Την τελευταία εβδομάδα γινόμαστε μάρτυρες της ύστατης προσπάθειας του ιδρυτή του WikiLeaks, Julian Assange να αποφύγει την έκδοση του στις ΗΠΑ. Ο γεννημένος στην Αυστραλία Assange αντιμετωπίζει ποινή φυλάκισης έως και 175 ετών με κατηγορίες κατασκοπείας καθώς δημοσίευσε απόρρητα κυβερνητικά και στρατιωτικά έγγραφα καθώς και συνωμοσίας με την πρώην αναλύτρια πληροφοριών του αμερικανικού στρατού Chelsea Manning για να σπάσει το σύστημα προστασίας των υπολογιστών του Υπουργείου Άμυνας.

Κυρίαρχος στόχος του Assange, σύμφωνα με τα λεγόμενά, του ήταν να δώσει άλλο νόημα στην ελευθερία της πληροφόρησης με τη δημοσίευση πληροφοριών στο διαδίκτυο και τη διαμαρτυρία ενάντια σε κάθε είδους λογοκρισία και σε όσους προσπαθούν να θέσουν όρια και να περιορίσουν την ελευθερία του τύπου, του λόγου και εν γένει της πληροφόρησης.

Αυτό που ουσιαστικά έκανε και τράβηξε την προσοχή της αμερικανικής κυβέρνησης ήταν να χρησιμοποιήσει το WikiLeaks για να αποκαλύψει την αλήθεια των αμερικανικών στρατιωτικών εγκλημάτων, όπως τις φρικαλεότητες στο Γκουαντάναμο ή το περιβόητο βίντεο «Collateral Murder» που κυκλοφόρησε το 2010. Το βίντεο, το οποίο χρονολογείται από το 2007, δείχνει ένα πλήρωμα αεροπορίας των ΗΠΑ σε ελικόπτερα Apache να σκοτώνει δώδεκα ανθρώπους στο Ιράκ. . Στους νεκρούς περιλαμβάνονται και δύο Ιρακινοί που εργάζονταν για το πρακτορείο ειδήσεων Reuters, αντικρούοντας τους ισχυρισμούς των ΗΠΑ ότι όλοι οι νεκροί ήταν αντάρτες.

Η αμερικανική κυβέρνηση έχει δημιουργήσει για τον Assange ένα προφίλ προδότη. Ήταν τόσο μεγάλο το πλήγμα στην εικόνα της παγκόσμιας υπερδύναμης, που έπρεπε με κάποιον τρόπο να αντιδράσει. Αφενός για να αποκαταστήσει το γόητρό της σε παγκόσμιο επίπεδο και αφετέρου για να αποτρέψει επίδοξους χάκερ/δημοσιογράφους ή οποιονδήποτε σκόπευε να προβεί σε παρόμοιες ενέργειες. «Το ρεπορτάζ ή η δημοσιογραφία δεν είναι δικαιολογία για εγκληματικές δραστηριότητες ή άδεια παραβίασης των κοινών ποινικών νόμων», έχει δηλώσει ο James Lewis, Βρετανός δικηγόρος που εκπροσωπεί την κυβέρνηση των ΗΠΑ.

Ο θάνατος της δημοσιογραφίας

Όλες αυτές οι κατηγορίες (εκτός από αυτήν που αφορά τον κωδικό πρόσβασης του υπολογιστή) προκύπτουν βάσει του σπάνια χρησιμοποιούμενου νόμου περί κατασκοπείας του 1917. Πρόκειται για έναν νόμο που δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ στο παρελθόν για τη δίωξη ενός οργανισμού ή μέσου μέσων ενημέρωσης για δημοσίευση ή διάδοση παράνομων απόρρητων πληροφοριών. Αν και το Υπουργείο Δικαιοσύνης αμφισβητεί το γεγονός ότι ο Assange είναι νόμιμος δημοσιογράφος, είναι δεδομένο ότι από την ίδρυση του WikiLeaks, ο Assange ασχολείται με τη συλλογή και τη δημοσίευση πληροφοριών και εγγράφων αξιόλογων ειδήσεων.

Ο νόμος θεσπίστηκε δύο μήνες μετά την είσοδο των ΗΠΑ στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε ένα κλίμα φόβου και ανταγωνισμού προς τους Γερμανοαμερικανούς και άλλους μετανάστες. Χρησιμοποιήθηκε κυρίως για να φιμώσει τους διαφωνούντες και να τιμωρήσει τους πολιτικούς αντιπάλους και υπάρχουν έντονες ανησυχίες ότι η δίωξη του Assange στην ουσία έχει πολιτικά κίνητρα. Ο ίδιος ο Assange και οι δικηγόροι του υποστηρίζουν ξεκάθαρα ότι οι κατηγορίες εναντίον του βασίζονται σε πολιτικά κίνητρα. Έχουν υπαινιχθεί μάλιστα πιθανή προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε περίπτωση που η προσφυγή του Ηνωμένου Βασιλείου αποτύχει.

Επιπλέον, σε περίπτωση που θεωρηθεί δημοσιογράφος, και καταδικαστεί με βάση αυτό το κατηγορητήριο υπάρχει ο κίνδυνος ποινικοποίησης μεγάλου μέρους της ερευνητικής δημοσιογραφίας που είναι απολύτως κρίσιμη για τη δημοκρατία. Ο νόμος συντάχθηκε έχοντας υπόψη τη δίωξη κρατικών υπαλλήλων που ενδεχομένως παρέχουν απόρρητες πληροφορίες σε ξένες κυβερνήσεις. Δεν χρησιμοποιείται εναντίον όμως ατόμων σαν τον Assange, επειδή μια τέτοια χρήση θα επέτρεπε τη δίωξη των δημοσιογράφων που δημοσιεύουν πληροφορίες που έλαβαν από κρατικούς αξιωματούχους. Η φυσιολογική διαδικασία θα ήταν να διώκονται αυτοί που διαρρέουν τις πληροφορίες, όχι αυτοί που τις δημοσιεύουν

Σύμφωνα με τη Διεθνή Αμνηστία: «Η αδιάκοπη επιδίωξη της αμερικανικής κυβέρνησης κατά του Julian Assange για τη δημοσίευση αποκαλυπτόμενων εγγράφων που περιελάμβαναν πιθανά εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από τον αμερικανικό στρατό δεν είναι τίποτα λιγότερο από μια πλήρους κλίμακας επίθεση στο δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης.» Η δίωξη του Assange λοιπόν για αυτές τις κατηγορίες θα μπορούσε να έχει ανατριχιαστικό αποτέλεσμα στο δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης, οδηγώντας τους δημοσιογράφους σε αυτολογοκρισία από φόβο δίωξης.

Αμερικανική υποκρισία

Όταν η ρωσική κυβέρνηση αποφάσισε να περιορίσει την πρόσβαση των πολιτών στα διεθνή μέσα μετά την εισβολή της στην Ουκρανία, οι αμερικανικές επικρίσεις και κατηγορίες για λογοκρισία ήταν εξαιρετικά ισχυρές:
«Το Κρεμλίνο έχει εμπλακεί σε μια πλήρη επίθεση στην ελεύθερη ροή πληροφοριών, την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και την αλήθεια, προκειμένου να παραπλανήσει και να καταστείλει την πραγματικότητα της βάναυσης εισβολής στην Ουκρανία.»

Για τις ΗΠΑ όταν η πληροφορία αφορά εχθρικές δυνάμεις, είναι απαραίτητο να διαδοθεί ελεύθερα. Όταν όμως μπορεί να παρουσιάζει εγκλήματα πολέμου, φρικαλεότητες σε αιχμαλώτους και βασανηστήρια σε φυλακές, τότε αποτελεί προδοσία.

Αυτό το είδος υποκρισίας δεν ήταν κάτι καινούργιο. Άλλωστε, η αυτόκλητη μεγαλύτερη δημοκρατία του κόσμου φροντίζει να καταδικάζει παραβιάσεις δικαιωμάτων και καταπατήσεις δημοκρατικών θεσμών μόνο σε εχθρούς της. Αλλά σε συμμαχικές δυνάμεις όπως για παράδειγμα η Σαουδική Αραβία, η υπερδύναμη που μάχεται για τις ελευθερίες, κάνει τα στραβά μάτια για την κατάφωρη καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την σαουδαραβική κυβέρνηση. Δύο μέτρα και δύο σταθμά λοιπόν, που επιτρέπουν στις ΗΠΑ να εισβάλουν σε ξένες επικράτειες για “να αποκαταστήσουν” τη δημοκρατία, αλλά και να διατηρούν φυλακές όπως του Γκουαντάναμο που κρατώνται άνθρωποι χωρίς δίκη και διενεργούνται ειδεχθή βασανιστήρια.  Κατηγορούν την Κίνα για κατασκοπεία ενώ οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούν κάθε κίνηση σε διεθνές και εθνικό επίπεδο.

Μία χώρα που έχει βασίσει την παντοδυναμία της σε αναμείξεις με τα εσωτερικά άλλων κρατών, ανατρέποντας κυβερνήσεις και φυτεύοντας φίλα προσκείμενους δικτάτορες, το λες και υποκριτικό να κουνάει το δάχτυλο για καταπάτηση δικαιωμάτων και για νομικές παραβάσεις.

Ναι μεν ελευθερία του λόγου και δημοκρατία, αρκεί να μην αποκαλύπτονται οι βρώμικες δουλειές μας. Τα εν οίκω μη εν δήμω λοιπόν, και ανεξάρτητα από το τελικό αποτέλεσμα και τη μοίρα του ιδρυτή του Wikileaks, ο παρατεταμένος πόλεμος των ΗΠΑ κατά του Julian Assange έχει ήδη δημιουργήσει ένα ανατριχιαστικό προηγούμενο σχετικά με την ελευθερία του Τύπου και άλλες βασικές ελευθερίες που αναμένεται να αλλάξει τον τρόπο της διανομής της πληροφορίας και των ειδήσεων.