Σημείωση προλογικού τύπου: Αυτό δεν είναι ένα κείμενο για την αναρχία ή για το φανταστικό έργο του Πεσσόα. Είναι για εκείνην ή εκείνον που δηλοί πως είναι αναρχικός αβρόχοις ποσί, που θα πει, «χωρίς να έχει βρέξει κώλο» σε λιμανίσια ελληνικά.

Όμως, εντάξει, αναγκαστικά, για να καταλάβετε το point μου, για να καταλάβετε γιατί επέλεξα να αφιερώσω μερικές εκατοντάδες λέξεις σε αυτό και όχι σε κάποιο άλλο θέμα, για να βγει ένα νόημα τέλος πάντων, θα χρειαστεί σίγουρα να πούμε και δυο κουβέντες για το περίφημο βιβλίο του Πορτογάλου συγγραφέα (με αρχικό τίτλο: O Banqueiro Anarquista) και για το πώς έχει γίνει, από στόμα σε στόμα, βάιραλ, σχεδόν pop product, με αναφορές ακόμα και από ανθρώπους που καν δεν το έχουν διαβάσει! Ένα θα σας πω. Ανάμεσα στις αρκετές εκδόσεις του που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά, μία, αυτή από τις εκδόσεις ΜΙΝΩΑΣ, διαθέτει πρόλογο (του βιβλίου) από τον Άρη Πορτοσάλτε. “Ο Αναρχικός τραπεζίτης του Πεσσόα, που δημοσιεύτηκε το 1922, είναι σαν να γράφτηκε σήμερα. Το διήγημα, με τον οξύμωρο τίτλο, παραμένει τόσο επίκαιρο, τόσο αειθαλές και ριζοσπαστικό, σε μία περίοδο όπου δόγματα και πρόσημα έχουν αποπροσανατολίσει ολόκληρες γενιές” σχολιάζει ο γνωστός δημοσιογράφος στον πρόλογό του. Ουδέν σχόλιο επ’ αυτού, επί της επιλογής δηλαδή του Πρτοσάλτε ως κατάλληλου προσώπου να προλογίσει ένα έργο βαθιά φιλοσοφικό και αρκετά παρεξηγημένο στις μέρες μας.

Ο Αναρχικός τραπεζίτης πλαισιώνεται ως μια συζήτηση μεταξύ δύο φίλων που λαμβάνει χώρα μετά το δείπνο. Ο Πεσσόα, εμφανώς εμπνευσμένος από τους πλατωνικούς διαλόγους, βάζει τον ήρωα τραπεζίτη του σε μια θέση αντίστοιχη με αυτή του Σωκράτη, αν και εμφανίζεται αρκετά βέβαιος για τα λεγόμενά του και δεν φαίνεται ν’ ασπάζεται το «εν οίδα ότι ουδέν οίδα».  Δογματικός αντί για σκεπτικιστής, κάποιος
που ισχυρίζεται ότι έχει ήδη βρει την αλήθεια αντί να την αναζητά ακόμη, ο τραπεζίτης διαθέτει την απόλυτη πεποίθηση ότι ο αναρχισμός είναι η φιλοσοφία που είναι η καλύτερη ανταποκρίνεται καλύτερα στην πραγματικότητα. Με τον αναρχισμό ο Πεσσόα εννοεί “το μεγάλο ελευθεριακό δόγμα”  δηλαδή, τη σχολή σκέψης που διακηρύσσει ότι η ελευθερία είναι η ύψιστη αξία και, βέβαια, η απαραίτητη προϋπόθεση της ανθρώπινης ευημερίας.  Η φύση γίνεται αντιληπτή από τον Πεσσόα (τον τραπεζίτη του) ως μια εξουσία, υπό την έννοια ότι δεν μπορεί να της αντισταθεί κανείς. Το αντίθετο, όμως, όπως λέει, συμβαίνει με την κοινωνία, η οποία είναι μια ανθρώπινη επινόηση που εμείς μπορούμε, κατ’ αρχήν, να ανακατασκευάσουμε ανά πάσα στιγμή σύμφωνα με τα ιδανικά μας. Οι ανισότητες που δημιουργεί και εδραιώνει, όντας εντελώς αυθαίρετες, είναι ηθικά απαράδεκτες. Και έτσι, επειδή, στην ουσία του, ο αναρχισμός ορίζεται από την αντίθεσή του στην κοινωνικά παραγόμενη ανισότητα, ο τραπεζίτης επέλεξε αυτή τη φιλοσοφία ως την πληρέστερη έκφραση της δικαιοσύνης.

Σε σχέση με τα ιδανικά του σοσιαλισμού, ο τραπεζίτης πιστεύει ο σοσιαλισμός δεν τα κατάφερε αρκετά καλά στην καταπολέμηση των κακών της κοινωνίας. Αυτά τα κακά εκτείνονται πολύ πέρα από τις υλικές ελλείψεις της επικρατούσας πολιτικοοικονομικής καθεστώς και κατανοούν μια κυριαρχία της οποίας τα πλοκάμια φτάνουν μέχρι τις ίδιες τις ψυχές μας. Η κοινωνία φυλακίζει το μυαλό μας πείθοντάς μας να πιστεύουμε σε ψέματα. Η ατομική ιδιοκτησία είναι δεν είναι το πρόβλημα. Ο τραπεζίτης επισημαίνει ότι κανένας από εμάς δεν γεννιέται για να είναι σύζυγος ή σύζυγος, πλούσιος ή φτωχοί, καθολικοί ή προτεστάντες, ούτε πολίτες της Πορτογαλίας ή της Αγγλίας. Δεν είμαστε προορισμένοι να καταλάβουμε κάποιον συγκεκριμένο κοινωνικό ρόλο ή λειτουργία, αλλά η κοινωνία μάς έχει παραπλανήσει ότι οι ζωές μας έχουν σκοπό μόνο μέσα στα περιοριστικά πλαίσια της οικονομίας του χρήματος, της οικογένειας, της θρησκείας και του κράτους. Εξαπατημένοι με αυτόν τον τρόπο, εμείς δίνουμε ολόψυχα τον εαυτό μας σε αυτούς τους θεσμούς, θυσιάζοντας πρόθυμα τη δική μας την ελευθερία μας.

Το πιο αδύναμο σημείο της υπόθεσης του τραπεζίτη εμφανίζεται όταν αναγκάζεται να παλέψει με τα μοτίβα των που η φύση φαίνεται να υπαγορεύει, αφού παρατηρεί πώς ο κύριος-σκλάβος σχέσεις αυθόρμητα προέκυψαν μέσα στην αναρχική του ομάδα. Η διάκριση μεταξύ της κατοχής και της χρήσης των φυσικών ταλέντων, όπου στο δεύτερο αποδίδεται ηθική συνάφεια, εξαρτάται από την ύπαρξη ελεύθερης βούλησης, μια έννοια που αναμφισβήτητα έρχεται σε αντίθεση με με τη μοντερνιστική του αντίληψη της φύσης ως πεδίο του ακατανίκητου. Όχι μόνο αυτό, ο τραπεζίτης δυστυχώς δεν προτρέπεται ποτέ από τον συνομιλητή του να απευθυνθεί αν η προσπάθεια για την απόκτηση συνεχίζει να είναι αλυσοδεμένος στον πλούτο του από τις έγνοιες που συνεπάγεται η προσπάθεια διατήρησής του. Μήπως δεν θα μπορούσε να έχει επιτύχει την ίδια πνευματική ελευθερία από τις κοινωνικές μυθοπλασίες με την αποφασιστικά να μην πιστεύει σε αυτές και περιορίζοντας τις επιθυμίες του σε ό,τι μια μικρότερη φωλιά θα μπορούσε να ικανοποιήσει;

Στο τέλος, μένουμε με μια εκπληκτικά αληθοφανή υπόθεση ότι η σύγχρονη απελευθέρωση επιδιώκεται αποτελεσματικότερα ατομικά μέσω της απόκτησης πλούτου. (υπενθυμίζουμε το έτος κυκλοφορίας του βιβλίου ξανά, το 1922!) Θα μπορούσαμε να καταλήξουμε να συμφωνήσουμε ότι η αναζήτηση της ανθρώπινης απελευθέρωσης μέσα σε ένα κοινωνικό πλαίσιο είναι εγγενώς αντιφατική. Ίσως είναι αλήθεια ότι η κοινωνία, για την εύρυθμη λειτουργία της, επιβάλλει αναγκαστικά περιορισμούς, συστήματα πεποιθήσεων και τρόπους ιεραρχίας που διατρέχουν ευθέως αντίθετοι με την ατομική αυτονομία. Αλλά αυτό θα αποτελούσε μια μάλλον ζοφερή άποψη της ανθρώπινης κατάστασης στην οποία είμαστε παραδομένοι σε αλυσίδες ως το τίμημα της για την απόκτηση των πλεονεκτημάτων της κοινωνικής συνεργασίας. Μια άλλη ερμηνεία στο έργο του Πεσσόα θα ήταν να πούμε ότι αποκαλύπτει την ματαιότητα της επίκλησης της φύσης ως υποτιθέμενου αντικειμενικού προτύπου αντί για την αναγνώριση της κοινωνικής κατασκευής της πραγματικότητας. Η ιδιοφυΐα του συγγραφέα έγκειται στο ότι μας αναγκάζει, μας εμπνέει να εξερευνήσουμε αυτές τις δυνατότητες για τον εαυτό μας.

Είναι πολύ ρηχό, πολύ πρόχειρο και ίσως επικίνδυνο σε σχέση με την πορεία που χάραξε και χαράζει ο αναρχισμός ως κίνημα (ο οποίος μόνο λίγο συνδέεται, κατά βάση με τους δημόσιους βανδαλισμούς), να λέμε αβασάνιστα και εν είδει καφενειακού χιούμορ ότι είμαστε δήθεν…αναρχικοί τραπεζίτες. Το ακούω συχνά πυκνά από πλούσιους γνωστούς μου, μεγαλοεπιχειρηματίες, το διαβάζω σε συνεντεύξεις, το συναντώ γενικώς. Κι ήταν πάλι πρόσφατα που το άκουσα σε μια παρέα, εξ ου και κινητοποιήθηκα να ξαναπιάσω τον Πεσσόα και το σπουδαίο έργο του. Όταν ακούω αυτή τη φράση ρωτώ αμέσως εκείνον που την εκστόμισε: «το έχετε διαβάσει το βιβλίο;» ή «σας αρέσει ο Πεσσόα;» Δύο στις τρεις, πέφτω σε άγνοια.

Η αναρχία όπως την παρουσιάζει ο τραπεζίτης του Πεσσόα είναι περισσότερο στάση ζωής, προσωπική φιλοσοφία, παρά πολιτική άποψη. Και στους καιρούς μας, κατά τους οποίους η πολιτική έχει λερωθεί για όλους τους λάθος λόγους, είναι καίριο να είμαστε, να νιώθουμε, να πράττουμε ως πολιτικά όντα. Συμφωνείς δεν συμφωνείς με μια θεωρία, όπως αυτή της αναρχίας, κατά τη γνώμη μου δεν γίνεται να πετάς μπαρούφες, απλώς επειδή σου αρέσει ένας τίτλος. H μουσικός Melentini δήλωσε σε συνέντευξή της στην Lifo κάτι που μου άρεσε πολύ, το βρήκα και ταιριαστό με αυτό το θέμα: «Στην Ελλάδα πιστεύω ότι είναι βιτρίνα το δημοκρατικό πολίτευμα και δεν είμαι καθόλου αισιόδοξη για όσα συμβαίνουν. Από το πανεπιστήμιο ακόμα που μελετούσα πράγματα από τη νεότερη ιστορία, έβλεπα ότι είναι τόσο οικογενειοκρατικό το σύστημα και εξυπηρετεί άλλα συμφέροντα, που απλά μπαίνει ο κόσμος σε μία κακή τρύπα και δεν αλλάζει τίποτα. Είμαι βαθιά αναρχική, δεν πιστεύω καθόλου σε αυτό το σύστημα. Και βρίσκω ότι το “απολιτίκ” είναι πολύ επικίνδυνο. Το να μην σε ενδιαφέρει καθόλου η πολιτική είναι κάτι μάλλον ιδιοσυγκρασιακό, γιατί όταν αρχίζεις και ζεις πράγματα και βγαίνεις έξω και είσαι ευαίσθητος και έχεις το αίσθημα της αδικίας και του δικαίου, τότε αρχίζουν και γίνονται όλα πολύ πιο καθαρά. Και δεν μπορεί να μη σε επηρεάζει, γιατί αυτόματα οι λειτουργίες σου πιάνουν κόκκινο.»

αναρχικός
Ο Αναρχικός τραπεζίτης στα προτογαλικά, την…μητρική του γλώσσα.

Μιας που κάνουμε λόγο για αναρχία και μιας που το παρόν κείμενο δεν αποτελεί ιδανικό τερέν πλήρους ανάπτυξης, επιθυμώ να παραθέσω κάτι σημαντικό, κατά την άποψή μου, που έχει γράψει ο σημαντικός θεωρητικός της αναρχίας Μπακούνιν: «Τίποτα δεν είναι πιο επικίνδυνο για την ατομική ηθική του ανθρώπου από τη συνήθεια της ηγεσίας. Ο κάλλιστος άνθρωπος, ο πιο έξυπνος, ανιδιοτελής, γενναιόδωρος, καθαρός, πάντοτε και αναπόφευκτα θα κακομάθει σε αυτή τη συναλλαγή. Δύο αισθήματα έμφυτα στην εξουσία ποτέ δεν αποτυγχάνουν να αποφέρουν αυτή την εξαχρείωση· αυτές είναι: η περιφρόνηση για τις μάζες και η υπερεκτίμηση των πλεονεκτημάτων του ενός. ”Οι μάζες” λέει ένας άνθρωπος στον εαυτό του, ”αναγνωρίζοντας την ανικανότητά τους να αυτοκυβερνούνται, έχουν εκλέξει εμένα ως επικεφαλής τους. Με την εν λόγω πράξη έχουν δηλώσει δημοσίως τη δικιά τους κατωτερότητα και τη δικιά μου ανωτερότητα. Ανάμεσα σε αυτό το πλήθος των ανθρώπων, αναγνωρίζοντας δύσκολα κάτι κοινό με τον εαυτό μου, είμαι ο μόνος ικανός να διευθύνω τις δημόσιες υποθέσεις. Ο λαός με έχει ανάγκη· δεν μπορούν να κάνουν δίχως τις υπηρεσίες μου, ενώ, αντιθέτως εγώ, μπορώ να τα βγάλω πέρα μόνος μου· αυτοί, παρόλα αυτά, πρέπει να με υπακούν για δικό τους καλό, και υποκρινόμενος πως τους υπακούω, τους κάνω χάρη”. Δεν υπάρχει σε όλο αυτό κάτι που κάνει έναν άνθρωπο να χάσει το μυαλό του και την καρδιά του, και να γίνει τρελός από περηφάνια; Είναι γι’ αυτό το λόγο που η εξουσία και η συνήθεια της ηγεσίας που γίνεται ακόμα και για τους πιο έξυπνους και ενάρετους ανθρώπους, πηγή εκτροπών, τόσο διανοητικών όσο και ηθικών.»

Mιας που η αναρχία δεν είναι δόγμα, καθένας μπορεί να αυτοαποκαλείται αναρχικός ή να δίνει όποιον ορισμό επιθυμεί με σχετική ευκολία. Οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι υπάρχουν αρκετά κινήματα που αυτοπροσδιορίζονται ως αναρχικά, με μεγάλες διαφορές μεταξύ τους. ΝΤο 1922,  ο αναρχοσυνδικαλισμός με το Γαλλικό CGT και και το ισπανικό CNT ήταν ισχυρότατες τάσεις. Το 1919 παρέλυσε περίπου το 70% της βιομηχανικής παραγωγής στην Ισπανία, λόγω της γενικής απεργίας όπου το CNT (με 700.000 μέλη) έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Εκείνη την εποχή επίσης (1927) ήταν που δημιουργήθηκε και η Ομοσπονδία Αναρχικών της Ιβηρικής χερσονήσου (FAI). Όλες αυτές οι οργανώσεις είχαν πάντα, παρ’ όλες τις διαφορές τους, ξεκάθαρη στάση ενάντια στον συγκεντρωτισμό, ούσες αντίθετες τόσο με το κυρίαρχο συγκεντρωτικό “κοινωνικό επινόημα”, όσο και με την αντιπρόταση των κομμουνιστών, όπου έβλεπαν να αναπτύσσεται ένας επίσης έντονος συγκεντρωτισμός. Η ταύτιση αυτής της αντίθεσης στα υπάρχοντα ιεραρχικά κοινωνικά συστήματα, με μια υποτιθέμενη αντίθεση σε οποιοδήποτε κοινωνικό επινόημα, είναι κάτι που πάντα αγαπούσαν να κάνουν οι διάφοροι εξουσιαστές, ώστε να δικαιολογούν την σιδηρά πυγμή τους, παρουσιάζοντας την ως αναγκαιότητα που προφυλάσσει τον κόσμο από το “χάος και την αναρχία”, που υποτίθεται επιζητούν αυτοί που αντιστέκονται στην εξουσία τους.

Ο Πεσόα πάντως τασσόταν ξεκάθαρα εναντίον της δημοκρατίας και προσδιόριζε τον εαυτό του ως “μυστικιστή εθνικιστή”.  Σε βιογραφικό σημείωμα που συνέταξε ο ίδιος οκτώ μήνες πριν πεθάνει διαβάζουμε τα εξής: “Αντικομμουνιστής και αντισοσιαλιστής. Από αυτά συμπεραίνει κανείς εύκολα όλα τα άλλα” και “Εθνικιστής που εμπιστεύεται μόνο ένα γνωμικό: Όλα για την ανθρωπότητα. Τίποτα ενάντια στο έθνος.” Η αλήθεια είναι πως οι απόψεις του δεν είναι τελείως ξεκάθαρες, είναι ίσως αντιφατικές. Ας μην ξεχνάμε, φυσικά, ότι επρόκειτο για έναν σημαντικό συγγραφέα, μια προσωπικότητα με πολλές πτυχές, που μάλιστα έγραφε και με την λογική των διαφορετικών περσόνων.

Δείτε, αν θέλετε, και τρία αποσπάσματα από τον Αναρχικό τραπεζίτη:

1. «Μόλις είχαμε τελειώσει το δείπνο. Απέναντί μου καθόταν ο φίλος μου, ο τραπεζίτης -γνωστός καπιταλιστής και μεγιστάνας- καπνίζοντας αφηρημένα το πούρο του. Η συζήτηση είχε σταδιακά σταματήσει εδώ και αρκετό καιρό και τώρα βρισκόταν αδρανής ανάμεσά μας. Προσπάθησα να την αναζωογονήσω με μια ιδέα που μόλις είχε εμφανιστεί στο μυαλό μου. Χαμογελώντας, γύρισα προς το μέρος του και του είπα: “Ξέρω τι ήθελα να σε ρωτήσω. Κάποιος μου είπε πριν από λίγες μέρες ότι ήσουν αναρχικός.

– Δεν υπάρχει κανένα “συνήθιζα” σε αυτό. Ήμουν και είμαι. Δεν έχω αλλάξει από αυτή την άποψη- εξακολουθώ να είμαι αναρχικός.

– Αυτό είναι καλό! Εσύ, αναρχικός! Με ποιο τρόπο είσαι αναρχικός; Εκτός, φυσικά, αν δεν χρησιμοποιείς τη λέξη με τη σημασία της…

– Με τη σωστή της έννοια; Μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι είμαι.

– Θέλεις να πεις, λοιπόν, ότι είσαι αναρχικός με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που όλοι αυτοί οι άνθρωποι στις εργατικές οργανώσεις είναι αναρχικοί; Εννοείτε ότι δεν υπάρχει καμία διαφορά μεταξύ εσάς και των ανθρώπων που ρίχνουν βόμβες και σχηματίζουν συνδικάτα;

– Φυσικά και υπάρχει διαφορά, φυσικά και υπάρχει, αλλά δεν είναι η διαφορά που φαντάζεστε. Μήπως αμφιβάλλετε ότι οι κοινωνικές μου θεωρίες είναι διαφορετικές από τις δικές τους;

– Α, τώρα καταλαβαίνω! Στη θεωρία, είσαι αναρχικός, αλλά στην πράξη…

– Είμαι αναρχικός στην πράξη όσο και στη θεωρία. Πράγματι, στην πράξη, είμαι πολύ περισσότερο αναρχικός από τους άλλους ανθρώπους που αναφέρεις. Όλη μου η ζωή το αποδεικνύει.»

2. «(…)Όπως έλεγα, ήμουν από τη φύση μου καθαρά σκεπτόμενος και έγινα αναρχικός. Τώρα τι είναι ένας αναρχικός; Είναι ένα άτομο που εξεγείρεται ενάντια στην αδικία των ανθρώπων που γεννιούνται κοινωνικά άνισοι – αυτό είναι βασικά. Από αυτό πηγάζει η εξέγερσή του ενάντια στις κοινωνικές συμβάσεις που καθιστούν δυνατή αυτή την ανισότητα. Αυτό που εξηγώ τώρα είναι η ψυχολογική διαδρομή, ο λόγος για τον οποίο οι άνθρωποι γίνονται αναρχικοί- θα φτάσουμε στο θεωρητικό μέρος σε λίγο. Προς το παρόν, φανταστείτε γιατί ένας ευφυής άνθρωπος στη δική μου κατάσταση θα αισθανόταν επαναστατικός. Τι βλέπει στον κόσμο; Ένας άνθρωπος γεννιέται γιος ενός εκατομμυριούχου, προστατευμένος από την κούνια του από όλες τις κακοτυχίες που το χρήμα μπορεί να αποφύγει ή να κάνει υποφερτές, οι οποίες είναι πολλές. Ένας άλλος άνθρωπος γεννιέται φτωχός, ένα ακόμη στόμα που πρέπει να ταΐσει σε μια οικογένεια όπου υπάρχουν ήδη πάρα πολλά στόματα να ταΐσουν και δεν υπάρχει αρκετό φαγητό για όλους. Ένας άνθρωπος γεννιέται κόμης ή μαρκήσιος και έτσι απολαμβάνει τον σεβασμό όλων, ό,τι κι αν κάνει. Ένας άλλος άνθρωπος γεννιέται όπως εγώ και πρέπει να συμπεριφέρεται με απόλυτη ευθύτητα για να του φέρονται σαν άνθρωπο. Κάποιοι άνθρωποι γεννιούνται σε συνθήκες που τους επιτρέπουν να σπουδάσουν, να ταξιδέψουν, να μορφωθούν, να γίνουν (θα μπορούσατε να πείτε) πιο έξυπνοι από άλλους που από τη φύση τους είναι πιο έξυπνοι από αυτούς. Και έτσι συνεχίζεται, σε όλες τις πτυχές της ζωής.Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για τις αδικίες της Φύσης, αλλά γιατί να μην κάνουμε κάτι για τις αδικίες της κοινωνίας και τις συμβάσεις της;»

3. «- Α, φίλε μου, αυτές είναι φυσικές ανισότητες, όχι κοινωνικές. Ο αναρχισμός δεν μπορεί να κάνει τίποτα γι’ αυτό. Ο βαθμός νοημοσύνης ή η δύναμη της θέλησης ενός ατόμου εξαρτάται από το ίδιο και τη Φύση- οι ίδιες οι κοινωνικές φαντασιώσεις δεν συνεισφέρουν τίποτα. Όπως είπα προηγουμένως, υπάρχουν φυσικές ιδιότητες που μπορεί κανείς να υποθέσει ότι θα διαστρεβλωθούν από τη μακρόχρονη συνύπαρξη της ανθρωπότητας με τις κοινωνικές μυθοπλασίες, αλλά η διαστροφή δεν συνίσταται στην υπεροχή ή μη αυτών των ιδιοτήτων, οι οποίες δίνονται από τη Φύση και μόνο, αλλά στην εφαρμογή τους. Η βλακεία ή η έλλειψη θέλησης δεν έχουν καμία σχέση με την εφαρμογή αυτών των ιδιοτήτων- έχουν σχέση με τον βαθμό υπεροχής τους. Γι’ αυτό λέω ότι πρόκειται για φυσικές ανισότητες πάνω στις οποίες κανείς δεν έχει καμία απολύτως δύναμη, και καμία μορφή κοινωνικής τροποποίησης δεν μπορεί να τις τροποποιήσει, όπως ακριβώς δεν μπορώ να γίνω εγώ ψηλός ή εσείς κοντός.

Μόνο που… Εκτός από ορισμένες περιπτώσεις, για παράδειγμα, όταν η κληρονομική διαστροφή των φυσικών ιδιοτήτων έχει προχωρήσει τόσο πολύ που αγγίζει την πραγματική ιδιοσυγκρασία του ατόμου. Είναι δυνατόν ένας συγκεκριμένος τύπος ανθρώπου να έχει γεννηθεί για να είναι σκλάβος, να έχει γεννηθεί από τη φύση του για να είναι σκλάβος, και επομένως να είναι ανίκανος να καταβάλει οποιαδήποτε προσπάθεια για να απελευθερωθεί. Αλλά σε αυτή την περίπτωση, τι σχέση έχουν με μια ελεύθερη κοινωνία ή με την ελευθερία; Αν ένας άνθρωπος γεννήθηκε για να είναι σκλάβος, τότε η ελευθερία, όντας αντίθετη προς τη φύση του, θα ήταν γι’ αυτόν μια μορφή τυραννίας.

Υπήρξε μια σύντομη παύση.

Ξαφνικά, ξέσπασα σε γέλια.Είπα: “Είσαι πραγματικά αναρχικός, αλλά ακόμα και μετά από όσα ακούω να λες, δεν μπορώ να μη γελάσω όταν συγκρίνω εσένα και τους συναδέλφους σου αναρχικούς εκεί έξω.

– Φίλε μου, στο έχω ήδη πει, στο έχω ήδη αποδείξει και το επαναλαμβάνω ξανά.Η μόνη διαφορά είναι η εξής: αυτοί είναι καθαρά θεωρητικοί αναρχικοί, εγώ είμαι θεωρητικός και πρακτικός- αυτοί είναι μυστικιστές αναρχικοί και εγώ είμαι επιστημονικός αναρχικός- αυτοί είναι αναρχικοί που γονατίζουν και εγώ είμαι αναρχικός που σηκώνεται και αγωνίζεται για την ελευθερία.Εν ολίγοις: αυτοί είναι ψευδοαναρχικοί και εγώ είμαι αναρχικός.

Και με αυτό, σηκωθήκαμε από το τραπέζι.»

ΥΓ: Αν ήθελε ο Πεσσόα να είναι ακριβέστερος, ίσως να έπρεπε ο τίτλος του να ήταν «ο αναρχοατομικιστής τραπεζίτης». Ελπίζω να με συγχωρείτε για το θράσος μου, γίνεται ελέω ελευθερίας λόγου και δημοσιογραφικής ιδιότητας. Πάντα στην σφαίρα του ρητορικού, εννοείται.

ΥΓ2: Διαβάστε τον Αναρχικό τραπεζίτη. Σε κάθε περίπτωση.

Χρησιμοποιήθηκε ως πηγή μέρος της εργασίας «Is Achieving Freedom About Making a Lot of Money?/An Interpretation of Fernando Pessoa’sThe Anarchist Banker» του George Bragues και, επίσης, συμπληρωματικά αυτό το άρθρο του blogger Robopsychologist.