«Πλησιάζουμε στο τέλος του μήνα, δεν έχω λεφτά, και με κατακλύζουν διαφημιστικά μηνύματα με προσφορές λόγω Black Friday», μου λέει η Β., 38 χρονών, ιδιωτική υπάλληλος και μητέρα ενός παιδιού 8 χρονών, που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία της για το κείμενο. Την ρώτησα λοιπόν πως νιώθει γι’ αυτό και μου απάντησε «κατάθλιψη». Είναι, όμως, η μόνη που αισθάνεται έτσι;

Τι είναι η Black Friday

Αν και έχουμε συνδυάσει στο μυαλό μας την Black Friday με αγορές και προσφορές, η πρώτη καταγεγραμμένη χρήση του συγκεκριμένου όρου αφορούσε την οικονομική κρίση στις ΗΠΑ και την κερδοσκοπία χρυσού το 1869. Στις 20 Σεπτεμβρίου εκείνης της χρονιάς, ο Jay Gould, χρηματιστής που δούλευε στην Wall Street, και ο Jim Fisk, μεγιστάνας του δικτύου σιδηροδρόμων, συνεργάστηκαν για να αγοράσουν όσο περισσότερο χρυσό μπορούσαν από το διαθέσιμο αποθεματικό της χώρας, ελπίζοντας να εκτοξεύσουν την τιμή του στα ύψη και να τον πουλήσουν αργότερα για να πλουτίσουν. Τέσσερις ημέρες αργότερα, στις 24 Σεπτεμβρίου, η τιμή της ουγγιάς χρυσού έφτασε πάνω από 30 δολάρια πάνω από την τιμή που είχε όταν ανέλαβε ο Ulysses S. Grant, ο τότε πρόεδρος των ΗΠΑ.

Όταν όμως ο Grant ενημερώθηκε τελικά για το σχέδιό τους, διέταξε να πωληθεί στην αγορά κυβερνητικός χρυσός αξίας 4.000.000 δολαρίων. Με αυτή την κίνηση οι τιμές του χρυσού έπεσαν κατακόρυφα, με αποτέλεσμα να προκληθεί οικονομικός πανικός που παρέσυρε και το χρηματιστήριο. Η λεγόμενη «Black Friday» έβλαψε σημαντικά την αμερικανική οικονομία και τη φήμη της κυβέρνησης Grant, καθώς μέσα σε λίγα λεπτά, η τιμή του χρυσού έπεσε κατακόρυφα και οι επενδυτές έσπευσαν να πουλήσουν τις μετοχές τους. Πολλοί επενδυτές είχαν πάρει δάνεια για να αγοράσουν τον χρυσό τους και χωρίς πλέον χρήματα για να τα αποπληρώσουν, καταστράφηκαν.

Οι πρώτες αναφορές της Black Friday, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, εμφανίστηκαν μεταξύ των δεκαετιών 1950 – 1960 στη Φιλαδέλφεια των Ηνωμένων Πολιτειών, και επινοήθηκε από τις αστυνομικές αρχές.

«Το Αστυνομικό Τμήμα της Φιλαδέλφειας χρησιμοποίησε τον όρο για να περιγράψει το μποτιλιάρισμα και τον έντονο συνωστισμό στα καταστήματα λιανικής στο κέντρο της πόλης», δήλωσε ο David Zyla, βραβευμένος με Emmy στιλίστας και συγγραφέας του βιβλίου “How to Win at Shopping” στη Huffington Post. Σημείωσε, επίσης, ότι μια από τις πρώτες χρήσεις του όρου σε έντυπη μορφή εμφανίστηκε σε μια διαφήμιση σε ένα τεύχος του 1966 του The American Philatelist, ενός περιοδικού για συλλέκτες γραμματοσήμων.

Εκείνη την ημέρα, που το ΑΤ Φιλαδέλφειας την χαρακτήρισε ως «Black Friday», πλήθος κόσμου από τα προάστια κατέκλυσαν την πόλη ενόψει του μεγάλου αγώνα football (ράγκμπι) ανάμεσα στον Στρατό και το Ναυτικό που γινόταν κάθε χρόνο εκείνο το Σάββατο. Οι αστυνομικοί της Φιλαδέλφειας όχι μόνο δεν μπορούσαν να πάρουν ρεπό την ημέρα αυτή, αλλά έπρεπε να δουλεύουν σε πολύωρες βάρδιες για να αντιμετωπίσουν τον επιπλέον συνωστισμό και την κίνηση. Μερίδα κόσμου εκμεταλλεύτηκε επίσης το αδιαχώρητο στα καταστήματα και έκλεψαν προϊόντα, αυξάνοντας έτσι τον “πονοκέφαλο” των αρχών.

Η Black Friday, λοιπόν, αφορά τελείως δύο διαφορετικές καταστάσεις αλλά πλέον αναφέρεται στην ημέρα μετά την Ημέρα των Ευχαριστιών (Thanksgiving), η οποία θεωρείται η πρώτη ημέρα της εορταστικής περιόδου αγορών και είναι γνωστή για τις εκπτώσεις των εμπόρων λιανικής πώλησης.

Artwork: Olafaq Staff

Οι υποκειμενικά φτωχοί και η αντικειμενική εικόνα της φτώχειας

Αν και οι προσφορές της Black Friday -αλλά και της Cyber Monday- αφορούν τους πάντες και δεν υπάρχουν κριτήρια, λίγοι είναι αυτοί που μπορούν να ανταπεξέλθουν στις τιμές των προϊόντων, ακόμη κι αν αυτά έχουν έκπτωση 50%.

Όπως είχαμε γράψει και τη Δευτέρα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Eurostat, 4 στους 5 Έλληνες με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο είναι «υποκειμενικά φτωχοί», ενώ αυτό ισχύει για 1 στους 3 Ευρωπαίους. Μεταξύ των χωρών της ΕΕ, η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό ατόμων με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο (81,6%). Ακολουθούν η Βουλγαρία (67,9%) και η Σλοβακία (53,3%). Τα χαμηλότερα νούμερα καταγράφονται στη Φινλανδία (7,3%), στο Λουξεμβούργο (10,0%) και στη Σουηδία (11,3%). Επίσης, στην Ελλάδα καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά στην ΕΕ, ατόμων με μεσαίο και υψηλό μορφωτικό επίπεδο που θεωρούνται υποκειμενικά φτωχά, με ποσοστά 70% και 49% αντιστοίχως.

Ο όρος «υποκειμενική φτώχεια» αναφέρεται στην αντίληψη του ατόμου για την οικονομική/υλική του κατάσταση. Επομένως, η φτώχεια ορίζεται με βάση το ατομικό συναίσθημα, δηλαδή όσοι δηλώνουν ότι αισθάνονται «φτωχοί» αντιπροσωπεύουν την υποκειμενική φτώχεια.

Ωστόσο, η έννοια της φτώχειας είναι αμφιλεγόμενη, διότι δεν υπάρχει ένας ξεκάθαρος ορισμός της έννοιας και ένας γενικά αποδεκτός τρόπος μέτρησης. Όπως διαβάζουμε στη μελέτη “Subjective Poverty” της Susan Kuivalainen, Επικεφαλής έρευνας στο Φινλανδικό Κέντρο Συντάξεων, «Στις περισσότερες μελέτες για τη φτώχεια ένα άτομο ορίζεται ως φτωχό αν δεν διαθέτει αρκετούς πόρους για να επιτύχει ένα αποδεκτό βιοτικό επίπεδο. Συνήθως η ανάλυση περιορίζεται στην οικονομική στέρηση και τη δυστυχία [του ατόμου]. Οι μετρήσεις που χρησιμοποιούν τους χαμηλούς πόρους ως ένδειξη της φτώχειας αναφέρονται συχνά ως έμμεσες μετρήσεις (indirect measure) της φτώχειας».

Ο νορβηγός Stein Ringen, κοινωνιολόγος, πολιτικός επιστήμονας και καθηγητής Κοινωνιολογίας και Κοινωνικής Πολιτικής στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής και Παρέμβασης του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, στην έκθεσή του “Direct and Indirect Measures of Poverty” που δημοσιεύθηκε το 2019 από την Cambridge University Press, συμπληρώνει: «Το όριο της εισοδηματικής φτώχειας (income poverty) είναι ένα έμμεσο μέτρο (indirect measure) -η φτώχεια ορίζεται ως χαμηλό εισόδημα. Υποστηρίζεται ότι η πρόσφατη κύρια έρευνα για τη φτώχεια συνδυάζει έναν άμεσο ορισμό (direct definition) και ένα έμμεσο μέτρο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει λογική γραμμή εξαγωγής συμπερασμάτων μεταξύ ορισμού και μέτρησης και, μαζί με άλλα προβλήματα της προσέγγισης, καθιστά τα παραγόμενα στατιστικά στοιχεία άκυρα».

Ποιος ψωνίζει, τελικά, την ημέρα του Black Friday;

Τι καταλαβαίνουμε, λοιπόν, από τα παραπάνω; Ότι οι έννοιες και οι ορισμοί δεν μπορούν πάντα να αντικατοπτρίσουν μια κοινωνική κατάσταση, τόσο εύκολα όσα θα θέλαμε, παρ’ όλα αυτά, εκεί που όλοι συμφωνούν, είναι πως αν νιώθει κάποιος φτωχός -υποκειμενική συνθήκη- σημαίνει ότι είναι. Προσωπικά, δεν το έχω κρύψει πως έχουν υπάρξει φορές που ένιωσα έτσι, αλλά το ίδιο συναίσθημα μοιράζεται και η Γ., ετών 39, ιδιωτική υπάλληλος και αυτοαπασχολούμενη, μητέρα δύο παιδιών.

«Δε νιώθω μόνο, είμαι πολύ. Πήγα με τα παιδιά μου σε ένα εμπορικό κέντρο τις προάλλες να πάρουμε ένα δώρο και ντράπηκα. Δεν ήθελα να δώσω 30 € για τρία κολάν κακής ποιότητας, αλλά το έκανα για χάρη του παιδιού» μου είπε. Όσο για την Black Friday, «πιστεύω ότι είναι καλύτερα να ψωνίζουμε τις υπόλοιπες ημέρες, πολύ αποφασισμένοι για τα λεφτά που θα δώσουμε, πάρα σε τέτοιες “μαύρες” ημέρες προσφορών» σχολίασε. Από την άλλη, η B. δε νιώθει απαραίτητα φτωχή αλλά «άτυχη». Ωστόσο, αυτό που συνδέει και τις δύο, αλλά και αρκετούς από εμάς μαζί τους, είναι η αίσθηση ότι δεν μπορούμε να ανταπεξέλθουμε στην Black Friday όχι μόνο οικονομικά αλλά και ψυχολογικά.

Με τον κατώτατο μισθό να ορίζεται από το κράτος στα 780 € για τους υπαλλήλους και το ημερομίσθιο στα 34,84 € για τους εργατοτεχνίτες, το επίπεδο διαβίωσης έχει πέσει τόσο χαμηλά που μοιάζει με πραγματική έκπτωση – ξεπούλημα της ζωής. Μια κοινωνία που συντηρείται με κάθε είδους pass και επιδόματα σίγουρα δεν μπορεί να ανανεώσει τις ηλεκτρικές συσκευές της με αυτές που πρωταγωνιστούν σε διαφημιστικά φυλλάδια και τηλεοπτικά σποτ, ούτε να εμπλουτίσει τις ντουλάπες της με νέα ρούχα που φιγουράρουν στις βιτρίνες. Δεν ξέρω, πραγματικά, σε ποιους απευθύνονται τα καταστήματα με τις καταιγιστικές διαφημιστικές καμπάνιες τους και σε τι ελπίζουν. Όσο τα ενοίκια των σπιτιών είναι στα ύψη και οι τιμές στα προϊόντα πρώτης ανάγκης ανεβαίνουν σταθερά τόσο ο κόσμος θα ζορίζεται οικονομικά και θα νιώθει «φτωχός», «ατυχής» και να ανίκανος να προσφέρει στους γύρω του και στον εαυτό του αυτά που θα τον κάνουν πει «Α! Ευκαιρία να πάρω ένα Playstation! Δεν την αφήνεις αυτή την προσφορά».

Με πληροφορίες από: Huffington Post, NBC News, Wall Street Journal, Wikipedia, Dictionary, Britannica.