«Η κλιματική κατάρρευση άρχισε», υπογραμμίζει σήμερα ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες σε ανακοίνωση που εξέδωσε ως αντίδραση στην ανακοίνωση του παγκόσμιου ρεκόρ υψηλών θερμοκρασιών που καταγράφηκε στη διάρκεια του καλοκαιριού στο βόρειο ημισφαίριο.

«Οι επιστήμονες έχουν προειδοποιήσει εδώ και καιρό εναντίον των συνεπειών της εξάρτησής μας από τα ορυκτά καύσιμα», πρόσθεσε. «Το κλίμα μας καταρρέει πιο γρήγορα απ’ ό,τι θα μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε, με ακραία μετεωρολογικά φιανόμενα που πλήττουν όλες τις γωνιές του πλανήτη».

Τα κύματα καύσωνα, πιο έντονα και πιο συχνά εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, δημιουργούν ένα «διαβολικό ζωμό» ρυπαντών που απειλεί τους ανθρώπους και όλα τα έμβια όντα, προειδοποίησε σήμερα ο ΟΗΕ.

Μολονότι ο καπνός που προκαλείται από τις δασικές πυρκαγιές είναι το πιο ορατό μέρος της ατμοσφαιρικής μόλυσης που επιφέρουν οι καύσωνες, αυτά τα ακραία καιρικά φαινόμενα προκαλούν επίσης μια ολόκληρη σειρά χημικών διαδικασιών πιο επικίνδυνων για την υγεία.

«Τα κύματα καύσωνα επιδεινώνουν την ποιότητα του αέρα, με αντίκτυπο στην ανθρώπινη υγεία, τα οικοσυστήματα, τη γεωργία, ακόμη και την καθημερινή ζωή μας», υπογράμμισε ο Γενικός Γραμματέας του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού με την ευκαιρία της δημοσιοποίησης του Δελτίου για την Ποιότητα του Αέρα και του Κλίματος.

Πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Ενεργειακής Πολιτικής του Πανεπιστημίου του Σικάγο (EPIC) είχε δείξει πως η ρύπανση με μικροσωματίδια -που εκπέμπονται από τα μηχανοκίνητα οχήματα, τη βιομηχανία και τις πυρκαγιές- αντιπροσωπεύει «τη μεγαλύτερη εξωτερική απειλή για την παγκόσμια δημόσια υγεία».

Η κλιματική αλλαγή και η επιδείνωση της ποιότητας του αέρα «πάνε μαζί και πρέπει να καταπολεμηθούν μαζί για να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος», υπογράμμισε ο επικεφαλής του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού τονίζοντας πως, μολονότι το Δελτίο αφορά τα δεδομένα του 2022, «αυτό που βλέπουμε το 2023 είναι ακόμη πιο ακραίο».

Η κλιματική αλλαγή αυξάνει τη συχνότητα και την ένταση των κυμάτων καύσωνα και η τάση αυτή αναμένεται να συνεχισθεί στο μέλλον.

Ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός υπογραμμίζει πως αυξάνεται η συναίνεση μεταξύ των επιστημόνων ότι τα κύματα καύσωνα θα αυξήσουν τον κίνδυνο και το μέγεθος των δασικών πυρκαγιών.

«Τα κύματα καύσωνα και οι δασικές πυρκαγιές συνδέονται στενά. Ο καπνός από τις δασικές πυρκαγές περιέχει ένα διαβολικό ζωμό χημικών στοιχείων που βλάπτει όχι μόνο την ποιότητα του αέρα και την υγεία, αλλά προκαλεί επίσης ζημιές στα φυτά, τα οικοσυστήματα και τις καλλιέργειες – και επιφέρει περισσότερες εκπομπές άνθρακα στην ατμόσφαιρα και συνεπώς περισσότερα αέρια που προκαλούν το φαινόμενο του θερμοκηπίου», δήλωσε ο δρ Λορέντσο Λαμπραντόρ, υπεύθυνος του δικτύου που παρακολουθεί την ατμόσφαιρα και συντάκτης του Δελτίου.

«Η ποιότητα του αέρα και το κλίμα συνδέονται επειδή συνδέονται τα χημικά συστατικά που τα επηρεάζουν, επειδή οι ουσίες που ευθύνονται για την κλιματική αλλαγή και την επιδείνωση της ποιότητας του αέρα εκπέμπονται συνχά από τις ίδιες πηγές και επειδή οι αλλαγές στο ένα επιφέρουν αναπόφευκτα αλλαγές στο άλλο», υπογραμμίζει ακόμη ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός.

Σχετικά με το 2022, ο Οργανισμός υπενθυμίζει πως το μακράς διαρκείας κύμα καύσωνα που έπληξε την Ευρώπη επέφερε αύξηση των συγκεντρώσεων σωματιδίων και όζοντος στην τροπόσφαιρα (ακριβώς πάνω από την επιφάνεια της Γης). Και οι συγκεντρώσεις ξεπέρασαν στο μεγαλύτερο τμήμα της ευρωπαϊκής ηπείρου το επίπεδο που συστήνει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας. Στη διάρκεια του δεύτερου δεκαπενθημέρου του Αυγούστου 2022, ασυνήθιστα μεγάλες μάζες σκόνης της ερήμου παρατηρήθηκαν στη Μεσόγειο και την Ευρώπη.

«Η σύμπτωση των υψηλών θερμοκρασιών και των υψηλών ποσοτήτων αερολυμάτων, και συνεπώς της περιεκτικότητας σε σωματίδια, έβλαψε την υγεία και την ευημερία των ανθρώπων», επισημαίνει ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός.

Η συγκέντρωση όζοντος μειώνει επίσης την ποσότητα και την ποιότητα των αποδόσεων των βασικών καλλιεργειών εδώδιμων φυτών.

«Σε παγκόσμια κλίμακα, οι απώλειες σοδειών εξαιτίας του όζοντος είναι κατά μέσο όρο από 4,4% ως 12% για τις βασικές καλλιέργειες εδώδιμων, ενώ οι απώλειες σιταριού και σόγιας μπορεί να φθάσουν από 15% ως και 30% στις κύριες αγροτικές ζώνες της Ινδίας και της Κίνας», σύμφωνα με το Δελτίο.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ