Ιησούς Χριστός: Πραγματικό πρόσωπο ή αποκύημα φαντασίας κάποιων μεταγενέστερών του συγγραφέων;
Είναι ένα ερώτημα που απασχολεί την ιστορική, αρχαιολογική και θεολογική κοινότητα εδώ και πολλές δεκαετίες, με την απάντηση να μην είναι 100% ακόμη σαφής.
Τα υπάρχοντα ντοκουμέντα λένε πως μάλλον έχουμε να κάνουμε με μια πραγματική ύπαρξη, απογυμνωμένη ωστόσο από την τεράστια θεολογική διάσταση που της έχει δοθεί. Κοντολογίς, υπάρχουν γραπτές αναφορές σε αυτόν, τόσο από Εβραίους, όσο και από Ρωμαίους ιστορικούς, αλλά προφανώς επειδή μιλάμε για αναφορές μεταγενέστερες και όχι σύγχρονές του, τα όρια μεταξύ αλήθειας και μυθοπλασίας είναι ακόμη θολά.
Τα πρώτα χριστιανικά γραπτά που αναφέρονται στο πρόσωπο του Ιησού είναι οι επιστολές του Αποστόλου Παύλου, που χρονολογούνται περίπου 25 χρόνια μετά το θάνατό του, ενώ οι επόμενες και λεπτομερείς βιογραφικές αναφορές σε αυτόν γίνονται στην Καινή Διαθήκη, 40 περίπου χρόνια μετά τον (υποτιθέμενο ή όχι) θάνατό του, το 33 μ.Χ.
Στη συνέχεια ο Ιησούς περιγράφεται από τον Ιουδαίο ιστορικό Φλάβιο Ιωσήφ, το 93 μ.Χ., ενώ ακολουθούν αναφορές στα έργα των Ρωμαίων πολιτικών Πλίνιου και Τάκιτου.
Πάντως, αναφορικά με την θεωρία περί της «Ιστορικότητας του Ιησού», είναι ασφαλώς πολύ δύσκολο να επιβεβαιωθούν ως ιστορικά γεγονότα τα περιστατικά που αναφέρονται στα Ευαγγέλια (οι λεγόμενες ευαγγελικές αφηγήσεις) με την θεωρία περί του «Μύθου του Ιησού» να προτείνει ότι ο Ιησούς Χριστός δεν υπήρξε ποτέ, αν και οι περισσότεροι μελετητές δέχονται ότι υπήρξε ένας άνθρωπος που έζησε εκείνη την εποχή και προσομοίαζε πολύ στον Ιησού -ακόμη και αν δεν ήταν ο Υιος του Θεού, σύμφωνα με τα Ευαγγέλια.
Αν και η ιστορική αξιοπιστία των ευαγγελικών αφηγήσεων είναι αντικείμενο αντιπαράθεσης, οι μελετητές συμφωνούν σε δύο γεγονότα: ότι αυτός ο συγκεκριμένος Ιησούς βαπτίστηκε όντως από έναν Ιωάννη Βαπτιστή και κατόπιν (ίσως όχι σε ηλικία 33 ετών) σταυρώθηκε όντως με διαταγή του Ρωμαίου επάρχου Πόντιου Πιλάτου.
Στα γεγονότα που αμφισβητούνται, εύλογα, περιλαμβάνονται η χρονολόγηση και τα περιστατικά της γέννησής του, η σταύρωση, τα θαύματα και φυσικά η ανάσταση.
Πάντως η βρετανική εφημερίδα Guardian επιχείρησε διαμέσου ενός επιστήμονα να απαντήσει σε κάποια φλέγοντα ερωτήματα ως προς την υπάρξη ή όχι του Ιησού:
Πόσο σίγουροι μπορούμε να είμαστε ότι ο Ιησούς Χριστός έζησε στην πραγματικότητα;
H ιστορική απόδειξη για την ύπαρξη του Ιησού από τη Ναζαρέτ είναι διαχρονική και ευρέως διαδεδομένη. Μέσα σε λίγες δεκαετίες, στο διάστημα των οποίων υπολογίζεται η διάρκεια της ζωής του, αναφέρεται από τους Εβραίους και τους Ρωμαίους ιστορικούς καθώς επίσης και σε δεκάδες χριστιανικές γραφές.
Τι μας λένε οι χριστιανικές γραφές;
H αξία αυτών των στοιχείων έγκειται στο γεγονός ότι ήταν τόσο πρώιμα όσο και λεπτομερή. Τα πρώτα χριστιανικά κείμενα, είναι οι επιστολές του Απόστολου Παύλου και οι μελετητές συμφωνούν στο γεγονός ότι η πρώτη από αυτές τις επιστολές γράφτηκε 25 χρόνια μετά τον θάνατο του Ιησού, ενώ τα Ευαγγέλια στην Καινή Διαθήκη που αναφέρονται με λεπτομέρειες στη ζωή του Ιησού αναφέρουν ότι η πρώτη επιστολή του Απόστολου Παύλου γράφτηκε περίπου 40 χρόνια μετά τον θάνατο του Χριστού. Όλα αυτά συμφωνούν με τις ζωές πολλών αυτοπτών μαρτύρων εκείνης της περιόδου και παρέχουν περιγραφές που συμβαδίζουν με τον πολιτισμό και τα τοπογραφικά χαρακτηριστικά της Παλαιστίνης κατά τον πρώτο αιώνα. Είναι επίσης δύσκολο να φανταστεί κανείς τον λόγο για τον οποίο οι χριστιανοί συγγραφείς επινόησαν μία τέτοια εβραϊκή φιγούρα ενός Σωτήρα την χρονική περίοδο και στο μέρος που βρισκόταν υπό την αιγίδα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, που ήταν εξαιρετικά επιφυλακτική απέναντι στον Ιουδαϊσμό.
Τι λένε οι μη-χριστιανοί συγγραφείς για τον Ιησού;
Aπό όσο γνωρίζουμε, ο πρώτος μη-χριστανός συγγραφέας που αναφέρθηκε στην ύπαρξη του Ιησού, είναι ο Ιουδαίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος, που ήταν ο πρώτος που έγραψε την ιστορία των Ιουδαίων. Εκεί υπάρχουν δύο αναφορές στον Ιησού. Η μία από αυτές είναι αμφιλεγόμενη καθώς θεωρείται ότι ο ιστορικός επηρεάστηκε από τις χριστιανικές γραφές, αλλά η άλλη θεωρείται πιο αξιόπιστη καθώς αναφέρεται στον Ιάκωβο, «τον αδελφό του φημολογούμενου ως “Ιησού”». Εκτός από τον Ιώσηπο, στον Ιησού αναφέρονται 20 χρόνια αργότερα επίσης ο Ρωμαίος συγγραφέας Πλίνιος και ο ιστορικός Τάκιτος. Από τον Τάκιτο μαθαίνουμε ότι ο Ιησούς εκτελέστηκε από τον Πόντιο Πιλάτο, ενώ από τον Πλίνιο, πληροφορούμαστε ότι «την περίοδο εκείνη, υπήρχε όντως ένας Ιησούς που λατρευόταν από τους κατοίκους της περιοχής σαν Θεός».
Mήπως οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρθηκαν στην ύπαρξη του Ιησού;
Δεν υπήρξε ποτέ καμία συζήτηση στον αρχαίο κόσμο για το αν ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ ήταν μία ιστορική προσωπικότητα. Στις βιβλιογραφίες των Εβραίων Ραβίνων, ο Ιησούς αναφερόταν ως «το εξώγαμο παιδί της Μαρίας και ενός μάγου». Μεταξύ των ειδωλολατρών και των παγανιστών, ο Λουκιανός και ο φιλόσοφος Κέλσος χαρακτήριζαν τον Ιησού ως έναν «απατεώνα».
Πόσο αμφιλεγόμενη είναι η ύπαρξη του Ιησού σήμερα;
Σε ένα πρόσφατο βιβλίο του ο Γάλλος φιλόσοφος Μισέλ Ονφρέι αναφέρεται στον Ιησού ως ένα μυθικό πρόσωπο, μια «ιδέα» ενός ανθρώπου και όχι ως μία ιστορική προσωπικότητα per se. Μερικοί συγγραφείς έχουν υποστηρίξει επίσης κατά καιρούς ότι ο Ιησούς ήταν μία χριστιανική επινόηση και όχι ένα αληθινό πρόσωπο. Παράλληλα, μία πρόσφατη έρευνα στην Αγγλία κατέδειξε ότι το 40% των ενηλίκων δεν πιστεύουν ότι ο Ιησούς ήταν ένα πραγματικό ιστορικό πρόσωπο.
Υπάρχει κάποιο αρχαιολογικό στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη του Ιησού;
Μέρος της περίφημης σύγχυσης η οποία εποικρατεί για την ιστορικότητα του Ιησού ίσως έχει προκληθεί από τα αλλόκοτα επιχειρήματα αρχαιολόγων. Πρόσφατα υπήρξαν ισχυρισμοί ότι ο Ιησούς είναι… δισέγγονος της Κλεοπάτρας με μερικά αρχαία νομίσματα να φέρεται να απεικονίζουν τον Ιησού με αγκαθωτό στεφάνι. Σε μερικούς κύκλους μάλιστα, ανιχνεύεται ακόμη έντονο το ενδιαφέρον σχετικά με την «Σινδόνη του Τορίνου» για το σάββανο του Ιησού. Ο Πάπας Βενέδικτος ο 15ος ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για κάτι το οποίο κανένας άνθρωπος δεν θα μπορούσε να παράξει και αποτελεί μέχρι και σήμερα ένα σύμβολο του εορτασμού του Μεγάλο Σαββάτου, για πολλούς πιστούς Χριστιανούς που θεωρούν την Σινδόνη ως κάτι ιερό.
Συμπερασματικά, οι περισσότεροι βιβλικοί μελετητές εκτιμούν ότι οι θεωρίες περί ύπαρξης ή μη του Ιησού είναι ουσιαστικά εξαιρετικά αντικρουόμενες. Συγχρόνως, αρκετοί έχουν υιοθετήσει μια πιο μετριοπαθή, μια πιο «αγνωστικιστική» θα λέγαμε, στάση, υποστηρίζοντας ότι χρειάζεται περισσότερη επιστημονική έρευνα σχετικά με αυτό το ζήτημα.
Καθώς είναι λοιπόν δύσκολο να επιβεβαιωθούν οι πληροφορίες για τη ζωή του Ιησού από αυθεντικά και αξιόπιστα ιστορικά έγγραφα, μέχρι και σήμερα είναι δυσκόλο να βρει κανείς κάποιον έγκριτο ιστορικό που να ασπάζεται τις απόψεις αυτές και να κρίνει το υλικό αυτό ως «φλέγουσας ιστορικής σημασίας». Συνεπώς, όπως σημειώνει εξίσου ο Guardian, οι εν λόγω ιστορικές αναφορές δεν είναι επαρκείς ούτως ώστε να γνωρίζουμε αν ο Ιησούς έζησε στα αλήθεια και πέθανε.