Μπορείτε να φανταστείτε κάποιον μέσα στον Λευκό Οίκο να έχει βάλει στο πικάπ της βιβλιοθήκης του έναν δίσκο των Clash και να τραγουδάει δυνατά τους στίχους του «I’m so bored with the U.S.A.» [Έχω βαρεθεί με τις ΗΠΑ]; Και όμως αυτό το περιστατικό έχει όντως συμβεί, όπως αναφέρει και το εκτενές άρθρο του Washingtonian.

Και όμως, ο Λευκός Οίκος διαθέτει την δική του συλλογή βινυλίων, η οποία μάλιστα «συναρμολογήθηκε» σε δυο διαφορετικές χρονικές περιόδους.

Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η πρώτη συλλογή σχηματίστηκε δειλά δειλά στις αρχές της δεκαετίας του ’70 από την ίδια την Recording Industry Association of America, τον οργανισμό που αντιπροσωπεύει όλες τις αμερικανικές δισκογραφικές εταιρείες. Η Αμερικανική Ένωση Βιβλιοπωλών είχε ήδη δωρίσει πολλά τεμάχια και ολόκληρους τόμους για την βιβλιοθήκη του Λευκού Οίκου, οπότε όλοι σκέφτηκαν «γιατί να μην έχουμε και μια παρόμοια συλλογή μουσικής»;

Ο Λευκός Οίκος ήταν δεκτικός και η RIAA συγκέντρωσε μια ομάδα ειδικών επί της μουσικής για να επιλέξει όλα εκείνα τα άλμπουμ από τον κόσμο της κλασικής, της τζαζ, της ποπ μουσικής κ.λπ. Επικεφαλής του όλου εγχειρήματος ήταν ο αμερικανός συνθέτης και στιχουργός (τραγουδιών όπως το «Moon River») Johnny Mercer, ο οποίος, όπως και να το κάνουμε, ήταν ένας αρκετά συντηρητικός τύπος με το βλέμμα και τα «αυτιά» του στραμμένα προς το easy listening κομμάτι της μουσικής κουλτούρας.

Ο Mercer και η ομάδα του έκαναν όντως ό,τι καλύτερο μπορούσαν για να εντάξουν στην συλλογή και τους πιο μοντέρνους ήχους της εποχής, όπως το πρώτο LP των Doors και το ντεμπούτο άλμπουμ του Elton John, αλλά οι επιλογές τους βασίστηκαν σε μεγάλο βαθμό σε δίσκους των Lawrence Welk, Don Ho και Perry Como. Η πρώτη αυτή παρτίδα της συλλογής αριθμούσε περί τα 1.800 βινύλια μέχρι το 1973.

Και τότε ήρθε η δεύτερη, η πιο καθοριστική «φουρνιά» βινυλίων η οποία συγκεντρώθηκε μέχρι το 1979.

Αυτή τη φορά, επικεφαλής της διαδικασίας επιλογής θα ήταν ο John Hammond, μια προσωπικότητα με τεράστια επιρροή, καθώς είχε ανακαλύψει τον Bob Dylan, την Aretha Franklin και τον Bruce Springsteen. Ο Hammond στρατολόγησε ειδικούς για την επίβλεψη του κάθε μουσικού είδους: π.χ. ο τζαζ πιανίστας John Lewis ανέλαβε την τζαζ και ο κριτικός και δημοσιογράφος Βob Blumenthal την ποπ μουσική, ενώ δίπλα τους εγάστηκαν και πολλοί πιτσιρικάδες ασχολούμενοι με την μουσική και την μουσικοκριτική.

«Η ιδέα του να βοηθήσω στην επιλογή των δίσκων ποπ μουσικής για τη μουσική βιβλιοθήκη στον Λευκό Οίκο φαινόταν σαν μια τεράστια διασκέδαση», λέει ο Kit Rachlis, τότε μουσικός συντάκτης στο Boston Phoenix, ο οποίος ήταν ένας από τους συμβούλους του Blumenthal στο έργο. «Ποιος δεν θα ήθελε να το κάνει αυτό το πράγμα;»

Αμέσως μετά την κατάρτιση της συλλογής, ακολούθησε ένα εορταστικό γεύμα στον Λευκό Οίκο που παρέθεσε η ίδια η τότε Πρώτη Κυρία, Rosalynn Carter. Ο Blumenthal θυμάται ότι βρήκε την ευκαιρία να γνωρίσει το επιτελείο του Προέδρου Jimmy Carter, ο οποίος έμεινε απόλυτα ευχαριστημένος από την συλλογή που βρήκε μπροστά του: «η επιλογή των βινυλίων της δεύτερης αυτής παρτίδας ήταν αναμφισβήτητα πιο περιπετειώδης καθώς περιείχε δίσκους soul, punk, salsa, gospel, funk, disco και από πολλά άλλα είδη. Υπήρχαν προφανείς επιλογές που αντιπροσώπευαν την ιστορία του ροκ εν ρολ, όπως π.χ. άλμπουμ του Τσακ Μπέρι, του Λιτλ Ρίτσαρντ και του Έλβις Πρίσλεϊ».

Αλλά και η πανταχού παρούσα ποπ και ντίσκο εκπροσωπήθηκαν καλά από καλλιτέχνες όπως οι Donna Summer, Fleetwood Mac και Earth, Wind & Fire, ενώ ο ίδιος ο Blumenthal πίεσε σθεναρά για ένα τμήμα λάτιν μουσικής με δίσκους από τους Beny Moré, Joe Bataan και Johnny Pacheco, μεταξύ άλλων.

Υπήρχαν επίσης πολλά βινύλια… πέραν πάσης υποψίας, κινούμενα στον χώρο ενός νέου είδους που είχε κάνει τότε την εμφάνισή του, του πανκ. Η συλλογή λοιπόν διέθετε και άλμπουμ καλλιτεχνών που κινούνταν… πολύ αριστερά (πολιτικά μιλώντας), όπως οι Funkadelic, το «Never Mind the Bollocks, Here’s the Sex Pistols», το «Trout Mask Replica» του Captain Beefheart, δίσκους του Gil Scott-Heron, το «More Songs About Buildings and Food» των Talking Heads και το «Rocket To Russia» των Ramones. Τα δε αποκαλυπτήρια όλης της συλλογής βινυλίων έγιναν κατά τη διάρκεια μιας τελετής στον Λευκό Οίκο στις αρχές του 1981, στην οποία παρευρέθηκαν ο Πρόεδρος Carter και η Πρώτη Κυρία.

Δυστυχώς, με την έλευση του Reagan στον Λευκό Οίκο, λίγες εβδομάδες μετά, η συλλογή έφυγε από τον Λευκό Οίκο και αποθηκεύτηκε σε ένα «μυστικό» μέρος, με τους ειδικούς να θεωρούν πως η απόφαση αυτή ήταν εξολοκλήρου των νέων «ενοίκων» του – ήταν, άλλωστε, γνωστό ότι η Nancy και ο Ronald δεν ήταν και τίποτα φανατικοί οπαδοί της μουσικής και της ποπ κουλτούρας εν γένει.

Μετά από πολλά χρόνια, επί της δεύτερης θητείας του προέδρου Obama, μια ομάδα ειδικών εντόπισε ξανά την συλλογή και τώρα προσπαθεί να την… επαναφέρει στην τάξη και στην κατάσταση που ήταν προ δεκαετιών, συντηρώντας και καθαρίζοντας τα βινύλια.

«Ο Πρόεδρος Obama ήταν στον επάνω όροφο, απασχολημένος με τη διαχείριση της χώρας. Ήταν μια σουρεαλιστική σκηνή», θυμάται ο John Chuldenko, βαφτισιμιός του γιου του προέδρου Carter και επικεφαλής αυτής της προσπάθειας.

«Ανοιγα τις κούτες και μέσα τους υπήρχαν χιλιάδες δίσκοι για εξερεύνηση. Με κάθε κουτί, υπήρχε και ένας νέος θησαυρός μέσα του. Ήταν σαν να μπήκα σε ένα δισκοπωλείο το 1979», προσθέτει ο Chuldenko, συνεχίζοντας:

«Κάποια στιγμή, αποφαφίσαμε να ακούσουμε ένα πολιτικά φορτισμένο punk-rock ορόσημο: το ομώνυμο ντεμπούτο των Clash το 1977. “Έχω βαρεθεί τόσο πολύ τις ΗΠΑ!”, γρύλισε ο Τζο Στράμερ σε ένα ρεφρέν που σχεδόν σίγουρα δεν είχε ακουστεί ποτέ εντός της προεδρικής κατοικίας πριν από εκείνη τη στιγμή. Σκέφτηκα “Θεέ μου, παίζω Clash μέσα στον Λευκό Οίκο!” Και δεν είναι ότι έφερα το δικό μου αντίτυπο. Παίζω εκείνο που ανήκει στην συλλογή του Λευκού Οίκου!».

Τώρα, ο Chuldenko θέλει, με την βοήθεια και άλλων ειδικών, να ανανεώσει ξανά την συλλογή. Να φέρει έναν μουσικό αέρα… 21ου αιώνα μέσα στην μουσική βιβλιοθήκη του Λευκού Οίκου: «Μιλάμε για έναν πραγματικό μουσικό θησαυρό. Πρέπει οπωσδήποτε να κάνουμε ένα μουσικό update στην συλλογή αυτή», καταλήγει ο ίδιος με νόημα.