοηθήσει;
Με διευκόλυνε σε όλους τους τομείς. Το πιο σημαντικό δώρο που μου έχει κάνει η θεραπεία είναι να αναγνωρίζω τι αισθάνομαι. Δεν ξέρω αν έχω αλλάξει. Ξέρω πως αναγνωρίζω τον εαυτό μου, τι του συμβαίνει. Επιτρέπω στον εαυτό μου να βιώσει τα συναισθήματα, όχι να τα διαχειριστεί. Είναι λάθος ρήμα. Δεν καταλαβαίνω αυτούς που λένε «διαχειρίζομαι τα συναισθήματα». Εμένα το συναίσθημα με διαχειρίζεται. Δεν συνάδει η διαχείριση με το συναίσθημα. Η ψυχοθεραπεία με βοηθάει και στη δουλειά, το πως διαβάζω τους ρόλους, όχι μόνο το δικό μου, τις σχέσεις των ρόλων, κάτω από τις γραμμές.

– Τι θα κάνεις το καλοκαίρι;
Τον Ιππόλυτο του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου. Ήθελα πολύ να δουλέψω με την Κατερίνα. Τη γνωρίζω από τότε που ήμουν στη σχολή.

– Θυμάμαι μέσα στην καραντίνα είχες κάνει κάτι εντελώς διαφορετικό με τον Αλκίνοο Ιωαννίδη στην Μικρή Επίδαυρο.
Κάναμε τη Φόνισσα. Ο Αλκίνοος ενορχήστρωνε τα δυο τελευταία κεφάλαια λάιβ και έκανε λούπες. Αισθάνομαι πολύ τυχερή που δούλεψα με τον Αλκίνοο. Είναι ένας πολύ σπουδαίος άνθρωπος και μεγάλος καλλιτέχνης. Βασικά είναι πλάσμα!

– Αλήθεια ταξιδεύεις;
Λατρεύω τα ταξίδια. Είναι το πιο ωραίο πράγμα που μπορεί να κάνει κάποιος. Σε πλουτίζουν, σε κάνουν να αναθεωρείς. Μου αρέσει να γνωρίζω άλλες νοοτροπίες και πολιτισμούς , να δοκιμάζω άλλες κουζίνες. Θέλω να πάω στην Ιαπωνία, όχι τόσο στις μεγαλουπόλεις αλλά σε χωριά Στην Αμερική πάω σε μια κωμόπολη δίπλα στο Βανκούβερ όπου μένει μια από τις αδελφές μου. Έχει το ράντζο της και τα άλογα της!