Μικρός το δέμας, ωραίο πρόσωπο με ευγενικά χαρακτηριστικά, ξανθά μαλλιά και ανοιχτά χρώματα, «συγκρατημένος ανδρισμός» και μια αδιόρατη μελαγχολία. Με αυτά τα χαρακτηριστικά, ο Άλαν Λαντ θα διαγράψει μία σπουδαία πορεία στον αμερικάνικο κινηματογράφο και μάλιστα σε ταινίες όπως οι περιπέτειες, τα φιλμ νουάρ ή τα γουέστερν, που κατά βάση, ήθελαν για πρωταγωνιστές σκληρούς τύπους, με χαραγμένα πρόσωπα και ενίοτε έτοιμους να πλακωθούν για τα μάτια μιας μοιραίας γυναίκας. Όμως, η λαμπρή πορεία του, που θα τον φέρει ανάμεσα στους δέκα πιο εμπορικούς ηθοποιούς του Χόλιγουντ τις δεκαετίες του ‘40 και ‘50, θα είναι σύντομη, καθώς τα βασανισμένα παιδικά χρόνια και τα ψυχικά τραύματα από την αυτοκτονία της μητέρας του, τον ταλαιπώρησαν αφάνταστα, η υγεία του και κυρίως η ψυχική του υγεία, θα είναι ιδιαιτέρως εύθραυστη και θα τον οδηγήσει, τελικά, στην αυτοκτονία.

Ο Άλαν Λαντ, που είχε πρόβλημα και με το ύψος του, καθώς πολλοί απ’ τους συμπρωταγωνιστές του -και το κυριότερο, συμπρωταγωνίστριές του – ήταν πολύ ψηλότεροι, θα καταφέρει να γίνει σταρ του νουάρ, αλλά παραδόξως και του γουέστερν, όπου κυριαρχούσαν οι «αθλητικοί παιδαράδες» Τζον Γουέιν, Ράντολφ Σκοτ, Γκάρι Κούπερ, Γκρέκορι Πεκ και Τζόελ ΜακΚρέι. Άλλωστε, ο λόγος που έφτιαξε ένα υπέροχο κινηματογραφικό ζευγάρι με την περίφημη Βερόνικα Λέικ ήταν και το ύψος της, που δεν ξεπερνούσε το 1,5 μέτρο.

Αν και δεν κέρδισε ποτέ το Όσκαρ, ο Λαντ άφησε πίσω του ορισμένες υπέροχες ερμηνείες, χαρακτηρίστηκε ως ο πιο δημοφιλής αστέρας το 1953, κέρδισε τη Χρυσή Σφαίρα για το εξαιρετικό γουέστερν «Αρπάγες της Γης» («Shane»), ενώ δεν ήταν και λίγες οι κατακτήσεις του στο γυναικείο φύλο.

Με αφορμή τα 60 χρόνια από τον πρόωρο θάνατό του (29 Ιανουαρίου 1964) είναι μια ευκαιρία να θυμηθούμε τις καλύτερες στιγμές του στον κινηματογράφο, αλλά και όλα αυτά που τον βασάνιζαν στην ταραχώδη ζωή, που θα τον φέρουν και σε έναν ιδιότυπο συναγωνισμό δυστυχίας με την Βερόνικα Λέικ.

Πάμφτωχος και ορφανός

Ο Άλαν Γουέιμπριτζ Λαντ γεννήθηκε στο Χοτ Σπρινγκς του Αρκάνσας στις 3 Σεπτεμβρίου του 1913. Ο πατέρας του, λογιστής στο επάγγελμα, θα πεθάνει μπροστά στον τετράχρονο γιο του από καρδιακή προσβολή, ενώ η μητέρα του Ίνα, ήταν Αγγλίδα, ταπεινής καταγωγής, που είχε μεταναστεύσει στην Αμερική σε ηλικία 19 χρόνων. Ο νεαρός Άλαν, θα μεγαλώσει ορφανός σε ένα πολύ φτωχικό σπίτι, απ’ το οποίο έλειπε και το καθημερινό φαγητό. Στον υποσιτισμό πιθανότατα οφείλεται και το μικρό του ανάστημα, το οποίο ήταν η αφορμή για να δεχθεί τα θλιβερά πειράγματα των συνομήλικών του, κάτι που θα τον επηρεάσει καθοριστικά.

Η μητέρα του θα ξαναπαντρευτεί το 1920 έναν ζωγράφο και διακοσμητή, τον Τζιμ Μπίβερς και θα μετακομίσουν, μαζί με τον μικρό Άλαν, στην Καλιφόρνια, αρχικά στην Πασαντίνα και λίγο μετά στο Χόλιγουντ, όπου ζούσαν με πενιχρά μέσα και το πιο συχνό φαγητό τους ήταν η πατατόσουπα.

Από την πισίνα στην καντίνα

Όταν ο Λαντ έγινε 14 χρόνων, άρχισε να δουλεύει σε μπακάλικο, ενώ τα πήγαινε περίφημα στον αθλητισμό και ιδίως στην κολύμβηση. Ο 16χρονος Λαντ στο Λύκειο θα έχει την πρώτη του επαφή με το θέατρο αν και θα συνεχίσει να τα καταφέρνει στις πισίνες και με πολύ προπόνηση ετοιμαζόταν για τους Ολυμπιακούς του Λος Άντζελες του 1932, μέχρι που θα τραυματιστεί σοβαρά. Μετά το σχολείο, ο Λαντ αποφάσισε να σταδιοδρομήσει στην υποκριτική, αλλά μέχρι να τα καταφέρει, θα κάνει διάφορες δουλειές, από ναυαγοσώστης μέχρι καντινιέρης.

Ψάχνοντας μια ευκαιρία

Με τα πολλά, ο Λαντ θα ενταχθεί στη σχολή υποκριτικής της Universal Pictures, με την οικονομική βοήθεια που έλαβε από έναν οικογενειακό φίλο, ενώ ταυτόχρονα δούλευε στα στούντιο της Warner ως μαραγκός. Ψάχνοντας κάθε ευκαιρία για να μπει στα κινηματογραφικά πλατό, εργάστηκε σκληρά για να βελτιώσει τη φωνή του. Οι ιθύνοντες των στούντιο τον απέρριπταν, κυρίως για τη σωματική του διάπλαση και τα ανοιχτά χρώματα που δεν πρόσφεραν φωτογένεια.

Άλαν Λαντ

Ο καθοριστικός γάμος

Ωστόσο, με τεράστια επιμονή, θα καταφέρει στα μέσα της δεκαετίας του ‘30 να πάρει ορισμένα ρολάκια, ενώ λίγα χρόνια μετά θα λάβει τους πρώτους σχετικά αξιόλογους ρόλους σε ταινίες, ενώ το 1941 θα ενσαρκώσει το ρόλο του ρεπόρτερ στον «Πολίτη Κέιν». Το 1942, θα κάνει τη σημαντικότερη μέχρι εκείνη τη στιγμή, εμφάνισή του, στην ταινία της RKO «Joan of Paris». Δύο μήνες μετά την κυκλοφορία της ταινίας, θα παντρευτεί την ατζέντισσά του Σου Κάρολ, που αποδείχθηκε μία σημαντική κίνηση για την εξέλιξή του. Η Κάρολ, θα φέρει τον Λαντ στην Paramount, που θα του προτείνει άμεσα ουσιαστικούς ρόλους, τους οποίους θα αξιοποιήσει στο έπακρο ο ανερχόμενος ηθοποιός.

Ζευγαρώνοντας με τη Βερόνικα

Ο ρόλος που θα τον καταστήσει πρωταγωνιστή πρώτης σειράς, θα είναι στο φιλμ νουάρ του Φρανκ Τατλ «Δολοφόνος για Μίσθωση» (1942), έχοντας για πρώτη φορά ως συμπρωταγωνίστρια τη Βερόνικα Λέικ. Η χημεία μεταξύ των δυο πρωταγωνιστών ήταν απίστευτα ελκυστική στο κοινό και οι δυο τους θα συνεχίσουν την επιτυχία τους σε ακόμη έξι ταινίες. Ήταν η αρχή μιας χρυσής περιόδου για τον Λαντ, αφού αμέσως μετά θα γυρίσει το κλασικό νουάρ «The Glass Key», με την ξανθιά καλλονή.

Παρά ταύτα, ο Λαντ θα διακόψει την καριέρα του, όταν η Αμερική μπήκε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, για να περάσει το μεγαλύτερο μέρος του 1943 στην Πολεμική Αεροπορία του Στρατού.

Στην κορυφή του Χόλιγουντ

Ο Λαντ, θα επιστρέψει στα κινηματογραφικά πλατό, με ιδιαίτερη όρεξη και θα συνεχίσει να ανεβαίνει τα σκαλιά της καθιέρωσης, για να καταστεί ένας από τους κορυφαίους άντρες του Χόλιγουντ. Μόνο το 1946 θα παίξει σε τρεις πολύ επιτυχημένες ταινίες, παραδίδοντας αξιοπρόσεκτες ερμηνείες. Ανάμεσά τους και το διάσημο πλέον φιλμ νουάρ «Η Γαλάζια Ντάλια», με την Βερόνικα Λέικ δίπλα του.

Μοναχικός καουμπόι

Οι ταινίες του, όπως τα γουέστερν «Whispering Smith» ή «Botany Bay», θα φιγουράρουν μόνιμα στο Top Ten, ενώ το 1953 θα έρθει η κορυφαία του στιγμή, με το γουέστερν «Αρπάγες της Γης» του Τζορτζ Σίβενς, ερμηνεύοντας έξοχα τον ρόλο ενός μυστηριώδους πιστολά, που θέλει να αφήσει πίσω του το παρελθόν. Θρυλική έχει μείνει η σκηνή του φινάλε με τον Λαντ να φεύγει μοναχός με το άλογό του στο ηλιοβασίλεμα και τον μικρό γιο της οικογένειας να κλαίει και να φωνάζει «Σέιν, γύρνα πίσω». Η ταινία θεωρείται και δικαίως ένα από τα καλύτερα και επιδραστικά γουέστερν.

Το γουέστερν αυτό θα σηματοδοτήσει το αποκορύφωμα της καριέρας του, καθώς στη συνέχεια δεν βρήκε ρόλο αντάξιο του Σέιν, ενώ σύντομα θα αποχωρήσει από την Paramount, μετά από διαφωνίες, για να στήσει τη δική του εταιρεία παραγωγής, την Jaguar Productions, με την οποία θα γυρίσει τρεις καλές ταινίες στην Αγγλία. Προηγουμένως, είχε γυρίσει στην Ελλάδα, κάνοντας διάσημη την Ύδρα, την ταινία «Το Παιδί και το Δελφίνι», έχοντας δίπλα του την απαστράπτουσα Σοφία Λόρεν.

Μια ζωή τραύματα και δυστυχίες

Η φουρτουνιασμένη ζωή του Άλαν Λαντ δεν είχε μόνο φτώχεια και τον απρόσμενο θάνατο του πατέρα του. Σε ηλικία πέντε ετών μαζί με έναν φίλο του θα κάψουν κατά λάθος το διαμέρισμα της οικογένειας, παίζοντας με τα σπίρτα, ενώ καθοριστικό ρόλο στην ταραγμένη ψυχική του υγεία, θα διαδραματίσει και η αυτοκτονία της αλκοολικής μητέρας του το 1938. Θα παντρευτεί δυο φορές, την Μάτζορι Τζέιν Χάρολντ το 1936 και την Σου Κάρολ το 1942, με την οποία θα αποκτήσουν μια κόρη και έναν γιο, τον Άλαν Λαντ Τζούνιορ, έναν σημαντικό κινηματογραφικό παραγωγό, που άφησε πίσω του σπουδαίες ταινίες και ανέδειξε θαυμάσιους ηθοποιούς και σκηνοθέτες. Επίσης, είχε και πολλά ατυχήματα και αρκετές σοβαρές ασθένειες, που θα επιταχύνουν τη μελαγχολία του. Υπέφερε από αϋπνίες, έβρισκε παρηγοριά σε τεράστιες ποσότητες ποτού και ηρεμιστικών, ενώ το Νοέμβριο του 1962 έκανε μία ανεπιτυχή απόπειρα αυτοκτονίας με όπλο.

Τελικά, θα καταφέρει να δώσει τέλος στη βασανισμένη του ζωή, όταν θα βρεθεί νεκρός στις 29 Ιανουαρίου του 1964 στο σπίτι του, στο Παλμ Σπρινγκς της Καλιφόρνιας, από υπερβολική δόση ηρεμιστικών χαπιών και μεγάλη ποσότητα αλκοόλ. Ο θάνατός του θα χαρακτηριστεί τότε ατύχημα. Το Χόλιγουντ είχε παρέμβει ακόμη μία φορά στην αλλοίωση της πραγματικότητας.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ