Τον γνωρίσαμε ως την φωνή και την κιθάρα των A Victim of Society. Μια Indie μπάντα με punk attitude που ξεχώρισε με τη δισκογραφία και τα δυναμικά της live. Λίγο που έφερναν κάτι από τον παλλόμενο ήχο των αγαπημένων μου Suicide, λίγο τα επιληπτικά επαναλαμβανόμενα ηλεκτρονικά μοτίβα του Rev, λίγο η προσκολλησή τους με τα αστικά ηχοτοπία, το τρίο πάντα μου προκαλούσε το ενδιαφέρον.
Ο Βαγγέλης Μακρής γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Η πρώτη του επαφή με τη μουσική ήταν στο δημοτικό, όταν επηρεαζόμενος από έναν γείτονά του, ξεκίνησε μαθήματα πιάνου στο ωδείο της γειτονιάς. Καθώς όμως όταν τα πράγματα αρχίζουν να ζορίζουν με τις αρμονίες και τις θεωρίες, όλα τα παιδιά αρχίζουν να βαριούνται, έπειτα από 3-4 χρόνια εγκατάλειψε τις προσπάθειες. Λίγα χρόνια αργότερα ωστόσο επανήλθε, όταν άρχισε να πειραματίζεται με τύμπανα, μπάσο, διάφορα άλλα όργανα και πιο hard rock κομμάτια στο υπόγειο ενός φίλου του, του οποίου ο πατέρας ήταν ντράμερ και επομένως διέθετε όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό – το τέλειο starting pack για έναν έφηβο. Στην συνέχεια, άρχισε να παίζει μπάσο σε μια σχολική μπάντα στο λύκειο, όπου έπαιζαν Strokes και White Stripes.
Λίγα χρόνια αργότερα, πέρασε ηλεκτρικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο, όπου και γνώρισε τον Φώτη, «το άλλο μέλος των Victim», όπως μου αναφέρει. Ο «Φώτης φορούσε μια μπλούζα των Velvet underground and Nico και εγώ μια μπλούζα των Strokes». Έτσι, το 2011, από αυτό το καρμικό big bang δημιουργήθηκαν οι A Victim Of Society, ενώ το 2015 στο ντούο, προστίθεται κι ο Παντελής στα τύμπανα.
Με την πάροδο των χρόνων προέκυψε ένα τελείως διαφορετικό εγχείρημα μουσικά αλλά και εννοιολογικά, το οποίο ωστόσο ήρθε σαν μια φυσική συνέχεια στη μουσική του πορεία. Στα πλαίσια πειραματισμού και εξερεύνησης διάφορων ήχων, «γεννήθηκε και η ανάγκη να αναπαράξω αυτό το ηχητικό φάσμα, καθώς προς το τέλος των Victim, άκουγα πολλή μουσική, χωρίς κιθάρες και αρκετή ambient», εξηγεί ο ίδιος. Κι έτσι εγένετο ο P.Thomas, ένας φανταστικός χαρακτήρας και το alter ego του Βαγγέλη Μακρή.
Τρία χρόνια μετά την κυκλοφορία του ομώνυμου EP, o P.Thomas επιστρέφει με το ντεμπούτο άλμπουμ του ”Souvenirs Of A Past Life”. Το πρώτο single του δίσκου που κυκλοφόρησε μόλις πριν μερικές μέρες, αποτελεί μια σφραγίδα του αθηναϊκού μετα-τοπίου: δυσοίωνα συνθς, υπνωτικές λούπες που παράγουν ρυθμικό θόρυβο, φωνή με τόσο βάθος και ένταση, που σε κάνει να ονειρεύεσαι και να θυμάσαι. Με αφορμή το αναμενόμενο ντεμπούτο άλμπουμ του ”Souvenirs Of A Past Life” που θα κυκλοφορήσει στις 29 Μαρτίου από την Inner Ear, ο P.Thomas απαντά στις ερωτήσεις μας.
– Ποιες είναι οι πρώτες σου αναμνήσεις από την μουσική;
Πηγαίνοντας πίσω στο χρόνο, σε εκείνη τη στιγμή που ένιωσα για πρώτη φορά τη μουσική να μου «μιλάει» με αυτόν τον θείο τρόπο, φτάνω σε μία πολύ συγκεκριμένη ανάμνηση. Ήταν ένα από τα πολλά οικογενειακά, κυριακάτικα τραπέζια που έκανε η μητέρα μου. Ο θείος μου ο Άκης είχε έρθει με μια τεράστια τσάντα βινύλια και με όρεξη να τα παίξει όλα στο πικάπ μας. Και πραγματικά εκεί το θυμάμαι να γίνεται. Με το Jesus Christs Superstar του Andrew Lloyd Webber. Θες η θεατρικότητα του δίσκου, θες η αγάπη του θείου μου για αυτόν; Αλλά εκείνη τη στιγμή με θυμάμαι να αισθάνομαι πράγματα πρωτόγνωρα. Πέρυσι ο θείος μου ο Άκης μου χάρισε αυτό το βινύλιο.
– Πότε έπαιξες ποτέ ζωντανά μπροστά σε κοινό και πώς κατέληξες στον σημερινό σου ήχο;
Το πρώτο άγχος του να παίζω ζωντανά μουσική το θυμάμαι στις εξετάσεις πιάνου σε μικρή ηλικία. Είχα τόσο άγχος που ξαφνικά η ενός χρόνου προετοιμασία δεν είχε καμία σημασία, «σκότωσα» το κομμάτι, πλήγωσα τον Bach και τους ακουστικούς πόρους των εξεταστών. Με άφησαν να το ξαναπαίξω. Πέρασα. Το άγχος μέχρι και σήμερα είναι ίδιο.
– Τι σου προκαλεί άγχος σήμερα;
Η έκθεση, το ότι ανεβαίνεις σε μια σκηνή, ο κόσμος που περιμένει κάτι από σένα. Αυτό το άγχος της έκθεσης.
– Πότε γεννήθηκε και ποιος είναι ο P. Thomas;
Ο P. Thomas ήταν μουσικός που έπαιζε κυρίως σε clubs και μπαρ σε αδιάφορο τόπο και χρόνο. Μια θυελλώδη νύχτα και ενώ η πόλη ήταν κυριευμένη από θορυβώδη βροχή και βροντές, ο P.Thomas εξαφανίστηκε και από τότε δεν τον έχει δει κανείς. Οι συνθήκες εξαφάνισής του δεν είναι πλήρως κατανοητές. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι κατά τη διάρκεια του διαλείμματος ενός συνηθισμένου live στο νυχτερινό κέντρο, άνοιξε τη βαριά μεταλλική πόρτα που οδηγούσε στα παρασκήνια και κάθισε στον μπορντό βελούδινο καναπέ. Καθώς η πόρτα έκλεισε πίσω του, αφύσικη σιωπή επικράτησε στο δωμάτιο. Δεν το σκέφτηκε πολύ και άναψε ένα τσιγάρο για να συνοδεύσει τις σκέψεις του. Μόλις το τσιγάρο κάηκε μέχρι τις άκρες των δαχτύλων του, ήξερε ότι ήταν ώρα να επιστρέψει στη σκηνή. Σηκώθηκε, φόρεσε το πουκάμισό του και άπλωσε το χέρι του στο σκουριασμένο πόμολο. Προς έκπληξή του, μπήκε σε μια διαφορετική σκηνή από πριν. Περίμενε ότι ο κόσμος θα τον περίμενε να βγει και να παίξει, αντίθετα, τώρα χόρευαν υπό τους ήχους δυνατής μουσικής που αντηχούσε σε όλο το χώρο. Έπιασε τον εαυτό του να αναρωτιέται «Σκατά, για πόσο καιρό έλειπα;». Το έργο του P. Thomas είναι μια έκφραση του πώς αντιλαμβάνεται τις διαφορές στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ζούσαν τότε και τώρα. Όταν όλα τα ενδιάμεσα χάνονται και μένουν μόνο τα ακριανά σημεία, κάποιος πρέπει να αναρωτηθεί για την διαδρομή. O P. Thomas είναι ένας συνδυασμός των Tom Waits και Martin Rev αλλά με τη γοητεία της PJ Harvey.
– Ποιες προσλαμβάνουσες και συνειρμοί σε εμπνέουν για να γράψεις στίχους και μουσική;
Οι ταινίες κυρίως. Μαζί φυσικά με τις δικές μου αναμνήσεις συνθέτω ένα νέο σκηνικό. Είναι κάτι που μου βγαίνει αυτόματα και χωρίς πολλή σκέψη. Πάνω σε αυτή τη συνθήκη προσπαθώ να γράψω τη μουσική και τους στίχους.
– Τι είναι αυτό που σε ωθεί να μπεις στο στούντιο και να γράψεις έναν δίσκο; Ποια είναι αυτή η αόρατη δύναμη που σε τρέφει;
Δε νομίζω ότι υπάρχει κάποια αόρατη δύναμη, μόνο θέληση για δημιουργία. Επίσης, η συνεργασία με όλους αυτούς τους ανθρώπους που βοηθούν στο να βγει ένας δίσκος με βάζει κάθε φορά σε δρόμους αναζήτησης και εξερεύνησης καινούργιων ήχων.
– Πες μου αν θες δυο λόγια για το νέο σου άλμπουμ, Souvenirs Of A Past Life. Πώς γράφτηκε, πώς ήταν η διαδικασία ηχογράφησης;
Το SOAPL γράφτηκε σε μια περίοδο 2 χρόνων. Όλα τα κομμάτια ξεκίνησαν σαν πειραματισμοί ώστε να προκύψει ένας ενιαίος ήχος από διαφορετικές ηχητικές πηγές. Οι ηχογραφήσεις έγιναν εν μέρει στο σπίτι μου και οι υπόλοιπες στο στούντιο του Νίκου Τριανταφύλλου ο οποίος έκανε και τις τελικές μίξεις.
– Υπήρχαν διαφορές στην παραγωγή του δίσκου σε σχέση με την προηγούμενη δισκογραφική σου εμπειρία;
Δεν είναι και τόσο μεγάλη η εμπειρία μου, αλλά αυτή την φορά δεν ηχογραφήσαμε καθόλου κιθάρες και τύμπανα. Όποτε δώσαμε βάση περισσότερο στις χροιές και στις υφές των πηγών που αυτό ήταν κάτι πραγματικά καινούριο για εμένα.
– Τα τραγούδια σου μου δίνουν μια αίσθηση «χασίματος» κάτω από τον επιφανειακό φλοιό του αδιεξοδικού μας κόσμου, σα να επιδιώκουν μια συμφιλίωση με το εσωτερικό μας σκοτάδι – ίσως παραείναι η δική μου ερμηνεία, αλλά διακρίνουμε μια τάση προς ένα πιο εσωστρεφές ύφος;
Η διαδικασία δημιουργίας αυτού του δίσκου μου έδωσε την ευκαιρία να περάσω πολύ χρόνο μόνος μου. Να μάθω να σκέφτομαι, να δημιουργώ, να μην βαριέμαι με τον εαυτό μου και να μην αισθάνομαι μοναξιά. Μπορεί αυτό να το κάνει να ακούγεται όπως είπες πιο «εσωστρεφές» και ίσως είναι και αλήθεια.
– Τι ρόλο διαδραματίζει η Αθήνα σε όλο αυτό;
Η Αθήνα φιλοξενεί όλη μου τη ζωή. Εδώ μεγάλωσα, εδώ ζω, εδώ δουλεύω. Εδώ πέρασα όλα τα κακά και όλα τα καλά της ζωής μου, εδώ πέρασα όλες τις φάσεις της ζωής μου, τις φοιτητικές, τις ξέγνοιαστες, τις όχι τόσο ξέγνοιαστες. Φαντάζομαι κάποιο ρόλο θα έχει παίξει.
– Πώς ήταν για σένα η μετάβαση από τους A Victim of Society σε ένα solo project;
Δεν το θεωρώ μετάβαση, γιατί οι Victim υπάρχουν ακόμα και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Ο P.Thomas είναι ένα τελείως διαφορετικό εγχείρημα μουσικά αλλά και εννοιολογικά, το οποίο παραδόξως προέκυψε και πολύ φυσικά.
– Ποιοι μουσικοί ή μπάντες βρίσκονται πιο κοντά σε αυτό που κάνεις ως P. Thomas, όχι μόνο ηχητικά αλλά και εννοιολογικά – εννοώντας τις προθέσεις τους μέσα από τον χειρισμό του ήχου.
Δεν γνωρίζω πολύ κόσμο για να έχω τόσο ολοκληρωμένη άποψη επί του θέματος και είμαι σίγουρος ότι μου διαφεύγουν πολλοί άνθρωποι, αλλά οι Psychedelic Trips to Death από Θεσσαλονίκη και οι LUNGS από Αθήνα είναι δυο μπάντες που ηχητικά ταυτίζομαι.
– Πόσες φορές στη ζωή σου μέχρι σήμερα έχεις μετανιώσει που παίζεις μουσική και δεν ζεις μία «κανονική» ζωή;
Έχω καταφέρει να έχω μια κανονική ζωή αλλά και να παίζω μουσική. Τα πρωινά όπως ο περισσότερος κόσμος έτσι και εγώ κάνω τη δουλειά μου και μετά μπορώ να ασχοληθώ με τη μουσική μου και τα υπόλοιπα. Θα έλεγα ότι η δουλειά της «κανονικής» ζωής είναι άρρηκτα συνδεμένη με τη μουσική, γιατί πολύ απλά δε θα μπορούσα να παίζω μουσική αν δεν δούλευα αφού δε θα είχα λεφτά.
– Ονόμασες τον δίσκο “Souvenirs Of A Past Life”. Τι είναι για σένα οι αναμνήσεις;
Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι αναμνήσεις αφορούν στιγμές όχι της προηγούμενης ζωής αλλά μιας άλλης ζωής. Μιας ζωής που θα ήθελες να έχεις αλλά απέχεις από αυτήν τώρα. Μιας ζωής που ενδεχομένως βρίσκεται σε μια άλλη διάσταση και δε θα τη γνωρίσεις ποτέ.
– Προτιμάς να παίζεις live σε ένα μπαρ ή σε μεγάλα venues;
Νομίζω ότι και οι δυο χώροι έχουν τα προτερήματα τους αλλά και τις δυσκολίες τους. Έχω βρεθεί και στις δυο περιπτώσεις και μου έχουν προφέρει και τα δυο ιδιαίτερες συγκινήσεις.
– Για ποιον θεατρικό ή κινηματογραφικό σκηνοθέτη θα έγραφες μουσική;
Μου έρχονται πολλοί καλλιτέχνες στο μυαλό αλλά θα ξεχωρίσω έναν. Θα ήθελα να συνεργαστώ σε μια άλλη διάσταση με τον Ταρκόφσκι. Τα έργα του και τα μηνύματα του πάντα με συγκινούσαν. Έχει προσεγγίσει και το θέμα της μοναξιάς που ανέφερα και παραπάνω με ένα τρόπο που πραγματικά ταυτίζομαι.
– Η μουσική αποτελεί για σένα καταφύγιο ή ορμητήριο;
Η μουσική με έχει σώσει κυριολεκτικά την ζωή, όποτε θα έλεγα πρωτίστως καταφύγιο. Από την άλλη επειδή ποτέ δεν ήμουν και πολύ καλός στα λόγια και την έκφραση συναισθημάτων, μου έδωσε και ακριβώς αυτή τη δυνατότητα. Οπότε θα πω και τα δύο.
– Ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον;
Στις 29/03 θα κυκλοφορήσει το Souvenirs Of A Past Life από την inner ear και ανυπομονώ να το παρουσιάσω με ένα πολύ ιδιαίτερο και μυσταγωγικό show. Μετά, βλέπουμε.
➪ ΙΝΦΟ: To ντεμπούτο άλμπουμ του P. Thomas ”Souvenirs Of A Past Life” θα κυκλοφορήσει από την Inner Ear στις 29 Μαρτίου.
Τον γνωρίσαμε ως την φωνή και την κιθάρα των A Victim of Society. Μια Indie μπάντα με punk attitude που ξεχώρισε με τη δισκογραφία και τα δυναμικά της live. Λίγο που έφερναν κάτι από τον παλλόμενο ήχο των αγαπημένων μου Suicide, λίγο τα επιληπτικά επαναλαμβανόμενα ηλεκτρονικά μοτίβα του Rev, λίγο η προσκολλησή τους με τα αστικά ηχοτοπία, το τρίο πάντα μου προκαλούσε το ενδιαφέρον.
Ο Βαγγέλης Μακρής γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Η πρώτη του επαφή με τη μουσική ήταν στο δημοτικό, όταν επηρεαζόμενος από έναν γείτονά του, ξεκίνησε μαθήματα πιάνου στο ωδείο της γειτονιάς. Καθώς όμως όταν τα πράγματα αρχίζουν να ζορίζουν με τις αρμονίες και τις θεωρίες, όλα τα παιδιά αρχίζουν να βαριούνται, έπειτα από 3-4 χρόνια εγκατάλειψε τις προσπάθειες. Λίγα χρόνια αργότερα ωστόσο επανήλθε, όταν άρχισε να πειραματίζεται με τύμπανα, μπάσο, διάφορα άλλα όργανα και πιο hard rock κομμάτια στο υπόγειο ενός φίλου του, του οποίου ο πατέρας ήταν ντράμερ και επομένως διέθετε όλο τον απαραίτητο εξοπλισμό – το τέλειο starting pack για έναν έφηβο. Στην συνέχεια, άρχισε να παίζει μπάσο σε μια σχολική μπάντα στο λύκειο, όπου έπαιζαν Strokes και White Stripes.
Λίγα χρόνια αργότερα, πέρασε ηλεκτρικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο, όπου και γνώρισε τον Φώτη, «το άλλο μέλος των Victim», όπως μου αναφέρει. Ο «Φώτης φορούσε μια μπλούζα των Velvet underground and Nico και εγώ μια μπλούζα των Strokes». Έτσι, το 2011, από αυτό το καρμικό big bang δημιουργήθηκαν οι A Victim Of Society, ενώ το 2015 στο ντούο, προστίθεται κι ο Παντελής στα τύμπανα.
Με την πάροδο των χρόνων προέκυψε ένα τελείως διαφορετικό εγχείρημα μουσικά αλλά και εννοιολογικά, το οποίο ωστόσο ήρθε σαν μια φυσική συνέχεια στη μουσική του πορεία. Στα πλαίσια πειραματισμού και εξερεύνησης διάφορων ήχων, «γεννήθηκε και η ανάγκη να αναπαράξω αυτό το ηχητικό φάσμα, καθώς προς το τέλος των Victim, άκουγα πολλή μουσική, χωρίς κιθάρες και αρκετή ambient», εξηγεί ο ίδιος. Κι έτσι εγένετο ο P.Thomas, ένας φανταστικός χαρακτήρας και το alter ego του Βαγγέλη Μακρή.
Τρία χρόνια μετά την κυκλοφορία του ομώνυμου EP, o P.Thomas επιστρέφει με το ντεμπούτο άλμπουμ του ”Souvenirs Of A Past Life”. Το πρώτο single του δίσκου που κυκλοφόρησε μόλις πριν μερικές μέρες, αποτελεί μια σφραγίδα του αθηναϊκού μετα-τοπίου: δυσοίωνα συνθς, υπνωτικές λούπες που παράγουν ρυθμικό θόρυβο, φωνή με τόσο βάθος και ένταση, που σε κάνει να ονειρεύεσαι και να θυμάσαι. Με αφορμή το αναμενόμενο ντεμπούτο άλμπουμ του ”Souvenirs Of A Past Life” που θα κυκλοφορήσει στις 29 Μαρτίου από την Inner Ear, ο P.Thomas απαντά στις ερωτήσεις μας.
– Ποιες είναι οι πρώτες σου αναμνήσεις από την μουσική;
Πηγαίνοντας πίσω στο χρόνο, σε εκείνη τη στιγμή που ένιωσα για πρώτη φορά τη μουσική να μου «μιλάει» με αυτόν τον θείο τρόπο, φτάνω σε μία πολύ συγκεκριμένη ανάμνηση. Ήταν ένα από τα πολλά οικογενειακά, κυριακάτικα τραπέζια που έκανε η μητέρα μου. Ο θείος μου ο Άκης είχε έρθει με μια τεράστια τσάντα βινύλια και με όρεξη να τα παίξει όλα στο πικάπ μας. Και πραγματικά εκεί το θυμάμαι να γίνεται. Με το Jesus Christs Superstar του Andrew Lloyd Webber. Θες η θεατρικότητα του δίσκου, θες η αγάπη του θείου μου για αυτόν; Αλλά εκείνη τη στιγμή με θυμάμαι να αισθάνομαι πράγματα πρωτόγνωρα. Πέρυσι ο θείος μου ο Άκης μου χάρισε αυτό το βινύλιο.
– Πότε έπαιξες ποτέ ζωντανά μπροστά σε κοινό και πώς κατέληξες στον σημερινό σου ήχο;
Το πρώτο άγχος του να παίζω ζωντανά μουσική το θυμάμαι στις εξετάσεις πιάνου σε μικρή ηλικία. Είχα τόσο άγχος που ξαφνικά η ενός χρόνου προετοιμασία δεν είχε καμία σημασία, «σκότωσα» το κομμάτι, πλήγωσα τον Bach και τους ακουστικούς πόρους των εξεταστών. Με άφησαν να το ξαναπαίξω. Πέρασα. Το άγχος μέχρι και σήμερα είναι ίδιο.
– Τι σου προκαλεί άγχος σήμερα;
Η έκθεση, το ότι ανεβαίνεις σε μια σκηνή, ο κόσμος που περιμένει κάτι από σένα. Αυτό το άγχος της έκθεσης.
– Πότε γεννήθηκε και ποιος είναι ο P. Thomas;
Ο P. Thomas ήταν μουσικός που έπαιζε κυρίως σε clubs και μπαρ σε αδιάφορο τόπο και χρόνο. Μια θυελλώδη νύχτα και ενώ η πόλη ήταν κυριευμένη από θορυβώδη βροχή και βροντές, ο P.Thomas εξαφανίστηκε και από τότε δεν τον έχει δει κανείς. Οι συνθήκες εξαφάνισής του δεν είναι πλήρως κατανοητές. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι κατά τη διάρκεια του διαλείμματος ενός συνηθισμένου live στο νυχτερινό κέντρο, άνοιξε τη βαριά μεταλλική πόρτα που οδηγούσε στα παρασκήνια και κάθισε στον μπορντό βελούδινο καναπέ. Καθώς η πόρτα έκλεισε πίσω του, αφύσικη σιωπή επικράτησε στο δωμάτιο. Δεν το σκέφτηκε πολύ και άναψε ένα τσιγάρο για να συνοδεύσει τις σκέψεις του. Μόλις το τσιγάρο κάηκε μέχρι τις άκρες των δαχτύλων του, ήξερε ότι ήταν ώρα να επιστρέψει στη σκηνή. Σηκώθηκε, φόρεσε το πουκάμισό του και άπλωσε το χέρι του στο σκουριασμένο πόμολο. Προς έκπληξή του, μπήκε σε μια διαφορετική σκηνή από πριν. Περίμενε ότι ο κόσμος θα τον περίμενε να βγει και να παίξει, αντίθετα, τώρα χόρευαν υπό τους ήχους δυνατής μουσικής που αντηχούσε σε όλο το χώρο. Έπιασε τον εαυτό του να αναρωτιέται «Σκατά, για πόσο καιρό έλειπα;». Το έργο του P. Thomas είναι μια έκφραση του πώς αντιλαμβάνεται τις διαφορές στον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι ζούσαν τότε και τώρα. Όταν όλα τα ενδιάμεσα χάνονται και μένουν μόνο τα ακριανά σημεία, κάποιος πρέπει να αναρωτηθεί για την διαδρομή. O P. Thomas είναι ένας συνδυασμός των Tom Waits και Martin Rev αλλά με τη γοητεία της PJ Harvey.
– Ποιες προσλαμβάνουσες και συνειρμοί σε εμπνέουν για να γράψεις στίχους και μουσική;
Οι ταινίες κυρίως. Μαζί φυσικά με τις δικές μου αναμνήσεις συνθέτω ένα νέο σκηνικό. Είναι κάτι που μου βγαίνει αυτόματα και χωρίς πολλή σκέψη. Πάνω σε αυτή τη συνθήκη προσπαθώ να γράψω τη μουσική και τους στίχους.
– Τι είναι αυτό που σε ωθεί να μπεις στο στούντιο και να γράψεις έναν δίσκο; Ποια είναι αυτή η αόρατη δύναμη που σε τρέφει;
Δε νομίζω ότι υπάρχει κάποια αόρατη δύναμη, μόνο θέληση για δημιουργία. Επίσης, η συνεργασία με όλους αυτούς τους ανθρώπους που βοηθούν στο να βγει ένας δίσκος με βάζει κάθε φορά σε δρόμους αναζήτησης και εξερεύνησης καινούργιων ήχων.
– Πες μου αν θες δυο λόγια για το νέο σου άλμπουμ, Souvenirs Of A Past Life. Πώς γράφτηκε, πώς ήταν η διαδικασία ηχογράφησης;
Το SOAPL γράφτηκε σε μια περίοδο 2 χρόνων. Όλα τα κομμάτια ξεκίνησαν σαν πειραματισμοί ώστε να προκύψει ένας ενιαίος ήχος από διαφορετικές ηχητικές πηγές. Οι ηχογραφήσεις έγιναν εν μέρει στο σπίτι μου και οι υπόλοιπες στο στούντιο του Νίκου Τριανταφύλλου ο οποίος έκανε και τις τελικές μίξεις.
– Υπήρχαν διαφορές στην παραγωγή του δίσκου σε σχέση με την προηγούμενη δισκογραφική σου εμπειρία;
Δεν είναι και τόσο μεγάλη η εμπειρία μου, αλλά αυτή την φορά δεν ηχογραφήσαμε καθόλου κιθάρες και τύμπανα. Όποτε δώσαμε βάση περισσότερο στις χροιές και στις υφές των πηγών που αυτό ήταν κάτι πραγματικά καινούριο για εμένα.
– Τα τραγούδια σου μου δίνουν μια αίσθηση «χασίματος» κάτω από τον επιφανειακό φλοιό του αδιεξοδικού μας κόσμου, σα να επιδιώκουν μια συμφιλίωση με το εσωτερικό μας σκοτάδι – ίσως παραείναι η δική μου ερμηνεία, αλλά διακρίνουμε μια τάση προς ένα πιο εσωστρεφές ύφος;
Η διαδικασία δημιουργίας αυτού του δίσκου μου έδωσε την ευκαιρία να περάσω πολύ χρόνο μόνος μου. Να μάθω να σκέφτομαι, να δημιουργώ, να μην βαριέμαι με τον εαυτό μου και να μην αισθάνομαι μοναξιά. Μπορεί αυτό να το κάνει να ακούγεται όπως είπες πιο «εσωστρεφές» και ίσως είναι και αλήθεια.
– Τι ρόλο διαδραματίζει η Αθήνα σε όλο αυτό;
Η Αθήνα φιλοξενεί όλη μου τη ζωή. Εδώ μεγάλωσα, εδώ ζω, εδώ δουλεύω. Εδώ πέρασα όλα τα κακά και όλα τα καλά της ζωής μου, εδώ πέρασα όλες τις φάσεις της ζωής μου, τις φοιτητικές, τις ξέγνοιαστες, τις όχι τόσο ξέγνοιαστες. Φαντάζομαι κάποιο ρόλο θα έχει παίξει.
– Πώς ήταν για σένα η μετάβαση από τους A Victim of Society σε ένα solo project;
Δεν το θεωρώ μετάβαση, γιατί οι Victim υπάρχουν ακόμα και θα συνεχίσουν να υπάρχουν. Ο P.Thomas είναι ένα τελείως διαφορετικό εγχείρημα μουσικά αλλά και εννοιολογικά, το οποίο παραδόξως προέκυψε και πολύ φυσικά.
– Ποιοι μουσικοί ή μπάντες βρίσκονται πιο κοντά σε αυτό που κάνεις ως P. Thomas, όχι μόνο ηχητικά αλλά και εννοιολογικά – εννοώντας τις προθέσεις τους μέσα από τον χειρισμό του ήχου.
Δεν γνωρίζω πολύ κόσμο για να έχω τόσο ολοκληρωμένη άποψη επί του θέματος και είμαι σίγουρος ότι μου διαφεύγουν πολλοί άνθρωποι, αλλά οι Psychedelic Trips to Death από Θεσσαλονίκη και οι LUNGS από Αθήνα είναι δυο μπάντες που ηχητικά ταυτίζομαι.
– Πόσες φορές στη ζωή σου μέχρι σήμερα έχεις μετανιώσει που παίζεις μουσική και δεν ζεις μία «κανονική» ζωή;
Έχω καταφέρει να έχω μια κανονική ζωή αλλά και να παίζω μουσική. Τα πρωινά όπως ο περισσότερος κόσμος έτσι και εγώ κάνω τη δουλειά μου και μετά μπορώ να ασχοληθώ με τη μουσική μου και τα υπόλοιπα. Θα έλεγα ότι η δουλειά της «κανονικής» ζωής είναι άρρηκτα συνδεμένη με τη μουσική, γιατί πολύ απλά δε θα μπορούσα να παίζω μουσική αν δεν δούλευα αφού δε θα είχα λεφτά.
– Ονόμασες τον δίσκο “Souvenirs Of A Past Life”. Τι είναι για σένα οι αναμνήσεις;
Στη συγκεκριμένη περίπτωση οι αναμνήσεις αφορούν στιγμές όχι της προηγούμενης ζωής αλλά μιας άλλης ζωής. Μιας ζωής που θα ήθελες να έχεις αλλά απέχεις από αυτήν τώρα. Μιας ζωής που ενδεχομένως βρίσκεται σε μια άλλη διάσταση και δε θα τη γνωρίσεις ποτέ.
– Προτιμάς να παίζεις live σε ένα μπαρ ή σε μεγάλα venues;
Νομίζω ότι και οι δυο χώροι έχουν τα προτερήματα τους αλλά και τις δυσκολίες τους. Έχω βρεθεί και στις δυο περιπτώσεις και μου έχουν προφέρει και τα δυο ιδιαίτερες συγκινήσεις.
– Για ποιον θεατρικό ή κινηματογραφικό σκηνοθέτη θα έγραφες μουσική;
Μου έρχονται πολλοί καλλιτέχνες στο μυαλό αλλά θα ξεχωρίσω έναν. Θα ήθελα να συνεργαστώ σε μια άλλη διάσταση με τον Ταρκόφσκι. Τα έργα του και τα μηνύματα του πάντα με συγκινούσαν. Έχει προσεγγίσει και το θέμα της μοναξιάς που ανέφερα και παραπάνω με ένα τρόπο που πραγματικά ταυτίζομαι.
– Η μουσική αποτελεί για σένα καταφύγιο ή ορμητήριο;
Η μουσική με έχει σώσει κυριολεκτικά την ζωή, όποτε θα έλεγα πρωτίστως καταφύγιο. Από την άλλη επειδή ποτέ δεν ήμουν και πολύ καλός στα λόγια και την έκφραση συναισθημάτων, μου έδωσε και ακριβώς αυτή τη δυνατότητα. Οπότε θα πω και τα δύο.
– Ποια είναι τα σχέδια σου για το μέλλον;
Στις 29/03 θα κυκλοφορήσει το Souvenirs Of A Past Life από την inner ear και ανυπομονώ να το παρουσιάσω με ένα πολύ ιδιαίτερο και μυσταγωγικό show. Μετά, βλέπουμε.