Μαζί με κάτι χαμένους αναπτήρες, εξαφανισμένους φίλους και εργένικες κάλτσες -αφού το ταίρι τους δε βρέθηκε ποτέ-, αρκετοί αναζητούν και τη rock μουσική. Ροκ, αν θέλετε, δεν υπάρχει πρόβλημα, αλλά πάντα προτιμώ τα είδη μουσικής να τα γράφω στα αγγλικά. Δεν πρόκειται περί λάθους ή σωστού αλλά έτσι μου κάθεται καλύτερα στο μάτι. Τέλος πάντων. Το θέμα μας δεν είναι αυτό, αλλά αν υπάρχει ακόμη rock μουσική. Και οι απόψεις διίστανται.

Οι δύο πλευρές

Από τη μία υπάρχουν εκείνοι που πιστεύουν ότι το rock ποτέ δεν πεθαίνει, δεν το σκιάζει φοβέρα καμία, όπως ο Μάκης Μηλάτος, ο οποίος σε σχετικό του άρθρο στο Avopolis αναρωτιέται «Αν πέθανε το ροκ πού είναι το πτώμα;» και σχολιάζει «Κάθε τρεις και λίγο το rock πέθανε, πεθαίνει, αιμορραγεί, είναι άρρωστο βαριά, κάτι κιθάρες που ακούγονται εδώ κι εκεί, είναι ο επιθανάτιος ρόγχος», αναφερόμενος σε αυτούς που μιλάνε συνεχώς για την κηδεία του είδους. Σύμφωνα λοιπόν με τον κ. Μηλάτο, «το πραγματικό ροκ -και ως ήχος και ως attitude- δε μέτρησε ποτέ το μπόϊ του ούτε με πωλήσεις, ούτε με hype, ούτε με gossip, ούτε με βραβεία και κόκκινα χαλιά», και αυτή γενικότερα είναι η υπερασπαστική γραμμή των ανθρώπων που πραγματικά αγάπησαν, ίσως όσο καμία άλλη μουσική, το rock. Το σέβομαι, «το ακούω» που λέμε, και αντιλαμβάνομαι το point τους. Όσο κυκλοφορούν rock άλμπουμς και υπάρχουν συγκροτήματα που παίζουν rock, κανείς δεν μπορεί να πει ότι το rock έχει πεθάνει (εξαιρείται ο πατέρας μου).

Ωστόσο, αν κοιτάξουμε λίγο τα charts του Billboard, και πιο συγκεκριμένα τα νούμερο 1 του Hot 100 των τελευταίων δύο δεκαετιών, όχι μόνο έχουμε χάσει το μνημόσυνο των 40 ημερών και του ενός χρόνου από την ταφή του rock, αλλά πλέον έχουν μείνει μόνο τα οστά του και τι να τα κάνουμε τώρα. Ίσως θα ήταν προτιμότερο να το είχαμε κάψει και να αφήναμε τις στάχτες του να τις πάρει ο αέρας στο φεστιβάλ του Altamont το ’69. Και αυτή είναι η άλλη όψη του νομίσματος, που υποστηρίζει ότι το τέλος του rock -όπως θέλουν να το θυμούνται- πέθανε στις αρχές των 70s, αναστήθηκε κάποιες περιόδους στις επόμενες δεκαετίες μέσα από διάφορα κινήματα και υποείδη, αλλά τα δάκρυα (τους) έχουν στερέψει πλέον –για πόσο καιρό και πόσες φορές να κλάψεις έναν πεθαμένο.

Εν τω μεταξύ, μπορώ να ταυτιστώ και με τις δύο πλευρές. Όλοι έχουν δίκιο, και μέσα από την οπτική τους μπορείς να εντοπίσεις εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν τη βάση των ισχυρισμών τους, οι οποίοι στο τέλος, φυσικά, παρουσίαζονται με τέτοιον τρόπο που εξυπηρετούν απλώς το δικό τους αφήγημα.

Ίσως η αλήθεια να βρίσκεται κάπου στο ενδιάμεσο, σε μια twilight zone, αλλά αν το rock είναι ζωντανό θα αναρωτιόμασταν αν έχει πεθάνει;

Η αλήθεια των αριθμών

Αυτό που σκέφτομαι συχνά, για διάφορα θέματα που προκύπτουν ανά διαστήματα, είναι ότι αν ψάχνεις μια απάντηση θα πρέπει να κοιτάξεις τους αριθμούς και τα στατιστικά για να τη βρεις. Εννοείται πως αν κάποιος θέλει να πει ψέματα μέσω αυτής της προσέγγισης μπορεί να το καταφέρει πανεύκολα, παρ’ όλα αυτά υπάρχουν αριθμοί που δεν αμφισβητούνται. Όπως για παράδειγμα το #1 του εβδομαδιαίου Billboard Hot 100, δηλαδή το τραγούδι που σκαρφάλωσε στην κορυφή του συγκεκριμένου chart βάσει των συνολικών πωλήσεων και streams που συγκέντρωσε στις ΗΠΑ. Βέβαια, θα σκεφτείς «Ε, δεν είναι όλος ο κόσμος η Αμερική, σιγά», αλλά πώς αφαιρείς έτσι εύκολα από το παιχνίδι της βιομηχανίας τον σημαντικότερο παίχτη; Μπορεί να μας βολεύει να υποτιμούμε ό,τι ακούνε τα «Αμερικανάκια», αλλά όταν άκουγαν Doors, Rolling Stones, Beatles, Michael Jackson, Prince, Genesis, Guns N’ Roses, Sinéad O’Connor κ.α. ανεβάζοντάς τους στο νούμερο 1 ήταν καλοί ακροατές, υπόθετω. Οπότε ας αφήσουμε για λίγο εκτός την όποια κακεντρέχεια (κάποιων) για να προχωρήσουμε και να καταλήξουμε στον τίτλο του άρθρου.

Ποιο είναι το τελευταίο rock τραγούδι που βρέθηκε στο #1 του Billboard Hot 100;

Το “How You Remind Me” των Nickelback τον Δεκέμβριο του 2001. Ίσως το έδωσα λίγο απότομα, αλλά η αλήθεια πάντα είναι σκληρή όποτε κι αν έρθει, και για να είμαι ειλικρινής, με πλήγωσε κάπως όταν την έμαθα καθώς περίμενα κάτι “πιο rock”, πιο “αυθεντικό”, λίγο πιο “σκληρό” ίσως, καλύτερα να ήταν το 1977 με το “Dreams” των Fleetwood Mac. Η δεύτερη σκέψη -και φωναχτή- που έκανα ήταν πως είναι «Λογικό. Οι Nickelback έριξαν την αυλαία του rock», κυριολεκτικά και μεταφορικά.

Το συγκεκριμένο single των Καναδών, από το άλμπουμ τους “Silver Side Up”, έμεινε για 4 εβδομάδες στο #1. Πιο συγκεκριμένα, ανέβηκε στην κορυφή στις 22 Δεκεμβρίου του 2001 και παρέδωσε σκυτάλη στο “U Got It Bad” του Usher στις 19 Ιανουαρίου του 2002. Έπειτα, κανένα rock τραγούδι δεν κοίταξε τα υπόλοιπα αφ υψηλού. Το R&B, το hip-hop και η pop επικράτησαν κατά κράτος, με εξαιρέσεις κάτι electro-pop, funk-pop και synt-pop παρουσίες που αν δεν είχαν στοιχεία pop μάλλον θα είχαν ενταφιαστεί και αυτά μαζί με το rock.

Τι μας λέει αυτή η αλήθεια για το rock

Πολλά και τίποτα ταυτόχρονα. Τα πλαίσια, οι νόρμες, τα μοτίβα, τα ύφη και οι ήχοι έχουν πλέον ενσωματωθεί και χρησιμοποιηθεί τόσο πολύ από άλλοτε “αντίπαλα” είδη μουσικής, που όλα κάτι μας θυμίζουν αλλά δεν είναι και πάντα ξεκάθαρο τι. Μπορείς να κάνεις εύκολα ένα DJ set μπλέκοντας διάφορα genres και κανείς να μην καταλάβει κάτι, με την έννοια του ρυθμού και του vibe, μπορείς να αφήσεις το Spotify να παίζει τραγούδια που θεωρούνται related με κάποιο που αρχικά επέλεξες, και ενώ ξεκίνησες με Eagles κατέληξες να ακούς Taylor Swift.

Επίσης, το αν κάποιος είδος μουσικής εκπροσωπείται στην κορυφή ενός chart, ακόμη κι αν είναι απ’ τα πιο αναγνωρισμένα, δεν είναι και απόδειξη ύπαρξης ή ανυπαρξίας. Ωστόσο, είναι σίγουρα ένας μετρήσιμος δείκτης για το impact που έχει το είδος στον κόσμο -το οποίο πάντα συνδέεται και με κοινωνικά ζητήματα. Όπως είχε γράψει και ο Φώντας Τρούσας, διαχειριστής του Δισκορυχείον blogspot και δημοσιογράφος στη Lifo, σε ένα post του στο Facebook με το οποίο συμφωνώ πολύ, «Όταν το ροκ ΔΡΟΥΣΕ, συμβαδίζοντας με τους αγώνες των νέων (το 1968 π.χ.) δεν ήταν μουσική του ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΥ, ήταν μουσική του ΠΡΟΣΚΗΝΙΟΥ». Και ενώ σίγουρα το rock των Nickelback δεν έχει καμία σχέση με το rock του ’68 ούτε συνδέεται με κοινωνικά θέματα, το σίγουρο είναι ότι η rock μουσική έπαψε να είναι στο προσκήνιο εδώ και πολλά χρόνια. Πιο συγκεκριμένα, πάνε 22 χρόνια από τότε.