Θα μπορούσαμε να πούμε πως η εργασιομανία είναι η «σοφία» του σώματος όταν αυτό μπαίνει σε δράση.
Αρκετοί αναπτύσσουν τάσεις εργασιομανίας επειδή έχουν μια βαθύτερη ανάγκη να αναγνωριστεί η αξία τους μέσω των επιτευγμάτων τους. Όμως δεν αναφέρομαι στους ανθρώπους που έχουν εμμονή με την εικόνα τους, αλλά σε αυτούς που ο εθισμός στην τελειομανία έχει στόχο την παραγωγικότητα –μέσα σ’ αυτούς, κι εγώ.
Η συγκεκριμένη κατηγορία ανθρώπων δεν ασχολείται τόσο με τους υπόλοιπους, είτε σε επαγγελματικό επίπεδο (συνάδελφοι) είτε σε προσωπικό (φίλοι/συγγενείς), αλλά με τον ίδιο τους τον εαυτό και τα υψηλά στάνταρντ που έχουν οι ίδιοι ορίσει. Η τελειομανία είναι αναπόσπαστο κομμάτι της εργασιομανίας, αλλά υπάρχουν και εργασιομανείς που δεν κάνουν τα πάντα για να αγγίξουν το «τέλειο». Τους αρκεί απλά να βρίσκονται σε «δράση». Η διαφορά μεταξύ τους είναι χαοτική, καθώς οι τελευταίοι δεν βασανίζουν τον εαυτό τους με ιδιαιτέρα υψηλούς ή ποιοτικούς στόχους, ενώ εκείνοι που συνδυάζουν την τελειομανία με τον workahoλισμο ταλαιπωρούνται από την πρώτη στιγμή που ανοίγουν τα μάτια τους το πρωί –αν έχουν καταφέρει να κοιμηθούν.
Τα προβλήματα
Είτε πρόκειται για την καριέρα είτε για τις προσωπικές λίστες, τύπου “to do list”, που απορροφούν την καθημερινότητά σας και στραγγίζουν κάθε σταγόνα ενέργειας, ο εθισμός στη αέναη δραστηριότητα είναι προβληματικός για πολλούς λόγους.
Μόλις πάρουμε μια γερή δόση από την ολοκλήρωση μιας δουλειάς, ξεπηδάει αμέσως μια παρορμητική επιθυμία να βουτήξουμε στα απύθμενα νερά της εργασειομανίας και να βρούμε την επόμενη δραστηριότητα που θα επικεντρωθούμε. Αν αυτό για διάφορους παράγοντες δεν προκύψει, τότε πολλοί νιώθουν πως δεν έχουν κάποια «αξία». Χάνουν το κέντρο βάρους τους, άρα, και την ισορροπία τους.
Σε κάποιες περιπτώσεις, οι εργασιομανείς, ενώ το αντικείμενο της δουλειάς τους είναι πολύ συγκεκριμένο και με οριοθετημένες δυνατότητες, προσπαθούν να ανακαλύψουν διάφορους τρόπους να γίνει ακόμα καλύτερη, να πάει σε ένα επόμενο επίπεδο, να έρθουν «τα πάνω, κάτω», αλλά οδηγούνται συνεχώς σε αδιέξοδο. Αυτούς, τους συμπονώ με όλη μου την δύναμη, αλλά οφείλω να τους πω «Δεν φταις εσύ, είναι απλά αυτό που είναι και αποδέξου το».
Αυτό το είδος «βελτιωτικής» εργασιομανίας –που δεν αφορά μόνο τα επαγγελματικά, αλλά και τις προσωπικές σχέσεις– έχει να κάνει με την αυτοεκτίμηση και την προσωπική αίσθηση ασφάλειας. Επειδή η απραξία δημιουργεί ανασφάλεια στο μυαλό (ή και στο σώμα) ενός workaholic, η αδράνεια παρερμηνεύεται και υπάρχει η αίσθηση της κενότητας. Η σοφία του σώματος ενός εργασιομανούς γνωρίζει ότι το να μη δημιουργείς, να μην παράγεις ή να μη βελτιώνεις τον εαυτό σου ή τους γύρω σου, ισοδυναμεί με το να χάνει την δυναμική της η ύπαρξή σου.
Έτσι, οι περισσότεροι εργασιομανείς δεν σταματάνε ποτέ να δουλεύουν. Και αν σε κάποιους αυτό ακούγεται δημιουργικό, να τους πω –και να υπενθυμίσω στον εαυτό μου– πως εκεί «έξω» υπάρχουν πολύ πιο ενδιαφέροντα πράγματα που αξίζουν την προσοχή μας και την απορρόφηση της ενέργειάς μας. Επίσης, ο κόσμος θα συνεχίζει να υπάρχει και η Γη δεν θα αλλάξει την περιστροφή της επειδή εμείς θα σταματήσουμε να κυνηγάμε ανεμόμυλους σαν τον Δον Κιχώτη.
Ωστόσο, επειδή η εργασιομανία και η τελειομανία είναι εθιστικές συνθήκες και αποτελούν mindset, δύσκολα κάποιος μπορεί να τις αποβάλλει από τη μία μέρα στην άλλη. Εκείνοι που έχουν συνηθίσει να κάνουν την δουλειά των συναδέλφων τους, επειδή αυτή δεν ανταποκρίνεται στα δικά τους πρότυπα (ή σε αυτά που ορίζει το εκάστοτε πρότζεκτ, η εταιρεία, ο όμιλος κλπ), θα συνεχίσουν να το κάνουν. Αυτοί που δουλεύουν υπερωρίες για να τελειοποιήσουν κάτι που γνωρίζουν εξ αρχής ότι δεν χρειάζεται να είναι τέλειο, θα συνεχίσουν να το κάνουν.
Και πως να το σταματήσουν όταν η κυρίαρχη αίσθηση που υπάρχει μέσα τους (μας) είναι πως για να ξεκουραστεί κάποιος, να χαλαρώσει ή να ζήσει ευχάριστες στιγμές, οφείλει να το «κερδίσει»; Όχι. Η ξεγνοισιά, η χαλάρωση, το απόλυτο τίποτα, η χαρά και η ευτυχία, το να «κλέψεις» χρόνο από την δουλειά, το να ζήσεις έστω φευγαλέα κάποιες στιγμές χωρίς να σε κυνηγάνε υποχρεώσεις, είναι δικαίωμα του καθενός και δεν χρειάζεται διεκδίκηση.
Η σκληρή δουλειά
Τα τελευταία χρόνια η φράση που ακούγεται πιο συχνά από οποιαδήποτε άλλη είναι η «σκληρή δουλειά». Πρέπει, λένε, να δουλέψεις σκληρά για να τα καταφέρεις, για να πετύχεις τους στόχους σου, για να πας μπροστά. Αυτό όμως το μπροστά, επειδή είναι ένα τελείως θολό και απροσδιόριστο τοπίο, μπορεί να οδηγεί σε γκρεμό –στο burnout.
Στο Olafaq έχουμε γράψει κατά καιρούς αρκετά για την εργασιακή εξουθένωση, αυτή την σύγχρονη μάστιγα, αλλά λίγοι το παίρνουν στα σοβαρά. Δεν είναι μόνο τα ψυχοσωματικα προβλήματα που μπορεί αυτή να φέρει στην ζωή ενός εργασιομανή, είναι και αυτά που χάνει ο άνθρωπος όσο κοιτάζει όλη την ημέρα τα email του. Κοιτάζωντας το δέντρο, χάνουμε το δάσος. Και η ζωή είναι μια πελώρια μαγική δασική έκταση, ένα θαυμάσιο ταξίδι εμπειριών. Όσο αφιερώνουμε 12 (και βάλε) ώρες από το διαθέσιμο 24ωρο στην επαγγελματική μας δραστηριότητα, τόσο παραμένουμε απομονωμένοι και απομακρυνόμαστε από τα όμορφα.
Μπορεί η δουλειά μας να είναι όμορφη, το όνειρό μας να έγινε πραγματικότητα, το χόμπι να κατέληξε επάγγελμα, να βρήκαμε το αντικείμενο για το οποίο (υποτίθεται) είχαμε προοριστεί, τα οπόια είναι τόσο ωραία να τα λέμε για να αισθανόμαστε υπερήφανοι, ωστόσο, ξεχνάμε πως ο άνθρωπος έχει προοριστεί για να ζει και όχι να δουλεύει. Το να «ζει» κάποιος δεν είναι απλοϊκό, αλλά οφείλουμε να το κάνουμε απλό. Να κάνουμε την ζωή μας εύκολη γιατί μόνο τότε θα την απολαύσουμε.
Στους δημοσιογραφικούς κύκλους κυκλοφορεί το «ο δημοσιογράφος δεν έχει ωράριο», «ο δημοσιογράφος δουλεύει όλη τη μέρα», «ο δημοσιογράφος δεν είναι επάγγελμα, αλλά τρόπος ζωής». Συχνά, τα λέω κι εγώ αυτά. Τα πιστεύω εκείνη την στιγμή και μπορώ να τα υπερασπιστώ με διάφορα ωραιότατα επιχειρήματα, όπως και οι υπόλοιποι συνάδελφοι φυσικά. Παρόλα αυτά, κανένα επάγγελμα δεν μπορεί να είναι τρόπος ζωής, γιατί χάνει η «ζωή» το νόημά της. Όλοι οφείλουν να παίρνουν ανάσες από την δουλειά τους, αλλιώς θα υπάρξει δύσπνοια. Ακόμα και η αγωνία, το άγχος, το τρέξιμο –που όλα αυτά μπήκαν σε μεγενθυντικό φακό λόγω των social media και με τον τρόπο που αυτά διαμόρφωσαν την δημοσιογραφία– για να καλύψει κάποιος ένα γεγονός, είναι ανούσιο στην βάση του γιατί δεν έχει στο επίκεντρο την ενημέρωση του κόσμου (η έννοια του «δεν είναι δουλειά, αλλά λειτούργημα»), αλλά την «πρωτιά».
Βέβαια, ένας εργασιομανής όλα αυτά δεν μπορεί να τα αναγνωρίσει και το μοτίβο στα μάτια του είναι δικαιολογημένο. Οπλισμένος με έναν σορό πιθανούς λόγους για τους οποίος πρέπει να φέρει εις πέρας την δουλειά του, όποια κι αν είναι αυτή, κάνει θυσίες που αργότερα θα του στοιχίσουν.
Τι θα έχει κερδίσει μέχρι να εμφανιστούν οι επιπτώσεις; Ίσως λεφτά. Είναι όμως αρκετό; Από την άλλη, τι θα έχει χάσει σε αυτή την πορεία; Το λιγότερο, μοναδικές στιγμές με τους δικούς του ανθρώπους ή και με την πάρτη του.
Γυρνώντας –με βαριά καρδιά και χωρίς αμάξι– στην Αθήνα από τις φετινές διακοπές του Πάσχα, θυμήθηκα κάτι που είχα γράψει παλαιότερα στο Facebook: «Αυτός που θέλει να διακόψει τις διακοπές του γιατί του έλειψε η δουλειά του, δεν είναι ότι την αγαπάει, αλλά ότι δεν κάνει τις κατάλληλες διακοπές». Και ευτυχώς που έρχεται τριήμερο.