Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν γεννήθηκε το 1918 στην Ουψάλα της Σουηδίας. Το 1945 έγραψε και σκηνοθέτησε το πρώτο του φιλμ («Κρίση»). Το 1955 απέσπασε το πρώτο βραβείο του στο Φεστιβάλ Καννών -με το «Χαμόγελα καλοκαιρινής νύχτας». Στη συνέχεια γύρισε τα φιλμ «Η έβδομη σφραγίδα» και «Άγριες φράουλες», τα οποία επρόκειτο να του χαρίσουν αθανασία. Στη συνολική πορεία του, ωστόσο ο Μπέργκμαν πέτυχε πολύ περισσότερα. Δημιούργησε 62 ταινίες και σκηνοθέτησε γύρω στις 170 θεατρικές παραστάσεις. Κέρδισε 7 βραβεία στο Φεστιβάλ Καννών. Τιμήθηκε με τρία Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας – για τα «Η πηγή των παρθένων», «Μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη», «Φανή και Αλέξανδρος». Έγινε βέβαια πασίγνωστος και για την έντονη σεξουαλικότητα του – παντρεύτηκε πέντε φορές και γίνε πατέρες εννιά φορές. Τελικά πέθανε στο αγαπημένο του σουηδικό νησί Φάρο την 30ή Ιουλίου του 2007. Στις 11 Απριλίου κυκλοφορεί σε Blu-Ray η ταινία Trolosa / Απιστία (2000) σε σενάριο του ίδιου του Μπέργκμαν και αυτά είναι κάποια από τα λόγια βαθιάς σοφίας και προσωπικής εμπειρίας που μας αφήνει παρακαταθήκη.

Ο πατέρας μου ήταν ιερέας. Μεγάλωσα με την έννοια της αμαρτίας, με την σημασία της τιμωρίας, με την ευχή της συγχωρέσεις. Έζησα από παιδί τον φασισμό που πηγάζει από ένα αυστηρώς ιεραρχικό σύστημα. Ήταν αδύνατον να ξεφύγει κανείς. Πιστεύω ότι ο φασισμός δεν αφήνει περιθώρια για έναν Σπάρτακο.

Η βουβαμάρα διαφέρει απ´ τη σιωπή. Στη μια περίπτωση θέλεις να μιλήσεις, αλλά έχει χαθεί η φωνή σου. Στην περίπτωση της σιωπής έχεις φωνή, αλλά προτιμάς να μη μιλήσεις. Η βουβαμάρα είναι ένα άδειο ψυχοπλακωτικό δωμάτιο. Η σιωπή είναι ένας κήπος όπου ανθούν χιλιάδες συναισθήματα και η μυρωδιά τους σου σπάει τη μύτη.

Από παιδί υποφέρω από σωματικούς πόνους. Τα έντερα μου πάντα σαμποτάριζαν ό,τι προσπαθούσα να κάνω. Αυτή ήταν η τυραννία μου από παιδί ή μάλλον η αναπηρία μου. Στο σχολείο έφτανε μόνο η απειλή να με συλλάβει ο καθηγητής αδιάβαστο για να τα κάνω πάνω μου.

Όνειρα υπάρχουν για να κινητοποιούν την ακινησία της πραγματικότητας. Η πραγματικότητα είναι εκπληκτική. Αν δεν υπήρχαν τα όνειρα, θα ήταν ανυπόφορη.

Όταν ο κινηματογράφος δεν είναι ντοκουμέντο, είναι όνειρο. Εγώ προσπάθησα να κινηθώ στο χώρο των ονείρων, αλλά σπανίως το κατάφερα. Ο σκηνοθέτης που το κατάφερε απόλυτα ήταν ο Ταρκόφσκι, ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης όλων των εποχών.

Ο κινηματογράφος είναι αρρώστια. Εξαιτίας του δεν μπορούσα ποτέ να ζήσω ήσυχα. Μόλις τελείωνα μια ταινία, έπεφτα του θανατά. Όταν έμπαινα στα στούντιο για να αρχίσω καινούργια, τα έντερα μου στασίαζαν. Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα…

Ήμουν πάντα της άποψης ότι το μοντάζ γίνεται στο γύρισμα. Πριν έρθει η ώρα του μοντάζ, το μοντάζ πρέπει να έχει γίνει. Μόνο αν ξέρεις να κλαδέψεις εγκαίρως μια σκηνή, το γύρισμα δε γίνεται άσκοπο.

Ο ρυθμός πρέπει να περιέχεται στο σενάριο. Ο ρυθμός είναι το παν. Ο ρυθμός βοηθάει τα αισθήματα να μπουν στην ψυχή και τις ιδέες στο μυαλό.

Γέρασα προσπαθώντας να γράψω μια φράση ισάξια του Στρίνμπεργκ. Τελικά ο Στρίντμπεργκ ήταν για μένα οδηγός. Ο Στρίντμπεργκ και ο Μπαχ. Ο Στρίνμπεργκ μου έμαθε ότι αμαρτάνοντας διεκδικείς με αξιώσεις την αγιοσύνη. Ο Μπαχ μου έμαθε πόσο σημαντικό είναι να μη χάνεις την χαρά σου.

Το θέατρο είναι ποτάμι. Άλλοτε ρηχό, άλλοτε βαθύ, άλλοτε πλατύ, άλλοτε στενό. Πολλές φορές αυτό το ποτάμι παρασύρει σκουπίδια. Σπανιότερα γίνεται δρόμος για να τον διασχίσουν καράβια -ψυχές που θέλουν να πάνε αλλού.

Ο κινηματογράφος είναι ψάρεμα σε μια θάλασσα απέραντη. Ρίχνεις την πετονιά σου -με το κατάλληλο δόλωμα πάντα- και ελπίζεις να πιάσεις το άπιαστο και να το φυλακίσεις.

Στην επιφάνεια της ζωής διασκεδάζει κανείς. Στο βυθό ψυχαγωγείται και μαθαίνει. Και η επιφάνεια και ο βυθός είναι απαραίτητα κομμάτια της ζωής.

Στον κινηματογράφο πρέπει να είσαι συνεχώς σε εγρήγορση. Κανείς δεν μπορεί να σε βοηθήσει. Γι’ αυτό αποτραβήχτηκα την κατάλληλη ώρα. Δεν θέλησα να δω συνεργάτες ηθοποιούς να λυπούνται κρυφά το τέρας, να νιώθουν συμπόνια για το τέρας.

Πρωτοερωτεύτηκα όταν ήμουν παιδί μια ακροβάτισσα του τσίρκου. Την έλεγαν Εσμεράλδα. Ντυνόταν στα άσπρα και καβάλαγε ένα μαύρο άλογο. Την ερωτεύτηκα τρελά και έπλασα μια ιστορία που έλεγα στους φίλους μου. Έλεγα ότι οι γονείς μου με είχαν πουλήσει στο τσίρκο για να βγαίνω στη σκηνή μαζί με την Εσμεράλδα.

Ο θάνατος είναι μια εμπειρία που δε σου μαθαίνει τίποτε. Μια άχρηστη αλλά αναπόφευκτη εμπειρία. Ο θάνατος δεν αφορά αυτόν που φεύγει, αλλά όσους μένουν.

Όσο περνάει ο καιρός, η λύση των προβλημάτων γίνεται όλο και πιο καθυστερημένα. Γενικότερα, στα γηρατειά οι αποφάσεις χρειάζονται περισσότερο χρόνο – εξαντλείσαι εύκολα. Από την άλλη, οι αισθήσεις ενόψει του επερχόμενου τέλους οξύνονται και βλέπεις πράγματα που δεν έβλεπες παλαιότερα. Βλέπεις και λάθη περισσότερα κι αυτό σε σκοτώνει. Ιδιαίτερα αν είσαι φύση τελειωμένη όπως εγώ.