Σάββατο μεσημέρι και στο Θέατρο Κιβωτός οι συντελεστές της παράστασης ο “Άνθρωπος απ΄ το Παντόλσκ” έχουν αρχίσει να συγκεντρώνονται. Πέρυσι κατάφερα να τη δω μόνο μία φορά οπότε η είδηση ότι το Εθνικό Θέατρο θα επαναλάβει την παράσταση παρηγόρησε τον ασφυκτικά περιορισμένο χρόνο πολλών εξ υμών που στα καλλιτεχνικά πηγαδάκια συζητούσαμε για τη νέα σκηνοθεσία του Γιώργου Κουτλή.

Με τον Θανάση Δόβρη στον ρόλο του Πρώτου Αστυνομικού και τους Άρη Μπαλή, Ελένη Κουτσιούμπα, Παναγιώτη Μανουηλίδη, Αλέξανδρο Σιάτρα και Γιλμάζ Χουσμέν να συμπρωταγωνιστούν, ο “Άνθρωπος απ΄ το Παντόλσκ” περιγράφει πως η εξουσία μπορεί να συνθλίψει κάθε σπιθαμή αντίστασης ακόμη κι αν αυτή κρύβεται σε ζωές που μοιάζουν λίμνες ήρεμες περιμένοντας μία μικρή αφορμή.

Το έγκλημα του Νικολάι είναι ότι δεν είναι χαρούμενος. Δεν έχει την παραμικρή διάθεση για ζωή και δεν φαίνεται αυτό να τον απασχολεί. Ο Νικολάι πρέπει να εκπαιδευτεί στο να απολαμβάνει την τσιμεντένια διαδρομή από τη δουλειά του στο Παντόλσκ, να χαίρεται που κανείς δεν διαβάζει τα άρθρα του και που συνδέεται με μία γυναίκα που δεν βρίσκει καν όμορφη. Ο Νικολάι πρέπει επειγόντως να αποδεχτεί πως το πρόβλημα είναι δικό του και πως ο λόγος που είναι δυστυχισμένος είναι η αδυναμία του να αντλεί ικανοποίηση από την πραγματικότητα που τον περιβάλει ακόμα κι αν αυτή μοιάζει να έχει βγει από μία δυστοπία που δεν διαφέρει και πολύ από τη δική μας.

Για τον Γιώργο Κουτλή όλες οι εξουσίες προσπαθούν να φτιάξουν ανθρώπους που είναι εντελώς ακίνδυνοι και αυτό το πετυχαίνουν μέσω της καταστολής.

«Όλες οι εξουσίες φοβούνται τους ελεύθερους ανθρώπους. Κανείς δεν θέλει έναν άνθρωπο που σκέφτεται ελεύθερα και διεκδικεί περισσότερα. Τα κέντρα καταστολής βασίζονται στον έλεγχο. Μας θέλουν χαρούμενους σε ένα σύστημα που βολεύει όχι το λαό αλλά αυτούς που θέλουν να ελέγξουν τον λαό. Μια είδους υποχρεωτικότητα που σε εξαναγκάζει να είσαι μονίμως με ένα χαμόγελο. Μπορεί η ζωή μας να είναι βουτηγμένη μέσα στη μαυρίλα και τη βία αλλά η εξουσία σε θέλει θετικό και αισιόδοξο που θα πει ακίνδυνο».

Ακόμα και η φύση της εξουσίας, που πολύ αμφιβάλλω για την ευγλωττία και ευφυία της, βρήκε τον τρόπο να «αναβαθμίσει» τις τεχνικές της. Φανταστείτε ένα κοινωνικό πείραμα. Ένα εγχειρίδιο ευζωίας που μέσα από ανόητους χορούς διαλύει κάθε υποψία αντίδρασης. Ζήτω, λοιπόν, η αισιόδοξη πλευρά της ζωής, ακόμα κι αν αυτή βρωμάει φασισμό. Αρκεί να είναι καμωμένος με χαρούμενα τραγουδάκια, ιλουστρασιόν ζωές και μηδενικές προσδοκίες.

Φωτ.: Xρήστος Συμεωνίδης

Στέκομαι σε μία φράση που αναφέρει ο σκηνοθέτης στη συζήτησή μας και είναι αυτή που βγάζει νόημα για το νέο μοντέλο επιβολής του Κράτους.

«Παλιά κάναμε πολέμους για να κατακτήσουμε μια χώρα, τώρα τη δανείζουμε. Η εξουσία, πάντα θα αναζητά και στο τέλος θα βρίσκει νέους τρόπους να κάνει τη δουλειά της. Το ίδιο συνέβη και σε εμάς. Μας επέβαλλαν μία εποχή λιτότητας και τώρα μας εισάγουν σε μια placebo κατάσταση που δεν πρέπει να αντιδράς και να είσαι ενθουσιασμένος ανεξάρτητα με ό, τι συμβαίνει γύρω σου. Δεν έχεις δικαίωμα να είσαι στεναχωρημένος. Δεν μπορείς να αμφιβάλλεις για όσα σου προσφέρονται και το σημαντικότερο δεν πρέπει να θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου. Αν αυτό δεν είναι βία τότε τι στο καλό είναι; Είτε με το γκλομπ, είτε με την οικονομική ταπείνωση, ακόμα και με την παραδοχή μιας υπέροχης ζωής η εξουσία μας θέλει σε καταστολή. Άβουλους και ευγνώμονες. Νομίζω πως αυτή η λέξη τα λέει όλα. Ευγνώμονες για μία ζωή που, ενδεχομένως, δεν την διαλέξαμε κι ούτε μας χωράει. Φτάνει να γελάμε, να μετράμε τα λάικ και όλα καλά».

Στο τελευταίο ενάμισι λεπτό της παράστασης ο “Άνθρωπος απ΄ το Παντόλσκ” είναι ένας διαλυμένος άνθρωπος. Στην ερμηνεία του Άρη Μπαλή αποτυπώνονται τα αποτελέσματα των βασανιστηρίων που έχει υποστεί ο Νικολάι. Ένας χορός που η λογική δίνει τη θέση της στην τρέλα και το μόνο που έχει σημασία είναι η επιβίωση.

«Από όλη αυτή τη διαδικασία το θέλω αυτού του ανθρώπου έχει γίνει πιο ισχυρό. Το μόνο που μετράει είναι να καταφέρει να ξεφύγει, να επιβιώσει. Έχει κατανοήσει πως όσο βρίσκεται μέσα σε αυτόν τον χώρο δεν μπορεί να νιώθει ασφαλής. Γνωρίζει πολύ καλά πως όσο μένει σε αυτό το σουρεαλιστικό κέντρο κράτησης κινδυνεύει να χάσει τον εαυτό του. Αυτό που αναγνωρίζει ως εαυτό του ακόμα. Οτιδήποτε του συμβαίνει δοκιμάζει τις αντοχές και την κρίση του. Οπότε στο τέλος τον τελευταίο χορό θα τον κάνει προκειμένου να τους πείσει πως πλέον είναι ένας χαρούμενος άνθρωπος. Το τι θα ξημερώσει για αυτόν τον άνθρωπο μένει ανοικτό. Εγώ νιώθω πως υπάρχει ακόμα μία σπίθα. Θέλω να υπάρχει ακόμα μία σπίθα».

Όλη την ώρα σκέφτομαι πως αν γινόταν μονομιάς οι άνθρωποι να συνειδητοποιήσουμε τη βία που μας περιβάλει ίσως να κάναμε κάτι για να την αλλάξουμε. Κι αυτό είναι σίγουρα κάτι που η εξουσία φοβάται.

Η Ελένη Κουτσιούμπα με μία αφοπλιστική ειλικρίνεια μου εξομολογείται πως αν οι άνθρωποι στα αλήθεια καταλάβουν πόσο ψεύτικο μπορεί και να είναι αυτό που ζουν τότε σίγουρα θα μπορούν και να το αλλάξουν. Ωστόσο δεν είναι τόσο απλό όσο μπορεί να ακούγεται.

«Στο δικό μου μυαλό αυτή η συνθήκη είναι ξεκάθαρη αλλά όχι εύκολη. Νομίζω πως έχουμε συνηθίσει ή μάλλον έχουμε αποδεχτεί πως δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτα. Πως ό,τι και να συμβεί, ό, τι και να μας συμβεί τα πράγματα δεν θα αλλάξουν. Αυτό συμφέρει τη νέα τάξη πραγμάτων, έτσι μας εκπαιδεύει. Και εφόσον δεν θα αλλάξει τίποτα ας εκπαιδευτούμε να είμαστε ευτυχισμένοι με όσα έχουμε. Δεν τολμάει κάποιος να πει πως δεν είναι καλά. Πως βαρέθηκε ή κουράστηκε. Έχει ποινικοποιηθεί κάθε ειλικρινές συναίσθημα. Δεν μας προβληματίζουν οι λόγοι που οδήγησαν έναν άνθρωπο στην κατάθλιψη και πως θα τους αντιμετωπίσουμε. Όχι! Αυτό που μας νοιάζει είναι να φαινόμαστε χαρούμενοι, έστω κι αν όλο αυτό είναι ένα ψέμα. Ο «Άνθρωπος απ΄ το Παντόλσκ» είναι φανερό πως ζει μία δυστυχισμένη ζωή. Προτού θελήσει να κάνει κάτι για να το ανατρέψει ας τον κάνουμε να νιώσει «προβληματικός» και ας του επιβάλουμε την ευτυχία σαν κίτρινη φατσούλα στο πρόσωπο του. Από τη μια ο βομβαρδισμός δυσάρεστων γεγονότων κι από την άλλη ο εξαναγκασμός του “Είμαι καλά”».

Άρης Μπαλής: «Οι άνθρωποι είμαστε κατά ένα μεγάλο μέρος προϊόντα μιας κοινωνίας που έχει βάλει η ίδια τους κανόνες. Ο Νικολάι είναι υποχρεωμένος να κάνει κάθε μέρα την ίδια διαδρομή αντικρίζοντας εργοστάσια και πολυκατοικίες του ΄60 και του ΄50 που στοιβάζεται η εργατική τάξη μαζί με τις ματαιώσεις και τις προσδοκίες της. Στην πραγματικότητα ο Νικολάι τις δυνατότητες που του έχει δώσει η ζωή τις έχει τερματίσει. Όποιες ευκαιρίες του δόθηκαν τις έχει ήδη εξαντλήσει γιατί μην ξεχνάμε ότι άλλη πρόσβαση έχει ένας άνθρωπος που ζει στην επαρχία από έναν άλλον που ζει στην πόλη. Δεν μπορείς να απαιτείς τα ίδια πράγματα. Και τώρα έρχεται η εξουσία και του ζητά να δει τη ζωή του με θετικότητα. Μία λέξη που, πλέον, έχει γίνει υποχρεωτικότητα. Και τότε βλέπουμε τον Νικολάι, τον “Άνθρωπο απ΄ το Παντόλσκ” αφενός να χάνει τη γη κάτω από τα πόδια του και αφετέρου να αρχίζει να αντιδράει».

Φωτ.: Xρήστος Συμεωνίδης

Το έργο ο Ντμίτρι Ντανίλοφ το έγραψε το 2016. Τον Φεβρουάριο του 2022 ξεκίνησε ο πόλεμος Ρωσίας – Ουκρανίας. Σε ένα παράλληλο σύμπαν που θα βρισκόταν ο Νικολάι; Προσπαθώ να ερμηνεύσω τους λόγους που το Κράτος αποφάσισε να απαγάγει τον Νικολάι, που η ζωή του δεν δείχνει κανένα ενδιαφέρον και ο ίδιος δεν αποτελεί απειλή.

Ελένη Κουτσιούμπα: «Για να απαντήσουμε σε αυτό πρέπει πρώτα να απαντήσουμε τι πληροφορία θα έφτανε στο Νικολάι για τον πόλεμο; Το πιο πιθανό είναι να το έστελναν να υπερασπιστεί την πατρίδα. Έχω την εντύπωση, ως εικασία περισσότερο, πως ο Νικολάι θα έκανε τα πάντα για να φύγει από τη χώρα. Πως θα καταλάβαινε πως παρά τη προπαγάνδα αυτός ο πόλεμος δεν τον αφορούσε. Όχι γιατί είναι δειλός αλλά επειδή οι πόλεμοι δεν γίνονται για το λαό. Με αυτή τη σκέψη ο Νικολάι έχει συμπληρώσει το προφίλ του ανθρώπου που το σύστημα οφείλει να συμμορφώσει».

Άρης Μπαλής: «Αν παρατηρήσει κάποιος πως διαμορφώνεται η πολιτική κατάσταση στην Ευρώπη αλλά και σε όλο τον κόσμο τότε εύκολα μπορούμε να μιλάμε για φόβο. Οι άνθρωποι διστάζουν να εκφραστούν, υπάρχει μία εσωστρέφεια. Φοβούνται οι άνθρωποι. Το ίδιο συνέβαινε και στη χούντα. Κανείς δεν μπορούσε να μιλήσει. Ίσως φανεί υπερβολή αλλά και σήμερα δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για το τι στα αλήθεια νιώθει».

Ελένη Κουτσιούμπα: «Δεν είναι υπερβολή. Μπορεί τώρα να μην υπάρχουν τανκς στους δρόμους, ακόμα τουλάχιστον, αλλά και πάλι δεν μπορείς να είσαι ελεύθερος. Η εξουσία έχει εξυγιάνει τις μεθόδους της κι όταν λέω εξουσία δεν αναφέρομαι μόνο στις δυνάμεις καταστολής. Και η στέρηση του αληθινού συναισθήματος είναι καταστολή. Να σε κάνουν να νιώθεις περίεργος επειδή δεν συμμετέχεις σε μια ζωή που μοιάζει με τηλεπαιχνίδι και όλοι οφείλουν να είναι όμορφοι, επιτυχημένοι, αποδοτικοί και, φυσικά, βαθιά προβληματισμένοι για το τι συμβαίνει. Να έχουν άποψη αρκεί να μην μας χαλάει το success story. Όλοι χαρούμενοι, όλοι προβληματισμένοι και στην ουσία οι περισσότεροι απίστευτα μόνοι».