Εδώ και καιρό το βλέμμα της διεθνούς κοινότητας είναι στραμμένο στη Ράφα, την πόλη κατά μήκος των αιγυπτιακών συνόρων που μέχρι τώρα θεωρούνταν «ασφαλής ζώνη» για να καταφύγουν οι εκτοπισμένοι αμάχοι και αποτελεί «μοναδική πύλη» για την είσοδο ανθρωπιστικής βοήθειας από την Αίγυπτο.

Καθώς όμως τα ισραηλινά στρατεύματα συνεχίζουν την επέλασή τους σε μια χερσαία επίθεση στην πυκνοκατοικημένη πόλη στη Λωρίδα της Γάζας, μια εκστρατεία μηνών με το σύνθημα «All Eyes on Rafa» έχει δυναμώσει, ιδιαίτερα στη δυτική Ευρώπη, την Αυστραλία και την Ινδία. Η φωτογραφία τεχνητής νοημοσύνης αποτελεί μια έκκληση για ευαισθητοποίηση για τον συνεχιζόμενο πόλεμο και τις θηριωδίες του Ισραήλ  από ακτιβιστές και ανθρωπιστικές ομάδες.

Μετά από τον βομβαρδισμό της Κυριακής σε καταυλισμό εκτοπισμένων (που στοίχισε τη ζωή σε τουλάχιστον 45 ανθρώπους και τραυμάτισε άλλους 249) το template έχει γίνει viral συγκεντρώνοντας μέχρι σήμερα πάνω από 28 εκατ. αναδημοσιεύσεις στο Instagram.

Το template του “All Eyes on Rafah”

Ο  Dr Bodo Lang, καθηγητής Marketing Analytics στο Πανεπιστήμιο Massey είπε στο RNZ ότι η κατάσταση στη Γάζα είναι περίπλοκη «αλλά αυτό στο οποίο είναι πραγματικά εύκολο να συμφωνήσουμε είναι ότι αθώοι άμαχοι έχουν σκοτωθεί προκαλώντας έντονα συναισθήματα. Το σύνθημα αυτό επιτρέπει στους ανθρώπους να μοιράζονται τις αξίες τους με έναν πραγματικά κοινωνικά αποδεκτό τρόπο ενώ αισθάνονται ότι έχουν κάποιο έλεγχο» σε αυτό που συμβαίνει και έχει προκαλέσει το διεθνή αποτροπιασμό.

Η Πολιτική Προστασία της Λωρίδας της Γάζας ανακοίνωσε τον θάνατο 21 ανθρώπων στον ισραηλινό βομβαρδισμό, δυο μέρες έπειτα από το μακελειό της Κυριακής ενώ το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ συνεδρίασε εκτάκτως, κατόπιν αιτήματος της Αλγερίας, για να καταρτίσει σχέδιο απόφασης με σκοπό να «σταματήσει» η «σφαγή».

Τα στατιστικά είναι τρομακτικά. Περισσότερα από 12.300 παιδιά στη Γάζα έχουν σκοτωθεί από τότε που το Ισραήλ άρχισε την επίθεση αντιποίνων στον θύλακα μετά τη φρικιαστική επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, σύμφωνα με το Υπουργείο Υγείας της Γάζας.

«Η Γάζα είναι η κόλαση επί της γης. Οι εικόνες από τη χθεσινή νύχτα είναι μια ακόμη μαρτυρία αυτού», αναφέρει η Υπηρεσία Αρωγής και Έργων του ΟΗΕ για τους Παλαιστινίους Πρόσφυγες στην Εγγύς Ανατολή (UNRWA) ενώ υποστηρίζει ότι ο αριθμός αυτός είναι μεγαλύτερος από αυτόν των παιδιών που σκοτώθηκαν σε συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο από το 2019 έως το 2022.

«Αυτός είναι ένας πόλεμος κατά των παιδιών», έγραψε ο Philippe Lazzarini, ο γενικός επίτροπος της UNRWA σε ανάρτησή του στο X. «Είναι ένας πόλεμος για την παιδική τους ηλικία και το μέλλον τους».

“All eyes on Rafah”

Η Ραφα αποτελούσε ένα κομμάτι γης που ο ισραηλινός στρατός είχε ορίσει ως “safe place” ώστε να καταφύγει ο άμαχος πληθυσμός. Με περισσότερους από 1,5 εκατομμύριο αμάχους συνωστισμένους στην μικρή αυτή πόλη, η ισραηλινή στρατιωτική κλιμάκωση την έχει πλέον μετατρέψει σε νεκροταφείο. Η Ράφα είναι ο κύριος κόμβος υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης και ανθρωπιστικής βοήθειας στη Λωρίδα της Γάζας- και μια κρίσιμη περιοχή για την παράδοση ανθρωπιστικής βοήθειας, δεδομένης της διάβασης.

Πλέον δεν υπάρχει ασφαλές μέρος στη Λωρίδα της Γάζας αλλά ούτε και τρόπος να παραδοθεί η ανθρωπιστική βοήθεια. Οι βόμβες και οι επιθέσεις έχουν καταστρέψει κάθε γωνιά στα βόρεια τμήματα ενώ πυρομαχικά που δεν έχουν εκραγεί απειλούν τη ζωή των ανθρώπων σε όλη την επικράτεια.

«Καμιά δύναμη στη Γη δεν μπορεί να μας σταματήσει», ήταν η δήλωση που συνοψίζει το μήνυμα που έστειλε το Ισραήλ στη διεθνή κοινότητα μετά τις δύο δικαστικές αποφάσεις, αλλά και την ανακοίνωση της Ισπανίας, της Ιρλανδίας και της Νορβηγίας για την αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους.

Η πείνα χρησιμοποιείται ως όπλο αφανισμού και κυριαρχίας . Οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, η ανασφάλεια και οι εκτεταμένοι περιορισμοί στην είσοδο και παράδοση βασικών αγαθών έχουν αποδεκατίσει την παραγωγή τροφίμων και τη γεωργία. Τα χωράφια και τα παραγωγικά περιουσιακά στοιχεία έχουν υποστεί ζημιές,έχουν καταστραφεί ή είναι απρόσιτα ενώ πολλές αποστολές τροφίμων από ανθρωπιστικές οργανώσεις έχουν δεχτεί ισραηλινά πλήγματα σύμφωνα με το Human Rights Watch.


Τις τελευταίες ημέρες, το Υπουργείο Υγείας της Γάζας  έχει επισημάνει περισσότερες περιπτώσεις αυτού που ο ΠΟΥ αποκαλεί «έμμεση θνησιμότητα» – δηλαδή άνθρωποι που πεθαίνουν ως αποτέλεσμα του πολέμου, αλλά όχι άμεσα λόγω των συγκρούσεων. Παιδιά πεθαίνουν από την αφυδάτωση και τον υποσιτισμό.

«Για πάνω από δύο μήνες, το Ισραήλ στερεί από τον πληθυσμό της Γάζας τροφή και νερό, μια πολιτική που υποκινείται ή υποστηρίζεται από υψηλόβαθμους Ισραηλινούς αξιωματούχους και αντικατοπτρίζει την πρόθεση να λιμοκτονήσουν αμάχους ως μέθοδο πολέμου», δήλωσε ο Omar Shakir, διευθυντής στο Human Rights Watch του Ισραήλ και της Παλαιστίνης.

All eyes on Rafah πείνα Γάζα

Γενοκτονία και εγκλήματα πολέμου

Οι Ισραηλινές επιθέσεις στη Ράφα και σε όλη τη Γάζα , σε νοσοκομεία, σε καταυλισμούς αμάχων, σε χωράφια, σε υποδομές, σε κονβόι ανθρωπιστικής βοήθειας, η καταστροφή των ανθρωπιστικών αποστολών αποτελούν μέρος ενός σχεδίου που στοχεύει στον αφανισμό του παλαιστινιακού λαού ενώ συντελούν εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.

Είναι πλέον σαφές ότι η πρωταρχική πρόθεση του Ισραήλ δεν είναι η ασφάλεια ή η νίκη εναντίον ενός αντιπάλου στον πόλεμο, αλλά η ολοκληρωτική καταστροφή ενός λαού και το πιο σημαντικό, η εκμηδένιση της βούλησης του παλαιστινιακού λαού να αντισταθεί στο μέλλον στις συνεχιζόμενες αρνήσεις των δικαιωμάτων του βάσει του διεθνούς δικαίου -και πάνω απ ‘όλα, του δικαιώματος στην αυτοδιάθεση.

Ίσως τώρα η εκ νέου κατάληψη της Γάζας να γίνει μέρος του οράματος του «Μεγάλου Ισραήλ» με όσο το δυνατόν λιγότερους Παλαιστίνιους ζωντανούς στην περιοχή, σύμφωνα με τον Richard Falk, ομότιμο καθηγητή διεθνούς δικαίου στο Πανεπιστήμιο Πρίνστον και Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Ευρωμεσογειακού Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Ανοχή και συνενοχή της Δύσης

Οι εφιαλτικοί αυτοί μήνες που βιώνει ο παλαιστινιακός λαός στη Γάζα αποτελούν ένα ατράνταχτο παράδειγμα ότι η ανοχή της Δύσης ισοδυναμεί με συνενοχή και κατάφωρη αδιαφορία σε οποιοδήποτε δίκαιο μπορεί να καλύπτει μία ένοπλη εχθροπραξία καθώς δεν υπάρχει καμία αντίδραση στη μηδενιστική προσέγγιση του Ισραήλ σε διεθνείς θεσμούς, νόμους και διαδικασίες, (θεωρώντας μέχρι και την προσφυγή της Νότιας Αφρικής σε μηχανισμούς ειρηνικής διευθέτησης διαφορών μέσω του ICJ ως «αβάσιμη» και «χωρίς νομική αξία»).

Οι κατηγορίες για γενοκτονία – και η συνεχιζόμενη υπόθεση που ασκήθηκε από τη Νότια Αφρική στο Διεθνές Δικαστήριο της Δικαιοσύνης (ICJ) – δεν έχουν κάνει τίποτα για να αλλάξουν την κατάσταση.

Στα τέλη του περασμένου μήνα, η Ειδική Εισηγήτρια του ΟΗΕ για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Παλαιστινιακή Επικράτεια Francesca Albanese έστειλε μια προειδοποίηση στους δυτικούς συμμάχους του Ισραήλ, εκδίδοντας μια έκθεση αναφέροντας ότι υπήρχαν σαφείς ενδείξεις ότι το Ισραήλ παραβίαζε τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τη Γενοκτονία και τονίζοντας ότι η συνενοχή στη γενοκτονία ήταν επίσης «απαγορεύεται ρητά, γεννώντας υποχρεώσεις για τρίτα κράτη».

Ακόμη και με αυτές τις προειδοποιήσεις πολλοί δυτικοί σύμμαχοι συνεχίζουν να στέλνουν όπλα στο Ισραήλ και να παρακρατούν χρήματα από την κύρια υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών που εργάζεται στη Γάζα. Σε αυτή τη βάση, η Νικαράγουα έχει ήδη παραπέμψει τη Γερμανία στο ICJ για παραβίαση του διεθνούς δικαίου συνεχίζοντας να εξοπλίζει το Ισραήλ. Μεμονωμένες ομάδες σε όλο τον κόσμο κυνηγούν επίσης υποθέσεις κατά των κυβερνήσεών τους.

Κι όμως, η Γερμανία συνεχίζει να παρέχει όπλα στο Ισραήλ. Άλλοι προμηθευτές όπλων μεγάλης κλίμακας, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Αυστραλία, δεν έχουν  αναστείλει τις πωλήσεις όπλων – παρόλο που περισσότεροι από 32.000 άνθρωποι έχουν σκοτωθεί στη Γάζα και περισσότεροι σκοτώνονται κάθε μέρα.

«Η αποτυχία κρατών όπως η Γερμανία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ να επανεκτιμήσουν τον τρόπο με τον οποίο παρέχουν υποστήριξη στο Ισραήλ δημιουργεί λόγους να αμφισβητηθεί εάν τα κράτη αυτά παραβιάζουν την υποχρέωση να αποτρέψουν τη γενοκτονία ή θα μπορούσε ακόμη και κάποια στιγμή να θεωρηθεί συνέργεια σε πράξεις γενοκτονίας ή άλλες παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου», δήλωσε στο Al Jazeera ο Michael Becker, καθηγητής διεθνούς δικαίου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Trinity College του Δουβλίνου, ο οποίος έχει εργαστεί στο παρελθόν στο ICJ.