Θα έχουμε σύντομα την πρώτη πολιτική συμφωνία σε παγκόσμιο επίπεδο για την τεχνητή νοημοσύνη;
H Μαργκρέτε Βεστάγκερ, Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με ρόλο προετοιμασίας, ώστε “η Ευρώπη να είναι έτοιμη για την Ψηφιακή Εποχή” δήλωσε ότι η ΕΕ είναι πιθανό να επιτύχει μία πολιτική συμφωνία αυτή τη χρονιά, ανοίγοντας τον δρόμο, για την πρώτη ουσιαστική συμφωνία σε παγκόσμιο επίπεδο για την τεχνητή νοημοσύνη (AI).
Η εξέλιξη αυτή, θα ακολουθήσει μία προκαταρκτική συμφωνία που επιτεύχθηκε την Πέμπτη σχετικά με τη νομοθεσία τεχνητής νοημοσύνης της ΕΕ.
Σε μία συνέντευξη που παραχώρησε στο Reuters στο περιθώριο μιας διάσκεψης των υπουργών Ψηφιακής Τεχνολογίας των χωρών-μελών της G7 στην πόλη Τακασάκι της Ιαπωνίας, η Βεστάγκερ πρότεινε νομοθετικά μέτρα για τη χρήση όλων των εργαλείων ΑΙ, όπως “η καταγραφή των υποχρεώσεων για όλες τις εικόνες που παράγονται μέσω τεχνητής νοημοσύνης”.
“Δεν υπάρχει λόγος καθυστέρησης περιμένοντας την ψήφιση της νομοθεσίας, αναφορικά με την επιτάχυνση των απαραίτητων συζητήσεων για τον καθορισμό των αλλαγών σε όλα τα συστήματα που θα δεχθούν ισχυρότατη επιρροή από την ΑΙ”, πρόσθεσε η ίδια, όταν ρωτήθηκε για τα βήματα που απαιτούνται πριν από την επίτευξη εφαρμογής της οποιασδήποτε συμφωνίας.
H ομάδα G7 των οικονομικά προηγμένων χωρών θα πρέπει να υιοθετήσει έναν κανονισμό για την τεχνητή νοημοσύνη “βασισμένο στους πιθανούς κινδύνους”, όπως συμφώνησαν σήμερα, οι υπουργοί των κρατών-μελών που είναι αρμόδιοι για τις ψηφιακές τεχνολογίας.
Από την πλευρά τους, οι Ευρωπαίοι νομοθέτες βιάζονται για να εισάγουν μία νομοθεσία ΑΙ, προκειμένου να επιβάλουν κανόνες σε εξελισσόμενα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης όπως το ChatGPT.
Ωστόσο, μία τέτοια νομοθεσία θα πρέπει “να διατηρεί ένα ανοιχτό και λειτουργικό περιβάλλον” για την ανάπτυξη των τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και να στηρίζεται στις δημοκρατικές αξίες”, ανέφεραν οι υπουργοί της G7 σε μία κοινή ανακοίνωση που εκδόθηκε στο τέλος μιας διήμερης διάσκεψης στην Ιαπωνία.
Οι υπουργοί αναγνώρισαν ωστόσο, ότι “τα εργαλεία πολιτικής για την επίτευξη ενός κοινού οράματος και στόχου για αξιόπιστες εφαρμογές ΑΙ είναι ενδεχόμενο να διαφέρει μεταξύ των χωρών-μελών της G7”.
Από την άλλη μεριά, η συμφωνία αποτελεί ένα σημείο αναφοράς για τον τρόπο με τον οποίο οι οικονομικά αναπτυγμένες χώρες θα διαχειριστούν την τεχνητή νοημοσύνη επί τη βάσει των ανησυχιών για τη διαφύλαξη των προσωπικών δεδομένων, αλλά και για την ασφάλεια.
“Η παύση (ανάπτυξης της ΑΙ) δεν είναι η σωστή αντίδραση. Η καινοτομία πρέπει να συνεχίσει να αναπτύσσεται εντός συγκεκριμένων ορίων που πρέπει να θεσπίσουν οι δημοκρατίες”, δήλωσε στο Reuters ο Γάλλος υπουργός Ψηφιακής Μετάβασης Ζαν-Νοέλ Μπαρό, προσθέτοντας ότι η Γαλλία θα θεσμοθετήσει μερικές εξαιρέσεις για τις μικρές εταιρίες που αναπτύσσουν την τεχνητή νοημοσύνη υπό την επικείμενη ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Πέραν των ανησυχιών για το ενδεχόμενο της κλοπής των πνευματικών δικαιωμάτων, οι χώρες-μέλη της G7 αναγνώρισαν τους κινδύνους ασφάλειας. “Η αναπαραγωγή της ΑΙ…, παράγει ψευδείς ειδήσεις και λύσεις που προκαλούν αναστάτωση στην κοινωνία, στην περίπτωση που η βάση των δεδομένων είναι ψευδής”, δήλωσε ο Ιάπωνας υπουργός Ψηφιακής Τεχνολογίας Τάρο Κόνο στη διάρκεια μιας συνέντευξης Τύπου μετά την επίτευξη συμφωνίας.
Η Ιαπωνία θα φιλοξενήσει μία διάσκεψη της G7 στα τέλη Μαΐου, στη διάρκεια της οποίας ο πρωθυπουργός Φουμίο Κισίντα θα συζητήσει τους κανόνες για την ΑΙ με τους υπόλοιπους ηγέτες.
Η τεχνητή νοημοσύνη θα αντικαταστήσει ως και το 1/4 των εργαζομένων
Η Goldman Sachs παρουσίασε έρευνα σχετικά με τις επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης στην αγορά εργασίας. Η αγορά θέτει ερωτήματα αν εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης, όπως για παράδειγμα το ChatGpt, είναι δυνατό να αυτοματοποιήσει τις εργασίες με ευκολία και θα μειώσει το κόστος εργασίας.
Τα δύο τρίτα των θέσεων εργασίας, όμως, είναι εκτεθειμένα σε κάποιο βαθμό, αναφέρεται στη μελέτη, ενώ η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσε να αντικαταστήσει μελλοντικά μέχρι και το ένα τέταρτο των σημερινών εργαζομένων.
Όπως αναφέρεται «αν η τεχνολογία ανταποκρινόταν στις υποσχέσεις της, θα έφερνε επίσης σημαντική αναστάτωση στην αγορά εργασίας ισοδύναμη με 300 εκατ. θέσεις εργαζομένων πλήρους απασχόλησης σε μεγάλες οικονομίες».