Πριν από μερικά χρόνια το «Corpus Christi» από την Πολωνία είχε συγκινήσει και αφυπνίσει συνειδήσεις. Τότε υπήρξε ένα σχόλιο για τον συντηρητισμό της χώρας και τον ρόλο της θρησκείας σε όλη αυτή τη διαδικασία. Η ταινία έφτασε μέχρι την πεντάδα του OSCAR Διεθνούς. Αυτή τη φορά τη σκυτάλη παίρνουν οι «Πολωνικές Προσευχές» του Hanka Nobis. Ακολουθούμε τη διαδρομή του νεαρού Άντεκ που αποφασίζει να «επαναστατήσει» εσωτερικά, να μετατραπεί σε σκεπτόμενο ον από ένα πρόβατο της αγέλης και να κερδίσει τη … ζωή. Στη δεύτερη επιλογή μας Μάργουα και Ράχα, δύο αχώριστες φίλες ακολουθούν διαφορετικούς δρόμους μετά την κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν στην Καμπούλ.

Εθνικισμός, καθολικισμός και επιρροή της ακροδεξίας («πρώτα το έθνος κι η δική μας κουλτούρα») έχουν φέρει ένα νεαρό αγόρι, που συμμετέχει ενεργά σε μία Αδελφότητα, να νιώθει ακρωτηριασμένο συναισθηματικά. Όταν αφεθεί ελεύθερος και γνωρίσει τον έρωτα και την αγάπη, αντιλαμβάνεται πως κάτι πηγαίνει λάθος και ο λόγος του Θεού («Θα φτιάξουμε στρατό για τον Χριστό») δεν έχει καμία σχέση με τις πράξεις στις οποίες συμμετείχε μέχρι πρότινος. Σκηνή που ουσιαστικά προοικονομεί τα παραπάνω είναι αυτή της ακροβασίας στις ράγες πατέρα-γιου. Όσο ξετυλίγεται η πλοκή σταδιακά ο νεαρός απομακρύνεται από τον πατέρα και πλησιάζει ολοένα και περισσότερο στην μητέρα.

Η σύνδεση ομοφυλοφιλίας και παιδοφιλίας, ο φόβος που καλλιεργείται, συνολική ρητορική μίσους κι από την άλλη η φωνή της λογικής να μιλάει για τη κλιματική αλλαγή και τις συνέπειές της ως τον παράγοντα που θα κρίνει το μέλλον μας. Μία διαρκής αναζήτηση ταυτότητας. Ακριβώς από αυτό το σημείο ξεκινάει και το εξαιρετικό animation των Caroline Gillet και Denis Walgenwitz. Δύο παιδικές φίλες χωρίζονται. Η μία μένει στη λαβωμένη πατρίδα και η άλλη γίνεται μέσα σε ένα βράδυ μετανάστρια. «Μπορούσα να μεταφέρω μόνο το σώμα μου, χωρίς τη ψυχή». Κι οι δύο μεταφέρουν  τα βιώματά τους στη δημοσιογράφο Γκιγιέ κι αναζητούν τον ρόλο τους σε έναν διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο.

Οι Ταλιμπάν προσπαθούν να στραγγαλίσουν κυριολεκτικά και μεταφορικά τους πολίτες και να τους οδηγήσουν σε εθελούσια έξοδο. Μικρές πράξεις αντίστασης, όπως η άρνηση της «μπούρκα» αφήνουν χαραμάδα ελπίδας, αλλά ο δρόμος είναι μακρύς γεμάτος αγκάθια. «Πρέπει να ζήσουμε» είναι αυτό που μένει ως επιμύθιο και ότι η «τελειότητα είναι μία ψευδαίσθηση» από τις «Πολωνικές Προσευχές», που μετατρέπονται σε μία πορεία λύτρωσης του ανθρώπου πέρα από αγκυλώσεις και δόγματα.