Κάθε φορά που πλησιάζουν τα Χριστούγεννα το τραγούδι “Baby, It’s Cold Outside” αρχίζει εντατικά να παίζει στα ραδιόφωνα. Ποιος δεν το έχει ακούσει, ποιος δεν γνωρίζει λίγο πολύ το ρυθμό του; Γράφτηκε από τον Frank Loesser το 1944 και έγινε δημοφιλές στην ταινία του 1949 Neptune’s Daughter.

Αν και οι στίχοι δεν κάνουν καμία αναφορά σε Χριστούγεννα και εορταστικές εκδηλώσεις, θεωρείται συνήθως ως χριστουγεννιάτικο τραγούδι λόγω του χειμερινού του θέματος.

Το τραγούδι αυτό όμως για χρόνια έχει πυροδοτήσει συζητήσεις λόγω του περιεχομένου του και των στίχων του, καθώς πολλοί υποστηρίζουν ότι προάγει το βιασμό και τη σεξουαλική παρενόχληση. Έτσι ραδιοφωνικοί σταθμοί σε ΗΠΑ, Καναδά και Αγγλία το απαγόρευσαν. Το “Baby, It’s Cold Outside” δεν αποτελεί βέβαια μεμονωμένη περίπτωση. Πολλά τραγούδια, έργα τέχνης, βιβλία έχουν θεωρηθεί προσβλητικά και -ανεξάρτητα από τη χρονιά που γράφτηκαν- σε πολλές χώρες έχουν αλλάξει σημαντικά για να μπορούν να έρθουν σε ισορροπία με την πολιτική ορθότητα του 21ου αι.

Τι είναι η πολιτική ορθότητα

Η πολιτική ορθότητα έχει σκοπό να μας βοηθήσει να επικοικωνούμε με τρόπο που προάγει την ισότητα και προωθεί την συμπερίληψη και την αποδοχή της διαφορετικότητας. Υποστηρίζει τη χρήση γλώσσας και συμπεριφοράς που αποσκοπεί στην αποφυγή προσβολής με λέξεις και όρους που βλάπτουν και προωθούν προκαταλήψεις . Είτε οι διακρίσεις προέρχονται από ρατσισμό, ομοφοβία, σεξισμό ή τρανσφοβία, η ουσία παραμένει η ίδια. Το να επιδιώκεις την πολιτική ορθότητα σημαίνει απλώς ότι καταλαβαίνεις ότι οι ενέργειές σου και ο τρόπος που εκφράζεσαι επηρεάζουν άτομα που είναι ευάλωτα σε διακρίσεις.

Ο όρος εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο μαρξιστικό-λενινιστικό λεξιλόγιο μετά τη Ρωσική Επανάσταση του 1917. Εκείνη την εποχή χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την προσήλωση στις πολιτικές και τις αρχές του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο όρος άρχισε να χρησιμοποιείται έξυπνα από φιλελεύθερους πολιτικούς για τον αριστερό εξτρεμισμό. Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τους συντηρητικούς για να αμφισβητήσουν και να αντιταχθούν σε αυτό που αντιλαμβάνονταν ως την άνοδο του φιλελεύθερου αριστερού προγράμματος σπουδών και των μεθόδων διδασκαλίας σε πανεπιστήμια στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ένα άρθρο στους New York Times του Οκτωβρίου 1990 από τον Richard Bernstein είναι αυτό που διέδωσε τον όρο εκτός ακαδημαϊκής κοινότητας.

Η επανεμφάνιση του όρου ήρθε για να διορθώσει πρακτικές και συνήθειες χρόνων. Και είναι κατανοητό, ότι όταν υπάρχει για καιρό μία λογική ισοπέδωσης στη γλώσσα, που δεν υπολογίζει τη διαφορετικότητα και αναπαράγει στερεοτυπικές εικόνες και ιδέες, η αντίδραση σε αυτή θα είναι μεγάλη από όσους διεκδικούν αξιοπρέπεια. Σαν το εκκρεμές. Θα πιάσει άκρα μέχρι να βρει μία ισορροπία.

Στην καθημερινότητά είμαι υπέρ της πολιτικής ορθότητας. Της ορθότητας όμως που θα έχει σκοπό τη βελτίωση των σχέσεων και την ίση αντιμετώπιση των ανθρώπων. Που θα αποβάλει στερεότυπα που είναι βαθιά ριζωμένα στην κουλτούρα μας και μεταφέρονται μέσω της γλώσσας με τα χρόνια. Οι λέξεις φέρουν νόημα δεν υπάρχει γλώσσα ουδέτερη ιδεολογικά, πολιτικά, συναισθηματικά.

Κάθε μας λέξη έχει ένα φορτίο και είναι στην δική μας διάθεση το αν αυτό το φορτίο θα είναι αρνητικό, προσβλητικό ή ακόμα και ρατσιστικό. Η γλώσσα έχει ατζέντα, ακόμα και εμείς να μην έχουμε.

Προσπαθώ -ιδιαίτερα όταν απευθύνομαι σε μικρά παιδιά- να αποβάλω εκφράσεις στερεοτυπικές που μας έχουν γίνει βίωμα από μία κοινωνία πατριαρχική, ομοφοβική, γεμάτη στερεότυπα και προκαταλήψεις. «Χτύπησες; Έλα τωρα, μην κλαις, οι άντρες δεν κλαίνε». Όχι, οι άντρες κλαίνε. Είναι άνθρωποι, εχουν συναισθήματα και είναι λογικό ότι θα κλαίνε. Ας μην μεγαλώσουμε άλλες γενιές ανθρώπων που θα κρύβουν το συναίσθημά τους. «Λίγο υπερβολική είσαι, σιγά μην καθορίσει μία έκφραση ένα παιδί», ακούω συχνά. Και όμως, όταν φράσεις σαν και αυτές είναι καθημερινότητα, και ακούγονται αβίαστα, κανονικοποιούν ένα στερεότυπο. Το κάνουν να φαίνεται φυσιολογικό, μέρος της ζωής. Ασυνείδητα αλλά και συχνά συνειδητά στιγματίζουν έναν άνθρωπο που διαμορφώνεται και επηρεάζουν την αντίδρασή του.

Πότε όμως αυτή η τάση γίνεται υπερβολική ή και υποκριτική;

Μόλις άκουσα ότι αυτό το τραγούδι που γράφτηκε τον ΒΠΠ λογοκρίθηκε έμεινα έκπληκτη. Δεν είχα προσέξει με τόση λεπτομέρεια τους στίχους, ούτε είχε πάει το μυαλό μου στη περίπτωση της σεξουαλικής παρενόχλησης. Ακόμα και σε μένα, που προσπαθώ να κινούμαι στα πλαίσια της πολιτικής ορθότητας δεν μου είχε χτυπήσει το καμπανάκι. Κάθε έργο, τραγούδι, ταινία, βιβλίο ενέχει πολλαπλές αναγνώσεις, και αν ψάξεις να βρεις σημαινόμενα που ξεπερνούν την πολιτική ορθότητα μπορείς να βρεις παντού, ειδικά όταν δεν υπολογίζεις τις κοινωνικές συνθήκες της εποχής και τις εκφράσεις που χρησιμοποιούσαν. Και τότε είναι που η κατάσταση ξεφεύγει.
Τότε ακόμα και οι θασιώτες της πολιτικής ορθότητας μπορεί να μπερδευτούν, και σε κάθε κίνημα στόχος είναι η βελτίωση μιας κατάστασης όχι η περιπλοκή της.

Η πολιτική ορθότητα που θα έπρεπε να αποτελεί συστατικό της ιδιοσυγκρασίας κάθε φιλελεύθερου νου – καθώς είναι στοιχείο κοινωνικής ευπρέπειας και ευγένειας-, φοβάμαι πως σήμερα χρησιμοποιείται με υπερβολικό, ακραίο, ενίοτε επιλεκτικό τρόπο.

Έχουμε φτάσει σε σημείο να υπάρχει άγχος και φόβος έκφρασης μην τυχόν και αναφέρουμε κάποιον όρο λάθος, ή μην τυχόν και μας ξεφύγει στη ροή του λόγου έκφραση που είναι χρόνια κολλημένη στην καθομιλουμένη και έχει γίνει πετσί που προσπαθούμε με μανία να αφαιρέσουμε. Αλλάζουμε λέξεις σε τραγούδια, παραποιούμε έργα μεγάλων συγγραφέων, ακυρώνουμε ανθρώπους.

Υπάρχει η αίσθηση ότι η πολιτική ορθότητα έχει γίνει υπερβολικά περιοριστική οδηγώντας ενδεχομένως σε αυτολογοκρισία και αναστέλλοντας τον γνήσιο διάλογο. Σύμφωνα με αναλυτές του Harvard Business Review, σε πολιτισμούς που ρυθμίζονται από την πολιτική ορθότητα, οι άνθρωποι αισθάνονται ότι κρίνονται και φοβούνται μήπως κατηγορηθούν. Ανησυχούν για το πώς οι άλλοι τους βλέπουν ως εκπροσώπους των ομάδων της κοινωνικής τους ταυτότητας. Έχουν αναστολές και φοβούνται να αντιμετωπίσουν άμεσα ακόμη και τα πιο κοινότυπα ζητήματα. Οι άνθρωποι βγάζουν ιδιωτικά συμπεράσματα, μη δοκιμασμένα, τα οποία γίνονται αμετάβλητα με αποτέλεσμα να δημιουργούνται περεταίρω δυσαρέσκειες και παρεξηγήσεις.

Συνομιλώντας με τον σκηνοθέτη του ντοκιμαντέρ “ΑΚΟΕ/ΑΜΦΙ: Η ιστορία μιας επανάστασης”, Ιωσήφ Βαρδάκη συνειδητοποίησα πως όλα είναι θέμα τρόπου. Είναι οκ να κάνεις λάθος, και είναι οκ να σε διορθώσουν, το έχω κάνει και εγώ. Μπορεί όμως να γίνει με τρόπο εποικοδομητικό και σίγουρα πιο αποδοτικό από την επίθεση και την υπερβολική αντίδραση. «Το χαίρομαι το Political correctness. Σίγουρα θα βρει το μέτρο του με τον καιρό. Έχουμε μεγαλώσει και εκπαιδευτεί μέσα σε ένα σύστημα που μας έχουν εντυπωθεί εκφράσεις και λέξεις. Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να λέω, μα τι σκέφτηκες τώρα, τι κουβέντα πέταξες. Γνωρίζουμε τα προβλήματα αλλά στην ταχύτητα και στην καθημερινότητα, εύκολα πετάς κουβέντες που είναι βγαλμένες από άλλη εποχή. Δεν αλλάζει τον τρόπο που σκέφτομαι αυτό βέβαια το ότι μπορεί να μου ξεφύγει κάτι λάθος. Αυτό είναι το μέτρο που πρέπει να βρεθεί. Να καταλάβεις πότε σε κάποιον του ξέφυγε εν τη ρύμη του λόγου και δεν είχε κακή πρόθεση και να μην του επιτεθείς κατευθείαν

Και αν είναι οκ να απαγορεύσουμε το “Baby, It’s Cold Outside”, καθώς προωθεί την τοξική αρρενωπότητα, γιατί δεν κάνουμε το ίδιο με τραγούδια που ευθαρσώς αντικειμενικοποιούν τη γυναίκα, έχουν χυδαίο υβρεολόγιο, κακοποιητικό στίχο, μιλάνε για σεξ, ναρκωτικά και για sugar daddies. Η τραπ και η ραπ είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Σκάσε πουτάνα μπουνιές μη σου βάλω
Κερνάνε γραμμές και γαμάνε ο ένας τον άλλο
Φλώροι για μένα μιλάνε αλληλογλείφονται όλοι
Φλώροι για μένα μιλάνε δεν τραβήξανε ζόρι. |  Τραγούδι: “Σκάσε Πουτάνα” , του iLLEOo

To “Baby, It’s Cold Outside” απαγορεύτηκε σε μία εποχή που ο σεξιστικός και υποτιμιτικός λόγος του Προέδρου Donald Trump ακουγόταν σχεδόν σε κάθε του ομιλία. Αντί να ασχολούμαστε με την κανονικοποίηση του ρατσιστικού λόγου από την πολιτική, βγάζουμε από τη μύγα ξύγκι για ένα κομμάτι του 1944. Το λες και υπερβολή.

Επιπλέον, όπως αναφέρει και ο κωμικός Tom Cotter, την περίοδο που ραδιοφωνικοί σταθμοί στην Αμερική απέκλεισαν το “Baby, It’s Cold Outside” από τις playlist, το νούμερο ένα κομμάτι στα ραδιόφωνα στην Αμερική ήταν το “Wet-Ass Pussy” της Cardi B.

Έπαιξε στα Grammys, κέρδισε το People’s Choice Award και το American Music Award ως το καλύτερο Hip-hop τραγούδι και οι στίχοι δε χρειάζονται δεύτερη ανάγνωση για να θεωρηθούν προσβλητικοί. Βασικά, ζήτημα είναι αν μία αράδα από όλο το κομμάτι δεν παραβιάζει την πολιτική ορθότητα με όποιο τρόπο είναι πιθανό αυτό να γίνει. Το λες και υποκριτικό. 

Put this pussy right in yo’ face
Swipe your nose like a credit card
Hop on top, I want a ride
I do a kegel while it’s inside
Spit in my mouth, look at my eyes
This pussy is wet, come take a dive

Το θέμα είναι ποιος καθορίζει την απαγόρευση και μέχρι που μπορεί να φτάσει. Άλλωστε το τι θεωρείται πολιτικά ορθό μπορεί να είναι υποκειμενικό και μπορεί να αλλάξει με την πάροδο του χρόνου.

Η πρόκληση στο θέμα της πολιτικής ορθότητας είναι να υπάρξει μία ισορροπία μεταξύ της προώθησης ενός συμπεριληπτικού περιβάλλοντος 0που προωθεί τον σεβασμό και την ισότητα- και της διασφάλισης της διατήρησης της ελευθερίας της έκφρασης. Περιορισμοί σε μία πολιτισμένη κοινωνία πάντα θα υπάρχουν. Δεν μπορούμε να μιλάμε και να φερόμαστε όπως μας κατέβει. Η κοινωνική ευπρέπεια, η ευγένεια και οι κανόνες πάντα υπήρχαν και θα συνεχίσουν να υπάρχουν.  Όλα όμως έχουν μία χρυσή τομή.

Η ισορροπόα θα επιτευχθεί μόνο με τρόπους που ενθαρρύνουν τον εποικοδομητικό διάλογο. Είναι άλλωστε πιο πιθανό κάποιος να αλλάξει με επιχειρήματα, ενημέρωση και επεξήγηση, παρά με επίθεση και αποκλεισμό.

Μην ξεχνάμε ότι η λογοκρισία και η απαγόρευση ενός έργου για την πολιτική ορθότητα, είναι διαδικασίες που μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν από κάθε πλευρά της πολιτικής και ιδεολογικής ζυγαριάς. Γιατί και για τους φανατικούς Χριστιανούς, η καύση των βιβλίων του Ανδρουλάκη ή η απόπειρα ακύρωσης των παραστάσεων του “προσβλητικού για την Ορθοδοξία” έργου του Fernando Pessoa «Η ώρα του Διαβόλου» το 2017 στη Θεσσαλονίκη μία έκφανση της πολιτικής ορθότητας ήταν, αυτό που ο κριτικός τέχνης Robert Hughes αποκαλεί «πατριωτική ορθότητα». Και δεν μας άρεσε.