Όταν σχολούσαμε τις Παρασκευές από το σχολείο, τρέχαμε ξέφρενα στο προαύλιο με τις τσάντες να κοπανάνε στις πλάτες μας. Μας περίμεναν παιδικά πάρτυ, χρόνος με γονείς, παιχνίδι, επίσκψη την γιαγιά, εντάξει, και λίγο διάβασμα ίσως. Μας περίμεναν ώρες που θα γεμίζαμε με δραστηριότητες, με γιορτές. Θα τρώγαμε το αγαπημένο μας φαγητό, ο μπαμπάς θα έπαιρνε πίτσες το βράδυ του Σαββάτου και την Κυριακή θα κάναμε ποδήλατο με τον αδερφό μας όλο το απόγευμα στην πιλοτή.
Όταν σχολάμε τις Παρασκευές από την δουλειά πώς νιώθουμε; Έχει απομείνει κάτι από το παιδικό ευφορικό συναίσθημα του φινάλε μιας κουραστικής εβδομάδας;
Αν είμαστε γονείς με παιδιά σε ηλικία που χρειάζεται να τα φροντίσουμε, το θέσφατο «δεν υπάρχουν γιορτές κι αργίες και Σαββαοτοκύριακα» τα λέει όλα. Τρελαμένοι γονείς στ’ αμάξια να πηγαινοφέρνουν τα καμάρια τους από το τάε κβο ντο στα αγγλικά ή, αν έχουν τελειώσει οι σχολικές υποχρεώσεις, να γυρνάνε όσο πιο γρήγορα μπορούν στο σπίτι για να περάσουν χρόνο μαζί. Τον χρόνο που τους υποσχέθηκαν να περάσουν μαζί, μιας που η εβδομάδα πάλι πέρασε χωρίς να προλάβουν να ζήσουν, κατ’ ουσίαν, μαζί.
Είναι μια αλήθεια ότι περνάμε περισσότερο χρόνο με τους συναδέλφους μας στο γραφείο ή στο μαγαζί, παρά με τον σύντροφο, την γυναίκα μας, το παιδί μας, τα γατιά μας. Οι οικογένειες περνούν άπειρο χρόνο εκτός σπιτιού, τα σώματα ανταμώνουν τα βράδια στις κουζίνες, φορτωμένα από την κούραση της ημέρας, της εβδομάδας, του μήνα, της χρονιάς, οι κουβέντες είναι πολύτιμες, καμιά φορά νιώθουμε εγκλωβισμό, θυμό και ξεσπάμε εκεί, στους αγαπημένους μας.
Θέλουμε να πιούμε μια μπίρα στον καναπέ χωρίς φωνές, εντάσεις, γκρίνιες, χωρίς δράματα, λεκιασμένα ρούχα, παιδικά κανάλι στην διαπασών
Αν είμαστε singles, ρεμάλια ή χωρισμένοι εργένηδες, γυρνάμε μόνοι στο σκοτεινό μας διαμέρισμα, βάζουμε κροκέτες στον σκύλο, πιθανώς μελαγχολούμε ή χαιρόμαστε που έχουμε την ησυχία μας. Παραγγέλνουμε τα σουβλάκια μας και τα περιμένουμε στωικά, σκρολάροντας στο Instagram. Είμαστε ευτυχισμένοι; Είμαστε δυστυχισμένοι; Σκεφτόμαστε συχνά γύρω από το αν τα έχουμε καταφέρει, τελικά, στην ζωή μας. Αμπελοφιλοσούμε και το ρίχνουμε στο ψηφιακό meme χιούμορ για παρηγοριά.
Τι θα κάνεις το Σου Κου;
Συγκαταλέγω την ως άνω ερώτηση στις αχρείαστες και λίγο αγενείς ερωτήσεις που κάνουν κάποιοι, όχι πάντοτε με κακές προθέσεις.
Κάποιοι δεν κανονίζουν τίποτα το Σου Κου. Θέλουν να μείνουν μέσα, να καθαρίσουν το σπίτι τους που έχει πιάσει μάκα, αλλά πού να κάνεις τώρα λάμτζα Πέμπτη βράδυ μετά την υπερωρία; Θέλουν να καούν στην τηλεόραση, στο PC, στο διάβασμα. Ξαπλωμένοι όλη μέρα, με καφέδες, τσιγάρα, soft drugs και junk food.
Άλλοι, πάνε τριήμερα ή διήμερα στο εξοχικό ή αλλού. Οι καλοκαιρινές Παρασκευές, που κλείνουν γύρω στις 5 ή στις 6 το απόγευμα, με την ατάκα «Καλά να περάσετε, παιδιά, καλή ξεκούραση». Αυτός που το λέει (όχι πάντοτε) έχει ήδη φορτώσει για Σαλαμίνα ή Τζια. Fuck. Εσύ ετοιμάζεσαι για μπαλκονάκι Πατήσια χαλαρά, με την όποια γκρίνια, χαρά, αδημονία να απλώσεις απλώς τα πόδια σου στο κάγκελο του μπαλκονιού. Τι έχεις κανονίσει, εσύ, καημένε; Πάλι σουβλάκια θα φας; Αφού προχθές έτρωγες σουβλάκια.
Καμιά φορά, το Σαββατοκύριακο μας κάνει να μελαγχολούμε και γι’ αυτό μπορεί να φταίει η Παρασκευή με τις όποιες ψευδείς υποσχέσεις της. Καμιά φορά, θες να πιστέψεις ότι αυτό το Σαββατοκύριακο θα ξεκινήσεις να ζεις όπως θέλεις.
Θα καθαρίσεις σχολαστικά τα τζάμια και τα σοβατεπιά, επιτέλους θα σιδερώσεις την έρημη την στίβα των ρούχων, θα κάνεις απολέπιση και μάσκα ομορφιάς, θα βγεις ολόδροση και μυρωδάτη στο κοκτεϊλάδικο, θα βρεις έναν καινούργιο έρωτα εκεί, η Κυριακή θα ξημερώσει με μυρωδιά κρουασάν και καφέ, το απόγευμα θα έρθει τρυφερά με ταινία και μια κάποια, ίσως, αγκαλιά, θα κοιμηθείς νωρίς, να ξεκινήσεις φορτσάτα τη νέα εβδομάδα. Και αν είσαι μάγκας, θα κρατήσεις αυτό το νικητήριο, ευ ζην attitude και τις υπόλοιπες μέρες, και τον υπόλοιπο χρόνο, και την υπόλοιπη ζωή. Θα χαμογελάς. Θα κανονίσεις σύντομα κι εσύ ένα τριήμερο, που θα ξεκινήσει από μια Παρασκευή απόγευμα, με την τέλεια παρέα, σε ένα τζιπάκι με τίγκα την μουσική, μια μπαντάνα στο κεφάλι κάποιου, μια παπακαλιατική αίσθηση στην παρέα και στον διάχυτο ερωτισμό.
Το Σου Κου θα κάνεις στόρι. Το Σου Κου θα κάνεις κηπουρική. Μπάρμπεκιου. Γυμναστική. Ερωτική εξομολόγηση σε κάποια, σε κάποιον. Θα γράψεις το Σου Κου. Θα κοιμηθείς, ω, ναι, θα κοιμηθείς χωρίς ξυπνητήρι, επιτέλους. Θα πας στους γονείς σου. Η μάνα σου σε έχει κάνει χρυσό. Βρες χρόνο, γιατί δεν βρίσκεις πάλι χρόνο;
Άτιμες μέρες οι Παρασκευές, γκαστρωμένες από όλες αυτές τις προσδοκίες που, από την μία σε χαλαρώνουν (ποτά, φίλοι, σεξ, μαμαδίστικο φαγητό, χουζούρι μέχρι το μεσημέρι) και από την άλλη σε αγχώνουν (έξοδα, μειωμένη ερωτική διάθεση κι ας είναι σαββατόβραδο, γκρίνια μάνας, ξύπνημα ούτως ή άλλως στις 7 κι ας είναι Κυριακή, λόγω στρες).
Και τελικά, βλέπεις ότι οι μέρες δε μετράνε. Θυμάσαι ότι γνώρισες έναν έρωτα μια Τρίτη μεσημέρι. Ότι έμαθες πως ο παππούς πέθανε μια Κυριακή του Πάσχα. Ότι έχεις περάσει αξέχαστα Σου Κου στην πόλη με λίγα λεφτά και πολύ κέφι. Ότι έχεις περάσει εφιαλτικές διακοπές με κυριλέ παρέα και αφόρητη πλήξη σε κοσμικό νησί. Ότι μετράει η διάθεσή σου. Το αν έχεις πληρώσει τις υποχρεώσεις σου. Το αν έχεις δίπλα σου τους κατάλληλους ανθρώπους. Το αν μπορείς να περάσεις καλά και «χωρίς να περνάς καλά».
Η αμηχανία της Παρασκευής δεν λύνεται πάντοτε όταν έχεις κανονίσει από πριν κάτι. Ούτε αν αφήσεις στην τύχη της την ζωή και το πρόγραμμά σου. Αλλά απλώς, ίσως, δεν παίρνω και όρκο, αν σκεφτείς ότι την ζωή μας την έχουμε χωρίσει εμείς σε μέρες και ώρες και γιορτές για να την διευκολύνουμε.
Όταν αυτές οι μέρες μοιάζουν εχθρικές απέναντί μας, ας τις συγχωρέσουμε. Ας σκεφτούμε τι προσδοκούμε από εμάς, όχι από εκείνες. Εμείς κάνουμε τις μέρες. Κι αν σε βαραίνει το Που Σου Κου, σιγά. Κι οι Δευτέρες έχουν ψυχή και μπορεί εσύ να τα βγάζεις πέρα καλύτερα μαζί τους.
Αλλά και πάλι, τι θα πει Παρασκευή και Δευτέρα; Τίποτα. Δεν θα πει απολύτως τίποτα.