Η ένταση των φωνητικών, όχι των backing vocals αλλά των βασικών τραγουδιστών/τραγουδιστριών, είναι πλέον σε πιο χαμηλά επίπεδα σε σύγκριση με τη μουσική των κομματιών, σύμφωνα με μια νέα μελέτη. Μία σημαντική προσωπικότητα στη μουσική βιομηχανία και ταυτόχρονα σημαντικός καλλιτέχνης, ονομάζει αυτή την τάση ως «πόλεμο της έντασης».

Ο Beck λοιπόν, ένα από τα μεγαλύτερα ονομάτα του alternative rock, πολυοργανίστας και νικητής βραβείων Grammy, σχολίασε στο NPR τη γερμανική μελέτη που παρατήρησε αυτή την αλλαγή στον τρόπο που γίνεται πλέον η μίξη στην σύγχρονη μουσική και επιβεβαίωσε τα αποτελέσματα. Να σημειώσουμε πως ο Beck χρησιμοποιήθηκε ως υποκείμενο μελέτης στην σχετική έρευνα.

Σύμφωνα με τους επιστήμονες ακουστικής του Πανεπιστημίου του Όλντενμπουργκ στη Γερμανία, οι τραγουδιστές έχουν γίνει πιο «ήσυχοι» με την πάροδο των ετών -σε ορισμένα είδη περισσότερο από κάποια άλλα- και δεν βρίσκονται τόσο πολύ στο προσκήνιο όσο κάποτε.

Ο Kai Siedenburg και ο συνάδελφός του ανέλυσαν τα 4 τραγούδια με την υψηλότερη κατάταξη στο chart Billboard Hot 100 μεταξύ 1946 και 2020, για κάθε χρονιά, μαζί με τα κορυφαία τραγούδια σε διάφορα είδη μουσικής (country, rap, pop, rock και heavy metal). Όταν συνέκριναν την ένταση των φωνητικών με όλα τα υπόλοιπα όργανα (κιθάρες, ντραμς κ.α.) διαπίστωσαν ότι η rock και το metal είχαν τις πιο δραστικές αλλαγές στην ένταση.

Ωστόσο, έχει ενδιαφέρον ότι τα διάφορα τραγούδια του Beck που εξετάστηκαν στη μελέτη είχαν τα φωνητικά σε παρόμοιο επίπεδο έντασης, ή ακόμα και πιο «ήσυχο», από τα όργανα. Ο ίδιος λέει ότι αυτό το αποτέλεσμα είναι αποτέλεσμα των δικών του προτιμήσεων.

«Μεγάλωσα περισσότερο με indie rock και alternative μουσική. Και η αισθητική εκείνης της εποχής ήταν να θάβεις τα φωνητικά… Δεν ήθελες ο κόσμος να ακούει τι τραγουδούσες».

Η μελέτη παρουσίασε την επιτυχία “Where It’s At” του Beck, που κυκλοφόρησε το 1996, ως χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της τάσης.

«Η μουσική και ο ρυθμός πρέπει να είναι στο προσκήνιο αν θέλεις να συγκινήσετε τους ανθρώπους. Μόλις όμως βάλεις τα φωνητικά στο προσκήνιο, το κομμάτι χάνει την ενέργεια και την αμεσότητά του και γίνεται κάτι άλλο», είπε στο NPR o Beck.

«Τη στιγμή που το κάνεις αυτό σε ένα pop τραγούδι, χάνουν οι ακροτές την επαφή τους με την ενέργεια του κομματιού… Χάνεται ένα είδος ενστικτώδους αμεσότητας την οποία οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει, και αυτό θα κάνει το τραγούδι να μοιάζει λίγο βαρετό» συμπλήρωσε.

Για το πώς η ένταση της φωνής μπορεί να μεταδώσει συναισθήματα, χρησιμοποίησε το παράδειγμα της Adele, η οποία έχει «δυνατά φωνητικά» και ίσως με αυτόν τον τρόπο ο κόσμος «συνδέεται» μαζί της. Βέβαια δεν παρέλειψε να αναφέρει και την πρόκληση συναισθημάτων που προκαλεί η μουσική, αναφέροντας την ενέργεια των Led Zeppelin και την επίδραση που μπορεί να έχουν τα κιθαρίστικα riff. Αλλά όσον αφορά τη σύνδεση του ακροατή με τον τραγουδιστή/την τραγουδίστρια, ο Beck είπε πως αυτό επιτυγχάνεται αν «έχεις τα φωνητικά πιο δυνατά».

Ο «πόλεμος της έντασης», σύμφωνα με τον αμερικανό τραγουδοποιό, οφείλεται και στην τεχνολογική εξέλιξη όπου πλέον τα μηχανήματα μπορούν να αναπαράγουν μουσική σε ιδιαίτερα μεγάλες εντάσεις με δυνατό μπάσο. Λόγω αυτού, οι καλλιτέχνες αναγκάζονται να κάνουν τα τραγούδια τους «όλο και πιο δυνατά», όπως είπε στο NPR. Κυριαρχεί ο ρυθμός και κάπου στο βάθος υπάρχουν τα φωνητικά.

«Ξέρεις, αυτό απέχει πολύ από τον κόσμο του Sgt. Pepper’s των Beatles, όπου υπήρχαν ορχήστρες και σιτάρ και εκατομμύρια άλλα ηχητικά χρώματα».

Οι ακουστικές μας συνήθειες εξελισσόνται στο πέρασμα του χρόνου και συμβαδίζουν με τις εποχές που διανύουμε. Ίσως δεν απέχουμε πολύ από τη μέρα που τα τραγούδια θα έχουν διάρκεια 15 δευτερόλεπτα, όσο διαρκούν δηλαδή στο TikTok ή σε ένα Instagram story. Σε εκείνο το σημείο, δεν θα έχει καμία σημασία τι ένταση θα έχουν τα φωνητικά, αφού μόνο τα views και τα streams θα έχουν αξία.