Ένιωθα σίγουρος πως το “Monster” του Χιροκάζου Κόρε-Έντα έπρεπε να είναι ο Χρυσός Φοίνικας των Καννών, μέχρι να συναντήσω τη “Zώνη Ενδιαφέροντος” (βασισμένη στο βιβλίο του Μάρτιν Άμις) του Τζόναθαν Γκλέιζερ. Ο Βρετανός σκηνοθέτης δέκα χρόνια μετά το “Κάτω από το Δέρμα” δίνει –αν και σε νεαρή ηλικία– ένα έργο ζωής. Ουσιαστικά πιάνει το νήμα του Ολοκαυτώματος από εκεί που το άφησε πριν μερικά χρόνια ο Ούγγρος Λάζλο Νέμες και ολοκληρώνει συμπληρώνοντας το τι συμβαίνει “έξω” από το Άουσβιτς την ώρα που η ανθρωπότητα διολισθαίνει προς το απόλυτο σκοτάδι. Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στις Κάννες. Βραβείο Κριτικών στο ίδιο Φεστιβάλ και πριν λίγες ώρες ανάλογη αναγνώριση από τους κριτικούς του Λος Άντζελες.
Ο Ρούντολφ Ες και η σύζυγός του Χέντγουϊκ φαινομενικά απολαμβάνουν την μαγεία της ζωής στη φύση. Μεγαλώνουν τα παιδιά τους με ασφάλεια και μία αίσθηση ελευθερίας που έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με όσα συμβαίνουν μόλις μερικά μέτρα μακριά πίσω από τον συρματοπλέγματα. Η αθωότητα των τέκνων εμποτίζεται έμμεσα με τα “λάφυρα” της μάχης εν αγνοία τους. Ο πρωταγωνιστής βρίσκεται συνεχώς σε εγρήγορση κάνει δύο και τρεις σκέψεις ταυτόχρονα, ακροβατεί ανάμεσα σε δύο ζωές. Η πολυπλοκότητα του χαρακτήρα του που αναλύεται με υψηλή ακρίβεια δίνοντας έναν ψυχολογικό – ψυχογραφικό τόνο στην αφήγηση.
Όσο η “κoινοτοπία του κακού” επελαύνει, η μάνα Φύση παρατηρεί ανήμπορη να αντιδράσει. Βαθιά πληγωμένη περιορίζεται σε ρόλο παρατηρητή, όπως κι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που είτε αγνοούν, είτε συνειδητά δε θέλουν να ασχοληθούν. Ο αποστειρωμένος κήπος του κέντρου του κάδρου μας δείχνει ακριβώς αυτή την απάθεια, ακόμα κι αν η δίνη του πολέμου κυκλώνει τις ζωές των ανθρώπων. Ο καπνός από τα μπουριά (καμινάδες) δε σταματάει ποτέ. Η μουσική της Μίκα Λέβι αποκαλύπτει όσα δε θα δούμε ποτέ σε εικόνες.
Η “Zώνη Ενδιαφέροντος” αποτελεί αδιαμφισβήτητα μία πρωτότυπη κινηματογράφηση μίας γνωστής ιστορίας με συγκεκριμένη εστίαση. Κρύβει μέσα της ένα σπουδαίο πολιτικό σχόλιο και έρχεται να προβληθεί σε μία εποχή που η ανθρωπότητα τραβάει και πάλι την κουρτίνα και κλείνει τα μάτια σε όσα συμβαίνουν στη Γάζα. Ο ιστορικός του μέλλοντος και κινηματογραφιστές σαν τον Γκλέιζερ χρόνια μετά θα έχουν πολλά να γράψουν και να αποδώσουν στην Έβδομη Τέχνη χρόνια μετά για το δικό μας παρόν. Για τις ένοχες σιωπές μας, για την προσήλωσή μας στη δύναμή της εικόνας και για την έλλειψη αντίληψη της ουσίας των πραγμάτων.
Με τη Σάντρα Ίλερ να δίνει μία δεύτερη σπουδαία ερμηνεία μέσα στην τρέχουσα σεζόν (“Η Ανατομίας Μίας Πτώσης”), καθώς εσωτερικεύει την πίεση και να λειτουργεί αποσυμπιεστικά για όλα τα μέλη της οικογένειας. Ήρεμη δύναμη και ταυτόχρονα βουβός πόνος. Ακόμα και τη στιγμή της σύγκρουσης με τον σύντροφό της μοιάζει να κρατάει μέσα της τα περισσότερα από όσα θέλει να ομολογήσει.
Σε μία εποχή πολλαπλών κινδύνων οφείλουμε να αντιληφθούμε πως άνθρωποι σαν τον Ρούντολφ, της “ανώτερης φυλής”, δεν ήταν παρά άνθρωποι της επαρχίας ευάλωτοι, με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, που ένιωσαν πως η δύναμη της στολής έδωσε νόημα στην άδεια μέχρι τότε καθημερινότητά τους. Φτωχοί στην πλειοψηφία τους άνθρωποι που παρασύρθηκαν από την προπαγάνδα και τους κυρίευσαν ζωώδη ένστικτα επικράτησης.
Μεγάλο μέρος της επιτυχίας αυτής της ταινίας που θέλεις να παρακολουθήσεις για δύο ή περισσότερες φορές έχει και η φωτογραφία του Λούκας Ζαλ που μας μεταφέρει στην καρδιά των γεγονότων και χρωματίζει το φόντο με τέτοιον τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια απόδρασης για τον θεατή. Το φινάλε έρχεται ως έμπνευση να κουμπώσει εξαιρετικά με όσα προηγήθηκαν, καθώς η ιστορία έχει συνέχεια και τα παθήματα του παρελθόντος πρέπει να γίνονται μαθήματα για το παρόν και το μέλλον. Μπορεί άραγε κανείς μετά από αυτό να δικαιολογήσει τον Ρούντολφ; Ο Γκλέιζερ αφήνει τον τελευταίο λόγο στον συνομιλητή του, δηλαδή στο κοινό, στον καθένα μας ξεχωριστά να γράψουμε τον δικό μας επίλογο.