Όταν ένα παιδί κακοποιείται σεξουαλικά, σημαίνει πως κάτι έχει πάει συνολικά λάθος. Διότι για την υφαρπαγή της ενηλικίωσης και το σφετερισμό της ψυχικής ζωής -φράση δανεική από τον ψυχαναλυτή Πατρίκ Γκιγιομάρ- δεν αρκεί ένας παιδεραστής. Ούτε ένας ολόκληρος κύκλος παιδόφιλων.

Θα ήταν εύκολο να μιλήσουμε για τέρατα και να ενισχύσουμε τη γενική κατακραυγή απέναντι στον 53χρονο που κακοποιούσε σεξουαλικά τη 12χρονη και τους πάνω από 200 άνδρες που επικοινώνησαν μαζί του για να συνευρεθούν με την ανήλικη. Είναι πιο δύσκολο να μιλήσουμε για τις συνθήκες που επέτρεψαν σε αυτούς τους ανθρώπους να γίνουν φορείς απόλυτης εξουσίας πάνω σε ανήλικα παιδιά, για το είδος της κοινωνίας που βρίσκεται πίσω από κάθε είδους σεξουαλικό κακοποιό και τους λόγους για τους οποίους τον συγκαλύπτει.

Ο Ηλίας Μίχος, οικογενειάρχης, ψάλτης στην εκκλησία, υπέρμαχος του τρίπτυχου «πατρίς, θρησκεία, οικογένεια», διατηρούσε θερμές σχέσεις με τη Νέα Δημοκρατία και την ελληνική αστυνομία. Το αποδεικνύει φωτογραφικό υλικό που έχει δημοσιευτεί στο διαδίκτυο. Για να κακοποιηθεί ένα παιδί δεν φτάνει μόνο ένας κακοποιός. Χρειάζονται αρκετοί συνένοχοι ακόμα και για δια της σιωπής ή της αδράνειας. Ποιοι είναι οι άλλοι 200 παιδόφιλοι; Και πώς γίνεται κάποιος παιδεραστής;

Για να εμπλακεί κάποιος σε μια σεξουαλική σχέση με ένα παιδί που βρίσκεται στην προεφηβεία -πριν από την ανάπτυξη των δευτερογενών χαρακτηριστικών του φύλου- θα πρέπει να πάσχει από μια δομημένη διαστροφή που δεν του επιτρέπει να ικανοποιηθεί σεξουαλικά και συσχετισθεί ισότιμα με ενήλικες. Δεν ωφελεί, ωστόσο, η επίκληση της ψυχικής πάθησης σε μια τέτοια περίπτωση καθώς ενδέχεται να προσβάλλει τους ψυχικά πάσχοντες και να μεγαλώσει το στίγμα που συνοδεύει-δυστυχώς ακόμα και σήμερα- τις ψυχικές διαταραχές.

Αρκεί να πούμε πως συνήθως πρόκειται για άτομα που έχουν υποστεί κακοποίηση, παραμέληση εγκατάλειψη ως παιδιά και δεν έχουν καταφέρει να μεταβολίσουν αυτή την τραυματική εμπειρία. Μέσα από τη σαδιστική κακοποίηση ανηλίκων, αντισταθμίζουν την εσωτερική απουσία ελέγχου. Βάσει ερευνών το περισσότερο από 50% των συλληφθέντων για παιδοφιλία προέρχονται από τον οικογενειακό ή κοινωνικό κύκλο του παιδιού και έχουν φροντίσει να καλλιεργήσουν μια σχέση εμπιστοσύνης μαζί του. Συναναστρέφονται συχνά τα θύματα τους και τους δημιουργούν σύγχυση σχετικά με το είδος της σχέσης. Μια τέτοια περίπτωση είναι και αυτή της 12χρονης, η οποία εργαζόταν στο κατάστημα του θύτη της μαζί με τη μητέρα της.Ο ψυχισμός της ενδέχεται να έχει διαμορφωθεί με τρόπο τέτοιο έτσι ώστε η προσφυγή στη βία να αποτελεί μέρος της προσωπικότητας της. «Απ’ ότι μπορώ να θυμηθώ οι άνδρες  που συνάντησα ήταν περίπου 10. Τα ραντεβού τα κανόνιζε ο… Με πήγαιναν σε δωμάτια και στα αυτοκίνητά τους. Δεν ξέρω πού ακριβώς βρισκόμασταν», κατέθεσε στις Αρχές.

Η παιδεραστία έχει τις ρίζες της στον μη έλεγχο των ενστίκτων, κάτι που μπορεί να οφείλεται σε ένα πρώιμο τραύμα ή στη μη φροντίδα εξημέρωσης αυτών των ενστίκτων μέσα στην οικογένεια. Θα πρέπει,ωστόσο, να αποσαφηνίσουμε κάτι. Άλλο παιδεραστής, άλλο παιδοβιαστής και μαστροπός. Η 12χρονη στην κατάθεσή της αναφέρει πως ο δράστης την παρουσίαζε στους υποψήφιους πελάτες ως 16χρονη υπογραμμίζοντας πως αρκετοί είχαν καταλάβει την πραγματική της ηλικία και την είχαν αφήσει να φύγει από το «ραντεβού» και δείχνει ως βιαστές της τουλάχιστον 10 άτομα, ανάμεσα τους και ο 42χρονος συλληφθείς.

Το φαινόμενο της παιδεραστίας δείχνει να λαμβάνει διαστάσεις επιδημίας στη σύγχρονη Αθήνα. Μία μέρα μετά τη σύλληψη του 53χρονου και την αποκάλυψη για τους πάνω από 200 παιδόφιλους που αναζητούν “παιδιά για σεξουαλική επαφή” στο διαδίκτυο, συνελήφθη ένας 63χρονος , που κατηγορείται ότι διέπραξε σεξουαλική κακοποίηση σε βάρος δύο ανήλικων αγοριών ηλικίας 6 και 7 ετών. Και αυτό μας κάνει να σκεφτούμε πως πίσω από κάθε παιδεραστή υπάρχει ένα κοινωνικό σώμα που έχει κανονικοποιήσει -ή έστω αποσιωπήσει- τη βία πάνω στο θύμα. Διότι προϋπόθεση της σεξουαλικής κακοποίησης είναι η αποσιώπηση της.

Το κακοποιημένο σεξουαλικά παιδί

Η ενδοτική στάση ενός κακοποιημένου παιδιού είναι, λένε οι ειδικοί, καθρέφτης της βίας που έχει ήδη υποστεί. Και η βία μπορεί να έχει πολλά πρόσωπα. Ένα από αυτά είναι η παραμέληση. Ένα παιδί που δεν έχει ενημερωθεί με τρόπο παιδαγωγικό να διαχωρίζει την ανεπίτρεπτη συμπεριφορά από το ανθρώπινο χάδι και που δεν έχει διδαχτεί τρόπους υπεράσπισής του, είναι ένα παιδί ευάλωτο. Το κακοποιημένο παιδί γίνεται ακόμα πιο ευάλωτο μέσα στο πατριαρχικό πλαίσιο,όπου κυριαρχεί μια ατμόσφαιρα ντροπής και ενοχής γύρω από τα θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. Σπάνια μιλά με λέξεις. Τα σώματα, ωστόσο, έχουν τη δική τους φωνή προτού η οδύνη μετασχηματιστεί σε λόγια. Πως γίνεται να μην άκουσε κανένας  την οδύνη του κοριτσίστικου σώματος;  Υπάρχει ένα ερώτημα γύρω από την ένοχη «μητρική σιωπή», η οποία – αν έχει χαρακτήρα συναίνεσης και όχι άνοιας- ισοδυναμεί με την κακοποίηση που ασκήθηκε στο παιδί.

Για να υπάρξει μια ελπίδα να διασωθεί κάτι από τον ψυχισμό αυτού του παιδιού, θα πρέπει να υποστηριχτεί ψυχοθεραπευτικά, έτσι ώστε να καταστεί κάποια στιγμή ικανό να αποδεχτεί την πραγματικότητα του τραυματικού γεγονότος και των συναισθημάτων που του προκάλεσαν. Έτσι, ίσως καταφέρει να θρηνήσει τη βλάβη που υπέστη και να αναπτυχθεί ψυχοσυναισθηματικά.

Είναι πολιτική ευθύνη η παροχή ενός σταθερού υποστηρικτικού πλαισίου φροντίδας για την επεξεργασία του τραύματος. Όπως είναι πολιτικό έλλειμα απουσία προγραμμάτων ολόπλευρης σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης στα σχολεία θα  επέτρεπε στο παιδί να ξεχωρίζει την αναζήτηση τρυφερότητας από την ενήλικη σεξουαλικότητα και θα σταματούσε, ενδεχομένως, τον σεξουαλικό εγκληματία.

Θα πρέπει να μιλήσουμε επιτέλους ανοιχτά για το μεγάλωμα μας μέσα σε οικογένειες που ανατρέφουν τα αγόρια για να γίνουν άνδρες ανάλγητοι και ενθαρρύνουν θύματα σε σπαρακτικές σιωπές, για το μετέωρο βήμα της ψυχιατρικής μεταρρύθμισης που δεν έχει επιτρέψει ακόμα να σπάσει ο φαύλος κύκλος κακοποίησης, για την προστασία που δεν υπάρχει στους κόλπους της κοινωνίας και της οικογένειας. Ναι, πρέπει να μιλήσουμε για τα τέρατα αλλά δεν πρέπει να κρύψουμε για άλλη μια φορά τη συλλογική ευθύνη κάτω από το πάπλωμα της ατομικής.