Μπορεί ένα και μόνο τετράγωνο να κάνει την διαφορά; 

Μπορεί, αν είναι κόκκινο, αν είναι τοποθετημένο σε πολύ πιο διαφορετικό σημείο σε έναν πίνακα – και αν αυτός ο συγκεκριμένος πίνακας ανήκει στον Μοντριάν.

Το έργο «Composition No. II» του ολλανδού ζωγράφου, ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της μοντέρνας τέχνης και συνιδρυτή του κινήματος του νεοπλαστικισμού, δημοπρατείται στις 14 Νοεμβρίου από τον οίκο δημοπρασιών Sotheby’s. 

Ο πίνακας, που διαθέτει τις τυπικές, εμβληματικές τετράγωνες και παραλληλόγραμμες επιφάνειες της τέχνης του Μοντριάν, εκτιμάται πως η τιμή του θα ξεπεράσει τα 50 εκατομμύρια ευρώ, που αποτελεί ποσό-ρεκόρ, γι’ αυτό άλλωστε και το έργο διαφημίζεται από τον οίκο δημοπρασιών ως «ένα από τα πιο σημαντικά και πολύτιμα έργα του καλλιτέχνη που βγήκαν ποτέ στην αγορά», όπως αναφέρει το CNN.

Το ιλιγγιώδες ποσό θα φτάσει ή θα ξεπεράσει τα 50 εκατ. ευρώ επειδή ο συγκεκριμένος πίνακας είναι ένας από τους μόλις τρεις όπου το κόκκινο τετράγωνο βρίσκεται πάνω δεξιά. Οι άλλοι δύο πίνακες με το ίδιο χαρακτηριστικό, είναι μικρότεροι σε μέγεθος και βρίσκονται σε συλλογές μουσείων.

«Τα βασικά έργα του Πιτ Μοντριάν σπανίως βγαίνουν σε δημοπρασία καθώς πολλά εξ’ αυτών φιλοξενούνται στις πιο υψηλού κύρους συλλογές μουσείων σε όλο τον κόσμο» σημειώνει ο Τζούλιαν Ντόζ, επικεφαλής της κατηγορίας δημοπρασιών «Οι Ιμπρεσιονιστές στην Σύγχρονη Τέχνη» του Sotheby’s, προσθέτοντας εμφατικά ότι «η ευκαιρία απόκτησης ενός πίνακα τέτοιας ποιότητας συμβαίνει πραγματικά μία φορά σε κάθε γενιά».

Και όντως, αυτό που λέει ο Ντοζ, ισχύει 100%, καθώς ο πίνακας που φιλοτεχνήθηκε το 1930, δημοπρατήθηκε για τελευταία φορά το μακρινό 1983. 

«Ο πίνακας “Composition No. II” ενσαρκώνει ό,τι θα ήθελε κανείς από ένα Μοντριάν: είναι ουσιώδης ζωγραφική που είναι ταυτόχρονα εξαιρετικά κρίσιμη για την εξέλιξη της Σύγχρονης Τέχνης, όσο και εμβληματική για τη διαρκή απήχηση της σύγχρονης αισθητικής» ανέφερε μεταξύ άλλων ο Ντόζ.

Ο Μοντριάν (Piet Mondrian) γεννήθηκε ως Pieter Cornelis Mondriaan στις 7 Μαρτίου 1872 στην πόλη Αμερσφόρτ της Ολλανδίας και θεωρείται ακριβοδίκαια ως ένας από τους πλέον επιδραστικούς ζωγράφους του 20ου αιώνα.

Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Άμστερνταμ την περίοδο 1892 – 1895 χωρίς να διακριθεί ιδιαίτερα. Τα πρώτα του έργα – κυρίως τοπία – χαρακτηρίζονται από νατουραλιστικά και ιμπρεσιονιστικά στοιχεία ενώ είναι επηρεασμένα και από τα έντονα χρώματα των φωβιστών. Η τέχνη του Μοντριάν είναι παράλληλα συνδεδεμένη και με τις έντονες πνευματικές του αναζητήσεις, καθώς από το 1908 δείχνει μεγάλο ενδιαφέρον για την θεοσοφία. Το έργο του Μοντριάν μέχρι το 1912 είναι επίσης επηρεασμένο από το κίνημα του κυβισμού, με το οποίο ήρθε σε επαφή ο Μοντριάν χάρη στην έκθεση κυβισμού στο Άμστερνταμ, το 1911.

Το 1912 ο Μοντριάν επισκέπτεται το Παρίσι όπου εστιάζει ακόμα περισσότερο στον κυβισμό. Είναι επίσης η περίοδος κατά την οποία υπογράφει ως “Mondrian” αντί του πραγματικού του ονόματος “Mondriaan”. Η παραμονή του για περίπου δύο χρόνια στο Παρίσι σημαδεύεται από την επαφή του με το έργο του Ζωρζ Μπρακ, του Πικάσο αλλά και του Σεζάν και η σημαντική επίδραση που ασκούν οι συγκεκριμένοι ζωγράφοι στο προσωπικό του έργο. Τα έργα του σταδιακά αποκτούν πιο έντονα γεωμετρικά χαρακτηριστικά ενώ τείνουν να γίνουν περισσότερο αφηρημένα, χρησιμοποιώντας στοιχεία του κυβισμού, χωρίς όμως να τον υιοθετεί πλήρως.

Σε αντίθεση με τους κυβιστές ζωγράφους, ο Μοντριάν αναζητούσε τον συγκερασμό της ζωγραφικής με τους πνευματικούς και φιλοσοφικούς του στοχασμούς, με αποτέλεσμα να έρθει τελικά σε οριστική ρήξη με την εικονική ζωγραφική των ρεαλιστικών αναπαραστάσεων. Η επιστροφή του στην Ολλανδία συνοδεύεται με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και για τον λόγο αυτό παραμένει αναγκαστικά στην Ολλανδία μέχρι τη λήξη του. Στο διάστημα αυτό συνδέεται με τους Bart van der Leck και Theo van Doesburg. Με τον τελευταίο θα δημιουργήσουν και την περιοδική έκδοση De Stijl, στην οποία δημοσιεύουν θεωρητικές απόψεις που θα αποτελέσουν και την βάση για το κίνημα του νεοπλαστικισμού (ή κίνημα De Stijl). Ο ίδιος ο Μοντριάν, την περίοδο 1917 – 1918, δημοσιεύει την θεωρητική μελέτη The New Plastic in Painting, όπου καταγράφει συστηματικά το νέο ύφος που εκπροσωπεί.

Ο Μοντριάν επιστρέφει στο Παρίσι το 1919 όπου και παραμένει μέχρι το 1938 καλλιεργώντας ένα προσωπικό και αναγνωρίσιμο καλλιτεχνικό ύφος. Οι πίνακες του αυτής της περιόδου χαρακτηρίζονται από το γενικότερο ύφος του νεοπλαστικισμού και αποτελούν αφηρημένες γεωμετρικές συνθέσεις, όπου κυριαρχούν λεπτές, μαύρες, οριζόντιες ή κάθετες γραμμές σχηματίζοντας ένα είδος πλέγματος που διακόπτεται από την παρουσία έγχρωμων γεωμετρικών όγκων, συνήθως παραλληλόγραμμες ή τετραγωνικές επιφάνειες. Ένα σημαντικό στοιχείο της ιδιαίτερης τεχνοτροπίας του Μοντριάν είναι ο μινιμαλισμός και η απλοϊκότητα των νέων συνθέσεων.

Το Σεπτέμβριο του 1938, ωθούμενος από την άνοδο του εθνικοσοσιαλισμού εγκαταλείπει το Παρίσι για το Λονδίνο ενώ δύο χρόνια αργότερα εγκαταλείπει οριστικά την Ευρώπη για την Αμερική και ειδικότερα την πόλη της Νέας Υόρκης όπου θα παραμείνει μέχρι το τέλος της ζωής του. Το ύφος της ζωγραφικής του δεν αλλοιώνεται αισθητά κατά την παραμονή του στην Αμερική αλλά δημιουργεί μερικά από τα περισσότερο γνωστά έργα του. Ο πίνακας του Broadway Boogie-Woogie, αυτής της περιόδου, θεωρείται σήμερα ως ένας από τους πλέον επιδραστικούς πίνακες αφηρημένης τέχνης. Επιπλέον σηματοδοτεί μία αλλαγή στην τεχνοτροπία του Μοντριάν, με τη χρήση περισσότερων χρωμάτων, η οποία όμως δεν θα συνεχιστεί εξαιτίας του θανάτου του, την 1η Φλεβάρη του 1944.